Το Μαυσωλείο του Χουρσίτ. Αναπαράσταση σε σχέδιο του Αγήνορα Αστεριάδη.
Ιστορίες

Ο «δεύτερος» θάνατος του Χουρσίτ Πασά και η εκδίκηση του Αλή

Ο συνεργάτης του Ηπειρωτικού Αγών Απόστολος Κατσίκης αφηγείται την ιστορία του Χουρσίτ Πασά, του ανθρώπου που εξόντωσε τον Αλή Πασά, καταστέλλοντας το κίνημά του στα Γιάννινα. Η κατάχρηση όμως της μεγάλης περιουσίας του Αλή, όπως διέδιδαν οι άσπονδοι εχθροί του, αλλά και η μεγάλη δύναμη που είχε αποκτήσει στάθηκαν οι αιτίες για να αποφασιστεί η θανάτωσή του. Οι δήμιοι του όμως δεν τον πρόλαβαν ποτέ ζωντανό...

Στις 24 Ιανουαρίου του 1822 ο δήμιος του Χουρσίτ Πασά έπαιρνε το κεφάλι του φιρμανλή Αλή Πασά, Βεζύρη των Ιωαννίνων, κατεβάζοντας την αυλαία στο έργο της πολιορκίας των Ιωαννίνων από τα σουλτανικά στρατεύματα και βάζοντας τέλος στις βλέψεις του Τεπελενλή για την ίδρυση ανεξάρτητου κράτους.

Ο σερασκέρης του Σουλτάνου Χουρσίτ βρισκόταν στο ζενίθ της δόξας του και απολάμβανε τα επινίκια της εκστρατείας του στα Γιάννενα, σκεπτόμενος και οργανώνοντας τις επόμενες κινήσεις του για την κατάπνιξη της Επανάστασης των γκιαούρηδων. Η τύχη όμως πολλές φορές παίζει περίεργα παιχνίδια ακόμη και στους κραταιούς στρατηλάτες. Στέλνοντας το κεφάλι του Αλή Πασά στην Πόλη, μαζί με 40 εκατομμύρια γρόσια, λάφυρο από τους θησαυρούς του Βεζίρη των Ιωαννίνων, δεν ήταν δυνατόν να φανταστεί ότι, σε πολύ μικρό μάλιστα χρονικό διάστημα, η μοίρα θα του επεφύλασσε το ίδιο τέλος. Το θύμα του, ο Αλή Πασάς θα έπαιρνε την εκδίκησή του από τον θύτη!

