Εικόνες 1, 2. Βαδίζοντας προς τον διχασμό του 1916: Τον Ιανουάριο, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος με γερμανική στολή σε γιορτή στη γερμανική πρεσβεία για τα γενέθλια του Κάιζερ. Τον Αύγουστο, ο Βενιζέλος στο μπαλκόνι του ξεσηκώνει τους οπαδούς του διαμαρτυρόμενος για τη στάση του βασιλιά.
ΙστορίεςΑίθουσα Σύνταξης

Νοεμβριανά 1916: Ο Πέτρος και ο Ναύαρχος – Μέρος Δεύτερο: Η τραγική 18η Νοεμβρίου

Τα Νοεμβριανά του 1916 μέσα από το ανέκδοτο ημερολόγιο του δημοτικού συμβούλου Πειραιά Πέτρου Στρατηγάκη και τις αναμνήσεις του γάλλου ναυάρχου Νταρτίζ ντι Φουρνέ.

«Όποιος δεν συμφωνεί μαζί μου, προδίδει τη χώρα». Σας θυμίζει μήπως κάτι η λογική αυτή; Επισημαίνω ότι το 1916 δεν υπήρχαν ούτε τα ηλεκτρονικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης ούτε η τεχνητή νοημοσύνη που τόσο φοβόμαστε σήμερα μήπως μας οδηγήσουν σε αλληλοσκοτωμό. Η αρρώστια της κοινωνίας ξεκινάει από τα μυαλά της και όχι από τα τεχνικά μέσα επικοινωνίας…

Βέβαια, δεν βοηθάει το να παριστάνεις τον ουδέτερο και να εμφανίζεσαι σε δεξίωση στη γερμανική πρεσβεία φορώντας γερμανική στολή (Εικόνα 1). Ούτε βοηθάει να απέχεις από εκλογές, να ξεσηκώνεις τον λαό και να προκαλείς έτσι συγκρούσεις στους δρόμους (Εικόνα 2).

Στην ουσία, η ελληνική κυβέρνηση δεν ήταν σε θέση να επιλέξει μόνη της την κατεύθυνση της. Οι Σύμμαχοι της Αντάντ είχαν τον έλεγχο της θάλασσας και τη δυνατότητα να επιβάλουν τον εμπορικό αποκλεισμό της χώρας για να εκβιάσουν την κατάσταση, περιορίζοντας μέχρι και τον επισιτισμό του λαού. Εκεί μπαίνει και ο γάλλος ναύαρχος στην ιστορία μας.

Είδαν και αποείδαν οι Σύμμαχοι με την δήθεν ουδετερότητα του βασιλιά και αποφάσισαν να αποκλείσουν εμπορικά τη χώρα. Ο στόλος τους αγκυροβόλησε ανάμεσα από τη Σαλαμίνα και το Κερατσίνι στις 4:30 το απόγευμα της 19ης Αυγούστου του 1916. 

Το δημοτικό συμβούλιο του Πειραιά στη γαλλική ναυαρχίδα

Με τα στρατεύματα της Αντάντ στη Θεσσαλονίκη, τους «Γερμανοβούλγαρους» στα ελληνοσερβικά σύνορα και στα φρούρια της Μακεδονίας και τον συμμαχικό στόλο στον Πειραιά, τα εμφύλια πάθη έχουν φτάσει στο ζενίθ. Διαβάζοντας τις αλληλοκατηγορίες των μεν για τους δε στον τύπο της εποχής, ο σημερινός αναγνώστης αρρωσταίνει. Ευτυχώς, ούτε στις πιο μελανές μέρες της «μνημονιομαχίας» στη δεκαετία του 2010 δεν γνωρίσαμε τόσο ακραίο φανατισμό.

Με μια τέτοια ψυχολογία λοιπόν, όταν άραξαν τα συμμαχικά πολεμικά πλοία στον Σαρωνικό και τα στρατιωτικά τους αγήματα αποβιβάστηκαν στον Πειραιά, το δημοτικό συμβούλιο της πόλης θέλησε να εκφράσει δημόσια τις ευχαριστίες του. Οι βενιζελικοί ήταν ευγνώμονες, επειδή ο στόλος τούς προστάτευε από συμπατριώτες που ήθελαν να τους εξοντώσουν. Οι πολιτικοί τους αντίπαλοι τους θεωρούσαν προδότες για την προτίμηση τους στην Αντάντ. Οι ίδιοι οι Γαλλόφιλοι θεωρούσαν προδότες του έθνους τους Γερμανόφιλους.

