ΕπικαιρότηταΑίθουσα Σύνταξης

Προς παραχώρηση στον δήμο Ιωαννιτών το Βελή Τζαμί

Δύο ακόμη μνημεία της πολυπολιτισμικής πόλης των Ιωαννίνων, συχνά αθέατα, αν και σε ένα πολυσύχναστο σημείο, το Βελή Τζαμί και ο Μεντρεσές του, αναμένεται να αποκατασταθούν και να αναδειχθούν μέσα από τη συνεργασία του δήμου Ιωαννιτών, του υπουργείου Πολιτισμού και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων.

Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων, δια της αναπληρώτριας προϊσταμένης της Βαρβάρας Παπαδοπούλου, έδωσε θετική γνωμοδότηση στην παραχώρηση του Βελή Τζαμιού στον δήμο, προκειμένου να ακολουθήσουν οι απαραίτητες μελέτες και διαδικασίες για την αποκατάστασή του, και αναμένεται η απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου.
«Είναι ένας χώρος που οφείλουμε να αποκαταστήσουμε», ανέφερε ο δήμαρχος Μωυσής Ελισάφ, κάνοντας γνωστή την πρόθεση του δήμου αλλά και τη σύμφωνη γνώμη της Εφορείας Αρχαιοτήτων, στη διάρκεια των εγκαινίων της έκθεσης ερασιτεχνικής φωτογραφίας στον χώρο του Μεντρεσέ, παρουσία και της κ. Παπαδοπούλου, η οποία έκανε λόγο για έναν «νέο κύκλο αγαστής συνεργασίας και συμπόρευσης» με τον δήμο.
Σύμφωνα με το υπουργείο Πολιτισμού, το Τζαμί του Βελή πασά ή Τσιεκούρ τζαμί βρίσκεται στη νότια πλευρά του λόφου των Λιθαριτσίων, στο μέσο περίπου μιας μεγάλης ακάλυπτης έκτασης αναπτύσσονταν οι συνοικίες Τσιεκούρ και Πλιθοκοπιό. Μαζί με τον μεντρεσέ (ιεροδιδασκαλείο), που είναι κτισμένος στα βόρειά του, αποτέλεσαν αναπόσπαστα καθιδρύματα του σεραγιού, που έκτισε παραπλεύρως ο Αλή πασάς για το γιό του Βελή.
Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση, το τζαμί οικοδομήθηκε από τον Βελή πασά στα τέλη του 18ου αιώνα και διαδέχθηκε παλαιότερο τουρκικό τέμενος, το οποίο είχε ιδρυθεί στις αρχές του 17ου αιώνα από κάποιον Μπαλή Κετχοντά, στη θέση του βυζαντινού ναού του Αγίου Στεφάνου. Το τζαμί ταυτίζεται με το Μπαλή Κετχουντά ή Μπαλιγιέ Τζαμί, που μαρτυρείται σε πηγές του 1670. Μετονομάσθηκε αργότερα σε Τσιεκούρ, όπως και η παρακείμενη συνοικία, από το όνομα κάποιου χορηγού.
Το τζαμί αποτελείται από μία μεγάλη, τετράγωνη, θολοσκέπαστη αίθουσα, στα δυτικά της οποίας αναπτύσσεται κλειστό προστώο, το οποίο φαίνεται ότι κλείσθηκε εκ των υστέρων, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι αρχικά ήταν ανοιχτό. Από τον κυκλικό μιναρέ σώζεται η βάση και χαμηλό τμήμα του στη νοτιοδυτική γωνία. Διασώζονται επίσης τμήματα του μαρμάρινου μιχράμπ. Η τοιχοποιία του κτιρίου είναι ιδιαίτερα επιμελημένη, σχεδόν ψευδοϊσόδομη, από καλοδουλεμένους ορθογώνιους λίθους. Η αίθουσα προσευχής φωτίζεται από μεγάλα παράθυρα, που υπάρχουν στις τρεις ελεύθερες πλευρές της, καθώς και από μικρότερα παράθυρα, που ανοίγονται σε δύο επάλληλες σειρές στους τοίχους της δυτικής πτέρυγας.
Μετά την απελευθέρωση αποτέλεσε κτίριο στρατωνισμού, παραχωρήθηκε στο υπουργείο Πολιτισμού και στη συνέχεια το τζαμί, μαζί με τα κτίρια συνοδείας (μεντρεσές και μαγειρία) παραχωρήθηκαν, με απόφαση του υπουργείου, στον δήμο Ιωαννιτών. Κατά το 1978 – 79, καθώς και τη δεκαετία του ’90, έγιναν από την 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και τον δήμο Ιωαννιτών επεμβάσεις στο κτίριο με σκοπό την αποκατάστασή του στην αρχική του μορφή.
Στον μεντρεσέ (ιεροδιδασκαλείο), ο οποίος χτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα κοντά στο παρακείμενο σεράι του Βελή πασά, διέμεναν οι σπουδαστές που διδάσκονταν θεολογία και φιλοσοφία. Ήταν ανώτερο σχολείο σε αντίθεση με τα μεχτέπ, τα σχολεία κατώτερης βαθμίδας.
Ο μεντρεσές του Βελή είναι ισόγειο ορθογώνιο κτήριο, που διαιρείται εσωτερικά σε πέντε δωμάτια. Μπροστά από τα τετράπλευρα αυτά δωμάτια αναπτύσσεται ανοικτή στοά, που στηρίζεται σε πεσσούς. Οι εσωτερικοί χώροι του, αλλά και τα αντίστοιχα τμήματα της στοάς, καλύπτονται εναλλάξ από τυφλούς τρουλίσκους και σταυροθόλια, ενώ εξωτερικά το κτήριο καλύπτεται από τετράρριχτη στέγη με σχιστόπλακες. Από τη στέγη αναπτύσσονται πέντε καπνοδόχοι. Η τοιχοποιία του είναι από αδρά λαξευμένους λίθους με άφθονο κονίαμα.
Εκτεταμένες εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης του κτηρίου στην αρχική του μορφή έγιναν το 1978-1979 από την 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, ενώ το 1983 έγιναν σποραδικές στερεώσεις.
Στον μεντρεσέ του Βελή πασά στεγάζονταν μέχρι πρόσφατα το Μουσείο της Εθνικής Αντίστασης, ωστόσο, σε συνεννόηση με τον δήμο, αποχώρησε. Έτσι, προχώρησαν εργασίες καθαρισμού και ανακατασκευής, εσωτερικά και εξωτερικά, δίνοντας τη δυνατότητα αξιοποίησής του και απόδοσης στους πολίτες.

