ΑπόψειςΑίθουσα ΣύνταξηςΕπικαιρότητα

Μωυσής Ελισάφ: «Το σκοτεινό σημείο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας»

Σημαντική παρέμβαση κάνει ο δήμαρχος Μωυσής Ελισάφ μέσω του Ηπειρωτικού Αγώνα. Με άρθρο του στην εφημερίδα περιγράφει το «σκοτεινό» σημείο των δημοτικών εκλογών του περασμένου Ιουνίου. 

«Την πλειοψηφία (…) την καθόρισαν οι εκλογές της πρώτης Κυριακής. Ενώ τον υπεύθυνο που θα αναλάβει το πηδάλιο τον ανέδειξαν οι εκλογές της δεύτερης Κυριακής (…) Τον στρατό τον έβγαλε η πρώτη Κυριακή, τον στρατηγό η  δεύτερη», γράφει ο δήμαρχος τονίζοντας πως «αυτή η εξέλιξη έκανε ακόμη πιο σκοτεινό το ήδη σκοτεινό σημείο της δημοκρατίας».

Ο κ. Ελισάφ, χωρίς να τον κατονομάζει, αφήνει αιχμές κατά του Θωμά Μπέγκα για τη μετεκλογική άρνηση συνεργασίας, λέγοντας ότι «χρειάζεται την αντιπαλότητα (…) έχει ανάγκη από έναν «εχθρό, έστω και κατασκευασμένο, με την αφανή πρόθεση να διατηρεί τα όρια της συσπείρωσης». 

Ο δήμαρχος εμμέσως πλην σαφώς απαντά και στο πρόσφατο άρθρο του Η.Α. με το οποίο η εφημερίδα είχε κριτικάρει τη συνεργασία του δημάρχου με τον Νίκο Γκόντα. Πολύ σημαντική είναι και η αναφορά του στο τέλος λέγοντας ότι θα διεκδικήσει «αν χρειαστεί» και μία ακόμη τετραετία.  

«Στην άμεση δημοκρατία, η λαϊκή ετυμηγορία εκφράζεται άμεσα και την ευθύνη των επιλογών την έχουν οι πολίτες. Στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, η ευθύνη των πολιτών εκτείνεται ως την επιλογή των αντιπροσώπων. Η ευθύνη για τη λήψη αποφάσεων ανήκει πλέον στους αντιπροσώπους.

Με απλά λόγια, στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία η λαϊκή βούληση εκχωρεί το δικαίωμα να αποφασίζει όχι η ίδια, αλλά οι διαμεσολαβητές της. Αλλά για λογαριασμό της. Γι’ αυτό και λέγονται αντιπρόσωποι. Η προσωπική τους άποψη, για να είναι δημοκρατικά νομιμοποιημένη, οφείλει να είναι εν δυνάμει συμβατή με τον μέσο όρο της άποψης των πολιτών. Σε κάθε διαφορετική περίπτωση, πρόκειται για σφετερισμό του ρόλου της. Σφετερισμό εναντίον του οποίου οι πολίτες δεν μπορούν να αντιδράσουν, παρά στο τέλος της θητείας. Δηλαδή, όταν είναι πολύ αργά. Αυτό είναι το σκοτεινό σημείο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Και αυτό είναι που την καθιστά να είναι μόνιμα πραγματοποιούμενη και ποτέ πραγματοποιημένη.

Σήμερα και στον δήμο μας η αιρετή αρχή αντιμετωπίζει ένα επιπλέον, αλλά και πρωτόγνωρο πρόβλημα: Οι εκλογές της δεύτερης Κυριακής την πίστωσαν με την υποχρέωση να εφαρμόσει τα εξαγγελθέντα και να απολογηθεί αυτή για την ορθότητά τους ή όχι. Όμως την πλειοψηφία, που θα αποφασίζει σε επίπεδο αντιπροσώπων, την καθόρισαν οι εκλογές της πρώτης Κυριακής. Ενώ τον υπεύθυνο που θα αναλάβει το πηδάλιο, αλλά και που θα απολογηθεί γι’ αυτό, τον ανέδειξαν οι εκλογές της 2ης Κυριακής. Με απλά λόγια, τον «στρατό» τον έβγαλε η πρώτη Κυριακή, τον «στρατηγό» η δεύτερη. Αυτή η εξέλιξη έκανε ακόμη πιο σκοτεινό το ήδη σκοτεινό σημείο της δημοκρατίας.

