Εικόνες 1, 2: Στις φωτογραφίες του Νισήμ Λεβή το πανοραμικό στιγμιότυπο από την αναχώρηση του γαλλικού εκστρατευτικού σώματος από τη Μασσαλία στις 12 Αυγούστου 1900. Στο ένθετο, το ίδιο σημείο σήμερα.
Ιστορίες

1900: Από τη Μασσαλία στο Πεκίνο με τις φωτογραφίες του Γιαννιώτη Νισήμ Δ. Λεβή

Με τις φωτογραφίες του αδικοχαμένου στο Άουσβιτς Γιαννιώτη Νισήμ Δ. Λεβή θα ταξιδέψουμε σήμερα από τη Μασσαλία στην εμπόλεμη Κίνα του 1900, την οποία περιγράφει στα κείμενά του ο Πιέρ Λοτί.

Ένα ιστορικό γεγονός σε δύο φωτογραφίες

Στις έντεκα και μισή το πρωί της Κυριακής 12 Αυγούστου 1900, ο γιαννιώτης φοιτητής Νισήμ Δ. Λεβής στεκόταν σε ένα μπαλκόνι στον δεύτερο όροφο του ξενοδοχείου Grand Beauvau, το οποίο διατηρείται στις μέρες μας. Μπροστά του απλωνόταν το παλιό λιμάνι της Μασσαλίας.

Γνωρίζουμε με τέτοια ακρίβεια το πού βρισκόταν ο Νισήμ τότε, επειδή φωτογράφισε ένα ιστορικό γεγονός που περιγράφεται με λεπτομέρεια στις γαλλικές εφημερίδες της εποχής (Εικόνες 1, 2). Σχετικές αναφορές βρίσκουμε και στον ελληνικό τύπο.

Έγραφε η εφημερίδα ΝΕΟΛΟΓΟΣ την επόμενη μέρα, 1η Αυγούστου 1913 σε ανταπόκριση από το Παρίσι (η Ελλάδα χρησιμοποιούσε το παλιό ημερολόγιο τότε): «Ἡ παράδοσις τῶν σημαιῶν εἰς τὸν στρατὸν, ὅστις ἀπέρχεται εἰς Κίναν ἐγένετο μετὰ λαμπρότητος ἐν μέσῳ μεγίστης συρροῆς κόσμου φρενητιωδῶς ἀνευφημοῦντος. Ὁ [πρόεδρος της Γαλλίας] κ. Λουμπέ παραδίδων τὰς σημαίας εἰς τὰ συντάγματα εἶπε καὶ τὰ ἑξῆς μεταξῦ τῶν ἄλλων : Ὅτι θὰ τιμωρήσῃ τοὺς ἐνόχους οἵτοινες παρεβίασαν τοὺς ἱερωτέρους νόμους τοῦ πολιτισμοῦ καὶ ὅτι θὰ ἐπιβάλῃ εἰς τοὺς Κινέζους τοιαύτας ἀποζημιώσεις, ὥστε νὰ ἀσφαλίζωσι διὰ τὸ μέλλον πᾶσαν τοιαὺτην ὑποτροπήν».

Πρόκειται για ένα γεγονός που έχει ξεχαστεί στη δύση. Στην Κίνα όμως το θυμούνται. Τη μέρα εκείνη αναχώρησε από τη Μασσαλία το εκστρατευτικό σώμα που έστειλε η Γαλλία ως συμβολή στον συμμαχικό πόλεμο «των οκτώ» εναντίον των Κινέζων. Η σύγκρουση έμεινε γνωστή στην ιστορία ως «πόλεμος της επανάστασης των Μπόξερ».

Οι φωτογραφίες του Νισήμ είναι από το τέλος της τελετής, όταν οι επίσημοι αναχωρούσαν. Φαίνεται πως τότε βρήκε την ευκαιρία ο νεαρός φοιτητής να ανέβει στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου. Αλλιώς θα είχε φωτογραφίσει και την επιβλητική παρέλαση που είχε γίνει νωρίτερα. Αποθανάτισε πάντως με τη μηχανή του τον πρόεδρο της Γαλλίας όταν αυτός επιβιβαζόταν στην ανοιχτή του άμαξα.

