ΑπόψειςΠολιτισμός

Καθώς μαθαίνεις να ντύνεις έναν ελέφαντα

Την Κυριακή νωρίς το βράδυ βρεθήκαμε με μια παρέα γνωστών, φίλων και… συνήθων υπόπτων (όσων, δηλαδή, πάντα συναντάμε σε σπουδαίες δουλειές που έρχονται και παρουσιάζονται στα Γιάννενα) να παρακολουθούμε την παράσταση «Ο άνθρωπος ανεμιστήρας ή πώς να ντύσετε έναν ελέφαντα», που ανέβηκε στη σκηνή του Πνευματικού Κέντρου από την ομάδα Εν Δυνάμει σε σκηνοθεσία Ελένης Ευθυμίου και καλλιτεχνική διεύθυνση Ελένης Δημοπούλου.

Από τις καταστάσεις που μας φορτίζουν συναισθηματικά –λέει- πρέπει να παίρνουμε μια απόσταση. Να τις κρίνουμε με το πέρασμα του χρόνου, όταν «καθίσουν» κάτω όσα σήκωσαν και καταλαγιάσουν όσα προκάλεσαν. Υπάρχουν, όμως, και καταστάσεις που, όποτε τις ανακαλούμε, φέρνουν μαζί και τα συναισθήματα που γέννησαν. Σαν να ήταν χθες, όσος καιρός κι αν περάσει.

Την Κυριακή νωρίς το βράδυ βρεθήκαμε με μια παρέα γνωστών, φίλων και… συνήθων υπόπτων (όσων, δηλαδή, πάντα συναντάμε σε σπουδαίες δουλειές που έρχονται και παρουσιάζονται στα Γιάννενα) να παρακολουθούμε την παράσταση «Ο άνθρωπος ανεμιστήρας ή πώς να ντύσετε έναν ελέφαντα», που ανέβηκε στη σκηνή του Πνευματικού Κέντρου από την ομάδα Εν Δυνάμει σε σκηνοθεσία Ελένης Ευθυμίου και καλλιτεχνική διεύθυνση Ελένης Δημοπούλου. Υποψιασμένοι ήμασταν, προετοιμασμένοι μάλλον καθόλου, αλλά πώς θα μπορούσε κανείς να περιμένει όλο αυτό που ζήσαμε; Ποιοι πρωταγωνιστούσαν δεν χρειάζεται να πούμε, τι είχαν ή τι δεν είχαν, τι τους έλειπε ή όχι.  Είδαμε, όμως, όλα όσα τους περίσσευαν, και απλόχερα τα μοιραστήκανε μαζί μας. Είδαμε μια ομάδα γερά δεμένη, αγαπημένη χωρίς όρους και προϋποθέσεις και αληθινή δίχως συμβάσεις και εντυπωσιασμούς. Ατρόμητη και θαρραλέα. Αεικίνητη και ασυγκράτητη. Πειθαρχημένη και οργανωμένη, όσο λίγες. Κανείς δεν ξεχώριζε, κανενός η διαφορετικότητα δεν υπερτονίστηκε, ούτε τον έκανε να υπολείπεται. Κι επειδή η μυωπία μας είναι προχωρημένη και η θέση μας πίσω αρκετά, μέχρι σήμερα δεν μπορούμε να σας πούμε ποιοι ήταν τι.

