Τρίτη άποψη

Αγαπώ και έχω

Το ζευγάρι αποτελείται από δύο. Έχει όμως ιδιότητες που δεν έχουν τα δύο. Ένα αντρόγυνο μπορεί να δημιουργεί παιδιά. Ένας άντρας και μια γυναίκα που δεν είναι ζευγάρι δεν μπορούν. Η δημιουργία ζεύγους, η σύναψη δύο ανθρώπων σε ένα, ονομάζεται Αγάπη.

Οι μεγάλοι διανοητές, από τον Πλάτωνα και τον Ιησού ως τους φιλοσόφους του τελευταίου αιώνα έχουν ασχοληθεί με την αγάπη. Καθένας μας έχει τρεις υποστάσεις. Είναι το αισθητό από όλους, το σωματικό, Εγώ σε αντιδιαστολή με το υπόλοιπο φυσικό Σύμπαν. Είναι το κοινωνικό Εγώ, σε αντιδιαστολή προς τα λοιπά μέλη μιας κοινωνίας που, σαν κοινωνικό εκμαγείο, μας αντιμετωπίζει. “Γνωρίζω πώς είμαι όπως με βλέπουν οι άλλοι” (Sartre). Και είναι το νοητό Εγώ, αντιληπτό μόνον από εμάς τους ίδιους, άβατο για όλους τους άλλους, που μόνο το νοούν, το συμπεραίνουν, από τη συμπεριφορά μας. Η αγάπη λοιπόν ενώνει δύο διαφορετικά Εγώ, και στις τρεις υποστάσεις τους. Είναι ο πιο άμεσος τρόπος για να συμπλησιάσουν δύο άβατα, νοητά Εγώ. Όχι μόνο συνδιαλέγονται και καταλαβαίνουν ο ένας τι σκέφτεται ο άλλος, αλλά και, όταν ο ένας πονεί ή χαίρεται, υποφέρει ή χαίρεται και ο άλλος· ό,τι ο ένας βούλεται, θέλει και ο άλλος.

Πρότυπες αγάπες είναι η στοργή και ο έρωτας. Και οι δύο στηρίζονται στη συμπληρωματική ανατομική κατασκευή των δύο μελών του ζευγαριού. Το στόμα του βρέφους ταιριάζει σαν εκμαγείο με τη διεγερμένη θηλή της μητέρας και ο κόλπος με το στυμμένο πέος του άνδρα. Ο αμοιβαίος ερεθισμός των συμπληρωματικών κατασκευών διεγείρει κινήσεις και εκκρίσεις με θετική ανάδραση, έτσι που η λειτουργία αυτοενισχύεται, ως τον κόρο ή τον οργασμό. Αυτή η αμοιβαία διέγερση συνδέεται με τα περισσότερο ευχάριστα αισθήματα που μπορούμε να νοιώσουμε. Με την εγκατάσταση πολλαπλών εξαρτημένων αντανακλαστικών, προκύπτουν ευχάριστα συναισθήματα και χωρίς τις πράξεις του θηλασμού ή της συνουσίας, με την απλή αίσθηση των λοιπών αισθητικών διεγέρσεων που συνυπάρχουν μ΄ αυτές, τη θέα, το άκουσμα, την αφή, το άρωμα, ακόμα και τη γεύση του ετέρου μέλους του ζευγαριού. Αυτή είναι η αγάπη, στοργή και έρωτας.

Κύριο συναίσθημα που συνοδεύει την αγάπη είναι η εμπιστοσύνη. Αν θέλεις να σε αγαπά κάποιος(α) αφέσου με απόλυτη εμπιστοσύνη σ΄ αυτό(ή)ν· όπως αφήνεται το βρέφος με εμπιστοσύνη στη μάνα του. Κανένας δεν μπορεί να αντισταθεί στην εμπιστοσύνη που του δείχνει το βρέφος όταν βρίσκεται στην αγκαλιά του – κι έτσι το αγαπά.

Δυστυχώς τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Αναλύοντας ο Sartre την έννοια του “Έχω”, τονίζει πως ένα από τα χαρακτηριστικά του είναι ότι ο κάτοχος, αυτός που “έχει”, δικαιούται ακόμη και να καταστρέψει το κτήμα του. Τι θα πει όμως “έχω”; Είναι, αρχικά το περιεχόμενο του σώματός μας, του αισθητού Εγώ μας. Έχω δυο χέρια, δυο μάτια, μια μύτη κλπ. Επεκτείνεται όμως και στα εξαρτήματά του, που δεν ξεχωρίζουν εύκολα από τον εαυτό μας. Έτσι, (ο αισθητός Εγώ) είμαι  το σύνολο των όσων (εγώ ο νοητός) έχω. Έχω μια τεχνητή οδοντοστοιχία, ένα τεχνητό βηματοδότη, ένα ξύλινο ποδάρι, ένα μπαστούνι, ένα σπίτι, ένα χωράφι, λεφτά. Όλα αυτά τα έχω, είμαι όλα αυτά, αλλά μπορώ και να τα καταστρέψω.