Έτσι λοιπόν, στις 14 Οκτωβρίου 1916, μια αντιπροσωπεία Πειραιωτών μεταφέρθηκε με λέμβους στη γαλλική ναυαρχίδα «Προβηγκία» και παρέδωσε ψήφισμα στον επικεφαλής της ναύαρχο Νταρτίζ ντι Φουρνέ για να τον καλωσορίσει. Ανάμεσά τους ήταν και ο δημοτικός σύμβουλος Πέτρος Στρατηγάκης (Εικόνες 3, 4).

Εικόνες 3, 4. Από τα αρχεία του γαλλικού κράτους, δύο φωτογραφίες από την άφιξη του δημοτικού συμβουλίου του Πειραιά στη γαλλική ναυαρχίδα Προβένς στις 14 Οκτωβρίου 1916.

Η ιστορική οικογενειακή φωτογραφία των απογόνων Στρατηγάκη με «τον Πέτρο και τον ναύαρχο» είναι από τη μέρα εκείνη, όταν το δημοτικό συμβούλιο ανέβηκε στη ναυαρχίδα για να υποδεχθεί τον Νταρτίζ ντι Φουρνέ. Γι’ αυτό και ο γεροδεμένος και ψηλός Πέτρος φωτογραφίστηκε με το φράκο και το ψηλό καπέλο του. Δύο μέρες αργότερα, ο ναύαρχος ανταπέδωσε την επίσκεψη και χαιρέτισε τους Φιλελεύθερους του Πειραιά από το μπαλκόνι του δημαρχείου (Εικόνα 5).

Εικόνα 5. Από τον γαλλικό τύπο της εποχής, ο ναύαρχος Νταρτίζ ντι Φουρνέ στο δημαρχείο του Πειραιά.

Όπως έγραψε αργότερα ο ναύαρχος στα απομνημονεύματά του: «Η υποδοχή ήταν αξέχαστη. Όταν έφτασα, χιλιάδες λαού είχαν καλύψει τις προκυμαίες, την πλατεία και τον χώρο έξω από το δημαρχείο. Είχα αρνηθεί αστυνομική συνοδεία και δυσκολεύτηκα να περάσω. Όταν με προέτρεψαν να εμφανιστώ στο μπαλκόνι, συνάντησα εκπληκτικές ζητωκραυγές προς τιμήν της Γαλλίας, του ναυτικού της και του ναυάρχου». 

Η τραγική 18η Νοεμβρίου 1916

Η φαινομενική αυτή αρμονία δεν κράτησε. Ακολούθησε μια αλυσίδα γεγονότων την οποία προκάλεσε μια πολύ άστοχη πρωτοβουλία του ναυάρχου. Αργότερα, ο ίδιος έριξε την ευθύνη σε όλους γύρω του εκτός από τον εαυτό του: Σε έλλειψη επαρκούς πληροφοριοδότησης από την αρμόδια υπηρεσία της γαλλικής πρεσβείας στην Αθήνα, σε ασυνεννοησία της γαλλικής διοίκησης ανάμεσα στο υπουργείο Ναυτικών στο Παρίσι και τις δυνάμεις στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, σε ελλιπή συντονισμό ανάμεσα στους εκπροσώπους των Συμμάχων στην Αθήνα, και πάει λέγοντας.

Όπως και να έχει το πράγμα, ο ναύαρχος ντι Φουρνέ επιχείρησε να εντυπωσιάσει την ελληνική κυβέρνηση και τον βασιλιά με μια επίδειξη δύναμης. Αποβίβασε στρατεύματα στον Πειραιά και προχώρησε στην κατάληψη ορισμένων πολύ ορατών σημείων στην Αθήνα: Το Δαφνί, το Ρουφ, τον λόφο των Νυμφών, τον λόφο δίπλα στο Στάδιο και το Ζάππειο. Ήταν εμφανές σε οποιονδήποτε ειδικό πως τα στρατεύματα αυτά δεν επαρκούσαν για την κατάληψη και την κατοχή της πόλης. Οι άνδρες του δεν είχαν καν αρκετό νερό για να παραμείνουν στις θέσεις τους πάνω από ένα διήμερο.

