ΙστορίεςΚαθημερινά

Λυγκιάδες 3 Οκτωβρίου 1943 – Ένα έγκλημα πολέμου της 1ης ορεινής μεραρχίας ορεινών καταδρομών «Εντελβάις»

Ο Ηπειρωτικός Αγών δημοσιεύει την ομιλία του συνεργάτη του Αλέκου Ράπτη από την εκδήλωση μνήμης για το Ολοκαύτωμα των Λυγκιάδων, όπου παρουσίασε φωτογραφικό και ιστορικό υλικό, στη μνήμη των θυμάτων της γερμανικής ναζιστικής βαρβαρότητας.

Η 1η ορεινή μεραρχία ορεινών καταδρομών «Εντελβάις» (1. Gebirgs Division «Edelweiß») αποτέλεσε έναν από τους πιο εγκληματικούς στρατιωτικούς σχηματισμούς της γερμανικής Βέρμαχτ, στην διάρκεια του Β΄Π.Π. Δολοφόνησε πάνω από 60.000 αμάχους στην Ρωσία, στα Βαλκάνια και στα χωριά της Ηπείρου.

Στις αρχές της άνοιξης του 1943, έχει επιστρέψει από τη Ρωσία και διενεργεί εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των ανταρτών στα Βαλκάνια. Στις 6 Ιουλίου 1943, η 1η ορεινή μεραρχία ορεινών καταδρομών «Εντελβάις» χαράσσει πεζή πορεία 230 χιλιομέτρων, με κατεύθυνση προς Ιωάννινα.

Από τα Σκόπια στη Φλώρινα και από εκεί στην Αλβανία, καταστρέφει τα πάντα, ακολουθώντας τη διαδρομή: Κρυσταλοπηγή – Κάπστιστα – Κορυτσά – Λεσκοβίκι – Μπόροβα, διέλευση Σαραντάπορου – Αώου και από εκεί προς λεκανοπέδιο Ιωαννίνων.

H «Επιχείρηση Πάνθηρ» (Unternehmen Panther)

Στις 9 Σεπτεμβρίου 1943 η Ομάδα Στρατιών Ε (Heeresgruppe E) του γερμανικού στρατού, που είχε την έδρα της στο Πανόραμα της Θεσσαλονίκης, αναθέτει στο νεοσυσταθέν 22ο γερμανικό σώμα στρατού (XXII. Gebirgs – A.K), στρατηγός Χούμπερτ Λάνς, (Hubert Lanz) με έδρα τα Ιωάννινα, τη γενική διεύθυνση μιας στρατιωτικής επιχείρησης, εναντίον των ανταρτών που θα έφερε την ονομασία «Επιχείρηση Πάνθηρ», (Unternehmen Panther).

Η στρατιωτική αυτή επιχείρηση απέβλεπε στην εκκαθάριση του κεντρικού δρόμου από Ιωάννινα προς Μέτσοβο και Καλαμπάκα, που ήταν κλειστός εξ αιτίας των ανταρτών, από τον Απρίλιο του 1943, καθώς επίσης και τον δημόσιο δρόμο Ιωαννίνων – Άρτας.

O αντισυνταγματάρχης Γιόζεφ Ζάλμινγκερ Josef Salminger, (Oberstleutnant), διοικητής στο 98ο σύνταγμα ορεινών κυνηγών, GebirgsJagerRegiment 98

Την 1η Οκτωβρίου 1943, στις 2 τα ξημερώματα ο αντισυνταγματάρχης Γιόζεφ Ζάλμινγκερ, της 1ης ορεινής μεραρχίας ορεινών καταδρομών «Εντελβάις», και ο οδηγός του σκοτώνονται σε ενέδρα ανταρτών του ΕΔΕΣ, από την ομάδα του Κωτσο – Τόλη, στα «Πλατανάκια» κοντά στο «Ζήτα» του Τερρόβου, στον Λούρο ποταμό.

