ΕπικαιρότηταΑίθουσα Σύνταξης

Δύσκολος και χρονοβόρος ο δρόμος του επαναπατρισμού

Δύσκολη, οδυνηρή και εξαιρετικά χρονοβόρα είναι η διαδικασία επαναπατρισμού των πολιτιστικών κειμηλίων, που έχουν κλαπεί από τη χώρα μας από την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής μέχρι και τις ημέρες μας, ωστόσο ο κόπος αξίζει και με το παραπάνω.

Οι δυσκολίες εντοπισμού, αλλά κυρίως επιστροφής των πολιτιστικών θησαυρών αναδεικνύονται από το Υπουργείο Πολιτισμού με μια σειρά δράσεων, που υλοποιούνται αυτό το διάστημα στα Γιάννενα, με στόχο και την ευαισθητοποίηση των πολιτών. Μία από αυτές τις δράσεις είναι και η έκθεση με τίτλο «Από την αρπαγή στην επιστροφή», που διοργανώνουν η Μητρόπολη Ιωαννίνων και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων, και θα παρουσιάζεται στο Κέντρο Προστασίας και Προβολής Ιστορίας και Τέχνης της Μητρόπολης, στην οδό Κουντουριώτη.
Τα εγκαίνια της έκθεσης πραγματοποιήθηκαν παρουσία της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη, η οποία, στην ομιλία της, ανέφερε ότι τα τελευταία χρόνια έχει ενισχυθεί το νομοθετικό πλαίσιο κατά της αρχαιοκαπηλίας, ωστόσο οι δυσκολίες είναι μεγάλες. «Δεν είναι εύκολο ούτε να διεκδικήσεις ούτε να επαναπατρίσεις. Ακόμα και όταν ξέρεις ότι συγκεκριμένα πολιτιστικά αγαθά ανήκουν στην Ελλάδα. Χρειάζεσαι πολύ ισχυρές αποδείξεις, που πολλές φορές μπορεί να μην έχεις. Μπορούμε να λέμε με βεβαιότητα ότι μια κυκλαδική αρχαιότητα ή μια εικόνα προέρχεται από τη χώρα μας. Αυτό όμως πρέπει να αποδείξουμε και με βάση τις διεθνείς συμβάσεις και το θεσμικό πλαίσιο των χωρών από τις οποίες διεκδικούμε τον επαναπατρισμό», σημείωσε χαρακτηριστικά και, μιλώντας ειδικότερα για τον επαναπατρισμό των κλεμμένων αγιογραφιών από την περιοχή μας, τόνισε πως «αν δεν ήταν ο περιφερειάρχης να συγκεντρώσει το φωτογραφικό υλικό, είναι βέβαιο ότι δε θα είχαν επαναπατριστεί οι εικόνες».
Ένα μεγάλο κομμάτι της ομιλίας της κ. Μενδώνη αποτελούσε ουσιαστικά απάντηση στην κριτική για τη διαδικασία επαναπατρισμού κυκλαδικών ειδωλίων και άλλων αρχαίων αντικειμένων της ιδιωτικής συλλογής Στερν στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στην Αθήνα, που από τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων και μερίδα της αντιπολίτευσης να καταγγέλλονται ως «νομιμοποίηση της αρχαιοκαπηλίας». Η υπουργός Πολιτισμού τόνισε ότι «ο κάθε επαναπατρισμός αντιμετωπίζεται κατά περίπτωση» και οι προσπάθειες επαναπατρισμού πολιτιστικών αγαθών πρέπει να γίνονται με διακριτικότητα, σιωπηλά, με πείσμα και έξω από το πλαίσιο της επικοινωνίας και των δημοσιογραφικών επαφών. «Αυτό που προέχει, είναι να επιστρέψει το κειμήλιο στη χώρα που ανήκει. Δεν είναι ζήτημα προβολής του καθενός εξ ημών μέσω συνεντεύξεων και ατέρμονων