Ιστορίες

Οι Ελληνοαμερικανοί που πολέμησαν για τα Γιάννενα – Μέρος 6ο: Η επιστροφή των εθελοντών στην Αμερική

Σήμερα ο Ηπειρωτικό Αγών δημοσιεύει το τελευταίο μέρος από το επετειακό αφιέρωμα του Αλέξανδρου Μωυσή: "Από το Σαν Φρανσίσκο στον Δρίσκο: Οι Ελληνοαμερικανοί που πολέμησαν για τα Γιάννενα"

Όλοι όσοι επέζησαν τις φοβερές μάχες, στο Δρίσκο, το Μπιζάνι, τη Μακεδονία, και τα νησιά, σημαδεύτηκαν για την υπόλοιπη ζωή τους. Για μερικούς τα σημάδια αυτά ήταν εμφανή, αφού είχαν τη μορφή εξωτερικών τραυμάτων στο σώμα από σφαίρες, οβίδες ή ακόμα και λόγχες. Άλλοι σημαδεύτηκαν από τις φοβερές αρρώστιες, που έφεραν οι κακουχίες του πολέμου: Την πνευμονία, την ελονοσία, τον τύφο, τη χολέρα.

Αναλογιστείτε την κατάσταση που περιγράφει ο παππούς μου Βασίλης Σουρραπάς από την εμπειρία του τον Ιούλιο του 1913 στο βουλγαρικό μέτωπο στις όχθες του ποταμού Στρυμόνα κοντά στη Νιγρήτα: «Ἐκ τῆς μεγάλης κοπώσεως ἐκοιμήθημεν καθ’ ὅλην τήν νύκταν σάν πεθαμένοι ἐπάνω εἰς δέματα σικάλεως. Τὀ πρωί δεν ἠμπορούσαμεν νά κινήσωμεν τούς πόδας μας ἐκ τῆς 24ώρου μεγάλης καί ταχυτάτης πορείας. Είς τάς 9 π.μ. ἐκιννήσαμεν διἀ Τσάγεζι (το σημερινό Λιμάνι της Αμφίπολης Σερρών). Εἰς τόν δρόμον ὑποφέραμεν ἐκ δείψας μερικοί ἤπιαμε θάλασσα καί βρωμερόν, ὅλον μικρόβια γεμάτον, βαλτῶδες ὕδωρ.[…] Έφθάσαμεν είς Τσάγεζι εἰς τάς 5 μ.μ. καί ἐπέσαμε εἰς τὀ νεκροταφεῖον τῶν χολεριόντων, ὅπου ὑπέρ τῶν 60 ἦσαν στήν ἀράδα, δυστυχεῖς συνάδελφοί μας. Μία ὀσμή ἀκούσαμε ὅλοι μας πολύ βρωμερή. Ἐκάμψαμεν ὀπίσω και ἀνήλθομεν εἰς τά ὑψώματα ὅπου κοπιασμένοι κατεκλίθημεν. Τό μεσονύκτιον ἐξυπνῶ καί ἀκούγω βογγητά καί τούς νοσοκόμους μέ τόν ἰατρόν νά περιέρχωνται εἰς διάφορα μέρη τοῦ καταυλισμοῦ. Ἐννόησα ὅτι κάτι τι τὀ ἔκτακτον συμβάινει. Εἶχα λίγο κάψιμο καί ἀδιαθεσία. Εἶχα κινίνη μαζί μου καί πῆρα τρεῖς κόκκους καί κατεκλίθην.[…] Ήγέρθημεν τήν πρωίαν εἰς τάς 5. Εἴδομεν πολλούς ἐκ τῶν συναδέλφων μας ἐξαπλωμένους εἰς τό ἔδαφος. Ἐκυλίοντο καί ἐκλωτσοῦσαν τούς πόδας ὡς βάτραχοι. Τούς μετέφεραν εἰς ἕν μέρος μακράν τοῦ καταυλισμοῦ ὑπό τήν ἐπίβλεψιν τοῦ ἰατροῦ και νοσοκόμου. Πολλοί ἐξ αὐτῶν ἀπεβίωσαν καί συχνά οἱ νοσοκόμοι μετέφερον ἄλλους προσβληθέντας ἐκ τῆς θανατηφόρου καί φοβερᾶς νόσου χολέρας.[…] Ἐβαδίσαμεν ὄλην την ἡμέραν εἰς τήν πεδιάδα τῆς Νιγρίτιδος. Ἐβαδίσαμεν ἐντός τῆς ἀφορήτου ζέστης καί κονιορτοῦ. Ὑποφέραμεν δέ ἐκ λειψυδρίας καθ’ ὅλην τήν ἡμέραν. Εἴχαμε ἐξαντληθῆ ἐκ τοῦ κόπου καί τῆς εύκοιλιότητος ἕνεκεν τῆς ἀσθενείας. Δύο ἀπέθανον εἰς τόν δρόμον καί πολλοί ἐμεινον».