Δεν είχε αναγνωριστεί σωστά ως τώρα η φωτογραφία. Όταν ο γιατρός και ερασιτέχνης φωτογράφος έφτιαξε λεζάντες για τις φωτογραφίες από τα φοιτητικά του χρόνια πολλά χρόνια αργότερα, είχε προφανώς ξεχάσει το αντικείμενό τους. Έτσι έγραψε, λανθασμένα: «Άφιξη του στρατηγού Gouraud από τη Μαδαγασκάρη».

Ο πρόεδρος Εμίλ Λουμπέ είχε φτάσει στη Μασσαλία με τρένο στις 9 το πρωί. Η σημαιοστολισμένη πόλη τον υποδέχτηκε με κανονιοβολισμούς, αν και υπήρξαν, σύμφωνα με την εφημερίδα Le Siècle, μερικές διαμαρτυρίες «ενάντια στο πνεύμα των κατακτήσεων και της αποικιακής επέκτασης» και «κατά της αποστολής στρατιωτών για να κατευνάσουν συγκρούσεις τις οποίες είχε δημιουργήσει ο μιλιταρισμός, ο κληρικαλισμός και ο καπιταλισμός, οι τρεις μάστιγες της ανθρωπότητας».

Εικόνες 3, 4: Από τον τύπο της εποχής, δύο ακόμη στιγμιότυπα από την τελετή στις 12 Αυγούστου 1900. Αριστερά, οι επίσημοι επιθεωρούν τις σημαίες. Διακρίνουμε από αριστερά τους Πιέρ Βαλντέκ-Ρουσώ, Λουί Αντρέ, Εμίλ Λουμπέ και Ζαν-Μαρί Λανεσάν. Στο βάθος, πίσω από τον σημαιοστολισμό, διακρίνεται το ξενοδοχείο Beauvau από το οποίο τράβηξε τις φωτογραφίες του λίγα λεπτά αργότερα ο Νισήμ Δ. Λεβής. Δεξιά, η παρέλαση.

Ο Λουμπέ επιβιβάστηκε σε μια ανοιχτή άμαξα μαζί με δύο στρατηγούς και τον τοπικό νομάρχη. Αμέσως πίσω τους στη δεύτερη άμαξα επέβαιναν ο πρωθυπουργός Πιέρ Βαλντέκ-Ρουσώ και ο υπουργός πολέμου Λουί Αντρέ. Σε τρίτη άμαξα επιβιβάστηκαν ο υπουργός των ναυτικών (και πολιτικός διευθυντής της εφημερίδας Le Siècle) Ζαν-Μαρί Λανεσάν μαζί με τον αρχηγό του γενικού επιτελείου υποναύαρχο Μπέιλ. Οι επίσημοι έφτασαν στην προκυμαία στις εννέα και είκοσι. Ο γάλλος πρόεδρος κατευθύνθηκε στην εξέδρα που διακρίνουμε στη φωτογραφία του Νισήμ Λεβή, εκφώνησε τον λόγο που αναφέρθηκε νωρίτερα και παρέδωσε τις σημαίες στον ηγέτη του εκστρατευτικού σώματος στρατηγό Βοϊρόν και σε τέσσερεις άλλους αξιωματικούς του στρατού και των πεζοναυτών. Τέλος, ο πρόεδρος και η συνοδεία του επιθεώρησαν τους άνδρες του εκστρατευτικού σώματος, ανάμεσα στους οποίους υπήρχαν και «ζουάβοι» από τις γαλλικές αποικίες στη Βόρειο Αφρική (Εικόνα 3).

Ακολούθησε παρέλαση (Εικόνα 4) και αμέσως μετά οι επίσημοι ανέβηκαν στις άμαξές τους για να κατευθυνθούν σε επίσημο γεύμα στη νομαρχία. Στις φωτογραφίες του Νισήμ Δ. Λεβή βλέπουμε τη στιγμή αυτή της αναχώρησης.