Στις 11:40 το πρωί της ίδιας μέρας, η 1η ορεινή μεραρχία ορεινών καταδρομών «Εντελβάις» (στρατηγός Βάλτερ φον Στέτνερ) από τα Ιωάννινα εξέδωσε διαταγή αντιποίνων (σχετικό σήμα Τ – 315/70 – 173, 1η Οκτωβρίου 1943, βραδινή αναφορά της μεραρχίας), δίνοντας μεμονωμένη εντολή στον λοχαγό Αλόις Άιζλ «να εκκαθαρίσει για αντίποινα την περιοχή γύρω από το σημείο του επεισοδίου».

Ταυτόχρονα δε και το 22ο σώμα στρατού δια του στρατηγού Χούμπερτ Λάνς εξέδωσε την διαβόητη «διαταγή αντιποίνων σώματος» (RH28 – 1/111, ημερήσια διαταγή 1ης Οκτωβρίου 1943). Στη «διαταγή αντιποίνων σώματος», ο στρατηγός Χούμπερτ Λάνς ανέφερε σε οργισμένο ύφος: «…αναμένω από την 1η ορεινή μεραρχία να εκδικηθεί αυτή την ειδεχθή, συμμορίτικη δολοφονία, ενός από τους λαμπρότερους διοικητές μας σε μια αμείλικτη επιχείρηση αντεκδίκησης…».

Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα το 22ο γερμανικό σώμα στρατού, με έδρα τα Ιωάννινα, έχει αρχίσει να βάζει σε εφαρμογή την «επιχείρηση Πάνθηρ», που βρίσκεται ήδη σε τροχιά πολεμικής προετοιμασίας.

Η εκτέλεση όμως του αντισυνταγματάρχη Γιόζεφ Ζάλμινγκερ, της 1ης ορεινής μεραρχίας ορεινών καταδρομών «Εντελβάις», την 1η Οκτωβρίου 1943, από αντάρτες του ΕΔΕΣ, αλλά και η αυξημένη παρουσία ανταρτών του ΕΛΑΣ, στην περιοχή ανατολικά των Ιωαννίνων, με κατεύθυνση προς το πέρασμα του Μετσόβου, αποτελούσαν δύο στοιχεία – κωλύματα, τα οποία επιβάρυναν την όλη κατάσταση και έθεταν σε σοβαρό κίνδυνο την εξέλιξη της «επιχείρησης Πάνθηρ».

Η αντίδραση του 22ου γερμανικού σώματος στρατού και της1ης ορεινής μεραρχίας ορεινών καταδρομών «Εντελβάις» με έδρα τα Ιωάννινα, ήταν άμεση. Με συνοπτική διαδικασία αποφασίστηκε αμέσως όπως εφαρμοστούν απάνθρωπα φριχτά αντίποινα κατά του άμαχου πληθυσμού στο χωριό στους Λυγκιάδες, σαν μια «πρόβα τζενεράλε» για το τι πρόκειται να επακολουθήσει, με «επιχείρηση Πάνθηρ», αλλά και για να λειτουργήσει φοβικά και κατοχικά απέναντι στους κατοίκους των Ιωαννίνων.

Η τύχη των αθώων κατοίκων του χωριού των Λυγκιάδων ήταν πλέον προδιαγεγραμμένη, το χωριό αυτό αποτελούσε τον ιδανικό στόχο αντιποίνων για τη γερμανική ναζιστική βαρβαρότητα, καθώς ήταν ορατό και με γυμνό μάτι από την πόλη των Ιωαννίνων, αλλά και σε όλο το λεκανοπέδιο Ιωαννίνων.

Δημήτρης Πουλμέντης καθηγητής της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας και διερμηνέας στην Feldgendarmerie, στη γερμανική στρατιωτική αστυνομία στα Ιωάννινα, Οκτώβριος 1943

O Δημήτρης Πουλμέντης με καταγωγή από τη Χίο, στη διάρκεια της Κατοχής ήταν καθηγητής της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας, αλλά και διερμηνέας στη Feldgendarmerie, στη Γερμανική Στρατιωτική Αστυνομία στα Ιωάννινα.