Από αφηγήσεις όπως αυτή, αντιλαμβανόμαστε πως όλοι όσοι πολέμησαν σημαδεύτηκαν ψυχολογικά, αφού ήρθαν αντιμέτωποι πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο. Μετά από αυτή την εμπειρία, η εκτίμησή τους για τη ζωή πήρε μια άλλη διάσταση. Όταν γύρισαν στην Αμερική, τα ξένοιαστα παιδιά, που είχαν ξεφαντώσει στην αναχώρησή τους, ήταν πλέον ώριμοι και υπεύθυνοι άνδρες.

Ενώ η χολέρα θέριζε τους συμπολεμιστές του παππού μου, στα μετόπισθεν οι αρχές και τα μέσα ενημέρωσης καθησύχαζαν τον κόσμο. Έγραφε η ΠΑΤΡΙΣ στις 26 Ιουνίου 1913: «Αρκοῦν ἡ καθαριότης, ἡ προσοχὴ εἰς τὸ φαγητὸν καὶ μία ἀπλῆ ὑγιεινὴ δίαιτα διὰ νὰ ἐξασφαλίσουν μὲ ἐγγύησιν τὸν καθένα ἀπὸ τὴν νόσον αὐτήν. Παρετηρήθη ἄλλως τε ὅτι ἡ χολέρα σήμερον κάμνει καταστροφὰς μόνον εἰς πληθυσμοὺς ἀπολιτίστους καὶ ἀγνοοῦντας τοὺς στοιχειώδεις ὅρους τῆς καθαριότητος καὶ τῆς ὑγιεινῆς.[…] Ἀπὸ τὸν κόσμον λοιπὸν ἐξαρτῶνται τὰ περαιτέρω καὶ ἀπὸ τοὺς πολίτας ἐξαρτᾶται ἡ ἀποτελεσματικὴ ἄμυνα κατὰ παντὸς περαιτέρω κινδύνου».

Ο δεύτερος Βαλκανικός πόλεμος έληξε στις 31 Ιουλίου. Όμως οι ομογενείς που πολέμησαν δεν επέστρεψαν όλοι μαζικά, όπως είχε γίνει με την αναχώρησή τους το φθινόπωρο του 1912. Αυτό οφείλεται σε τέσσερεις κυρίως λόγους: Μερικοί επέστρεψαν στην Αμερική αμέσως μετά τη λήξη του πρώτου Βαλκανικού πολέμου, στις αρχές του 1913. Άλλοι παρέμειναν στρατευμένοι για μερικούς μήνες ακόμη μετά την ανακωχή. Κάποιοι πέρασαν μερικούς μήνες στα χωριά τους για να δουν την οικογένειά τους ή και για να βρουν νύφη και να παντρευτούν. Τέλος, αρκετοί δυστυχώς δεν επέστρεψαν στην Αμερική, είτε επειδή άφησαν την τελευταία τους πνοή μαχόμενοι για την πατρίδα ή επειδή τραυματίστηκαν σοβαρά στις μάχες και, ανάπηροι πλέον, δεν ήταν σε θέση να επιστρέψουν και εργαστούν στην Αμερική.

Ο αμερικανικός τύπος για την επιστροφή των ομογενών πολεμιστών

Βλέπουμε ωστόσο πάλι μερικές αναφορές στον τοπικό τύπο σχετικές με την επιστροφή των γενναίων ομογενών πολεμιστών.