Ο Χουρσίτ Μεχμέτ πασάς, (στα τουρκικά Hurşid Ahmed Paşa‎), ο επιλεγόμενος Χουζιρέτ, (;–1822), υπήρξε ένας προβεβλημένος στρατιωτικός του οθωμανικού στρατού και άντρας με έντονη και ισχυρή προσωπικότητα. Τα στοιχεία αυτά και η μετέπειτα δράση του σίγουρα δεν θα είχαν αναδειχθεί εάν δεν είχε ακολουθήσει την τύχη πολυάριθμων αρσενικών παιδιών της οθωμανικής αυτοκρατορίας που, σε μικρή ηλικία, εξισλαμίστηκαν και τα περισσότερα από αυτά στελέχωσαν το σώμα των Γενιτσάρων. Ο Χουρσίτ γεννήθηκε στον Καύκασο από γονείς χριστιανούς Κιρκάσιους, λέγεται μάλιστα ότι ο πατέρας του ήταν ιερέας. Φαίνεται ότι έλαβε ικανοποιητική μόρφωση φοίτησε δηλ. σε Μεντρεσέ (Ιεροδιδασκαλείο) και στη συνέχεια εκπαιδεύτηκε για να ακολουθήσει στρατιωτική καριέρα. Κατατάχθηκε στο σώμα των Γενιτσάρων, όπου χάρη στις ικανότητές του γρήγορα διακρίθηκε. Ο Χουρσίτ, εκμεταλλευόμενος τους ισχυρούς προστάτες του, ανέβηκε τάχιστα  στη στρατιωτική αλλά και στην κυβερνητική ιεραρχία. Με την υποστήριξη του ναυάρχου Κιουτσούκ Χουσεΐν τοποθετήθηκε πολύ νέος σε δημόσια υπηρεσία και διορίσθηκε τοποτηρητής του. Αργότερα δε με την εύνοια του φίλου του Χασάν Πασά προόδευσε τόσο που όχι μόνο απέκτησε ο ίδιος τον τίτλο του Πασά, αλλά και αυτόν του Μεγάλου Βεζίρη. Η εκπληκτική αυτή ανοδική πορεία στην καριέρα του Χουρσίτ οφείλετο ασφαλώς στα αναμφισβήτητα στρατιωτικά και ηγετικά του προσόντα αλλά και στην εύνοια των σουλτάνων, ιδιαίτερα δε των Σελήμ Γ΄ και Μαχμούτ Β΄. Ο Χουρσίτ, ως στρατιωτικός, είχε αποκτήσει «ειδικότητα» στο να καταπνίγει εξεγέρσεις και επαναστατικά κινήματα, για τον λόγο αυτό βέβαια απέκτησε και την εύνοια των Σουλτάνων. Είχε δε τη φήμη όχι μόνον ικανού στρατιωτικού αλλά και ιδιαίτερα σκληρού, απάνθρωπου και εκδικητικού προς τους ηττημένους ομοτέχνους του, αλλά και τους απλούς πολίτες. Το 1803 σκοτώνει τον προστάτη του Κιουτσούκ Πασά και εκστρατεύει στην Αίγυπτο για να καταστείλει την εκεί εξέγερση των Μαμελούκων, που βρισκόταν σε εξέλιξη μετά την αποχώρηση των Γάλλων. Μετά την επιτυχία καταστολής της εξέγερσης διορίζεται αντιβασιλέας και Βεζίρης του Καΐρου. Τον Οκτώβριο του 1806 διορίζεται από τον σουλτάνο Βαλής της Ρούμελης και τον Ιούλιο του 1808 μετατίθεται από τον νέο Σουλτάνο και μεγάλο υποστηρικτή του Μαχμούτ Β΄ στη Σατραπεία του Χαλεπίου. Το 1812 αποτελεί έτος σταθμό για τον Χουρσίτ Πασά: διορίζεται από τον Σουλτάνο Μέγας Βεζίρης που αντιστοιχούσε στη θέση του πρωθυπουργού (δεύτερος τη τάξει μετά τον Σουλτάνο). Παρά την υψηλή θέση που κατείχε ο Χουρσίτ, δεν ξεχνά τη στρατιωτική του ιδιότητα. Το 1809 ηγείται της εκστρατείας και επιτυγχάνει την καταστολή της εξέγερσης του Σέρβου Μίλος Ομπρένοβιτς, όπου και εκφράζει όλα τα εκδικητικά και αιμοβόρα αισθήματά του. Μέχρι σήμερα σώζεται στην πόλη Νις της Σερβίας «ο Πύργος των Κρανίων», που κατασκευάστηκε από τους Οθωμανούς μετά τη νίκη τους. Με εντολή του Χουρσίτ Πασά τα πτώματα των Σέρβων επαναστατών αποκεφαλίσθηκαν και τα 952 κρανία τους εντοιχίσθηκαν, προς παραδειγματισμό για τους επιζώντες, στο κτίσμα. Για λίγο διάστημα τοποθετείται ως Βαλής στη Ρούμελη. Τέλος  το 1820 αναλαμβάνει Πασάς του Μοριά (Μόρα Βαλεσής). Μετά από όλες αυτές τις επιτυχίες ήλθε και η στιγμή της μεγίστης επιβράβευσης: ο σουλτάνος του απονέμει τον τίτλο του «Γαζή Χαν», δηλαδή του «Ήρωα βασιλόπαιδα».