Εικόνες 5, 6, 7: Δύο λεπτομέρειες από τις φωτογραφίες του Νισήμ Δ. Λεβή: Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμίλ Λουμπέ και ο Γάλλος «Λουκάνικος». Δεξιά, ο «Νίππερ», η μασκότ της δισκογραφικής εταιρείας His Master’s Voice.

Μαζί με τον πρόεδρο της Γαλλίας διακρίνουμε και… έναν σκύλο που κοιτάει με περιέργεια τη στρατιωτική μπάντα. Ο σκύλος συνδυάζει την άνεση στα πλήθη που έδειξε έναν αιώνα αργότερα ο «Λουκάνικος» στις αντιμνημονιακές διαδηλώσεις της Αθήνας, μαζί με το ενδιαφέρον για τη μουσική που είχε ο «Νίππερ», η μασκότ της δισκογραφικής εταιρείας «His Master’s Voice», η οποία ιδρύθηκε το 1901 (Εικόνες 5, 6, 7).

Η επανάσταση των Μπόξερ στην Κίνα

Οι ρίζες του πολέμου των Μπόξερ στην Κίνα έχουν αρκετά παράλληλα με την οθωμανική ιστορία του 19ου αιώνα. Ενισχυμένες οικονομικά από τη βιομηχανική επανάσταση και την υπεροπλία τους, οι μεγάλες δυνάμεις έσπευσαν να εκμεταλλευτούν τις αυτοκρατορίες του παρελθόντος που παράκμαζαν στην εγγύς και την άπω ανατολή. Όπως επιδίωξαν διομολογήσεις και μνημόνια από τους σουλτάνους στην Τουρκία, αντίστοιχα πέτυχαν και τη διείσδυσή τους στην οικονομία της Κίνας και ιδιαίτερα στα ανατολικά παράλια της χώρας.

Η ανάπτυξη των εμπορικών κέντρων από τους αποικιοκράτες στα λιμάνια της Κίνας οδήγησε σε μια σειρά από πολεμικές αναμετρήσεις. Η κινεζική κοινωνία διχάστηκε: Στα εμπορικά κέντρα αναπτύχτηκε μια τοπική αστική τάξη που έβλεπε θετικά την επιρροή της δύσης. Μερικά μέλη της είχαν προσηλυτιστεί στον χριστιανισμό από δυτικούς ιεραποστόλους. Στην επαρχία όμως πολλοί είδαν με κακό μάτι την ανάπτυξη με δυτικά κριτήρια, τις διομολογήσεις στους ξένους και τον προσηλυτισμό μακριά από τις μακραίωνες παραδόσεις του κομφουκιανισμού.

Πριν την επανάσταση των Μπόξερ είχαν προηγηθεί οι δύο «πόλεμοι του οπίου» στα μέσα του 19ου αιώνα. Οι Άγγλοι και η καταναλωτική πλέον κοινωνία τους είχαν εθιστεί στο κινέζικο τσάι. Το πρόβλημα για την αγγλική οικονομία ήταν ότι τις εισαγωγές τσαγιού και πορσελάνης δεν συνόδεψαν αντίστοιχες εισαγωγές αγγλικών προϊόντων από τους Κινέζους για να αντισταθμιστεί το αυξανόμενο εμπορικό έλλειμα των Εγγλέζων, οι οποίοι πλήρωναν το τσάι με ράβδους από ασήμι. Για να περιορίσουν αυτό το έλλειμα, οι Άγγλοι προώθησαν την εξαγωγή οπίου από τις ινδικές αποικίες τους προς την Κίνα.