Με παλαιοαποικιακή νοοτροπία, μιμούμενος τη «διπλωματία των κανονιοφόρων» του 19ου αιώνα, ο γάλλος ναύαρχος με το αριστοκρατικό όνομα υπέθεσε πως οι Αθηναίοι θα τρομοκρατηθούν και θα πειθαρχήσουν βλέποντας τα στρατεύματά του.

Έγινε ακριβώς το αντίθετο. Οι υποστηρικτές του βασιλιά, επαρκώς εξοπλισμένοι, πετσόκοψαν τους λιγοστούς στρατιώτες των Συμμάχων, ενώ ο ίδιος ο ναύαρχος, που είχε αποβιβαστεί στην πόλη για να παρακολουθήσει την ειρηνική, όπως αυτός περίμενε, επίδειξη των ανδρών του, αποκλείστηκε στο Ζάππειο. Αντί να εντυπωσιάσει με την κίνησή του αυτή, ρεζίλεψε τη χώρα του. Μόνο όταν άρχισαν να βάλλουν επιδεικτικά τα κανόνια του στόλου του από τον Σαρωνικό στις 4:45 το απόγευμα, λίγο πριν τη δύση, ήχησαν τελικά οι σάλπιγγες με το «παύσατε πυρ» και σίγησαν τα όπλα στην Αθήνα. Τότε μπόρεσαν ο ίδιος και τα στρατεύματά του να επιστρέψουν μέσα στη νύχτα στα πλοία, μαζί και με τους 60 νεκρούς και 167 τραυματίες τους (Εικόνα 6).

Εικόνες 6, 7. Αριστερά, μια ανατριχιαστική φωτογραφία: γαλλικό πολεμικό πλοίο βάλλει προς την Αθήνα το απόγευμα στις 18 Νοεμβρίου 1916. Δεξιά πρόσοψη καταστήματος βενιζελικών σημαδεμένο με κόκκινη μπογιά.

Στην Αθήνα και τον Πειραιά, οι αντιβενιζελικοί αφήνιασαν. Είχαν ήδη σημαδέψει με κόκκινη μπογιά τα καταστήματα και τα σπίτια των ηγετικών Φιλελευθέρων έτσι ώστε να ξέρουν οι επίστρατοι που θα τους βρουν (Εικόνα 7). Ας δούμε την αφήγηση του Πέτρου Στρατηγάκη:

«Την επομένην 19ην Νοεμβρίου, ημέραν Σάββατον τα Γαλλικά στρατεύματα υπεχώρησαν προς τον Πειραιά ο δε στρατός των Αθηνών επετέθη δια πυροβολισμών εναντίον των βενιζελικών οικιών τας οποίας διήρπασε, συνέλαβε τους ενοίκους και τους οδήγησε εις τας φυλακάς ημιθανείς εκ των ξυλοκοπημάτων και των χλευασμών. Εις τας φυλακάς εις χιλίους περίπου ανήλθον οι συλληφθέντες εκ τούτων περί του 200 ετυφεκίσθησαν δίκην σκύλων». 

Από το γαλλικό πολεμικό πλοίο στη φυλακή και πάλι στο πλοίο

Και συνεχίζει ο Πέτρος Στρατηγάκης στο ημερολόγιό του:

«Εξηκολούθησεν η αυτή κατάστασις επί τριήμερον ότε αραιώθησαν αι συλλήψεις αφού άλλωστε οι απομείναντες βενιζελικοί ή εκρύβησαν, ή κατέφυγον εις τα εν τω λιμένι Πειραιώς ορμούντα Γαλλικά πολεμικά».

Σε γαλλικό πολεμικό κατέφυγε και ο ίδιος ο Πέτρος Στρατηγάκης και έμεινε εκεί τέσσερεις μέρες. Βλέποντας ύστερα πως τα γαλλικά αγήματα παρέμεναν στον Πειραιά, επέστρεψε στη στεριά και στο σπίτι του.

Στις 13 Δεκεμβρίου ωστόσο, «συνελήφθην υπό του Αντιεισαγγελέως Λιβιεράτου και του Ανακριτού Παυλοπούλου, μου κατηγγέλθη κατηγορία επί εσχάτη προδοσία και επροφυλακίσθην εις τας φυλακάς του Παλαιού Στρατώνος».