σχολίων είτε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είτε στα επίσημα μέσα μαζικής ενημέρωσης», τόνισε και κατέληξε, λέγοντας: «Δεν περισσεύει κανείς στον αγώνα κατά της αρχαιοκαπηλίας, στον αγώνα του επαναπατρισμού. Με θλίβει όταν βρίσκονται άνθρωποι, είτε είναι πολιτικοί είτε αρχαιολόγοι, που πολεμούν έναν επαναπατρισμό για λόγους καθαρά εντυπώσεων προβολής ή αντιπολίτευσης. Είναι θλιβερό γιατί ο επαναπατρισμός και η επιστροφή είναι ένα θέμα εθνικό που μας αφορά και μας αγγίζει όλους».
Στις δυσκολίες επαναπατρισμού των πολιτιστικών αγαθών αναφέρθηκε εκτενώς η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του Υπουργείου Πολιτισμού Βασιλική Παπαγεωργίου, η οποία παρουσίασε και το πλαίσιο λειτουργίας της Διεύθυνσης, που είναι η μόνη αρμόδια να κινήσει διαδικασίες για τη διεκδίκησή τους ανεξάρτητα σε ποιον ανήκουν.
«Κάθε φορά που ένα πολιτιστικό αγαθό επιστρέφει στον τόπο που το γέννησε, είναι μια κερδισμένη μάχη σε έναν άνισο αγώνα με τα κυκλώματα αρχαιοκαπηλίας», υπογράμμισε και τόνισε πως απαιτείται η εγρήγορση όλων. Για να καταδείξει τις δυσκολίες, αναφέρθηκε και σε δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις, που έχουν να κάνουν με τις εικόνες, που είχαν κλαπεί από εκκλησίες της Ηπείρου. Η πρώτη ήταν αυτή που αφορούσε τις εικόνες του Χριστού Παντοκράτορα και της Παναγίας, που είχαν κλαπεί από τη Μονή Κοίμησης Θεοτόκου στο Μακρίνο τον Νοέμβριο του 2007. Τον Απρίλιο του 2020, τη Μεγάλη Εβδομάδα, οι αρχαιολόγοι εντόπισαν τις δύο αυτές εικόνες στον κατάλογο δημοπρασίας γνωστού οίκου στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας. Μετά από μεγάλη προσπάθεια και με τη συνδρομή της Ιντερπόλ οι εικόνες αποσύρθηκαν από τη δημοπρασία τη Δευτέρα του Πάσχα, ωστόσο επέστρεψαν στην Ελλάδα ενάμισι χρόνο μετά. Η δεύτερη περίπτωση αφορούσε εικόνα από τη Μονή Βισικού, που είχε κλαπεί το 2005, εντοπίστηκε το 2017 και χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία του επαναπατρισμού.
Στην ανάγκη καταγραφής και τεκμηρίωσης, ώστε να είναι δυνατή η διεκδίκηση σε περίπτωση κλοπής, στάθηκε η αναπληρώτρια προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων Βαρβάρα Παπαδοπούλου, η οποία αναφέρθηκε στις περιπτώσεις αρχαιοκαπηλίας στην περιοχή, που ξεκίνησαν από τη δεκαετία του 1970 και παρουσίασαν έξαρση τη δεκαετία του 2000. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή της κλοπής δεκάδων εικόνων από τον ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κουκούλι Ζαγορίου, ανήμερα των Χριστουγέννων του 2009. Ένα μέρος των εικόνων αυτών έχει επαναπατρισθεί και παρουσιάζονται στην έκθεση.