Με άλλα λόγια, οι εθισμένοι στο κινέζικο τσάι Άγγλοι πέτυχαν να αναπτύξουν την εξάρτηση των Κινέζων στο όπιο. Όταν η κινεζική κυβέρνηση προσπάθησε να εμποδίσει αυτό το βλαβερό για τους πολίτες της εμπόριο, οι Άγγλοι πολέμησαν για να προστατεύσουν τους λαθρέμπορους. Ο άγγλος πολιτικός Ουίλιαμ Γκλάντστοουν, του οποίου η μικρότερη αδελφή ήταν οπιομανής, είχε δηλώσει τότε: «Δεν είμαι σε θέση να κρίνω πόσο θα διαρκέσει αυτός ο πόλεμος, όμως μπορώ να πω ότι δεν έχω ξαναδεί πόλεμο πιο άδικο στην προέλευσή του και πιο δόλιο στην ανάπτυξή του. Πρόκειται για ένα πόλεμο που θα επιφέρει στη χώρα μας μόνιμη ντροπή».

Με την πρόσφατη αυτή προϊστορία, και με αφορμή τη φτώχια και την πείνα που προκάλεσαν καταστροφικά καιρικά φαινόμενα το 1897-98, τοπικές ομάδες από στελέχη εκπαιδευμένα στις εγχώριες πολεμικές τέχνες (τους λεγόμενους «Μπόξερ») οργάνωσαν επιθέσεις σε ξένους διπλωμάτες, σε χριστιανούς μοναχούς και στις αποστολές τους. Η χήρα αυτοκράτειρα Τσου Χσι και η κυβέρνησή της, αφού αρχικά αμφιταλαντεύτηκαν τάχθηκαν τελικά με τους «Μπόξερ» και εναντίον των δυτικών.

Εικόνες 8, 9. Αριστερά, οι ασυνήθιστοι σύμμαχοι: Βρεττανός, Αμερικάνος, Αυστραλός, Ινδός, Γερμανός, Γάλλος, Αυστροουγγαρέζος, Ιταλός, και Γιαπωνέζος. Δεξιά, στελέχη του τακτικού αυτοκρατορικού στρατού της Κίνας που συμπαρατάχτηκε στο βορρά με τους Μπόξερ.

Έτσι δόθηκε η αφορμή για την ασυνήθιστη «συμμαχία των οκτώ» εναντίον τους. Μαζί με τους «συνηθισμένους ύποπτους» από τη δική μας ιστορία, δηλαδή τους Άγγλους, Γάλλους, Αυστροουγγαρέζους και Ρώσους, στη συμμαχία συμπαρατάχτηκαν τότε και οι Ιάπωνες (που ανέκαθεν είχαν βλέψεις στις ακτές απέναντι από τα νησιά τους) αλλά και οι νεόφυτοι τότε στην αποικιοκρατία Ιταλοί, Γερμανοί και Αμερικάνοι (Εικόνες 8, 9).

Οι Οθωμανοί αμφιταλαντεύτηκαν και αυτοί σχετικά με τη θέση που θα έπρεπε να πάρουν στη σύγκρουση μεταξύ δύσης και ανατολής. Καλή ώρα σαν τις μέρες μας… Από τη μια πλευρά ο σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίντ δεν ήθελε να δυσαρεστήσει τον φίλο του Γερμανό Κάιζερ Γουλιέλμο. Ο Γουλιέλμος παρακάλεσε τον σουλτάνο-χαλίφη να αποθαρρύνει τη συμμετοχή της σημαντικής μουσουλμανικής μειονότητας της Κίνας στην εξέγερση κατά των δυτικών. Από την άλλη όμως, ο σουλτάνος δεν είχε άλλο λόγο να παρέμβει, αφού η εξέγερση δεν στόχευε ούτε τους Μουσουλμάνους, ούτε τους Τούρκους, αλλά τους Χριστιανούς. Όπως περιγράφει ο νομπελίστας Ορχάν Παμούκ στο πρόσφατο βιβλίο του Νύχτες Πανούκλας, ο Αμπντούλ Χαμίντ εσκεμμένα καθυστέρησε και έστειλε τους αντιπροσώπους του στην Κίνα μόνο μετά το τέλος των εχθροπραξιών την άνοιξη του 1901.

Ο ναύτης-ακαδημαϊκός και το ταξίδι του στην Κίνα

Στο γαλλικό εκστρατευτικό σώμα συμμετείχε και ο αξιωματικός του ναυτικού Ζουλιέν Βιώ, που μας είναι γνωστότερος με το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο Πιέρ Λοτί. Ο Λοτί είχε εκλεγεί μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1891 σε ηλικία 41 ετών.

