Εικόνες 1, 2. Η φωτογραφία του Νισήμ Δ. Λεβή και το σκίτσο με τον Τεντέν στην ιστορία «Το Σκήπτρο του Οττοκάρ».
ΙστορίεςΑίθουσα Σύνταξης

Ο Τεντέν στη Χώρα του Νισήμ Λεβή

Ορισμένα σκίτσα στις ιστορίες του Τεντέν μοιάζουν με φωτογραφίες του Νισήμ Δ. Λεβή από την Ήπειρο.

Το άγνωστο τζαμί

Όλα ξεκίνησαν από μια φωτογραφία που τράβηξε ο θείος της γιαγιάς μου Νισήμ Δ. Λεβής (1875-1944). Σε αυτήν φαινόταν κάποια οθωμανική πόλη με τζαμί (Εικόνα 1). Αρχικά δεν αναγνώρισα το μέρος. Όμως η εικόνα μού φάνηκε γνώριμη. Γέλασα όταν συνειδητοποίησα τι μου θύμιζε. Η φωτογραφία έμοιαζε με σκίτσο του Τεντέν στην ιστορία «Το Σκήπτρο του Οττοκάρ» (Εικόνα. 2).

Όχι μόνο φαινόταν και στις δύο εικόνες ένα τζαμί σε παρόμοια θέση, αλλά έμοιαζαν επίσης η ενδυμασία ενός από τους άνδρες, τα κτήρια με τις κεραμοσκεπές, τα δέντρα, το ξερό έδαφος και τα υψώματα.

Η φωτογραφία του Νισήμ τραβήχτηκε στα Γιάννενα, κοντά στη σημερινή οδό Γαριβάλδη, δίπλα στη λίμνη και το Κάστρο. Κρίνοντας από τις σκιές και μερικά άλλα στοιχεία, μάλλον τραβήχτηκε νωρίς ένα απόγευμα το καλοκαίρι του 1912, λίγο πριν ξεσπάσουν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Ο φωτογράφος κοίταζε δυτικά προς τη σημερινή οδό Ανεξαρτησίας και το Μπαϊρακλί Τζαμί, το οποίο στεκόταν μέχρι το 1931 στη ζεύξη των οδών Ανεξαρτησίας, Καλλάρη και Βύρωνος. Στα δεξιά του φωτογράφου στεκόταν η «Νέα Συναγωγή», που καταστράφηκε στην Κατοχή.

Το σκίτσο του Ζορζ Ρεμἰ (1907-1983), του δημιουργού του Τεντέν, ο οποίος χρησιμοποιούσε το καλλιτεχνικό όνομα Ερζέ (από τα αρχικά του Ερ και Ζε), δημοσιεύτηκε μαυρόασπρο στο Βέλγιο την Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου του 1938 στη χριστουγεννιάτικη έκδοση του περιοδικού «Ο Μικρός Εικοστός» (Le Petit Vingtième). Το ένθετο περιοδικό για παιδιά συνόδευε κάθε Πέμπτη το τεύχος της συντηρητικής καθολικής καθημερινής εφημερίδας «Ο Εικοστός Αιώνας» (Le XXme Siècle).

Επί έναν ολόκληρο χρόνο, από τις 4 Αυγούστου του 1938 μέχρι τις 10 Αυγούστου του 1939, ο Ρεμί δημοσίευε κάθε εβδομάδα σε συνέχειες δύο σελίδες της ιστορίας με τον τίτλο «Οι Περιπέτειες του Τεντέν στη Συλδαβία» (Εικόνες 3, 4).

Εικόνες 3, 4. Αριστερά: Το σκίτσο της Εικόνας 2 στην αρχική του μορφή όπως εκδόθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1938. Δεξιά: Το έγχρωμο ολοσέλιδο ένθετο σκίτσο που επίσης δημοσιεύτηκε εκείνη τη μέρα σαν χριστουγεννιάτικο δώρο για τους μικρούς αναγνώστες του βελγικού περιοδικού.

Πολύ αργότερα, το 1947, ο Ρεμί χρωμάτισε τα σκίτσα, έκανε μερικές διορθώσεις, άλλαξε τον τίτλο και τα δημοσίευσε σε λεύκωμα με τον τίτλο «Το Σκήπτρο του Οττοκάρ».