Μετά τον πόλεμο κατέθεσε ως μάρτυρας στην Κεντρική Υπηρεσία του Ελληνικού Εθνικού Γραφείου Εγκλημάτων Πολέμου στις 2 Αυγούστου 1945, αναφέροντας ότι τα αντίποινα είχαν αποφασισθεί: «λόγω της δολοφονίας του υψηλόβαθμου αξιωματικού (Ζάλμινγκερ) και του οδηγού του, επιλοχία της Feldgendarmerie (Μπάντερ). Ειδικώς γνωρίζω ότι επί διοικήσεως του ανωτέρω στρατηγού (Λάνς), εγένετο και η καταστροφή του χωρίου των Λυγκιάδων διά βομβαρδισμού υπό του Πυροβολικού, μετά την δράσιν του οποίου μεταβάντα επί τόπου αποσπάσματα του Γερμανικού στρατού συνεπλήρωσαν την καταστροφήν προβάντα εις σφαγάς και άλλας ωμότητας των κατοίκων του χωρίου όπερ και επυρπόλησαν…».

Το 79ο Εφεδρικό τάγμα (Feldersatzbattaillon 79), διοικητής λοχαγός Άλφρεντ Σρέπελ (Alfred Schroppel)

Από τις μέχρι τώρα έρευνες, που έχουν διεξαχθεί από έγκριτους ιστορικούς ερευνητές αλλά και από μένα τον ίδιο προσωπικά, σε αρχεία και σε πολεμικά ημερολόγια των μονάδων της «Εντελβάις», αποδεικνύεται ξεκάθαρα ότι οι δολοφονίες του άμαχου πληθυσμού του χωριού των Λυγκιάδων διεπράχθησαν από το 79ο Εφεδρικό τάγμα, που υπαγόταν στην «Εντελβάις», με διοικητή τον Λοχαγό Άλφρεντ Σρέπελ, από τον Σεπτέμβριο του 1943 έως και τον Αύγουστο του 1944. 

Λυγκιάδες 3 Οκτωβρίου 1943, το χρονικό ενός προαναγγελθέντος χαλασμού

Ξημέρωνε Κυριακή 3 Οκτωβρίου 1943, όταν οι περισσότεροι Λυγκιαδίτες άφησαν πίσω τους το χωριό και τράβηξαν να πάνε στους Μουγκλιούς, στις Καρυές, για να ραβδίσουν τα καρύδια, σε έναν οικισμό που είχαν φτιάξει πριν από τον πόλεμο, στην πίσω πλευρά από το βουνό Μιτσικέλι.

To 1945, ο σεμνός δάσκαλος, αείμνηστος Κώστας Απ. Παπαγεωργίου, κατέγραψε τα γεγονότα τα φρίκης και τη βαρβαρότητα του ναζισμού, που βίωσαν οι κάτοικοι του χωριού στις 3 Οκτωβρίου 1943. Τον Ιούνιο του 1947 εξέδωσε ένα μικρό βιβλιαράκι 37 σελίδων, με τον τίτλο «Λυγκιάδες, το χωριό που ρήμαξαν οι Γερμανοί», όπου και αναφέρει: «…Αμέσως από τα Γιάννενα (στις 3 Οκτωβρίου 1943), ξεκίνησαν 5 αυτοκίνητα γεμάτα στρατό, με «Εντελβάις» στο καπέλο, με 2 νοσοκομειακά από πίσω και στη στιγμή φάνηκαν να ανηφορίζουν απέναντι στο δρόμο του Στρουνιού… κατέβηκαν και χωρισμένοι σε 3 ομάδες άρχισαν να ανηφορίζουν. Μία πήρε τον κεντρικό μονοπάτι του λάκκου (Μαράφα), η άλλη τον λάκκο του γεφυριού με την καμάρα, (Σέλλωμα) και η άλλη πιο πέρα, το μονοπάτι που είναι ψηλά από την Ντραμπάτοβα (Φτηλιάς).