Εικόνα 10: Το γαλλικό θωρηκτό Redoutable, στο οποίο υπηρέτησε ο Πιέρ Λοτί στην Κίνα το 1900-01.

Οι πορείες του Λοτί και του Νισήμ Λεβή δεν διασταυρώθηκαν στη Μασσαλία εκείνο το πρωινό του Αυγούστου του 1900 όταν ο γιαννιώτης φοιτητής φωτογράφησε την αναχώρηση των Γάλλων. Ο Λοτί είχε ήδη αναχωρήσει για την Κίνα δέκα μέρες νωρίτερα από τον ναύσταθμο της Σερμπούρ στη Νορμανδία πάνω στο θωρηκτό Redoutable («Τρομερός»). Το υπουργείο Ναυτικών τον είχε διορίσει υπασπιστή του υποναυάρχου, που ήταν επικεφαλής της γαλλικής ναυτικής αποστολής στην Κίνα. Τη στιγμή που ο Νισήμ φωτογράφιζε την τελετή στο λιμάνι της Μασσαλίας, ο Λοτί και το θωρηκτό του πλησίαζαν ήδη τη διώρυγα του Σουέζ με κατεύθυνση την Κίνα (Εικόνα 10).

Χρειάστηκαν επτά εβδομάδες για να φτάσουν ο Λοτί και το πλοίο του από τη Γαλλία στην Κίνα. Αφού πέρασαν την Κίτρινη Θάλασσα δυτικά της Κορέας, έφτασαν στον κόλπο Bohai ανοιχτά του Πεκίνου στις 24 Σεπτεμβρίου. Εκεί, οι γάλλοι ναυτικοί αντίκρισαν έναν κόλπο γεμάτο από συμμαχικά πλοία. Στο ψυχρό φθινοπωρινό πρωινό αντήχησαν από παντού οι σειρήνες των συμμάχων χαιρετίζοντας τη γαλλική ναυαρχίδα. Άρχισε τότε, με λέμβους που πηγαινοέρχονταν στην ακτή, η σταδιακή αποβίβαση των γαλλικών δυνάμεων. Σε ένα από αυτά τα πλοιάρια επιβιβάστηκε και ο Λοτί.

Η μάχη του Πεκίνου είχε μόλις τελειώσει. Μετά από μια αιματηρή πολιορκία 55 ημερών, οι ξένοι διπλωμάτες, που είχαν παγιδευτεί στο κέντρο της πόλης, απελευθερώθηκαν από τα πρώτα συμμαχικά στρατεύματα που είχαν φτάσει λίγες μέρες νωρίτερα. Την πολιορκία παρουσίασε το 1963 με τη χαρακτηριστική χολιγουντιανή μυθοποίηση της εποχής η ταινία-υπερπαραγωγή «55 Μέρες στο Πεκίνο», με πρωταγωνιστές τους Charleston Heston, Ava Gardner και David Niven.

Η καταστροφή, που συνάντησε ο Λοτί στην Κίνα, ήταν απερίγραπτη. Καμένα κτήρια, κομμένες σιδηροδρομικές γραμμές, πτώματα παντού τα οποία κατασπάραζαν σκυλιά και κοράκια και τα οποία ξέβραζε ο ποταμός από το Πεκίνο προς τη θάλασσα.

Με τον κρύο βορρά που φυσούσε από τα βουνά της Μαντζουρίας, ο Λοτί και η συνοδεία του έφτασαν στο Πεκίνο στις 18 Οκτωβρίου. Περπατώντας σε δρόμους με διάσπαρτες σπασμένες κινέζικες πορσελάνες και μέσα στη δυσοσμία των πτωμάτων, διέσχισαν ένα-ένα τα αλυσιδωτά τείχη για να φτάσουν τελικά στα άδυτα του Πεκίνου, στην πρώην κατοικία της αυτοκράτειρας, η οποία είχε αναγκαστεί μετά την επικράτηση των συμμάχων να εγκαταλείψει το παλάτι της για πρώτη φορά στη μακραίωνη ιστορία του θρόνου. Τα άδυτα της Κινέζικης Αυτοκρατορίας έγιναν προσωρινά καταλύματα για τους δυτικούς αξιωματικούς και στρατιώτες.