Ο πλανόδιος λεμοναδοπώλης

Θα μου πείτε πως, αν και μοιάζει λίγο το σκίτσο του Ρεμί με τα Γιάννενα, σίγουρα ο Βέλγος είχε άλλο μέρος στον νου του. Βλέπουμε άλλωστε γράμματα με το κυριλλικό αλφάβητο στην πρόσοψη του αστυνομικού τμήματος – την επιγραφή ГЕНДАРМАСКАИА που θυμίζει το γαλλικό Gendarmerie (Χωροφυλακή). Παρεμπιπτόντως, βλέπω στο διαδίκτυο πως στα σερβικά, η λέξη γράφεται Жандармерија στα βουλγαρικά (και τα ρωσικά) Жандармерия, στα κροατικά Žandarmerija, στα πολωνέζικα Żandarmeria, στα τούρκικα jandarma, και στα αλβανικά Xhandarmëria. Ο Ρεμί δεν είχε το διαδίκτυο με τις μεταφραστικές εφαρμογές του στα δάχτυλά του, αλλά συχνά τα έργα του παρουσιάζουν μια σύνθεση ιδεών από διαφορετικά μέρη.

Εικόνες 5, 6, 7. Αριστερά, το σκίτσο με τον πλανόδιο λεμοναδοπώλη. Στο κέντρο, από το αρχείο του Ρεμί, η φωτογραφία που ενέπνευσε τον δημιουργό του Τεντέν. Δεξιά, σε λεπτομέρεια από τη φωτογραφία, τα ελληνικά γράμματα με το ΠΡΑΤΗΡΙΟΝ ΣΙΓΑΡΕΤΤΩΝ και το ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟΣ.

Σε ένα σκίτσο του, που εμφανίστηκε στις 9 Φεβρουαρίου 1939, ο Τεντέν ζητάει οδηγίες από έναν πλανόδιο λεμοναδοπώλη για τον δρόμο προς το παλάτι. Ο πωλητής φοράει φέσι και πίσω του διακρίνονται σπίτια με κεραμοσκεπές, ένας μιναρές και στο βάθος υψώματα. Θυμίζει και αυτή η εικόνα οθωμανική πόλη (Εικόνα 5). Εδώ όμως ξέρουμε από πού πήρε ο Ρεμί την ιδέα για το σκίτσο: Στα αρχεία του υπάρχει μια εικόνα με έναν πλανόδιο λεμοναδοπώλη (Εικόνα 6 -από το βιβλίο Tintin: The Complete Companion του Michael Farr).

Η εικόνα στο αρχείο του Ερζἐ έκρυβε μια έκπληξη. Κοιτώντας προσεκτικά τα γράμματα στις ταμπέλες πίσω από τον λεμοναδοπώλη, παρατήρησα πως είναι στα ελληνικά! Στη βιτρίνα του μαγαζιού φαίνεται καθαρά η ένδειξη ΠΡΑΤΗΡΙΟΝ ΣΙΓΑΡΕΤΤΩΝ. Στον πάνω όροφο διακρίνονται αμυδρά οι λέξεις ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟΣ και πιο πάνω ένα όνομα που αρχίζει με τα γράμματα ΑΝΝΑ… (Εικόνα 7). Μάλλον είναι η πρώτη φορά που γίνεται η επισήμανση αυτή.

Να λοιπόν που δεν είναι εξωπραγματικό το να συνδέσει κανείς τα σκίτσα του Τεντέν με τη χώρα του Νισήμ Δ. Λεβή. Ο πλανόδιος στη λιθογραφία ήταν μάλλον Θεσσαλονικιός. Το βουνό πίσω του είναι ο Χορτιάτης όπως φαινόταν από το λιμάνι πριν υψωθούν οι πολυκατοικίες που τώρα κρύβουν τη θέα του. Διακρίνεται η χαμηλότερη από τις δύο κορυφές του.

Να προσθέσω εδώ και μια ακόμη λεπτομέρεια. Αφού ο λεμοναδοπώλης φορούσε φέσι και οι ταμπέλες είναι στα ελληνικά, η εικόνα χαράχτηκε μάλλον πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923 και μετά την απελευθέρωση της πόλης το 1912. Η κάρτα ήταν πιθανότατα κειμήλιο από την παρουσία των συμμαχικών στρατευμάτων στην πόλη στη διάρκεια του Α’ ΠΠ.

Στα μητρώα της πόλης από τότε, το ένα τρίτο των οδοντογιατρών στη Θεσσαλονίκη ήταν Εβραίοι. Όλοι χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα. Ίσως το οδοντιατρείο πίσω από τον πλανόδιο να ανήκε σε μέλος της οικογένειας Ανναβί, αφού αυτό ήταν το μόνο επώνυμο που βρήκα στη λίστα με τα θύματα του Ολοκαυτώματος που αρχίζει με τα γράμματα ΑΝΝΑ… Ανάμεσα στους αδικοχαμένους το 1943 υπάρχει το όνομα του Δαβίδ Ανναβί. Ίσως το οδοντιατρείο να ανήκε στον πατέρα του, που ονομαζόταν… Νισήμ.

