Παράνομη φωτογραφία της Μαρίας Καλλέργη από τη φυλακή. 1970. (ΑΣΚΙ). Πηγή: www.lifo.gr
Απόψεις

Να σε σημαδεύει ο στρατιώτης στη στάση

Με αφορμή τον εορτασμό του Πολυτεχνείου ξεκίνησε μία πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση για τα γεγονότα του 1973. Όπως και με άλλες ιστορικές στιγμές (για παράδειγμα την Επανάσταση του '21), είναι παρήγορο ότι συζητάμε όσα μάθαμε με αναθεωρητική διάθεση. Υπάρχει λόγος για τον οποίο δεν πιστεύουμε τη σχολική αφήγηση: είναι βολική χωρίζει τον κόσμο σε πολλούς καλούς (εμάς) και λίγους κακούς (τους άλλους). Με τη χούντα, η αφήγηση είναι ακριβώς αυτή: ο λαός μπήκε στον γύψο, έγινε όμως επανάσταση με το Πολυτεχνείο και η δημοκρατία αποκαταστάθηκε.

Στο σχολείο δεν μάθαμε ποτέ για την προσπάθεια της χούντας να μεταβεί σε φιλελεύθερο καθεστώς με τον διορισμό της κυβέρνησης Μαρκεζίνη που είχε ως σκοπό την προκήρυξη ελεύθερων εκλογών. Είχαμε μόνο μία θολή εικόνα για έναν δεύτερο δικτάτορα (το μικρό όνομα του οποίου αγνοούσαμε) που προέκυψε γιατί το καθεστώς αποφάσισε να σκληρύνει ακόμη περισσότερο τη στάση του (Ιωαννίδης). 

Μόνο πρόσφατα είδαμε φωτογραφίες των ηθοποιών της Φίνος Φιλμ να φωτογραφίζονται περιχαρείς δίπλα στον Παπαδόπουλο ή διαβάσαμε την επιστολή του Θεοδωράκη με την οποία εκλιπαρεί τον Μπιθικώτση να μην τραγουδήσει τον ύμνο της Χούντας. Μας κάνει εντύπωση όταν διαβάζουμε πως οι εφημερίδες, μεσούσης της χούντας, καλύπτουν χωρίς λογοκρισία τα γεγονότα του Πολυτεχνείου: «Δημοσιεύθηκε χρονικό ολόκληρο. Λεπτομέρειες, ρεπορτάζ, φωτογραφίες. Ειδικά στα φύλλα της Παρασκευής [16 Νοεμβρίου] μπήκαν τα πάντα», λέει στην Καθημερινή ο Νίκος Κιάος που δούλευε ως δημοσιογράφος στην Athens News το 1973. 

Τα παραπάνω είναι ένα διαρκές σοκ που έρχεται σε αντίθεση με τη σχολική αφήγηση για το Πολυτεχνείο. Υποτίθεται ότι με τη χούντα, ο κόσμος έπαψε να γυρίζει, η χώρα μπήκε στον γύψο. Και ξαφνικά διαβάζουμε ότι οι εφημερίδες έγραφαν χωρίς λογοκρισία για το Πολυτεχνείο, ο Μπιθικώτσης με τη Μοσχολιού τραγουδούσαν «Μέσα στ’ Απρίλη τη γιορτή» στα Δειλινά της Γλυφάδας, και μία all star της Φίνος Φιλμ έβγαζε σέλφι με τον Παπαδόπουλο στο Μαξίμου. Παραδόξως ο Μπιθικώτσης και ο Παπαμιχαήλ τη βγάζουν καθαρή, ενώ ο Μαρκεζίνης με τον Αβέρωφ έχουν τη σκιά του συμπαθούντα. 

Είναι  ενδιαφέρον ότι η ελληνική αριστερά, ενώ στέκεται με κριτική διάθεση απέναντι σε κάθε επίσημη εκδοχή της ιστορίας (της αρέσει για παράδειγμα να τονίζει ότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν σήκωσε το λάβαρο και υπενθυμίζει στην ελληνική κοινή γνώμη τη γενοκτονία από τον Κολοκοτρώνη στην Τριπολιτσά), στο Πολυτεχνείο όχι απλώς δεν αμφισβητεί την κυρίαρχη αφήγηση, αλλά στοχοποιεί οποιονδήποτε κάνει ερωτήσεις. 

Κάπως έτσι, όσοι προσπάθησαν για την ήπια μετάβαση σε δημοκρατικό καθεστώς από τη χούντα βαφτίστηκαν γεφυροποιοί (Ευάγγελος Αβέρωφ). Στο πολυσυζητημένο κείμενο των ημερών στο protagon, ο Απόστολος Δοξιάδης γράφει ότι η προσπάθεια με τον Μαρκεζίνη ήταν η μοναδική ρεαλιστική διέξοδος από τη χούντα «αφού δεν είχε φέρει αποτέλεσμα τίποτε άλλο ως τότε, αφού η αντίσταση στη δικτατορία δεν είχε ούτε μια στιγμή καταφέρει να απειλήσει σοβαρά το καθεστώς, αφού οι λιγοστές κινήσεις για την ανατροπή του μέσα από τις ένοπλες δυνάμεις είχαν αποτύχει παταγωδώς, και αφού οι ισχυροί της Δύσης δεν έδειχναν καμία διάθεση να πάρουν στα χέρια τους την υπόθεση της δημοκρατίας στην Ελλάδα». Ο Δοξιάδης λέει ότι το Πολυτεχνείο, παρά το δυναμικό του χαρακτήρα και την καλή πρόθεση, ήταν τελικά ένα λάθος, μία αποτυχημένη εξέγερση που ανέστρεψε την πορεία φιλελευθεροποίησης, έφερε μία πιο σκληρή χούντα από αυτή του Παπαδόπουλου και τελικά εμμέσως οδήγησε στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Όλα αυτά πιθανώς (γιατί και ο ίδιος ο Δοξιάδης διατηρεί επιφυλάξεις για την υποθετική του αφήγηση) να είχαν αποτραπεί αν το Πολυτεχνείο δεν είχε συμβεί. Ο Δοξιάδης έχει ήδη ακούσει τα σχολιανά του για το κείμενο. 