Τα λάφυρα των μασκαράδων

Όσο κι αν ο Λοτί προσπαθεί να επιδείξει στα γραπτά του συμπόνια για τα δεινά των Κινέζων, στο τέλος μας περιγράφει με καμάρι το πώς τρύπωσε στην κρεβατοκάμαρα της αυτοκράτειρας, η οποία είχε διαφύγει, για να κλέψει ένα ζευγάρι παπούτσια της. Ο Λοτί επέστρεψε τελικά στη Γαλλία την άνοιξη του 1901 με τα αυτοκρατορικά παπούτσια και με πολλά άλλα λάφυρα. Τόσα ώστε μέχρι και κινέζικη αίθουσα έστησε μετά στο σπίτι του στο Ροκφόρ στη δυτική Γαλλία. Κάλεσε μάλιστα τους φίλους του και σε κινέζικο πάρτι. Στην κυριολεξία, τα ιερά και τα όσια των Κινέζων βρέθηκαν στα χέρια Γάλλων μασκαράδων (Εικόνες 11, 12).

Εικόνες 11, 12: Κινέζικο «μπαλ μασκέ» στο διακοσμημένο με λάφυρα σπίτι του Λοτί στις 11 Μαΐου 1903. Διασκεδάζοντας μαζί με τους Γάλλους μασκαράδες ήταν και ο οικοδεσπότης (δεξιά).

Για τον πενηντάχρονο Λοτί, οι μέρες υπηρεσίας και τουρισμού στην Κίνα δεν ήταν πάρα ένα ακόμα κεφάλαιο για τη ζωή του και τη σαραντάχρονη τελικά καριέρα του στο πολεμικό ναυτικό όπου πέρασε 20 χρόνια, 8 μήνες και 1 μέρα εν πλω. Οι μέρες του στην Κίνα έγιναν αφορμή για άρθρα στην εφημερίδα Φιγκαρό και για ένα βιβλίο του («Οι Τελευταίες Μέρες του Πεκίνου»). Τα «λάφυρα» του Λοτί από την Κίνα μεταφέρθηκαν σε δέκα κιβώτια και ζύγιζαν 800 κιλά! Για να δικαιολογήσει τη λεηλασία στη σύζυγό του, της έγραψε: «Ας μην βασανίζει τη συνείδησή σου αυτή η λεηλασία. Δεν πήρα ούτε ράβδους χρυσού, ούτε τιμαλφή όπως τόσοι άλλοι». Για τις γούνες και το φόρεμα που της έφερε σαν δώρα πρόσθεσε: «Για να απαλύνω τη συνείδησή σου, δεν τις λεηλάτησα αυτές τις γούνες, αλλά τις αγόρασα από κινέζους συλητές».

Αντίστοιχες αμφιέσεις, δωμάτια και βιβλία είχαν εμπνευστεί παλιότερα από την υπηρεσία του στην Ταϊτή, τη Σενεγάλη, τη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη, το Μαρόκο και την Ιαπωνία.