Στην εφημερίδα της Ουάσιγκτον (Washington Herald) διαβάζουμε στις 12 Μαρτίου 1914: «Ο Μάικ και ο Τσάρλς Ανάστας, δύο Έλληνες που ήρθαν εδώ πριν αρκετά χρόνια σαν μικρά αγόρια και που έφυγαν πέρσι για την πατρίδα τους για να πολεμήσουν, επέστρεψαν στην Ουάσιγκτον. Τα δυο αδέλφια υπηρέτησαν μαζί στη περίφημη πολιορκία των Ιωαννίνων όπου οι Έλληνες κέρδισαν επιφανή νίκη κατά των Τούρκων».

Δυο βδομάδες αργότερα, στις 30 Μαρτίου, η ίδια εφημερίδα καλύπτει μια ενδιαφέρουσα πτυχή της επιστροφής: «Ανάμεσα στους σαράντα Έλληνες στρατιώτες που επέστρεψαν από τους Βαλκανικούς πολέμους χτες στο Αυστροαμερικάνικο ατμόπλοιο Belvedere, ήταν τριάντα οι οποίοι έφεραν πίσω μαζί τους και νύφες. Δεκατέσσερεις από αυτές ήταν Τουρκάλες. Ο δεκανέας Λεωνίδας Παπομίδης έλαβε μέρος στην μάχη της Θεσσαλονίκης όπου έσωσε τη ζωή μιας νεαρής Τουρκάλας, συζύγου ενός αξιωματικού ο οποίος σκοτώθηκε στη μάχη. Μετά τη λήξη του πολέμου ο δεκανέας παντρεύτηκε τη χήρα και την έφερε μαζί του στην Αμερική».

Δεν έχω υπ’ όψη μου μαζικούς γάμους μεταξύ Χριστιανών ανδρών και Μουσουλμάνων γυναικών την εποχή εκείνη. Ίσως να πρόκειται για Χριστιανές με Οθωμανική υπηκοότητα τις οποίες γνώρισαν οι πολεμιστές στα εδάφη τα οποία κατέλαβε ο στρατός τους.

Η επιστροφή αναφέρεται και σε εφημερίδες άλλων Αμερικανικών πόλεων. Στη εφημερίδα της Νέας Υόρκης (New-York Tribune) διαβάζουμε  στις 3 Απριλίου του 1914: «Όταν το πλοίο Λακωνία των γραμμών Cunard έφθασε χτες από τη Μεσόγειο, η χώρα μας εμπλουτίστηκε με δύο χιλιάδες ανθοπώλες βιολετών, καραμελάδες, οπωροπώληδες, και λούστρους. Οι παλινοστούντες ήταν όλοι Έλληνες πολεμιστές που είχαν συλλέξει τραύματα στον πρόσφατο πόλεμο απέναντι στον Τούρκο».

Όπως και στην αναχώρηση, μετά την άφιξη τους με υπερωκεάνειο στη Νέα Υόρκη, αρκετοί παλινοστούντες ταξίδεψαν μετά με τρένο ως τον τελικό προορισμό τους. Διαβάζουμε στις 9 Απριλίου 1914 σε εφημερίδα στο Κάνσας (Topeka State Journal) ότι «ένα ειδικά ναυλωμένο τρένο με πέντε βαγόνια το οποίο μετέφερε 250 Έλληνες που επέστρεψαν από τους Βαλκανικούς πολέμους πέρασε από τη βόρεια Τοπέκα την Τετάρτη το πρωί».

Στο Σικάγο, πριν καλά-καλά επιστρέψουν όλοι οι πολεμιστές, βρέθηκε και ο γνωστός μας φιλέλληνας ταξίαρχος πλέον Τόμας Χάτσινσον, ο οποίος, σε διάλεή του περιέγραψε στους ομογενείς τις εμπειρίες του από τον πόλεμο, τις οποίες συμπεριέλαβε και σε βιβλίο του, που εκδόθηκε από ελληνοαμερικανική εκδοτική εταιρεία στην πατρίδα του το Τενεσί στα τέλη του 1913 («An American Soldier Under the Greek Flag»). Η διάλεξη του Χάτσινσον έγινε στο επίσης γνωστό μας Χολ Χάους. Γράφει η ομεγενειακή εφημερίδα Σαλονίκη στις 17 Ιανουρίου 1914: «Το θέατρο στο Χολ Χάους ήταν εντελώς γεμάτο. Σε αυτή την εξαιρετική διάλεξη παραβρέθηκαν οι διακεκριμένοι ηγέτες της Ελληνικής κοινότητας του Σικάγο: Κληρικοί, εκπαιδευτικοί, επιχειρηματίες, και υπάλληλοι. Το τεράστιο κοινό υποδέχτηκε θερμά και χειροκρότησε με ενθουσιασμό τον μεγάλο φιλέλληνα.»