Η τοποθέτηση του Χουρσίτ στη θέση του Βαλεσή του Μοριά δεν ήταν τυχαία. Οι φήμες ότι οι Έλληνες προετοίμαζαν γενική επανάσταση είχαν αρχίσει να πληθαίνουν και βέβαια ο Χουρσίτ ήταν το πλέον κατάλληλο πρόσωπο για να αποτρέψει ή καταστείλει κάθε τέτοιου είδους ενέργεια. Έτσι λοιπόν ο ευνοούμενος του Σουλτάνου, αρεσκόμενος στην επίδειξη αλλά και για να τρομοκρατήσει του επίδοξους επαναστάτες, καταφθάνει στην Τρίπολη  με πομπώδη ασιατική μεγαλοπρέπεια, με συνοδεία αυλικών, επιτελών, ακολούθων, γυναικών και υπηρετών, με πολυτελέστατες αποσκευές και στράτευμα αποτελούμενο από δεκάδες χιλιάδες άνδρες.

Στην Τρίπολη δεν παρέμεινε για πολύ. Πεπεισμένος ότι δεν υφίστατο θέμα επανάστασης στην Πελοπόννησο, αναχωρεί στις 6 Ιανουαρίου 1821 για τα Γιάννενα, προκειμένου να καταστείλει την ανταρσία του Αλή. Τα γεγονότα όμως τον προλαβαίνουν. Τον Μάρτιο του 1821 ο ελληνισμός ξεσηκώνεται. Ο Χουρσίτ, ίσως για πρώτη φορά, έκανε λάθος εκτιμώντας ότι η επανάσταση ήταν ένα συνηθισμένο κίνημα και θα μπορούσε να κατασταλεί εύκολα. Διατάζει τους στρατηγούς του Ομέρ Βρυώνη και Κιοσέ Μεχμέτ να καταπνίξουν πρώτα την επανάσταση στην Ανατολική Στερεά και στη συνέχεια να διεκπεραιωθούν στην Πελοπόννησο. Παράλληλα, στέλνει τον επιτελάρχη του Κεχαγιάμπεη Μουσταφά με 3.000 άνδρες για την ενίσχυση της Τριπολιτσάς, καθώς στην πόλη βρισκόταν το χαρέμι και οι θησαυροί του. Ο ίδιος παραμένει στα Γιάννινα και πολιορκεί τον Αλή Πασά, τον οποίο θεωρούσε περισσότερο επικίνδυνο για την Πύλη. Η διπλή αυτή επιχείρηση του Χουρσίτ θα καταλήξει σε αποτυχία. Ο Ομέρ Βρυώνης και ο Κιοσέ Μεχμέτ δεν θα φθάσουν ποτέ στην Πελοπόννησο και ο Κεχαγιάμπεης δεν θα αποτρέψει την Άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821) από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τους άνδρες του. Μόνη παρηγοριά για τον Χουρσίτ, η διάσωση των επισήμων γυναικών του, μεταξύ αυτών και της Εσμέ, αδελφής του Σουλτάνου, του χαρεμιού και μεγάλου μέρους των θησαυρών του.

Η αποτυχία αυτή του Χουρσίτ σε επιχειρησιακό επίπεδο αντισταθμίστηκε, λίγους μήνες αργότερα, με την επιτυχή καταστολή του κινήματος του Αλή Πασά και την εξόντωσή του. Μετά και την απεμπλοκή του από την εξέγερση στην Ήπειρο μένει απερίσπαστος να καταστείλει την επανάσταση στην Πελοπόννησο. Στη διάθεσή του έχει ένα πανίσχυρο στρατό, που αγγίζει τους 80.000 άνδρες.