Θυμίζω ότι στις 12 Δεκεμβρίου είχε οργανωθεί σε μεγάλη λαϊκή συγκέντρωση στην Αθήνα το «Ανάθεμα» στον Βενιζέλο όπου οι αντίπαλοί του τον παρομοίωσαν με τον σατανά. Έγραψε ο γαλλικός τύπος της εποχής: «Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος οργάνωσε μια πρωτόγονη τελετή για να αναθεματίσει τον κ. Βενιζέλο».

Ενώ ο Στρατηγάκης και πολλοί άλλοι διακεκριμένοι φιλελεύθεροι βρίσκονταν στις φυλακές, οι πρεσβευτές της Αντάντ στην Αθήνα διέταξαν τους υπηκόους τους και το προσωπικό τους να εκκενώσουν την πόλη και να κατευθυνθούν στα πλοία του στόλου για να είναι ασφαλείς. Οι πρεσβευτές παρέμειναν στα πλοία μέχρι τις αρχές Μαρτίου.

Και συνεχίζει ο Πέτρος Στρατηγάκης:

Την 2 Ιανουαρίου (1917) οι Σύμμαχοι εζήτησαν διά τηλεσιγράφου την αποφυλάκισιν των κρατουμένων βενιζελικών και την αποζημίωσιν των. Έτσι, παρέμεινα εις τας φυλακάς μέχρι της 4ης Ιανουαρίου ότε εξεδόθη το υπ. αριθ. 2 βούλευμα του Εφετείου Αθηνών απαλλάσσον με διατάσσουν την αποφυλάκισιν μου, ταυτοχρόνως απελύθησαν και όλοι οι άλλοι συνεπεία της νότας των δυνάμεων της Αντάντ».

Για δεύτερη φορά λοιπόν, ο Πέτρος επέστρεψε στο σπίτι του στις 4 Ιανουαρίου 1917. Εκεί τον περίμεναν η σύζυγος του Μαριγούλα μαζί με τα μικρά παιδιά τους, την οκτάχρονη Αθηνά, τον εξάχρονο Βασίλη και τη μικρή Φούλα που ήταν ενάμισι ετών τότε.

Εικόνα 8. Μπροστά στα κανόνια του γαλλικού στόλου, ο ελληνικός στρατός διασχίζει τη διώρυγα της Κορίνθου και προς τα νότια τον Ιανουάριο του 1917 (εφημερίδα Miroir, Παρίσι 12/25 Φεβρουαρίου 1917).

Οι Σύμμαχοι απαίτησαν επίσης «την μεταφοράν του στρατού και εν γένει του υλικού πολέμου εις την Πελοπόννησον, και την επαναφοράν των ελέγχων. Το τελεσίγραφον τούτο απεδέχθη η Ελληνική Κυβέρνησις και ήρχισε αμέσως η εκτέλεσις του» (Εικόνα 8).

Οι Σύμμαχοι επέβαλαν την απομάκρυνση του στρατού απλούστατα επειδή δεν εμπιστεύονταν τον βασιλιά και την κυβέρνησή του. Δεν ήθελαν να αφήσουν στον Κωνσταντίνο τη δυνατότητα να συγκεντρώσει στρατεύματα στη Λάρισα και να απειλήσει με αυτόν τον τρόπο τα νώτα του στρατού τους που επιχειρούσε εναντίον των «Γερμανοβουλγάρων» στη βόρεια Μακεδονία. Από τη Θεσσαλονίκη μαζί με τους Συμμάχους συμμετείχαν στην εκστρατεία και άνδρες της Εθνικής Άμυνας (Εικόνα 9).

Εικόνα 9. Αναχώρηση στρατού από τη Θεσσαλονίκη για το μέτωπο μπροστά από την τριανδρία της Εθνικής Άμυνας, τους Βενιζέλο, Κουντουριώτη και Δαγκλή (εφημερίδα Miroir, Παρίσι 4/17 Δεκεμβρίου 1916).

Ο εμπορικός αποκλεισμός της χώρας από τους Συμμάχους της Αντάντ είχε όμως και επιπτώσεις, που έγιναν αισθητές σε ολόκληρο τον ελληνικό λαό. Όπως αναφέρει σχετικά ο Πέτρος Στρατηγάκης:

«Οι Σύμμαχοι, για να εξαναγκάσουν την ακριβή εκπλήρωσιν των απαιτήσεων των απέκλεισαν τους Ελληνικούς λιμένας από πάσης συγκοινωνίας και ούτω έκαστος έμεινε υποχρεωτικώς όπου ωρίσθη και άρχισε η στέρησις όλων των ειδών και ιδίως των τροφίμων, ήρχισεν η διανομή τούτων διά δελτίων και η στεναχώρια ημέρα τη ημέρα καθίσταται στενοτέρα».