Μαζί με τις αναφορές για την επιστροφή των πολεμιστών από τη Βαλκανική, οι αμερικανικές εφημερίδες προσέθεταν ότι τα σύννεφα μιας πανευρωπαϊκής σύρραξης είχαν διαφανεί πλέον στον ορίζοντα. Λίγους μήνες μετά την επιστροφή των Ελληνοαμερικανών κηρύχτηκε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος.

Εκδηλώσεις απόδοσης τιμής για τους εθελοντές

Όταν με το καλό γύρισαν όσοι ήταν να επιστρέψουν στην Αμερική, ακολούθησαν από τους εκεί συμπατριώτες τους διάφορες τελετές για να τους τιμήσουν και για να τιμήσουν τη μνήμη όσων έδωσαν τη ζωή τους.

Στις 10 Οκτωβρίου του 1914 διαβάζουμε στην ομογενειακή εφημερίδα Σαλονίκη του Σικάγο: «Η Ελληνική κοινότητα του Σικάγο έχει συμμετάσχει σε πολλές πατριωτικές εκδηλώσεις και γιορτές. Καμία όμως δεν συγκρίνεται με τον εορτασμό που θα γίνει στο ναό της Αγίας Τριάδας την επόμενη Κυριακή για τους στρατιώτες που πολέμησαν σε δύο νικηφόρους πολέμους στην Ελλάδα. Κύριος ομιλητής θα είναι ο κ. Ν. Σαλόπουλος, αντιπρόσωπος του Βασιλιά Κωνσταντίνου της Ελλάδας. Στο τέλους του άρθρου θα βρείτε μια λίστα αυτών που θα παρασημοφορηθούν. Πριν δύο χρόνια, δύο χιλιάδες Έλληνες πατριώτες έφυγαν από την Αμερική και επέστρεψαν για να πολεμήσουν για την πατρίδα. Έζησαν μια επίγεια κόλαση και ήρθαν αντιμέτωποι με το θάνατο και τον ακρωτηριασμό εκατό φορές την ημέρα. Μόλις  εκαντόν σαραντατρείς γύρισαν. Όλοι τους, οι ζωντανοί και οι νεκροί στολίστηκαν με τις δάφνες της νίκης. Οι άνδρες αυτοί είναι από το Σικάγο και αξίζουν τo μέγιστo φόρο τιμής που μπορούμε να τους αποτίσουμε».

Οι βετεράνοι του πολέμου οργάνωσαν μάλιστα και σύλλογο, όπως διαβάζουμε στην ομογενειακή εφημερίδα Λοχίας του Σικάγο στις 11 Αυγούστου του 1915: «Το Greek Veterans’ Club, το οποίο απαρτίζεται από βετεράνους του πρώτου και του δεύτερου Βαλκανικού πολέμου, θα γιορτάσει τις νίκες του Ελληνικού Στρατού την άλλη Κυριακή 15 Αυγούστου. Η εκδήλωση θα γίνει στο Χολ Χάους. Η δοξολογία θα γίνει στο ναό της Αγίας Τριάδας στις 10 π.μ.»