Το αστέρι όμως της δόξας του Χουρσίτ έχει αρχίσει να δύει και η αντίστροφη μέτρηση όχι μόνον για το τέλος της καριέρας του, αλλά και για την ίδια του τη ζωή είχε ξεκινήσει. Η μακρά παραμονή εκτός του κέντρου εξουσίας έδωσε την ευκαιρία στους εχθρούς και αντιζήλους του να τον διαβάλουν ως καταχραστή της (υποτιθέμενης) τεράστιας περιουσίας του Αλή Πασά. Ο Χουρσίτ, όπως αναφέρθηκε, είχε αποστείλει στην Κωνσταντινούπολη 40.000.000 γρόσια, διαβεβαιώνοντας ότι αυτά βρήκε στα θησαυροφυλάκια του Αλή. Η Πύλη εκτιμούσε ότι η περιουσία του Τεπελενλή ξεπερνούσε τα 500.000.000 γρόσια και του ζήτησε λεπτομερή λογοδοσία. Επίσης, έχοντας και ως παράδειγμα την περίπτωση του Βεζίρη των Ιωαννίνων, θεωρήθηκε ότι είχε αποκτήσει μεγάλη δύναμη και είχε καταστεί επικίνδυνος για τον Σουλτάνο. Ήταν μια συνηθισμένη τακτική για όσους πασάδες υπερέβαιναν κάποια όρια. Και ο Χουρσίτ θεωρήθηκε από τους ανταγωνιστές του, αλλά και τον Σουλτάνο, ότι θα αποκτούσε ακαταγώνιστη δύναμη, εάν κατέστειλε και την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Ο υπερήφανος και εξαιρετικά εγωιστής στρατάρχης εθίγη σφόδρα από τη σουλτανική εντολή και δεν απάντησε. Τότε καταγγέλθηκε ως καταχραστής του δημόσιου θησαυρού και έπεσε σε δυσμένεια. Αμέσως του αφαιρέθηκε η αρχηγία της εκστρατείας στην Πελοπόννησο, η οποία ανατέθηκε στον Μαχμούτ Πασά, τον επονομαζόμενο Δράμαλη. Ο Χουρσίτ διατάχτηκε να παραμείνει στη Λάρισα και να φροντίζει για την τροφοδοσία του στρατού του Δράμαλη. Ουσιαστικά, επρόκειτο για υποβιβασμό και μέγιστη προσβολή για έναν στρατιωτικό με τη φήμη του Χουρσίτ, ο οποίος όμως δεν είχε τρόπο να αντιδράσει. Επί πλέον οι άσπονδοι εχθροί του συνέχισαν τις εις βάρος του ραδιουργίες επιδιώκοντας όχι μόνον τη στρατιωτική αλλά και τη φυσική του εξόντωση. Τελικά τα κατάφεραν και οι απεσταλμένοι του σουλτάνου πήραν το δρόμο για τη Λάρισα με τη διαταγή θανάτωσής του. Το τέλος ήταν αναπόφευκτο. Ο υπερόπτης Χουρσίτ δεν ήταν δυνατόν να δεχτεί έναν ατιμωτικό θάνατο. Έτσι αποφάσισε, για να αποφύγει το σπαθί του δημίου, να δώσει ο ίδιος τέλος στη ζωή του. Στη λήψη αυτής της απόφασης, πέρα από τη δυσμένεια στην οποία είχε περιέλθει, συνέβαλε και η διαπίστωση ότι η γυναίκα του Εσμέ, την οποία λέγεται ότι υπεραγαπούσε, είχε συνάψει ερωτική σχέση κατά τη διάρκεια της απουσίας του, κατά μία εκδοχή με τον επιτελάρχη του Μουσταφά, κατά μία άλλη με τον αδελφό του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ο υπερήφανος στρατάρχης έπεσε σε κατάθλιψη. Εξαιρετικά εγωιστής όμως, όπως υπήρξε σε όλο του τον βίο, αποφάσισε να κλείσει το τελευταίο κεφάλαιο το ζωής του κατά μεγαλοπρεπή και μοναδικό τρόπο, όπως και έζησε.