Οι λίγοι κάτοικοι, που είχαν μείνει εκείνη τη μέρα στο χωριό, βλέποντας τους καταδρομείς της «Εντελβάις», αιφνιδιάστηκαν πραγματικά. Οι περισσότερες ήταν γυναίκες, που παρέμειναν στο χωριό με τα παιδιά τους, μέσα στα σπίτια τους και δεν προσπάθησαν να φύγουν, γιατί ήθελαν να υπερασπιστούν το βιος τους, για να μην το κάψουν όπως έκαναν οι Γερμανοί και σε άλλα χωριά.

Οι καταδρομείς της «Εντελβάις» διασκορπίσθηκαν μέσα στο χωριό και άρχισαν να μαζεύουν τον κόσμο από τα σπίτια του και να τον συγκεντρώνουν μπροστά στο Σχολείο. Όσες γυναίκες αρνούνταν, τις έσπρωχναν, τις χτυπούσαν με κλωτσιές και με τους υποκόπανους, των όπλων τους.

Τους μάζεψαν όλους με το ζόρι στο Σχολείο, καμιά 90αριά ανθρώπους, γέροντες, γερόντισσες, γυναίκες, κοπέλες, παιδιά, κορίτσια, ακόμη και μωρά τριών (3) μηνών και έβαλαν 2- 3 καταδρομείς με τα γερμανικά αυτόματα να τους φυλάνε.

Οι υπόλοιποι καταδρομείς της «Εντελβάις» άρχισαν το κλέψιμο, κάνοντας πλιάτσικο στα σπίτια του χωριού… Και τι δεν κουβάλησαν στην αυλή του Σχολειού… ρούχα, φλοκάτες, βελέντζες, προικιά κοριτσιών, βουτύρατα, τυριά, μαλλιά για γνέσιμο, καρύδια, αρνιά, ζυγούρια, κότες, κατσαρόλια και χαλκώματα…

Ώσπου ήρθε ο λοχαγός Άλφρεντ Σρέπελ, διοικητής του 79ου Εφεδρικού τάγματος της «Εντελβάις», κρατώντας στο χέρι του ένα ορειβατικό μπαστούνι, δίνοντας εντολές.

Και τότε έδωσε την εντολή του χαλασμού.

Ο Κώστας Απ. Παπαγεωργίου, το 1947, στο βιβλίο του «Λυγκιάδες, το χωριό που ρήμαξαν οι Γερμανοί» αναφέρει: «…ξεχύθηκαν σε ομάδες από δύο – τρεις (καταδρομείς «Εντελβάις») η καθεμία και αρπάζοντας από καμιά δεκαριά γυναικόπαιδα τραβούσαν τον ανήφορο κατά τα σπίτια. Τους γέρους τους πήραν όλους μαζί ξέχωρα και με υποκόπανο, κλωτσιές, βρισιές, σπρωξιές τους τράβηξαν κατά το σπίτι του Π. Τσιρίκη… εκεί μπάζοντας τους στο κελάρι τους πιστόλιζαν και τους άφηναν… άλλοι τραβούσαν τα γυναικόπαιδα και τα θέριζαν με το αυτόματο… άλλα πήγαιναν στον τόπο, άλλα έπεφταν πληγωμένα παρασέρνοντας ζωντανά και τα μικρά που κρατούσαν στην αγκαλιά τους… μια μάνα πληγωμένη για να κάνη το μικρό της να σωπάση μισοσηκώθηκε και το έβαλε στο βυζί. Περνώντας ένας Γερμανός τη βλέπει ζωντανή και τη σκοτώνει μαζί με το μικρό…

Η προφορική μαρτυρία, όπως την καταθέτει το 1947, στο βιβλίο του Κώστα Απ. Παπαγεωργίου, η Ελένη Χολέβα, μια από τους τέσσερις επιζώντες της φριχτής σφαγής είναι συγκλονιστική:

«…Στο δρόμο όσες (γυναίκες) ξέκοβαν να φύγουν, έτρεχαν, τις έπιαναν από τα μαλλιά και με κλωτσιές τις γύριζαν πάλι στο σωρό. Τα μικρά πιάνονταν από τα φουστάνια μας και μας τραβούσαν σκούζοντας. Αυτοί τα έβριζαν και τα έσπρωχναν. Φτάκαμαν στο σπίτι του Χολέβα. Μας έμπασαν όλους μέσα στο κελάρι και βάρεσαν με το πολυβόλο μέσα στο σωρό. Οι άλλοι έπεφταν ολόγυρα. Εμένα μια σφαίρα τρύπησε τη σακούλα με τις παράδες (το πορτοφόλι με τα λεφτά) και βρήκε το παιδί μου τον Αλέξη στο κεφάλι, του τίναξε τα μυαλά και μου γέμισαν το πρόσωπο και τα στήθια. Έπεσα και εγώ σα χαμένη σφίγγοντας στην αγκαλιά το κουτσοκεφαλιασμένο μου παιδί. Ήμουν πνιγμένη στα αίματα. Ήρθαν κάμποσες φορές οι Γερμανοί και γάζωσαν τον σωρό γιατί άκουγαν ακόμα, μικρά ζωντανά να κλαίνε, πλακωμένα ανάμεσα από τους σκοτωμένους…

Οι δολοφόνοι καταδρομείς της «Εντελβάις» ολοκλήρωσαν τη φρίκη της ναζιστικής βαρβαρότητας, βιάζοντας και δύο νεαρά κορίτσια μέσα σε αχυροκάλυβες και, αφού τις ατίμασαν, έβαλαν φωτιά στις αχυροκάλυβες και τις έκαψαν… τις έκαναν στάχτη. Το χωριό καιγόταν ολόκληρο και είχε παραδοθεί στη ναζιστική βαρβαρότητα των δολοφόνων της «Εντελβάις»…

Κόντευε απόγευμα, γύρω στις 4 και οι Λυγκιάδες καίγονταν απ’ άκρη σ’άκρη, όταν, από το Νησί και το Κάστρο Ιωαννίνων, οι Γερμανοί άρχισαν να βάζουν με πυρά πυροβόλων και όλμων επάνω στην κορυφογραμμή του Μιτσικελιού.

Οι Γερμανοί είχαν δει κοντά στην κορυφή του Μιτσικελιού το ψίκι, τη νυφιάτικη πομπή με 50 περίπου άτομα, η οποία πήγαινε να πάρει μια Σαρακατσάνα Βλάχα, που έμενε στα κονάκια των Σαρακατσάνων Βλάχων, στην μπροστινή μεριά του Μιτσικελιού, επάνω, προς το καταφύγιο και οι Γερμανοί τους είχαν περάσει για αντάρτες.

Το ψίκι διαλύθηκε από τα πυρά των πυροβόλων και πήγε μόνο ο γαμπρός με τα αδέλφια του, γύρω στα 4 – 5 άτομα, για να πάρουν τη νύφη, γιατί είχαν μάθει τα καθέκαστα από κάποιους Λυγκιαδίτες που είχαν διασωθεί από το φονικό και είχαν συναντηθεί μαζί τους επάνω στο Μιτσικέλι. Αργά το βράδυ, όταν ο ήλιος πήγαινε να δύσει, οι δολοφόνοι καταδρομείς της «Εντελβάις», αφού είχαν ξεκληρίσει σχεδόν όλο το χωριό, το εγκατέλειψαν αφήνοντας πίσω τους στάχτες και αποκαΐδια. Μαζί τους κουβάλησαν ό,τι έκλεψαν από το χωριό κάνοντας πλιάτσικο, και όλα τα κλεμμένα τα έκαναν σαν σε παρέλαση μέσα στους δρόμους της πόλης των Ιωαννίνων. Οι δολοφόνοι της Εντελβάις έκλεψαν ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς: προικιά κοριτσιών, στολίδια, ασήμια, χαλκώματα, ρούχα, βούτυρα, τυριά, άλογα, βόδια, και γιδοπρόβατα.