Καταλήγει ο Χάτσινσον: ««’Οσο κι αν παινέψουμε τους εθελοντές από την Αμερική, που έτρεξαν να βοηθήσουν το βασίλειο, θα είναι λίγο. Εγκατέλειψαν τη δουλειά τους, ίσως και το μέλλον τους, μερικοί ακόμη και τη ζωή τους, ενώ άλλοι την υγεία και τη δύναμη τους. Αυτοί που έπεσαν θα τιμώνται από το έθνος τους για πάντα. Εσάς τους Έλληνες η μάνα σας σας γέννησε σε αυτό το έθνος. Στην αρχαία Σπάρτη, όταν ένας στρατιώτης έφευγε για τον πόλεμο, η μάνα του του έδινε την ασπίδα λέγοντας του ‘Ή ταν ή επί τας.’ Όσο ο λαός της Ηπείρου, ή της Ευρωπαϊκής Τουρκίας κυβερνιέται από τις ορδές του Τούρκου σουλτάνου, καθήκον σας είναι να παραμείνετε στρατευμένοι. Όμως όταν κηρυχτεί μια έντιμη ειρήνη, γυρίστε σε μας [στην Αμερική] για να ξαναπιάσετε τις ειρηνικές σας ασχολίες. Θα βρείτε μια εγκάρδια και ζεστή υποδοχή να σας περιμένει. Έχετε ζήσει ανάμεσα μας και ξέρουμε ότι είστε αξιοσέβαστοι, νομοταγείς και χρήσιμοι πολίτες. Όταν επιστρέψετε, πείτε στους δικούς μας ότι το έθνος σας είναι ελεύθερο από τη μάστιγα του αλκοολισμού. Σας παρακολούθησα μήνες τώρα στη χώρα σας και δεν είδα ούτε μία περίπτωση μεθυσμένου, αν και το ουίσκι, η μπύρα, το κονιάκ και το κρασί πουλιούνται παντού».

 Τι απέγιναν αυτοί που αναφέραμε;

Εικόνα 1 – Στιγμιότυπο από την κηδεία του πατριώτη Σπύρου Ματσούκα στην Αθήνα στις 27 Νοεμβρίου του 1928

Ο Σπύρος Ματσούκας, ο ποιητής ο οποίος είχε γεννηθεί στην Υπάτη το 1873 και είχε εκλεγεί βουλευτής ενώ περιόδευε την Αμερική το 1910, συνέχισε την πατριωτική του δραστηριότητα και τις περιοδείες του και κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία. Όταν πέθανε το Νοέμβριο του 1928, στην κηδεία του χοροστάτησε ο Αρχιεπίσκοπος, μίλησε ο Κωστής Παλαμάς, ενώ παρών ήταν και ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος και πολλοί υπουργοί (Εικόνα 1).

Εικόνα 2 – Ο Τόμας Χάτσινσον

Ο Τόμας Χάτσινσον, ο οποίος είχε γεννηθεί στην πόλη Νάσβιλ της πολιτείας του Τενεσί το 1875, μετά τη συμμετοχή του στον πρώτο Βαλκανικό πόλεμο, επέστρεψε στη γενέτειρα του όπου τον τίμησε η ελληνοαμερικανική κοινότητα της πόλης και όπου πέθανε στις 11 Μαρτίου του 1936 (Εικόνα 2).

Ο Χάρρυ Φράνγκο ή Χαρίλαος Φραγκογιάννης, ο οποίος είχε γεννηθεί τον Δεκέμβριο του 1888 στο χωριό Φίλια της Λέσβου, πολέμησε στον Δρίσκο και μετά συμμετείχε στην απελευθέρωση της γενέτειράς του από τα ελληνικά στρατεύματα.

Εικόνα 3 – Ο Χαρίλαος και η Ουρανία Φραγκογιάννη με τα παιδιά τους γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1920

Μετά το τέλος του πολέμου, επιστρέφοντας στη Μυτιλήνη, γνώρισε και τη μέλλουσα γυναίκα του Ουρανία Αλισσάφου. Ο Χάρρυ και η Ουρανία απέκτησαν τρία παιδιά, τη Στέλλα, τη Βίκυ, και τον Βένι ή Βενιζέλο, τον οποίο μάλιστα βάφτισε σε ταξίδι του στην Αμερική ο μεγάλος έλληνας πολιτικός. Παρέμεινε στη βόρεια Καλιφόρνια κοντά στο Σαν Φρανσίσκο για όλη την υπόλοιπη ζωή του, μέχρι τον θάνατο του εκεί το 1967 (Εικόνα 3).