Τμήμα από τον περίβολο του τάφου του Χουρσίτ πασά, Φωτογραφία του 1962

Με άκρα μυστικότητα επέλεξε ένα ειδυλλιακό μέρος δίπλα στο ποτάμι της Λάρισας, τον Πηνειό, για να αποτελέσει την τελευταία κατοικία του. Με την ίδια επίσης μυστικότητα και κατεπείγουσα διαταγή του κλήθηκαν οι καλύτεροι τεχνίτες της περιοχής να ετοιμάσουν μεγαλοπρεπές ταφικό μνημείο με τη μορφή Μαυσωλείου. Ο ίδιος επιστατούσε στις εργασίες νυχθημερόν και με ιδιαίτερο ζήλο απαιτώντας όλα να είναι τέλεια. Τόση ήταν η σπουδή για την ολοκλήρωση του τάφου ώστε, όπως λέγεται, τελείωσε σε τέσσερις μόνο μέρες. Με την αποπεράτωση οργανώθηκε η ταφική τελετή. Προσκλήθηκαν όλοι οι επιφανείς Οθωμανοί και προύχοντες της περιοχής να παραστούν στην ακολουθία και να συνοδεύσουν τον νεκρό στην τελευταία κατοικία του. Στο μέσο όλων αυτών ίδιος ο Χουρσίτ με στολή Μεγάλου Βεζίρη, μεγαλοπρεπής και αγέρωχος, έδωσε εντολή να ξεκινήσει η πομπή από το Τζαμί προς το ταφικό μνημείο. Το ερώτημα που επλανάτο στην ατμόσφαιρα ήταν ένα: ποιος ήταν ο επιφανής νεκρός για τον οποίο προοριζόταν ο μεγαλοπρεπής τάφος και στον οποίο ταίριαζε μια τέτοια τελετή; Και πού ήταν η σορός του; Η απάντηση στην απορία τους δεν άργησε να έλθει. Όταν η πομπή έφτασε στο Μαυσωλείο ο Χουρσίτ γύρισε προς τους συντρόφους του στρατιωτικούς, τους επιφανείς Οθωμανούς, αλλά και τους προύχοντες της περιοχής και τον λαό και με μια αποχαιρετιστήρια κίνηση «εκ φιλοτιμίας, έλαβεν εκουσίως το κώνειον και ούτως ετελεύτησεν τον αυτόν χειμώνα, στις 30 Νοεμβρίου 1822, εν Λαρίση ο σερασκέρης Χουρσίτ Πασάς», όπως έγραψε ο Λάμπρος Κουτσονίκας.

Ο ένδοξος στρατηλάτης σωριάστηκε αμέσως νεκρός στα έκπληκτα βλέμματα όλων των παρισταμένων. Τότε έγινε αντιληπτό από όλους για ποιον εψάλη η νεκρώσιμος ακολουθία και για ποιόν προοριζόταν το μεγαλοπρεπές ταφικό μνημείο. Το άψυχο σώμα του ενταφιάστηκε αμέσως στο Μαυσωλείο και η πόρτα σφραγίστηκε.

Τρεις ημέρες μετά έφτασε στην Λάρισα ο δήμιος που είχε στείλει ο σουλτάνος για να εκτελέσει τη θανατική καταδίκη. Όταν πληροφορήθηκε το θάνατο του «μελλοθάνατου» αξίωσε να γίνει εκταφή και με τη δέουσα «επισημότητα» εκτέλεσε το έργο του, τον αποκεφαλισμό δηλ. του ήδη νεκρού Χουρσίτ. Το κεφάλι του σερασκέρη στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη να το δει ο σουλτάνος, όπως ήταν συνήθεια και προς επιβεβαίωση της εκτέλεσης του φιρμανιού. Ο Αλή Πασάς έπαιρνε την εκδίκησή του…

Σχετικά άρθρα

«Δεν είναι συνέδριο προς τιμή του Αλή Πασά…»

«Συνειδητό ψεύδος» τα περί οργάνωσης συνεδρίου τιμής για τον Αλή Πασά

Το Σχέδιο του Ναπολέοντα Βοναπάρτη για τα Γιάννενα: Ένα ελληνικό βασίλειο με πρωτεύουσα τα Γιάννενα και με συγγενή του Ναπολέοντα στον θρόνο!

Αλέξανδρος Μωυσής