Τι σχέση έχει η προηγούμενη παράγραφος με την αγάπη; Αγαπώ το παιδί μου, τη μάνα μου, τη γυναίκα μου, τον αδελφό μου και είμαι έτοιμος ακόμη και να θυσιαστώ γι΄ αυτούς. Ακριβώς όπως τους εμπιστεύομαι πως κι αυτοί είναι έτοιμοι να θυσιασθούν για να σώσουν εμένα. Όμως αγαπώ και το κατσικάκι. Και το σφάζω και το τρώω. Με την αγάπη ενώνονται δύο Εγώ σε ένα. Όμως στην κτητική αγάπη, όπως του κατσικιού, η ένωση μαζί του γίνεται με καταστροφή του, με απώλεια της ακεραιότητάς του, της υπόστασής του. Αντίθετα, στην, ας την πούμε, δημιουργική, αγάπη το ουσιώδες είναι ότι διατηρείται η ακέραιη οντότητα καθενός από τα δύο μέλη του ζευγαριού της αγάπης. Δεν είναι σπάνια η κτητική αγάπη. Μια ακραία μορφή της είναι ο αγοραίος έρωτας, όταν πληρώνω κάποιο πρόσωπο για να ικανοποιήσω την ερωτική επιθυμία μου. Ωστόσο, ψήγματα κτητικής αγάπης υπάρχουν σε κάθε μορφή αγάπης, όπως όταν προσπαθώ να διαμορφώσω την προσωπικότητα του παιδιού μου έτσι όπως εγώ θέλω. Η πλύση εγκεφάλου που εφαρμόζεται από όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα, και που συχνά συνδέεται με τη μισαλλοδοξία, για το συμφέρον, υποτίθεται, του εκπαιδευομένου, αλλά, στην πραγματικότητα, για το συμφέρον όποιου ελέγχει την εκπαίδευση, είναι παράδειγμα κτητικής αγάπης.

Το δώρο δεν είναι εμπορική ανταλλαγή. Το είχε ένας φίλος, ήταν μέρος του αισθητού Εγώ του. Τώρα το έχω εγώ, μέρος του αισθητού Εγώ μου. Μέρος του εαυτού του έγινε μέρος του εαυτού μου. Η αγάπη μεταξύ μας ενισχύεται.

Υπάρχει πρότυπο για τα όρια της πραγματικής αγάπης; Μεγάλοι διανοητές μάς πρόσφεραν το μέτρο. Ο Σωκράτης (Πλάτων) ανέδειξε στο Συμπόσιο την ύψιστη μορφή της αγάπης στη θέαση του θείου. Εδώ δεν σηκώνει κτήση. Καθώς όμως συνδέεται με ένα υπερβατικό Ον, δεν είναι εύκολα προσιτή τέτοια αγάπη. Ευτυχώς έχομε την προσγειωμένη προσέγγιση του Ιησού. ” Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτὸν” (Ματθ, 19:19). Μας δίνει μια “πρότυπη” μονάδα της αγάπης, την αγάπη προς τον εαυτό μας. “Ουδεὶς ἐμίσησε τὴν  αυτοῦ σάρκα” (Παύλος). Οι εξαιρέσεις προφανώς υπάρχουν, αλλά είναι παθολογικές, όπως στην αυτοκτονική τάση. Είναι νόσος, διότι μπορεί ο άρρωστος να γίνει καλά και τότε αποβάλλει την αυτοκτονική τάση. Η κτήση υπάρχει, αλλά είναι η κτήση του εαυτού. Εγώ (ο αισθητός) είμαι ό,τι Εγώ (ο νοητός) έχω. Και, παραπέρα, Εγώ (ο κοινωνικός) είμαι ό,τι Εγώ (ο νοητός) θέλω. Στη συζήτηση προέκυψε και το “θέλω” που αποτελεί τη βάση της σχέσης μου με το έμψυχο περιβάλλον μου, την κοινωνία στην οποίαν ανήκω. Όπως το “έχω” περιορίζεται από ό,τι ανήκει στο γενικό περιβάλλον μου, έτσι και το “θέλω” περιορίζεται από ό,τι θέλουν οι άλλοι (και για μένα πρέπει). Η αγάπη είναι το μόνο συναίσθημα που επιτρέπει την ισότιμη προσέγγιση και των τριών υποστάσεων του Εγώ, την αμοιβαία προσέγγιση και από τις δύο μεριές του “είμαι”, του “έχω” και του “θέλω” του καθενός.

Στην κοινωνία μας, η Χριστιανική Αγάπη, μείζων όλων, και της ελπίδας και της πίστης, είναι πάντοτε επίκαιρη· στην κοινωνία μας που κινδυνεύει περισσότερο από κάθε άλλη ιστορική περίοδο, λόγω της μεγαλοδυναμίας της τεχνολογίας, της κτητικής κοινωνίας και της μισαλλοδοξίας.