Τότε ωστόσο, στα πρώτα του ταξίδια όταν ήταν 20-30 ετών, μαζί με την πνευματική και πολιτιστική του περιέργεια και το αδιαμφησβήτητο οικονομικό κίνητρο, σημαντική ώθηση για τις περιπέτειες του αποτέλεσε και η… λίμπιντό του. Στην Ταϊτή, αυτόχθονες θαυμάστριες του έδωσαν το παρατσούκλι «Λοτί», που σημαίνει τριαντάφυλλο στην τοπική διάλεκτο. Στη Σενεγάλη, απέκτησε ένα νόθο γιο με μία παντρεμένη Ελβετίδα. Στη Θεσσαλονίκη γνώρισε μια νεαρή παντρεμένη Μουσουλμάνα από την Πόλη, τη Χακιτζέ, αλλά και έναν ντόπιο Εβραίο, τον Ντανιέλ, ο οποίος έγινε ο υπηρέτης και ξεναγός του στα άδυτα της Πόλης όπου μεταφέρθηκαν και οι τρεις. Για να βρίσκεται κοντά στη Χακιτζέ, ο Λοτί εγκαταστάθηκε κοντά στον Κεράτιο Κόλπο στην Πόλη και μπήκε στον ρυθμό της καθημερινής ζωής εκεί, ντυμένος σαν Τούρκος και με το ψευδώνυμο… Αλή Νισήμ! Ο δικός μας ο Νισήμ βέβαια, ο Γιαννιώτης, δεν ήταν παρά μωρό ενός έτους τότε. Στο Ναγκασάκι της Ιαπωνίας, ο Λοτί «παντρεύτηκε» προσωρινά μια νεαρή γιαπωνέζα παλλακίδα, την Οκανέ-σαν.

Έναν αιώνα πριν τις ανέμελες ταξιδιωτικές περιπέτειες της γενιάς του Μπιτ (Beat) εδώ στο Σαν Φρανσίσκο όπου ζω, όπως το Στον δρόμο του Τζακ Κέρουακ, ο Λοτί τους είχε προλάβει όλους και με το παραπάνω, βυθιζόμενος στον καθημερινό ρυθμό της ζωής στον κάθε προορισμό του.

Ο Λοτί περιγράφει με σχετική συμπόνια τους ανθρώπους σε κάθε μέρος που επισκέφτηκε, αλλά, παρά τη συμβίωση μαζί τους, μας δίνει την εντύπωση ενός μοντέρνου τουρίστα που αναζητεί αυτό που στις μέρες μας λέγεται experience tourism, τον τουρισμό των εμπειριών με την υπεροψία των αποικιοκρατών. Η εμπειρία αυτή μετά γίνεται κάδρο για κάποιο έργο του, με πρωταγωνίστρια μια Αζιγιαντέ (αντί για Χακιτζέ) στην Πόλη και στο ομώνυμο βιβλίο του, μία Ραραχού (αντί για τις πολλαπλές κατακτήσεις του) στην Ταϊτή και στο βιβλίο Ο Γάμος του Λοτί, μια Κίκου (αντί για την Οκανέ-σαν) στο βιβλίο Η Κυρία Χρυσάνθεμο. Με τη σειρά τους, μερικά από τα βιβλία έγιναν όπερες του Ντελίμπ (Λακμέ) και του Πουτσίνι (Μαντάμ Μπατερφλάι). Όλα με το αζημίωτο για τον έντονα φιλότουρκο και ανθέλληνα συγγραφέα, ο οποίος έτσι ξεπλήρωσε χρέη από τα νιάτα του και απέκτησε μεγάλη οικονομική άνεση.

Στην Κίνα τη θυμούνται ακόμα την εκστρατεία, όπως και εμείς δεν ξεχνάμε τις συμμαχικές καταλήψεις λιμανιών στην ελληνική επικράτεια, τη διπλωματία των κανονιοφόρων (gunboat diplomacy). Σε ομιλία του το 2017 ο γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος και πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας Σι Τζινπίνγ, ο οποίος αναδεικνύεται στις μέρες μας σε μοντέρνο διάδοχο των κινέζων αυτοκρατόρων, είπε για τον πόλεμο αυτό: «Η σελίδα αυτή της κινέζικης ιστορίας είχε να κάνει με ταπείνωση και θλίψη».

Σχετικά άρθρα

Άνοιξη 1912 : Ένας Νεότουρκος υπουργός στα Ιωάννινα

Αλέξανδρος Μωυσής

1943: Ο θείος Εμίλ στο τελευταίο τρένο από το Παρίσι στην Κωνσταντινούπολη

Αλέξανδρος Μωυσής

1919: Οι μικρές Γιαννιώτισσες, το καμπαναριό και οι Ιταλοί φασίστες

Αλέξανδρος Μωυσής