Όπως ήταν φυσικό, η πίεση των Συμμάχων και ο στενός αποκλεισμός της χώρας προκάλεσαν τη βίαιη αντίδραση των αντιβενιζελικών. Στον Πειραιά, με απόντα τον δήμαρχο και τα περισσότερα μέλη της παράταξής του, οι αντιβενιζελικοί δημοτικοί σύμβουλοι πήραν τα ηνία της πόλης. Όπως αναφέρει ο Πέτρος Στρατηγάκης:

«Την 18 Ιανουαρίου (1917) εκλήθη το δημοτικόν συμβούλιον Πειραιώς διά ν’αποδοκιμάση τον Δήμαρχον Πειραιώς. Μετέβην και εγώ διά ν’ αντιδράσω, ευρέθην όμως προς 250 περίπου επιστράτων κατεχόντων την αίθουσαν των συνεδριάσεων διά να επιβάλλουν την δήλωσίν των, προσήλθε προς τούτο και ο Αντιεισαγγελεύς Λιβιεράτος εξεμέσας πολλώ  εναντίον των βενιζελικών, αποκαλών ημάς προδότας. Ευρεθείς υπό τοιούτον περιβάλλον και μη δυνάμενος ν’ αντιδράσω, απεχώρησα της συνεδριάσεως. Παρηκολουθήθην υπό του Λιβιεράτου όστις κατά την έξοδόν μου είπεν “φεύγεις άτιμε, ε! προδότη πού θα μου πάς, θα σε λυντσάρω!” Έφυγα χωρίς ν’ απαντήσω, ούτος δε επανήλθεν εις το Συμβούλιον και επέβαλε την ψήφισιν της αποδοκιμασίας του Δημάρχου».

Αντιμέτωπος με μια τέτοια κατάσταση, ο Στρατηγάκης αναγκάστηκε και πάλι να κρυφτεί. Πριν φύγει από το σπίτι του, πρόλαβε, ωστόσο, να γιορτάσει τα έκτα γενέθλια του γιου του Βασίλη στις 18 Ιανουαρίου. Και συνεχίζει την αφήγησή του:

«Την 20 Ιανουαρίου συνήλθον εν Αθήναις οι επίστρατοι και έλαβον αποφάσεις να συγκροτήσουν ένοπλον συλλαλητήριον δήθεν διά την έλλειψιν των τροφίμων, πράγματι όμως να φονεύσουν τους εναπομείναντας βενιζελικούς των οποίων κατήρτησαν κατάλογον. Εις τον κατάλογον τούτον μεταξύ των πρώτων είμην και εγώ και επειδή εγκαίρως μου εγνωστοποιήθη, ηναγκάσθην και πάλιν να καταφύγω μετά πολλών άλλων εις το πλοίον MARIENBAD και να παραμείνω εκεί επί 15 ημέρας. Ευτυχώς αι αποφάσεις των επιστράτων δεν εξετελέσθησαν διότι έλαβον γνώσιν τούτων οι πρεσβευταί και κατέστησαν την Κυβέρνησιν προσωπικώς υπεύθυνον».

Στα απομνημονεύματά του, ο ναύαρχος ντι Φουρνέ αναφέρει πως στο MARIENBAD κατέφυγαν οι Αλέξανδρος Διομήδης και Εμμανουήλ Ρέπουλης (πρώην υπουργοί στις κυβερνήσεις του Βενιζέλου), ο πλοίαρχος Γεώργιος Κακουλίδης, ο δήμαρχος του Πειραιά (Αναστάσιος Παναγιωτόπουλος) και μερικά μέλη του δημοτικού του συμβουλίου.

Στο επόμενο:Τα επακόλουθα του 1917.

Σχετικά άρθρα

Νοεμβριανά 1916: Ο Πέτρος και ο Ναύαρχος – Μέρος Τρίτο: Τα γεγονότα του 1917

Αλέξανδρος Μωυσής

Νοεμβριανά 1916, Ο Πέτρος και ο Ναύαρχος – Μέρος Πρώτο: Πώς Φτάσαμε στα Νοεμβριανά

Αλέξανδρος Μωυσής