Στον δρόμο της επιστροφής ένα τμήμα των δολοφόνων της «Εντελβάις» κατέβηκε κάτω στο Στρούνι για να ερευνήσει τις πληροφορίες για δήθεν «κινήσεις του εχθρού με υποζύγια». Στην πραγματικότητα όμως, πήγαν και εκεί για να κλέψουν και να κάνουν πλιάτσικο. Μπήκαν στο σπίτι του Κολόκα του Θωμά, που εκείνες τις ώρες απουσίαζε, γιατί είχε πάει στο Νησί των Ιωαννίνων, όπου ήταν το Γερμανικό Διοικητήριο και η έδρα της GFP 621 της
Γερμανικής Στρατιωτικής Μυστικής Αστυνομίας, Geheime – Feld – Polizei, για να βγάλει καινούρια ταυτότητα. Η γυναίκα του Κολόκα, η Τασίτσα 37 χρονών, αντιστάθηκε στους δολοφόνους της «Εντελβάις» και ένας Γερμανός την εκτέλεσε με ένα αυτόματο μαζί με τα δύο της παιδιά της, 5 και 7 χρονών αντίστοιχα. Σώθηκε μόνο το τρίτο το παιδί, η Μαρίνα 9 χρονών, ενώ στη συνέχεια οι δολοφόνοι της «Εντελβάις» έβαλαν φωτιά στο σπίτι του Κολόκα, και εκτέλεσαν σε ένα τοίχο μπροστά και τον Μήτσο Παντελή, τον πρόεδρο του Στρουνίου.

Πολεμικό ημερολόγιο της «Εντελβάις», T – 315/70 – 1140 – 3η Οκτωβρίου 1943: «…50 άμαχοι που είχαν εν μέρει κρυφθεί στις κατοικίες τους, εκτελέστηκαν, το χωριό πυρπολήθηκε…»

Το ίδιο βράδυ της 3ης Οκτωβρίου 1943 και ενώ ο θάνατος περιδιάβαινε στα αποκαΐδια των Λυγκιάδων, ο υπολοχαγός Κάρλ – Χάιντς Ροτφούξ (Karl – Heinz Rothfuchs), επικεφαλής της GFP 621 στα Γιάννενα (Geheime – Feld – Polizei), της γερμανικής Στρατιωτικής Μυστικής Αστυνομίας, αλλά και αξιωματικός του γραφείου Ic (3ο Γραφείο), υπεύθυνος στο «τμήμα για την κατάσταση του εχθρού και καταπολέμησης των συμμοριών» σημείωνε στο πολεμικό ημερολόγιο, της 1ης ορεινής μεραρχίας ορεινών καταδρομών «Εντελβάις» μια κατάπτυστη ψευδή αναφορά, ότι υπήρξε «ασθενής εχθρική αντίσταση», συμπληρωματική βραδινή αναφορά, T – 315/70 – 1140 – 3η Οκτωβρίου 1943: «…Το 79ο Εφεδρικό Τάγμα αναφέρει την ολοκλήρωση της επιχείρησης εναντίον των Λυγκιάδων και του Στρουνίου. Οι Λυγκιάδες και τα υψώματα… κατελήφθησαν παρά την ασθενή εχθρική αντίσταση. 50 άμαχοι, που είχαν εν μέρει κρυφθεί στις κατοικίες τους, εκτελέστηκαν, το χωριό πυρπολήθηκε… το χωριό Στρούνι κατοικούταν μόνο από γυναικόπαιδα και καταστράφηκε μόνο μερικώς για να προφυλαχθούν τα νεαρά κοπάδια βοοειδών και γιδοπροβάτων, καθώς και τα αποθέματα γεωργικών προϊόντων».