Στον δικό του ψύχραιμο αντίλογο, ο Νίκος Αλμπανόπουλος επικαλείται το ιστορικό προηγούμενο σε άλλες χώρες, για να εξηγήσει γιατί η φιλελευθεροποίηση θα ισοδυναμούσε με διαιώνιση της χούντας του Παπαδόπουλου: «την επιχείρησε το 1982 ο Εβρέν στην Τουρκία. Δεν αντιμετώπισε ‘πολυτεχνείο’, και του βγήκε. Έφτιαξε ένα Σύνταγμα περιοριστικό, καθόρισε ποια κόμματα μπορούσαν να πάρουν μέρος στις εκλογές (τρία, δεξιά) και διόρισε τον εαυτό του πρόεδρο για μια επταετία. Ουσιαστικά το πραξικόπημα του 1980 επιβίωσε δυο δεκαετίες. Με πολύ σοβαρές επιπτώσεις, όχι μόνο για την Τουρκία. Καλύτερα ακόμα τα πήγε ο Πινοσέτ. Μετά την άγρια δικτατορία του 1973, επέβαλε το 1980 ένα Σύνταγμα απόλυτης κυριαρχίας του στρατού, με προβλεπόμενα ανά οκτώ έτη μονοκομματικά και μονοπρόσωπα δημοψηφίσματα. Ηττήθηκε το 1988 αλλά έμεινε γερουσιαστής εφ’ όρου ζωής και η σκιά του πλανάται ακόμα σήμερα πάνω από τη Χιλή και τη Λατινική Αμερική». 

Νομίζω ότι ο Δοξιάδης έχει λάθος. Το Πολυτεχνειο είναι ένα σύμπτωμα της «ριζοσπαστικοποίησης της κοινωνίας» η οποία συνέβη πιο γρήγορα από την προσπάθεια με τον Μαρκεζίνη. Αυτή τη φιλελευθεροποίηση γιορτάζουμε στις 17 Νοεμβρίου, και όχι την πτώση της χούντας καθεαυτή. Το πρόβλημα όμως δεν τo δημιουργεί ο Δοξιάδης, αλλά όσα η αριστερά, υπό τον φόβο της νόθευσης της δικής της αφήγησης, αποσιωπά. Υπάρχει καταρχάς αυτό το μυστηριώδες και ανομολόγητο κενό ανάμεσα στις 17 Νοεμβρίου 1973 και τις 20 Ιουλίου 1974, ημέρα της πτώσης. Και δεύτερον, και σημαντικότερο, η φιλελευθεροποίηση της κοινωνίας προϋποθέτει μία στροφή. Πρέπει δηλαδή να αναγνωρίσουμε ότι αν η ελληνική κοινωνία ήταν εξ αρχής φιλελεύθερη και καταπιεσμένη, δεν θα είχε επιτρέψει στη χούντα να είναι η μακροβιότερη κυβέρνηση της εποχής. Αλλά αυτή η εκδοχή πάει κόντρα στον σχολικό κανόνα με τους πολλούς καλούς (τον λαό) και τους λίγους (συνήθως δεξιούς) κακούς.  

Όσες και όσοι δεν ζήσαμε τα γεγονότα, και παλεύουμε με τη στρεβλή αφήγηση που μας κληροδότησαν, ας κρατήσουμε ένα στιγμιότυπο όπως το περιγράφει στη Lifo ο ιστορικός Ιάσονας Χανδρινός (γεννημένος το 1984) που συγκέντρωσε μαρτυρίες ανθρώπων που βρέθηκαν στο Πολυτεχνείο το 1973. «Στρατιώτες πάνω σε άρματα μάχης το πρωί του Σαββάτου σημάδευαν κόσμο στο ψαχνό για να σπάσουν πλάκα, ακόμα και περαστικούς σε στάσεις λεωφορείων». Είναι μία αδιανόητη εικόνα για τους σημερινούς Αθηναίους. Να σε σημαδεύει με το όπλο του ο στρατιώτης στη στάση.  

Αυτή ήταν η δικτατορία στην Ελλάδα, δεν ήταν light εκδοχή με σούβλες και αρνιά, όπως ακούμε καμιά φορά, αλλά ένα σκληρό καθεστώς που αιματοκύλισε την Αθήνα. Έπρεπε να φτάσουμε στις 17 Νοεμβρίου για να αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Όπως με κάθε μεγάλη στιγμή μίας χώρας, δεν υπάρχει μόνο θρίαμβος, αλλά και μία καταστροφή στην οποία η ευθύνη είναι πολύ πιο συλλογικη απ’ όσο μας βολεύει να πιστεύουμε. 

Σχετικά άρθρα

Πολυτεχνείο, 50 χρόνια μετά…

Προσαρμοσμένα στην εποχή τα αιτήματα του Πολυτεχνείου

Γεωργία Χαλάτση

Ζωντανό και επίκαιρο το μήνυμα του Πολυτεχνείου