Στο ξεκίνημα της ομιλίας της η κ. Παπαδοπούλου είχε αναγνώσει ένα απόσπασμα από έγγραφο της Χωροφυλακής Αρίστης στον Έφορο Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων τον Μάρτιο του 1975, στο οποίο περιγραφόταν με γλαφυρό τρόπο η κλοπή εικόνων και άλλων ιερών αντικειμένων από τη Μονή Κοίμησης της Θεοτόκου Σπηλαιώτισσας στην Αρίστη. Ανάμεσά τους ένα χρυσωμένο ξυλόγλυπτο βημόθυρο, που εντοπίστηκε το 2020 και επίσης παρουσιάζεται στην έκθεση.
Στην έκθεση «Από την αρπαγή στην επιστροφή» παρουσιάζεται και ένα δεύτερο βημόθυρο, το οποίο είχε κλαπεί από το μοναστήρι των Αγίων Αποστόλων στα Μεσιανά Δερβιζιάνων το 2007 και εντοπίστηκε τον περασμένο Μάρτιο σε εγκαταλελειμμένη οικία στην κοινότητα Δρίσκου.
Την ευχή η διαδικασία του επαναπατρισμού να συνεχιστεί αμείωτη, εξέφρασε ο δήμαρχος Ιωαννίνων Μωυσής Ελισάφ στον χαιρετισμό του, προσθέτοντας ότι τα πολιτιστικά μνημεία και τα θρησκευτικά κειμήλια ανήκουν στον τόπο τους και δικό μας χρέος είναι να τα παραδώσουμε στις επόμενες γενιές.
Με φανερό το αίσθημα πικρίας από την εξέλιξη της δικαστικής διερεύνησης των ευθυνών, ο περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης αναφέρθηκε στις δικές του προσπάθειες να ξεσκεπαστεί το κύκλωμα και στο πώς έφτασε στον εντοπισμό κλεμμένων εικόνων. «Πολλοί τη γλίτωσαν… Τουλάχιστον σταμάτησε η κλοπή εικόνων από τότε. Δε θέλω να ξαναπάω σε δικαστήριο, γιατί μόνο ψυχασθενή δε με βγάλανε», είπε μεταξύ πολλών άλλων.
«Κατάρα που έχει πλήξει ιδιαίτερα την Ήπειρο» χαρακτήρισε, τέλος, την αρχαιοκαπηλία ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Μάξιμος, ο οποίος κάλεσε κοντά του τον πατέρα Νεκτάριο, για να εξάρει τη συμβολή του στον εντοπισμό κλεμμένων εικόνων από το Βισικό και το Μακρίνο, κάνοντας, παράλληλα, γνωστό ότι έχουν εντοπιστεί και άλλες εικόνες, για τις οποίες θα ενημερωθούν οι αρμόδιες υπηρεσίες.
Τέλος, εμμέσως πλην σαφώς έθεσε και το αίτημα επιστροφής των εικόνων στους χώρους από τους οποίους εκλάπησαν, λέγοντας ότι είναι ιερά αντικείμενα και δε θα πρέπει να τα αποστερούμε από τη λατρευτική τους χρήση.
Το παρών στα εγκαίνια έδωσαν, επίσης, οι βουλευτές Μαρία Κεφάλα και Σταύρος Καλογιάννης, οι δήμαρχοι Πωγωνίου Κώστας Καψάλης και Ζαγορίου Γιώργος Σουκουβέλος, οι επικεφαλής των δημοτικών παρατάξεων «Ενότητα Πολιτών Νέα Γιάννενα» Θωμάς Μπέγκας και «Ιωάννινα_2023» Τατιάνα Καλογιάννη, οι αντιπεριφερειάρχες Αγνή Νάκου και Οδυσσέας Πότσης κ.ά.
Η έκθεση και το Κέντρο Προστασίας και Προβολής Ιστορίας και Τέχνης θα είναι ανοιχτά Δευτέρα-Τετάρτη-Παρασκευή και Σάββατο, από τις 11 το πρωί έως τις 2 το μεσημέρι. Υπεύθυνοι λειτουργίας έχουν οριστεί οι πατέρες Γρηγόριος Μανόπουλος και Στέφανος Γκαλντέμης.

Σχετικά άρθρα

Τα πρώτα με πιστοποίηση τα αρχαιολογικά μουσεία της Ηπείρου

«Παράθυρο» χρηματοδότησης μέσω ΕΣΠΑ για Μεντρεσέ και Βιβλιοθήκη

Τον Μάιο η UNESCO στο Ζαγόρι

Γεωργία Χαλάτση