Η γερμανική ναζιστική βαρβαρότητα όμως δεν έχει όρια, καθώς μετά από 25 ημέρες, ένα μικτό κλιμάκιο με επικεφαλής τον υπολοχαγό Μπέρνχαρντ Τομκόβιακ (Bernhard Tomkoviak), διοικητή της γερμανικής στρατιωτικής αστυνομίας Feldgendarmerie στα Γιάννενα, ανέβηκε στους Λυγκιάδες -εάν είναι δυνατόν!- «για να ανακρίνει τυχόν επιζώντες». Στο κλιμάκιο συμμετείχαν, εκτός του υπολοχαγού Τομκόβιακ, ένας επιλοχίας και δύο στρατιώτες της γερμανικής στρατιωτικής αστυνομίας Feldgendarmerie, καθώς και ο Δημήτρης Πουλμέντης, διερμηνέας στη Feldgendarmerie, γερμανική στρατιωτική αστυνομία και καθηγητής της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας στα Ιωάννινα.

Η προφορική μαρτυρία του Δημήτρη Πουλμέντη, όταν ανέβηκε με το γερμανικό απόσπασμα της γερμανικής στρατιωτικής αστυνομίας Feldgendarmerie «για αναζήτηση επιζώντων», όπως την καταθέτει το 1947, στο βιβλίο του Κώστα Απ. Παπαγεωργίου, είναι συγκλονιστική:

«…Πήγαμε στο χωριό και δεν βρήκαμε κανέναν. Ήταν όλα έρημα. Τα σπίτια μαύρα ερείπια. Στον δρόμο σκορπισμένα ανθρώπινα κόκαλα, φαγωμένα από τα σκυλιά. Σε μια μεριά είδα δύο παιδικά κεφαλάκια γδαρμένα και ξηραμένα. Βρωμούσε πτωμαΐνη όλο το χωριό. Δεν ανέβηκα πιο πάνω ίσως έβλεπα και περισσότερα…».

Η ποινική δίωξη εναντίον των δολοφόνων καταδρομέων της «Εντελβάις» δεν ασκήθηκε ποτέ…

Μεταπολεμικά στις 18 Απριλίου 1956, η ελληνική κυβέρνηση διά του Ελληνικού Εθνικού Γραφείου Εγκλημάτων Πολέμου (διευθυντής Α. Τούσης), ζήτησε από την τότε Δυτική Γερμανία και την Εισαγγελία της Βόννης να ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον των υπαιτίων της σφαγής των Λυγκιάδων.

O διευθυντής Α. Τούσης δήλωσε τότε λανθασμένα -και δεν γνωρίζουμε για ποιους λόγους- ότι οι Λυγκιάδες καταστράφηκαν στις 4 Ιουνίου 1943. Στη συνέχεια οι γερμανικές εισαγγελικές αρχές ακολούθησαν μια λανθασμένη γραφειοκρατική τακτική, με ανακρίβειες στις ημερομηνίες και στα ονόματα των δολοφόνων της Εντελβάις, με αποτέλεσμα η αρχική έρευνα να μην καταλήξει πουθενά.

  • Το 1957 διακόπτεται η αρχική έρευνα της Εισαγγελίας του Μονάχου.
  • Την 1η Ιανουαρίου 1960 διακόπτεται και η δεύτερη έρευνα της Εισαγγελίας του Μονάχου.

Ωστόσο τα στρατιωτικά πολεμικά ημερολόγια της «Εντελβάις» «φωνάζουν από μόνα τους» και αναφέρουν ξεκάθαρα ότι η «επιχείρηση» στους Λυγκιάδες πραγματοποιήθηκε από τους άνδρες του 79ου εφεδρικού τάγματος των ορεινών καταδρομών της «Εντελβάις».