Η πρώτη απάντηση, που έρχεται στον νου των περισσότερων, και μάλιστα εύλογη, είναι «βρέστε τα». Πράγματι οφείλουμε να τα «βρούμε». Αλλά με ποιο κριτήριο, ώστε η όποια συναίνεση να είναι και δημοκρατικά νόμιμη. Με το κριτήριο των πολιτικών συγγενειών; Η καθαριότητα, όμως, της πόλης, η προστασία της λίμνης, ο περιορισμός της γραφειοκρατίας, η εξυπηρέτηση των πολιτών κ.π.ά. προϋποθέτουν πολιτικές συγγένειες; Ασφαλώς όχι. Έτσι, για την αιρετή αρχή που προέκυψε από τις εκλογές της 2ης Κυριακής, το κριτήριο της συναίνεσης είναι ένα και μοναδικό: Να διαχειριστεί τα κοινά για μια τετραετία, αναμφίβολα στη βάση των προεκλογικών δεσμεύσεων και πάντα με γνώμονα το κοινό συμφέρον και μόνο. Πάντα, αλλά κυρίως στη σημερινή συγκυρία, η αιρετή εξουσία δεν οφείλει μόνο, αλλά υποχρεούται να αναζητήσει τις συναινέσεις με άλλες πολιτικές εκπροσωπήσεις. Προκειμένου να κυβερνηθεί ο δήμος.

Κυρίως, όμως, υποχρεούται να συμβάλει στην υιοθέτηση κοινά αποδεκτών αξιών, την ανάπτυξη κανόνων εμπιστοσύνης και συνεργασίας και, πάνω απ όλα, στη βελτίωση της ποιότητας των δημοκρατικών θεσμών, ήτοι τη βελτίωση της αντιπροσωπευτικότητας, της διαφάνειας και της επίδοσής τους. Μη λησμονούμε ότι η άσκηση εξουσίας, από όποια πλευρά και αν βρισκόμαστε, δηλαδή, είτε ασκούμε εξουσία είτε την ελέγχουμε, είναι ταυτόχρονα και εφαρμοσμένη παιδεία. Η χρηστή διοίκηση είναι σχολείο όλων. Εκεί αναπνέει η δημοκρατία, αλλά και εκεί ασφυκτιά. Η διεκδίκηση της εξουσίας, έξω από το σταθερό πεδίο της δημοκρατίας και την ίδια τη διεκδίκηση υπονομεύει, προπάντων όμως υπονομεύει την ίδια τη δημοκρατία. Με συνέπεια στο τέλος να μην υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, αλλά μόνον ηγεμόνες.

Η πραγματικότητα είναι πως στην ψηφοκεντρική διαδικασία εκλογής αιρετών αρχόντων, όποιος παίρνει μία ψήφο παραπάνω, τα παίρνει συνήθως όλα, ενώ ο απέναντι τα χάνει όλα. Είχαμε προεκλογικά διακηρύξει ότι δε συμμεριζόμαστε αυτή τη «λογική». Πολύ περισσότερο δεν τη συμμεριζόμαστε σήμερα. Και όχι μόνο γιατί η αναγκαιότητα του εκλογικού συστήματος το απαιτεί, αλλά και γιατί –επί της ουσίας– τα προβλήματα ποτέ δεν είναι ασπρόμαυρα. Απεναντίας, διατηρούν συνήθως όλη την γκάμα των αποχρώσεων. Συνεπώς, οφείλουμε να πάμε σε συνεργασίες. Και αυτό είναι το χρέος της συμπολίτευσης. Αλλά και της αντιπολίτευσης.

Άλλωστε, η συνεργασία είναι ταγκό, που χορεύεται το λιγότερο από δύο. Συνεπώς, και οι προεκλογικά αντιπολιτευόμενες συσπειρώσεις οφείλουν μετεκλογικά να επαναθεωρήσουν τον ρόλο τους. Και το πρώτο, που έχουν να κάνουν, είναι να αποβάλουν τις συνήθως άγονες οξύτητες της προεκλογικής περιόδου. Τις προεκλογικές συσπειρώσεις τις ενθαρρύνει η δημοκρατία, όπως ενθαρρύνει και την πολιτική αναμέτρηση. Ακόμη και την οξύτητα και τις εντάσεις. Συχνά, μάλιστα, η αντιπαλότητα είναι εκείνη που ενισχύει τη συσπείρωση σε προεκλογικές περιόδους και διευκολύνει τη διάκριση μεταξύ τους. Είναι εκείνη που διαμορφώνει ένα «εμείς», που αντιτάσσεται προς ένα «αυτοί». Εδώ μπορούμε με δυσφορία να προσθέσουμε ότι προεκλογικά, ακόμη και η κατασκευή ενός «άσπονδου» εχθρού δυστυχώς συχνά αξιοποιείται, προκειμένου να αυξηθεί η τάση συσπείρωσης. Και να διαμορφωθεί ένα αρραγές «εμείς», με στόχο την εξουσία.

