Το άγαλμα και η γυναίκα στο παγκάκι, εικόνα στον Μόλο την Κυριακή το πρωί,. επιγραμματική της καθημερινότητά μας πλέον. Και μόνο ο ήχος του παφλασμού του κύματος της λίμνης κι ίσως κάποιο θρόισμα φύλλου ή η φωνή ενός περαστικού πουλιού, σε ηρεμούν. Είναι η πολυτέλεια του περιττού ήχου, της περιττής συναναστροφής, της περιττής εικόνας που μπορούμε να έχουμε. Ακόμη και η έλλειψη ανταλλαγής μιας «καλημέρας» θεωρείται για μας προνόμιο αυτό το πρωινό.
Απόψεις

Σπουδαίοι Έλληνες

Οι μέρες και η ζωή μας στην εποχή του κορωνοϊού μονοπωλούν τα σημερινά σχόλια της Λουκίας Τζάλλα. Τα συνοδεύει μια φωτογραφία από τον Μόλο, δηλωτική των περιορισμών και της ερημιάς της πόλης.

«Αχ! Οι γενναίοι Έλληνες που έκαναν οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου…». Με την επιβλητική φωνή του ο ποιητής και πεζογράφος Ανδρέας Εμπειρίκος την Κυριακή το βράδυ στο κανάλι της Bουλής διάβαζε σε παλαιά μαγνητοσκόπηση ποιήματα από το έργο του. Με συνεπήραν τα λόγια του σε τούτες τις δύσκολες στιγμές που περνάμε. Αναφορά έγινε επίσης στον Γιώργο Σεφέρη, που στην τελετή της απονομής για το Νόμπελ Λογοτεχνίας τον Δεκέμβρη του 1963 είπε για την Ελλάδα: «Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού της, τη θάλασσα και το φως του ήλιου». Καθώς παρακολουθούσα την εκπομπή κι όλα εκείνα τα σπουδαία που ακούγονταν για τους Έλληνες από τους μεγάλους αυτούς ποιητές, άλλο δεν είχα παρά να φέρω μπροστά μου έναν σύγχρονο ωραίο άνθρωπο, έναν σπουδαίο επιστήμονα, τον καθηγητή Σωτήρη Τσιόρδα, που ανέλαβε το έργο να μας ενημερώνει για την πανδημία που ενέσκηψε στον κόσμο. Τόσο συνετά, τόσο ήρεμα και σοφά, που μας έκανε όλους να τον αγαπήσουμε και να κρεμόμαστε από τα χείλη του.

Σπίτι είναι οι άνθρωποί μου

Ένα εξαιρετικό κείμενο, που αντικατοπτρίζει την προσωπικότητα και το έργο του Γιάννη Δάλλα, έγραψε ο Ηλίας Μαγκλίνης στην εφημερίδα Καθημερινή, τις μέρες που έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος ηπειρώτης ποιητής. Ο δημοσιογράφος, που πήγε στο σπίτι του Δάλλα τελευταία, μοιράστηκε μαζί του και τις προσωπικές δύσκολες στιγμές του. Προχθές δημοσίευσε στη στήλη «Μένουμε σπίτι» ένα κείμενό του, το οποίο μας προκάλεσε άπειρα συναισθήματα, από συγκίνηση έως μεγάλο θαυμασμό: «Σπίτι είναι η εστία, είναι εκεί όπου βρίσκονται οι άνθρωποί μου και οι γάτες μας, και τα βιβλία μου και οι μουσικές μου. Τα όνειρα αλλά και οι εφιάλτες μας. Σπίτι είναι εκεί που κοιμάμαι, ο αδιάστατος χώρος όπου ο χρόνος από συντελεστής φθοράς μπορεί να μετατραπεί σε παράγοντα διαρκείας». Το «μένω σπίτι», εξαιτίας της πανδημίας, δεν του πέφτει βαρύ, γράφει. Βαρύς του πέφτει ο λόγος για τον οποίο γίνεται. Κι είναι βαρύτερο για κείνον το γεγονός ότι έχει την κόρη του εδώ και 40 μέρες σε ανοσοκαταστολή στην πτέρυγα «Ελπίδα» του νοσοκομείου «Αγίας Σοφία». Τι να πούμε… Ο καθένας μας έχει τη δική του ιστορία, που μπορεί να είναι κρυμμένη βαθιά ή να φανερώνεται, όπως αυτή. Άλλοι έχουν κάποιον δικό τους, που έχει χρόνιο νόσημα κι ανησυχούν, περιμένοντας με ελπίδες την έκβαση, άλλοι περνούν το Γολγοθά του καλού δημοσιογράφου.