Εκείνο που μας ακολουθεί από το βράδυ της Κυριακής είναι ένα κύμα έντονης συγκινησιακής φόρτισης, που μας παρέσυρε πολλές φορές στη διάρκεια της παράστασης, σε μερικές στιγμές της καμιά ανάσα -όσο βαθιά κι ήταν- δεν έφτανε. Το ίδιο κύμα, που καταλάγιασε τις επόμενες της παράστασης ώρες, επανερχόταν εξίσου δυνατό κάθε φορά που επιχειρούσαμε να περιγράψουμε τι είδαμε ή να γράψουμε –όπως τώρα- τι νιώσαμε. Από ένα σημείο και μετά, άλλωστε, πάψαμε να σκουπίζουμε τα δάκρυά μας. Όχι δάκρυα λύπης ή οίκτου. Η παράσταση, που είδαμε, καθόλου δεν απευθυνόταν σ’ αυτό το κομμάτι του θυμικού μας. Γιατί κανείς μας δεν είδε πάνω στη σκηνή ανθρώπους που δυσκολεύονται να εκφραστούν, που χρειάζονται βοήθεια για να αποδώσουν. Αντίθετα: είδαμε πόσα πολλά λαχταρούν και μπορούν να κάνουν, αν τους δοθεί η ευκαιρία, αν κάνουμε χώρο να περάσουν μπροστά, να έρθουν στο φως και να μιλήσουν για τα όνειρα και τα σχέδιά τους. Η συγκίνηση, που περίσσευε και επανερχόταν κάθε φορά και πιο έντονη, ήταν σαν αυτή που νιώθει κανείς όταν βλέπει ένα έργο τέχνης και από το πουθενά πλημμυρίζουν τα μάτια του δάκρυα, αδύναμος να διαχειριστεί τόση ομορφιά ή να ελέγξει όσα κοιμισμένα ή αποσιωπημένα συναισθήματα, σκέψεις, εικόνες, όνειρα και προσδοκίες αυτή γεννάει.

Η παράσταση ήταν σοκαριστικά αληθινή, ακατέργαστα λυρική και σκληρή χωρίς κανέναν εξωραϊσμό ή «χάιδεμα». Με αφορμή τους «περιορισμούς» που τα στερεότυπα, οι φοβίες και η κοινοτοπία επιβάλλουν στους «διαφορετικούς» ανθρώπους (πάσης φύσεως «διαφορετικούς» ανθρώπους), οι πρωταγωνιστές της έδειξαν με το σώμα τους, τα λόγια τους, τις αγκαλιές και τις μουσικές τους, πόσα πολλά μπορούν να κάνουν όχι όπως πρέπει, ούτε όπως μπορούν, αλλά όπως νιώθουν. Υπάρχει πιο σωστός οδηγός από το συναίσθημα;

Η αίθουσα «Βασ. Πυρσινέλλας» του Πνευματικού Κέντρου του δήμου Ιωαννιτών δεν γέμισε την Κυριακή το βράδυ. Δεν είχε λίγο κόσμο, αλλά δεν ήταν και όλοι εκεί να χειροκροτήσουν όρθιοι, όπως κάναμε οι περισσότεροι, στο τέλος της παράστασης, όλους τους συντελεστές, που υποκλίνονταν ταπεινά στο κοινό. Χαρήκαμε πολύ που είδαμε τον δήμαρχο στην πρώτη σειρά. Περιμέναμε και δούμε και άλλους –άρχοντες και μη. Όχι για να στηρίξουν «αυτά τα παιδιά». Δεν χρειάζονται εκείνα τη στήριξή μας. Εμείς χρειαζόμαστε τη δύναμή τους και το παράδειγμά τους, για να γίνουμε καλύτεροι. Δεν πειράζει. Ελπίζουμε την επόμενη φορά να είναι όλοι εκεί. Γιατί περισσότερο απ’ όλα, ευχόμαστε να υπάρξει συνέχεια σ’ αυτό που ξεκίνησε την Κυριακή το βράδυ. Και λαχταράμε να δούμε τις άλλες δύο παραστάσεις της τριλογίας των εν Δυνάμει: «Το άλλο σπίτι» και τα «Ερωτευμένα άλογα». Κι ας μην είμαστε ποτέ αρκετά προετοιμασμένοι να αντικρίσουμε τόση ομορφιά και αλήθεια.

Σχετικά άρθρα

Το σινεμά πάει και φέτος στα βουνά!

Ηπειρωτικός Αγών

ΔΗΠΕΘΕ και Μ. Ελισάφ ευχαριστούν την Ελένη Δημοπούλου

Ηπειρωτικός Αγών

Ένας αποχαιρετισμός που δεν έγινε