Επανεκκίνηση των πολιτιστικών δραστηριοτήτων

Η έκθεση φωτογραφίας, που εγκαινιάστηκε το βράδυ της Τετάρτης, σηματοδότησε την απόδοση του δημόσιου χώρου στην πόλη, αλλά ταυτόχρονα και την «επανεκκίνηση» των πολιτιστικών δραστηριοτήτων του Πνευματικού Κέντρου, καθώς ήταν η πρώτη ανοιχτή εκδήλωση μετά από μήνες, εξαιτίας της πανδημίας.
«Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος και τοποθεσία για το πρώτο δειλό βήμα, μετά από μια μακρά περίοδο εγκλεισμού. Οι καιρικές και υγειονομικές συνθήκες μας επιβάλλουν να σκεφτούμε την πόλη αλλιώς, να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με τον δημόσιο χώρο. Ο Μεντρεσές, πέρα από μια ιδιαίτερη αισθητική που διαθέτει, είναι και η φυσική προέκταση της εισόδου στο Πνευματικό Κέντρο. Για πολλά χρόνια οι χώροι αυτοί έμοιαζαν σαν δύο διαφορετικοί κόσμοι. Υπήρχαν παράλληλα, χωρίς να τέμνονται. Κοινός στόχος από δω και πέρα είναι η ανάδειξη του πολιτισμού», σημείωσε στον χαιρετισμό της η αντιδήμαρχος Πολιτισμού και πρόεδρος του ΠΚΔΙ Ελένη Ακονίδου.
Τα εγκαίνια συνόδευσε μουσικό σχήμα του Δημοτικού Ωδείου, που παρουσίασε ένα σύντομο πρόγραμμα με τίτλο «Μουσική (και μουσικοί)». Συμμετείχαν οι μουσικοί Γεράσιμος Λώλης (βιολί), Αλέξανδρος Λώλης (βιολί) και Απόστολος Παπαπέτρος (κοντραμπάσο).

Σχετικά άρθρα

Προσδοκίες για αύξηση επισκεπτών από την Κύπρο

Τη δέσμευση για ημικόμβο στο Δρίσκο χαιρετίζει ο Δήμος Ιωαννιτών

Στα χέρια της ΚΕΔΕ η υπόθεση της πυροπροστασίας