Το φάντασμα της ταράτσας

Ας πάμε σε κάτι πιο ευχάριστο. «Χίλια βήματα κάνω κάθε μέρα μέσα στο σπίτι μου και τα μετρώ σχολαστικά», μου είπε αναγνώστρια κι ακολούθησα το παράδειγμά της. Κάθε πρωί το φως του ήλιου με βρίσκει στην ταράτσα του σπιτιού να μετράω τα βήματά μου, ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες της. Εκείνη προχώρησε και παραπέρα: «Αν θέλεις, πάρε και το τηλέφωνο μαζί σου, για να μιλάς και να περνάει η ώρα σου». Μα επειδή πάντα σ’ αυτή την καθημερινή άσκηση, που κάνω χρόνια τώρα, ποτέ δεν ήθελα να έχω άνθρωπο δίπλα μου, έτσι και τώρα βαρύ μου πέφτει το τηλέφωνο. Οι γείτονες, που με βλέπουν κάθε πρωί, σίγουρα θα με χαρακτηρίσουν ως …το φάντασμα της ταράτσας. Ή μπορεί να  αποτελέσω καλό παράδειγμα για κείνους.

Ο… υπεράνθρωπος της βιτρίνας

Την Κυριακή το πρωί, όμως, μετά την άσκηση στην ταράτσα και αναλογιζόμενη τα δύσκολα που έρχονταν με την απαγόρευση της κυκλοφορίας, συνέχισα την άσκηση κάνοντας πορεία στον Μόλο. Ψυχή δεν ήταν στον δρόμο. Βουβαμάρα, γενικώς. Εξαφανίστηκαν και τα αδέσποτα. Περνώντας από την οδό Λόρδου Βύρωνος τρόμαξα. Στην τζαμαρία του καταστήματος Κυριαζή καθρεφτιζόταν η τεράστια αφίσα με το κεφάλι ενός τραγουδιστή από απέναντι, που πήρε άλλες διαστάσεις στην ψυχολογία μου. Εν ριπή οφθαλμού, η εικόνα πως ήταν άνθρωπος μέσα στο μαγαζί και μάλιστα σε τέτοιες διαστάσεις, απομακρύνθηκε. Λίγο πιο κάτω, στην Καλλάρη, ελάχιστοι ήταν οι πεζοί. Στον Μόλο πολλά τα διερχόμενα αυτοκίνητα, λίγοι οι άνθρωποι. Ένα περιπολικό περνούσε και τρεις αστυνομικίνες ήλεγχαν αν οι άνθρωποι, που γυμνάζονταν, κρατούσαν την απόσταση μεταξύ τους και αν είχαν πάρει τα απαραίτητα άλλα μέτρα, που μας επέβαλε ο κορωνοϊός. Πρόσεχα να μην υπάρχει άνθρωπος ούτε καν σε μεγάλη ακτίνα. Και τότε ήταν που άκουσα να φωνάζουν το όνομά μου από απέναντι. Ακόμη δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω ποιοι ήταν.

Σχετικά άρθρα

Επανέρχονται οι συστάσεις για χρήση μάσκας σε κλειστούς χώρους

Γεωργία Χαλάτση

«Επιμένει» να μας ταλαιπωρεί ο κορωνοϊός

Η επείγουσα φάση έληξε, ο κορωνοϊός παραμένει

Γεωργία Χαλάτση