ΕπικαιρότηταΑίθουσα Σύνταξης

Ελλειμματικό το πλαίσιο παιδικής προστασίας

Η απουσία ενός συνεκτικού πλαισίου για την προστασία του παιδιού αναδείχθηκε κατά την έναρξη της σημαντικής διημερίδας για την προστασία του παιδιού, που διεξάγεται στα Γιάννενα.

Το «Διήμερο Οδοιπορικό στις Μονάδες Προστασίας του παιδιού: Μύθοι και Πραγματικότητα» διοργανώνεται από το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας της Περιφέρειας Ηπείρου και το παράρτημα Ηπείρου του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας.
Στη σημασίας αποτύπωσης της κατάστασης και ενημέρωσης των επαγγελματιών που ασχολούνται με το ευαίσθητο αυτό αντικείμενο, ώστε να προσφέρουν καλύτερες υπηρεσίες στα παιδιά, αναφέρθηκαν στους χαιρετισμούς τους η αντιπεριφερειάρχης Αγνή Νάκου, η πρόεδρος του Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών, καθηγήτρια και μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Αικατερίνη Πλακίτση, οι πρόεδροι των Κέντρων Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφερειών Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας Ιωάννης Παρδάλης και Ιωάννα Βιλδιρίδη αντίστοιχα, καθώς και οι διοργανωτές, η πρόεδρος του ΚΚΠΠΗ Μαρία Τσολάκη και ο πρόεδρος του παραρτήματος Ηπείρου του ΣΚΛΕ Δημήτρης Τσουμάνης.
Σημαντικά στοιχεία για το θεσμικό πλαίσιο αλλά και τη σημερινή πραγματικότητα σχετικά με την προστασία των παιδιών, έδωσε η Θέωνη Κουφονικολάκου, η οποία σημείωσε πως ιδανικά θα έπρεπε να υπάρχει ενιαία πολιτική παιδικής προστασίας, διεπιστημονική συνεργασία και αξιολόγηση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού στη βάση πρωτοκόλλων, υιοθέτηση και χρήση πρωτοκόλλων για την έγκαιρη αναγνώριση και αναφορά παιδιού ή οικογένειας σε κίνδυνο. Τόνισε δε πως η απομάκρυνση του παιδιού από την οικογένεια αποτελεί έσχατη λύση, εφόσον εξαντληθούν οι προσπάθειες υποστήριξης των γονέων στην άσκηση του ρόλου τους, ενώ σε περίπτωση που το παιδί τοποθετηθεί σε εναλλακτική φροντίδα, αυτή είναι καταρχήν οικογενειακού χαρακτήρα.
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η βοηθός Συνήγορος του Πολίτη τόνισε πως οι επαγγελματίες των κοινωνικών υπηρεσιών στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών των παιδιών, οι επαγγελματίες δεν έχουν τροφοδότηση (συστηματικές επιμορφώσεις) και σταθερή επιστημονική εποπτεία, οι υπηρεσίες χαρακτηρίζονται από έλλειψη διεπιστημονικότητας και σταθερών δικτύων συνεργασίας, ενώ παρατηρούνται ιδιαίτερα ανομοιογενείς πρακτικές σε υπηρεσίες ελλείψει καθηκοντολογίων, πρωτοκόλλων υποστήριξης, παρέμβασης, διερεύνησης και ως προς την υποστήριξη της οικογένειας και ως προς την εποπτεία της αναδοχής και των ιδρυμάτων. Επίσης, οι θεσμικές παρεμβάσεις χαρακτηρίζονται από αποσπασματικότητα και έλλειψη βιωσιμότητας, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν ακούγεται το παιδί, που αποτελεί βασική αρχή και προβλέπεται από την Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού.
Αναφορικά με τις ελλείψεις του προσωπικού αλλά και τις κατανομές τους στις υπηρεσίες των δήμων, σύμφωνα με έρευνα του Συνηγόρου, σε σύνολο 260 κοινωνικών λειτουργών και 45 ψυχολόγων σε 14 δήμους, μεταξύ των οποίων και ο Δήμος Ιωαννιτών, 42 μόλις ασχολούνται με την διερεύνηση καταγγελιών κακοποίησης/παραμέλησης παιδιού, με τον Συνήγορο να βρίσκεται σε επαφή και με την ΚΕΔΕ προκειμένου να υπάρξουν βελτιώσεις. Τέλος, η κ,. Κουφονικολάκου παρατήρησε πως και η Εισαγγελία ανηλίκων δε διαθέτει τα εργαλεία για να ανταποκριθεί πλήρως.
Δυσλειτουργίες υπάρχουν και στο σκέλος της αναγνώρισης της κακοποίησης από επαγγελματίες, όπως οι εκπαιδευτικοί, ελλείψει επιμορφώσεων και πρωτοκόλλου, μη καλλιέργειας κλίματος εμπιστοσύνης με τα παιδιά, αλλά και επειδή δεν υπάρχει ένα συνεκτικό μάθημα σεξουαλικής αγωγής για ενδυνάμωση των παιδιών. Πολλές φορές, μάλιστα, δε γίνονται αναφορές εξαιτίας του φόβου της εμπλοκής σε νομικές διαδικασίες.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στις κλειστές δομές, σημειώνοντας πως τα παιδιά πολύ συχνά δεν έχουν φροντίδα για την εκπαιδευτική τους ένταξη, για ζητήματα ψυχικής υγείας και για την κοινωνικοποίησή τους, δεν έχουν καμία ενίσχυση της σχέσης με τη βιολογική οικογένεια ή με το κοινωνικό τους περιβάλλον.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην ημερίδα, το ενδιαφέρον των γονιών για αναδοχή είναι πολύ μικρότερο απ’ ό,τι για υιοθεσία. Στην πραγματικότητα, όπως ανέφερε, παρά τα βήματα που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, οι αιτήσεις αναδοχής δεν επαρκούν ώστε να καλύψουν τις ανάγκες των παιδιών, δεν επαρκούν οι κοινωνικοί σύμβουλοι ώστε να διενεργήσουν τους ελέγχους αναφορικά με τη συμμόρφωση των μονάδων, δεν επαρκούν οι φορείς εποπτείας της αναδοχής, δεν υπάρχει συντονισμός μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών, ενώ ο Συνήγορος έχει πληροφορηθεί σχετικά με «επιστροφές παιδιών» μετά την τοποθέτηση σε καθεστώς αναδοχής.
Μεταξύ των προτάσεων που κατέθεσε, είναι ένα ενιαίο πλαίσιο παιδικής προστασίας, άμεση ενίσχυση των κοινωνικών υπηρεσιών των ΟΤΑ, ενίσχυση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, η θεσμοθέτηση πρωτοκόλλων εποπτείας και υποστήριξης της οικογένειας και του παιδιού, η εξασφάλιση συστηματικής και υποχρεωτικής επιμόρφωσης των επαγγελματιών, η σταδιακή οικοδόμηση του συστήματος πρώιμης παρέμβασης, η υλοποίηση του βαθμού της επαγγελματικής αναδοχής, η επένδυση στην ευαισθητοποίηση ως προς την αναδοχή σε τοπικό επίπεδο και η υιοθέτηση ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών σε επίπεδο στρατηγικού σχεδιασμού.

 

 

Σχετικά άρθρα

Δώρα, ευχές και ενημέρωση σε Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας και ΕΛΕΠΑΠ

Τμήμα Βραχείας Φιλοξενίας στη Μονάδα ΑμεΑ Ιωαννίνων

Αντίθεση στις «αναθέσεις» της προνοιακής πολιτικής στον ιδιωτικό τομέα