Όσο για τον παππού μου, τον Βασίλη Σουρραπά, γεννημένος στα Βέρβενα τον Αύγουστο του 1888, είχε φτάσει στο Σικάγο το 1905 και αρχικά πουλούσε στους δρόμους φρούτα. Μια μέρα είδε ένα πλανόδιο πωλητή, που γύριζε με ένα μεγάλο κουτί με ρόδες. «Τι είναι αυτά που πουλάς;» τον ρώτησε. «Παγωτά» απάντησε ο άλλος. Και, όπως λένε οι Αγγλοσάξωνες, «the rest is history».

Μεταφέρω εδώ τα λόγια του συγγραφέα Θεόδωρου Σαλούτου για τον παππού, το 1956 στο βιβλίο του «Η ιστορία των επαναπατρισμένων Ελληνοαμερικανών»:

«Ηγείται της μεγαλύτερης γαλακτοβιομηχανίας στην Ελλάδα. Όπως άλλοι παλλινοστούντες, ίδρυσε την επιχείρηση του με δολάρια και πείρα που απέκτησε στην Αμερική. Από το γραφείο του έχει κανείς μια τέλεια θέα της Ακρόπολης. Επέστρεψε (μετά τους Βαλκανικούς πολέμους) στο Σικάγο το 1916, όπου μαζί με τους αδελφούς του είχαν ιδρύσει μια εταιρεία παγωτών. Το 1928 έκανε άλλο ένα από τα πολλά του ταξίδια στην Ελλάδα, αυτή τη φορά για να παντρευτεί μια ντόπια κοπέλα και μετά ξαναγύρισε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επέστρεψε μόνιμα στην Ελλάδα το 1934. Στην Ελλάδα καινοτόμησε και γνώρισε επαγγελματική επιτυχία. Η μεγαλύτερη του συνδρομή ήταν στην παστερίωση του γάλακτος.[…] Κατέχοντας τα μέσα και την τεχνογνωσία, έφερε στην αγορά το παστεριωμένο γάλα το 1935 με εξοπλισμό που εισήγαγε από τις Η.Π.Α. Ένας τεχνικός από την οικογενειακή εταιρεία στο Σικάγο στάλθηκε στην Ελλάδα για να διδάξει τη διαδικασία στους Έλληνες εργάτες.» Στην αρχή οι καινοτομίες των «Αμερικανών» βρήκαν την αντίδραση ενός κοινού σκεπτικού απέναντι στην παστερίωση. Αυτή όμως κάμφθηκε σύντομα «με τη βοήθεια των αγελαδοτρόφων, των ειδικών στην κτηνοτροφία και των γιατρών».

Παράπλευρη συνέπεια αυτής την καινοτομίας βέβαια είναι πως δεν βλέπουμε πλέον κοπάδια από κατσίκες να αρμέγονται έξω από τα εστιατόρια στην οδό Σταδίου στην Αθήνα, όπως τις είδαν ο  συνταγματάρχης Χάτσινσον και οι ελληνοαμερικανοί εθελοντές μαζί με τον παππού το 1913!

Εικόνα 4 – Ο Βασίλης και η Αθηνά Σουρραπά με μερικούς από τους εγγονούς τους στα τέλη της δεκαετίας του 1960

Μία άλλη σημαντική καινοτομία του παππού ήταν η εφαρμογή για πρώτη φορά στην Ελλάδα του franchising, όπου οι τοπικοί διανομείς των προϊόντων της εταιρείας είχαν την ιδιοκτησία των καταστημάτων τους (ΦΩΤΟ ΕΒΓΑ). Για να κάμψει τον πόλεμο και τον ανταγωνισμό από τους τοπικούς διανομείς γάλακτος, ο εφευρετικός Σουρραπάς αποφάσισε να τους περιλάβει στο δίκτυο της εταιρείας του, η οποία έφερε πρώτη στην ελληνική αγορά και το παγωτό ξυλάκι! Ίσως να αναγνωρίσατε την ιστορική αυτή εταιρεία: πρόκειται για την ΕΒΓΑ. Την πύλη στο εργοστάσιο της εταιρείας στην Ιερά Οδό στην Αθήνα κοσμούσε κάποτε η προτομή του ιδρυτή της, του «παππού Μπιλ» ο οποίος πέθανε το 1976. Με τη γιαγιά Αθηνά (το γένος Στρατηγάκη) απέκτησαν τέσσερεις κόρες, τη Λίνα (Στήβενς), τη Μαίρη (Μπούτου), τη μητέρα μου Διδώ (Μωυσή), την Αλίκη (Ζωγράφου), και τον μοναχογιό Χαράλαμπο Σουρραπά. Και πολλά εγγόνια που τους θυμούνται τώρα με αγάπη (Εικόνα 4). 