Η μετεκλογική τους διάρκεια μόνο μία εξήγηση μπορεί να πάρει: Χρειάζεται την αντιπαλότητα, μέχρι, που θα έλεγα, έχει ανάγκη από έναν «εχθρό», έστω και κατασκευασμένο, με την αφανή πρόθεση να διατηρεί τα όρια της συσπείρωσης κλειστά. Δεν μπορώ να φανταστώ την ύπαρξη ενός παρόμοιου συλλογισμού. Και μόνο για τον απλούστατο λόγο που και αν ακόμη η αντιπαλότητα αυτού του είδους επιτύχει τη διατήρηση της συσπείρωσης, πράγμα αμφισβητήσιμο, και πάλι η αντίστοιχη συσπείρωση σε επίπεδο δημοτών είναι αδύνατο να διατηρηθεί στη διάρκεια της τετραετούς θητείας. Όσο και αν οι τακτικισμοί, η επικοινωνία και η οξύτητα υπηρετούν ατυχώς προεκλογικά τη συσπείρωση, ωστόσο είναι βέβαιο, ότι εξυφαίνουν ασταθείς και βραχύβιες σχέσεις. Που δεν επιβιώνουν μετεκλογικά. Ή κι αν ακόμη επιχειρηθεί κάτι παρόμοιο, προκειμένου κατά την επόμενη εκλογική αναμέτρηση να πάρουν τη ρεβάνς, και τότε ακόμη θα πρέπει να γνωρίζουν ότι το πολιτικό υποκείμενο κατά τη διάρκεια της τετραετίας διαμορφώνει νέες απόψεις.

Δεν επιβιώνουν μεν, ζημιώνουν όμως αφάνταστα τον ίδιο τον αντιπολιτευτικό λόγο κατά τη διάρκεια της τετραετίας. Κυρίως και πάνω απ’ όλα, ζημιώνουν την ίδια τη δημοκρατία. Η διατήρηση της οξύτητας και μετεκλογικά εγκαθιδρύει τον καταστροφικό και φαύλο κύκλο του να συντηρεί και να αναπαράγει την ένταση. Να καλλιεργεί τη μονοσήμαντη σκέψη και το ίσως χειρότερο να αγνοεί ότι σε κάθε διωκόμενο υπολανθάνει πάντα ένας διώκτης. Από εδώ στη χώρα μας προκύπτει η διαρκής αντιπαλότητα, που ακόμη και τώρα που αντικρίσαμε την άβυσσο κατάματα, εξακολουθούμε να επενδύουμε πολιτικά στην οξύτητα.

Ο λόγος της αντιπολίτευσης είναι σημαντικός στη λειτουργία της δημοκρατίας, ακόμη και όταν είναι μειοψηφικός. Μπορεί όμως να καταλήξει καταστροφικός όταν, όπως στην περίπτωσή μας, είναι πλειοψηφικός. Στη δημοκρατία οι εντάσεις τερματίζονται μπροστά στο μοναδικό χρέος όλων να λύνουν τα προβλήματα, από όποια θέση και αν βρίσκονται, όσο γίνεται πιο σύμφωνα με το κοινό συμφέρον. Εξάλλου, μετά το εκλογικό αποτέλεσμα και για τέσσερα χρόνια, η διεκδίκηση της εξουσίας έληξε. Τώρα σειρά έχει η αναζήτηση των διαφορετικών θέσεων, με στόχο μόνο την υπηρεσία του κοινού συμφέροντος. Αυτό επιβάλλει η δημοκρατία. Σε κάθε διαφορετική περίπτωση, συντηρείται ο επαγγελματισμός και στην πολιτική, ενώ τα προβλήματα της συνύπαρξης λιμνάζουν, οι δε πολίτες οδηγούνται στην απαξίωση της πολιτικής και την αδιαφορία. Και η δημοκρατία γυρνάει ανάποδα.

Η παράταξή μας διεκδίκησε την εξουσία όχι για να γίνουμε επαγγελματίες, αλλά για να αλλάξουμε συνειδήσεις, αναβαθμίζοντας τον ρόλο της ίδιας της δημοκρατίας. Και θα επιμείνουμε. Και αν χρειαστεί, θα επιμείνουμε και την επόμενη τετραετία. Και όλοι μαζί.

Μωυσής Ελισάφ
Δήμαρχος Ιωαννίνων»

 

 

Σχετικά άρθρα

Ένας ελάχιστος φόρος τιμής

Κάλεσμα στήριξης του ΠΑΣ Γιάννινα από τον δήμαρχο Ιωαννίνων

Στη μνήμη ενός σπουδαίου ανθρώπου