Απόψεις

Τι το θες το κουταλάκι;

Περισσότερο από τον κορωνοϊό, τις μεταλλάξεις του και τους αρνητές του εμβολιασμού, κινδυνεύουμε να αφανιστούμε από ένα… πλαστικό κουταλάκι και κανείς όλον τον τελευταίο καιρό δεν μας προστάτεψε από αυτή την πραγματική, ολέθρια απειλή. Ποιος έσπευσε να μας σώσει (ψυχή τε και σώματι) απ’ αυτό; Η Εκκλησία (όχι ο Θεός, ούτε ο Υιός του, ούτε καν η Greenpeace), που δεν συγχωρεί τη χρήση του την ώρα της Θείας Κοινωνίας, ούτε για λόγους προστασίας των πιστών της.

Με τη βαθιά πίστη στην ύπαρξη μιας απούσας παρουσίας δεν μπορεί να τα βάλει κανείς εύκολα. Κατ’ αρχάς γιατί είναι μια ιστορία που ξεκίνησε πολύ πριν εμείς οι τωρινοί υπάρξουμε, συμπίπτει χρονικά με τη στιγμή που ο άνθρωπος σηκώθηκε στα δύο του πόδια και εν συνεχεία απόκτησε σοφία -δύο ορόσημα στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους τα οποία, ακόμη κι αν τα αναγνώριζαν οι θρησκείες, θα τα απέδιδαν καθεμιά στον θεό της. Δευτερευόντως γιατί από καταβολής κόσμου έχουν γίνει θυσίες ανήλικων τέκνων, πόλεμοι, εκστρατείες, σφαγές, αφανίσεις, ολοκαυτώματα, αγιοποιήσεις θνητών μαρτύρων, στο όνομα της πίστης κάθε λαού άλλοτε προσχηματικά, συχνά απροκάλυπτα.

Για να συντηρηθεί όμως η βεβαιότητα ότι υπάρχει μια ανώτερη δύναμη εκεί έξω, πάνω, κάτω (όπου την τοποθετεί κανείς για να στρέψει το βλέμμα του και να προσευχηθεί προς εκείνη), είναι απαραίτητο ένα προαιώνιο τελετουργικό, ακλόνητο, απαράβατο και απαράλλαχτο, παρόλο που τα πάντα γύρω μας νομοτελειακά αλλάζουν. Μάλιστα, όσο πιο κλειστό, εσωστρεφές και τιμωρητικό είναι το θρησκευτικό δόγμα, τόσο τα κηρύγματα και οι επιταγές του δυσκολεύονται να συγχρονιστούν με την καθημερινότητα του ποιμνίου. Θα δείτε θρησκείες που υπαγορεύουν στις γυναίκες να καλύπτουν τα πάντα πάνω τους εκτός από τα μάτια, άλλες που υποχρεώνουν τους πιστούς να μαστιγώνονται προληπτικά και προνοητικά για τις αμαρτίες τους και μερικές να κηρύττουν τον λόγο του θεού τους σε γλώσσα που ούτε καν ο Υιός Του μιλούσε. Για την ακρίβεια, όσο πιο ανασφαλής αισθάνεται κάποιος με αυτό που πρεσβεύει, κηρύττει και υπηρετεί, τόσο πιο δυσνόητο και δυσπρόσιτο το καθιστά στους πολλούς, χρήζοντας έτσι τον εαυτό του ως τον μόνο κάτοχο της αλήθειας. Θυμηθείτε τι είχε συμβεί την εποχή του Μαρτίνου Λουθήρου. Ο ανώτερος κλήρος είχε απομακρυνθεί από το ποίμνιό του και διήγε πολυτελή βίο –παρόλο που στις διδαχές του αποκήρυσσε τη σπουδαιότητα της επίγειας ζωής, τον πλούτο, τις υλικές απολαύσεις- αδιαφορώντας για την πνευματική και ουσιαστική καθοδήγηση του ποιμνίου. Οι πιστοί –απαίδευτοι, τυπολάτρες και εξαρτημένοι από την επίσημη ερμηνεία των αγίων κειμένων- τα είχαν χαμένα, δεν ήξεραν πώς να σώσουν την ψυχή τους, αγωνιούσαν για τη μετά θάνατον τιμωρία τους, περίμεναν από τους ιερείς να τους πουν τι πρέπει να κάνουν κι εκείνοι μοίραζαν από’ δω κι από ‘κει άχρηστα συγχωροχάρτια.