Πηγές

Πρώτο στην λίστα με τις πηγές για αυτά τα άρθρα θα αναφέρω τον Peter S. Giakoumis, ο οποίος με επίπονη σίγουρα προσπάθεια μάζεψε από τον Αμερικανικό τύπο σε έναν τόμο όλες τις κύριες πηγές και τα άρθρα για τους επίστρατους και τους εθελοντές των Βαλκανικών πολέμων:

Peter S. Giakoumis, The Forgotten Heroes of the Balkan Wars: Greek-Americans and Philhellenes 1912-1913, Starry Night Publishing, Rochester, NY, 2020.

Thomas Setzer Hutchinson. An American Soldier Under the Greek Flag at Bezanie, Greek-American Publishing Company, Nashville, TN. 1913.

Theodore Saloutos, They Remember America: The Story of the Repatriated Greek-Americans, University of California Press Berkeley and Los Angeles, 1956.

Λύντια Τρίχα, Ημερολόγια και Γράμματα από το Μέτωπο: Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 1993. Περιλαμβάνει τις αναμνήσεις του Βασίλειου Σουρραπά.

Ricciotti Garibaldi, La camicia rossa nella guerra balcanica. Campagna in Epiro 1912, Vaccari, 2007.

George Christakes: Greek American Nationalism: The Vervena Society, Master’s Thesis, Kansas State University, Manhattan, Kansas 1964.

Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων. Αρχεία εφημερίδων ΑΤΛΑΝΤΙΣ (Νέα Υόρκη), ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΣΤΗΡ (Σικάγο), ΠΑΤΡΙΣ (Αθήνα), ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ (Αθήνα).

Αρχεία Αμερικανικού τύπου στο www.newspapers.com.

Οι πληροφορίες για τον Χαρίλαο Φραγκογιάννη προέρχονται από το άρθρο του Μάκη Μπεκιάρη: 1919: Η Ιστορία ενός Ελληνοαμερικάνου Μυτιλινιού Εθελοντή, στην ιστοσελίδα LesvosNews.net. Ο ίδιος αναφέρει ότι μερικά από τα στοιχεία που αναφέρει τα πήρε από άρθρο του Dimitrios Loukas του Greek Historical Society στην ιστοσελίδα www.sanfranciscogreeks.com.

Σημείωση σχετικά με τις ημερομηνίες: Στο κείμενο διατήρησα τις ημερομηνίες όπως αναφερόντουσαν στην κάθε πηγή. Επειδή την εποχή των Βαλκανικών πολέμων η Ελλάδα χρησιμοποιούσε το «παλαιό» Ιουλιανό ημερολόγιο, ενώ η Αμερική το σημερινό μας Γρηγοριανό, υπάρχει διαφορά 13 ημερών ανάμεσα στις ημερομηνίες που αναφέρονται στον αμερικανικό τύπο και στις ημερομηνίες των Ελληνικών εφημερίδων.

Εικόνα 1 – Στιγμιότυπο από την κηδεία του πατριώτη Σπύρου Ματσούκα στην Αθήνα στις 27 Νοεμβρίου του 1928.

Εικόνα 2 – Ο Τόμας Χάτσινσον

Εικόνα 3 – Ο Χαρίλαος και η Ουρανία Φραγκογιάννη με τα παιδιά τους γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1920.

Εικόνα 4 – Ο Βασίλης και η Αθηνά Σουρραπά με μερικούς από τους εγγονούς τους στα τέλη της δεκαετίας του 1960.

 

Σχετικά άρθρα

Αφιερωμένο στους εθελοντές του το Ioannina Lake Run 2022

Ανοιχτό κάλεσμα σε εθελοντές από το Photometria Festival

Οι Ελληνοαμερικανοί που πολέμησαν για τα Γιάννενα – Μέρος 5ο: Ένας Αμερικάνος στο πολύνεκρο Μπιζάνι