Παρόλα ταύτα οι γερμανικές εισαγγελικές αρχές, ενώ έχουν το αποδεικτικό υλικό μπροστά τους, δεν μπαίνουν καν στον κόπο να τα μελετήσουν και να κάνουν ταυτοποίηση…

Όμως η λανθασμένη ημερομηνία Τούση δεν απαλλάσσει των ευθυνών, τις γερμανικές εισαγγελικές αρχές. Στην δίκη της Νυρεμβέργης (υπόθεση VII) της 10ης Μαΐου 1947, γνωστή ως δίκη των γερμανών ναζί στρατηγών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, είχε γίνει αναφορά στο χωριό Λυγκιάδες για τα εγκλήματα πολέμου κατά αμάχων, που διεπράχθησαν από την 1η ορεινή μεραρχία ορεινών καταδρομών «Εντελβάις» στο χωριό, με ημερομηνία 3 Οκτωβρίου 1943. Επιπλέον δε αντίγραφα αυτών των φακέλων της δίκης της Νυρεμβέργης, κατατέθηκαν στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Ιστορίας στην ίδια πόλη στο Μόναχο, όπου εκδικαζόταν η εισαγγελική έρευνα για τους Λυγκιάδες.

Δυστυχώς όμως -ή μήπως πρέπει να υποθέσουμε και τίποτα άλλο;- την δεκαετία του 1970, ουδέποτε οι γερμανικές εισαγγελικές αρχές και η εισαγγελία του Μονάχου δεν ταυτοποίησαν τη λανθασμένη αυτή ημερομηνία.

H 1η ορεινή μεραρχία ορεινών καταδρομών (1. Gebirgs DivisionEdelweiß”), ένα εγκληματικό υπόδειγμα…

Όπως φαίνεται όμως, ο πόλεμος για τη γερμανική Βέρμαχτ δεν έχει τελειώσει ακόμη… Το έτος 2009 – 2010, μια απόρρητη έκθεση της Γερμανικής Υπηρεσίας Στρατιωτικών Ιστορικών Ερευνών του Γερμανικού Στρατού (MGFA), προς το Γερμανικό Υπουργείο Άμυνας αναφέρει ότι: «H 1η ορεινή μεραρχία ορεινών καταδρομών (1. Gebirgs DivisionEdelweiß”), αποτέλεσε υπόδειγμα για την πολεμική της δραστηριότητα στα Βαλκάνια, στην διάρκεια του Β΄ Π.Π». Ένα υπόδειγμα θα λέγαμε, με τιμές και δάφνες βουτηγμένες στο αίμα των θυμάτων του άμαχου πληθυσμού των χωριών μας.

To 1943, το χωριό Λυγκιάδες είχε 237 κατοίκους.

Οι γερμανοί καταδρομείς της «Εντελβάις»:

  • Έκαψαν 43 σπίτια και 63 αχυροκάλυβες.
  • Στις 13 Οκτωβρίου 1943 το τότε Κοινοτικό Συμβούλιο του χωριού, σε συνεδρίαση του στους Μουγκλιούς – Καρυές, λίγες μόνο ημέρες μετα την καταστροφή, κατέγραψε 81 νεκρούς Λυγκιαδίτες και Λυγκιαδίτισες, που θανατώθηκαν από τους δολοφόνους καταδρομείς της «Εντελβάις».
  • Ωστόσο τα θύματα του χωριού των Λυγκιάδων και του οικισμού Στρούνι είναι πολύ περισσότερα…

Θεωρώ ότι το ζήτημα για τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων και οφειλών δεν έχει κλείσει ακόμη, τουλάχιστον από την ελληνική πλευρά.

Είναι χρέος μας να συνεχίσουμε, γιατί η κληρονομιά, που μας άφησαν όλοι αυτοί οι νεκροί, εδώ στους Λυγκιάδες, αλλά και τα αθώα θύματα των ολοκαυτωμένων χωριών στο Ν. Ιωαννίνων, είναι μια και μοναδική, είναι η ηθική και η ιστορική δικαίωση: «Να μην ξεχάσουμε ποτέ».