Στα κλειστά συστήματα, το καινούριο λογαριάζεται ως απειλητική εισβολή, που αλλοιώνει τη γνησιότητα και την αξιοπιστία τους, γι’ αυτό και αντιμετωπίζεται εχθρικά, τιμωρείται ή αποπέμπεται. Το έχουμε δει να συμβαίνει ακόμη κι όταν το μπόλιασμα με το νέο είναι ο μόνος τρόπος για να σωθεί το παλιό. Ό,τι υπαγορεύουν η κοινή λογική και μια νέα πραγματικότητα, χωρίς δεύτερη σκέψη απορρίπτεται. Είναι εκείνη η ανασφάλεια που λέγαμε παραπάνω, η οποία –σε συνδυασμό με το ανομολόγητο αίσθημα ανεπάρκειας- οδηγεί σε αναίτια τυπολατρία και εθελοτυφλία.

Ενάμιση χρόνο τώρα παρακολουθούμε ανθρώπους να νοσούν, να αναρρώνουν μόνοι ή να πεθαίνουν βασανιστικά και άδικα. Ακούμε επιστήμονες να υψώνουν τη φωνή τους μέχρι να γίνει λυγμός για να πείσουν και τον πιο δύσπιστο να προσέχει. Χάνουμε την υγεία μας, τη ζωή μας, συγγενείς και φίλους, τον ύπνο μας. Ό,τι μέχρι πριν μερικούς μήνες θεωρούσαμε κανονικότητα, έχει χαθεί οριστικά. Ζούμε πρωτόγνωρες καταστάσεις, γινόμαστε –αν και θα το αποφεύγαμε, αν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς- ένα σημαντικό κεφάλαιο της παγκόσμιας ιστορίας που θα διαβάζουν τα παιδιά των παιδιών μας. Αναμετριόμαστε με τα όριά μας, τις αντοχές μας και τις δυνάμεις μας. Και μάθαμε να τα ξεπερνάμε για να επιβιώσουμε. Θυσιάζουμε το παρόν μας για να έχουμε (όλοι) μέλλον.

Όμως, περισσότερο από τον κορωνοϊό, τις μεταλλάξεις του και τους αρνητές του εμβολιασμού, κινδυνεύουμε να αφανιστούμε από ένα… πλαστικό κουταλάκι και κανείς όλον τον τελευταίο καιρό δεν μας προστάτεψε από αυτή την πραγματική, ολέθρια απειλή. Ποιος έσπευσε να μας σώσει (ψυχή τε και σώματι) απ’ αυτό; Η Εκκλησία (όχι ο Θεός, ούτε ο Υιός του, ούτε καν η Greenpeace), που δεν συγχωρεί τη χρήση του την ώρα της Θείας Κοινωνίας, ούτε για λόγους προστασίας των πιστών της. Γιατί, σκεφτείτε τι θα γίνει αν όλοι οι ιερείς της αρχίζουν να το χρησιμοποιούν; Θέσφατα, κεκτημένα, απόλυτες αλήθειες, σύμβολα ορθοδοξίας, σωτηρίες των ψυχών κ.λπ. θα θυσιαστούν στον βωμό της πανδημίας. Και η Εκκλησία δεν επιτρέπει στον εαυτό της τέτοιες θυσίες, μόνο εκείνες που πρέπει να κάνει το ποίμνιο για να αποδείξει την πίστη του γίνονται αποδεκτές. Γιατί πάνω από τους πιστούς της, την υγεία τους και τη ζωή τους, τοποθετούνται το δόγμα, η λατρεία του τύπου και εκείνο το γνώριμο, αλλά ανομολόγητο αίσθημα ανεπάρκειας και ανασφάλειας που γεννά κάθε επιβαλλόμενη και αναγκαία αλλαγή στο παλιό, το ξεπερασμένο και το στερεοτυπικό. Καλύτερα να πεθάνουμε, παρά να μπολιαστούμε (με το νέο).

Σχετικά άρθρα

Επανέρχονται οι συστάσεις για χρήση μάσκας σε κλειστούς χώρους

Γεωργία Χαλάτση

«Επιμένει» να μας ταλαιπωρεί ο κορωνοϊός

Η επείγουσα φάση έληξε, ο κορωνοϊός παραμένει

Γεωργία Χαλάτση