Η κωμόπολη στους πρόποδες του βουνού

Στο επόμενο σκίτσο, όπου υπάρχουν ομοιότητες με φωτογραφία του Νισήμ Λεβή, ο Τεντέν βρίσκεται σε αεροσκάφος των βελγικών αερογραμμών SABENA, ένα ιταλικής κατασκευής Savoia-Marchetti S.73 που έκανε τότε το δρομολόγιο Βρυξέλλες-Πάργα σε συνεργασία με τις τσεχοσλοβακικές αερογραμμές CSA. Ενώ κάθεται στο μικρό αεροπλάνο, ο Τεντέν ξεφυλλίζει ένα τουριστικό φυλλάδιο με πληροφορίες για τη φανταστική χώρα Συλδαβία προς την οποία υποτίθεται ότι ταξιδεύει. Το όνομα της χώρας ο Ρεμί το πήρε μάλλον από τις ρουμανικές επαρχίες Τρανσυλβανία και Μολδαβία. Στο τουριστικό φυλλάδιο υπάρχει μια φωτογραφία της επαρχιακής πόλης Niedzdrow (είναι και αυτή η πόλη φανταστική, ενώ το όνομα της ηχεί σαν πολωνικό). Η τοπογραφία μοιάζει με το Δέλβινο, το οποίο φωτογράφησε ο Νισήμ το 1914 (Εικόνες 8, 9).

Εικόνες 8, 9. Αριστερά φανταστική κωμόπολη Niedzdrow της Συλδαβίας στην κοιλάδα του Wladir από το λεύκωμα «Το Σκήπτρο του Οττοκάρ» που εκδόθηκε το 1947 και δεξιά το Δέλβινο σε φωτογραφία του Νισήμ Δ. Λεβή από το 1914 όταν αποτελούσε μέρος της βραχύβιας Αυτόνομης Δημοκρατίας της Βορείου Ηπείρου.
Εικόνα 10. Το τουριστικό φυλλάδιο για τη φανταστική χώρα Συλδαβία, το «βασίλειο του Μαύρου Πελεκάνου». Θυμίζει αυτός ο χαρακτηρισμός το τότε «βασίλειο του Μαύρου Αετού», δηλαδή την Αλβανία.

Στην περιγραφή αυτής της φανταστικής χώρας βρίσκει κανείς στοιχεία που θυμίζουν την Αλβανία, τη Σερβία, τη Ρουμανία και την Πολωνία. Ο ηγεμόνας της Μουσκάρ ΙΒ’ και το παλάτι του θυμίζουν τον βασιλιά του Βελγίου Λεοπόλδο Γ’. Στην αρχική του μορφή, όταν εκδόθηκε στις 24 Νοεμβρίου 1938, το σκίτσο αυτό δεν είχε μιναρέ (Εικόνα 10). Ο μιναρές προστέθηκε στην μεταπολεμική έγχρωμη έκδοση.

Θυμίζω πότε δημοσιεύτηκε αυτή η ιστορία: Από τον Αύγουστο του 1938 μέχρι τον Αύγουστο του 1939. Λίγους μήνες, δηλαδή, μετά την προσάρτηση της Αυστρίας στη Γερμανία του Χίτλερ τον Μάρτιο του 1938, την εποχή που η Ιταλία του Μουσολίνι κατέλαβε την Αλβανία και μόλις λίγες ημέρες πριν τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία, που ήταν το έναυσμα του Β’ ΠΠ. Σε μια επιστολή του σε έναν φίλο στις 12 Ιουνίου 1939, ο Ρεμί ανέφερε «Συλδαβία είναι η Αλβανία!» Στην περιπέτεια του Ρεμί, ο «κακός» ηγέτης Μούσλερ της γειτονικής Μπορντουρίας απειλεί να προσαρτήσει τη Συλδαβία συνενώνοντας τις δύο χώρες. Η Μπορντουρία αποτελεί λοιπόν καρικατούρα της Γερμανίας, που είχε ήδη καταλάβει τότε την Αυστρία και απειλούσε την Πολωνία, σε συνδυασμό με καρικατούρα της Ιταλίας που απειλούσε τότε την Αλβανία. Εξ ου και το όνομα του «κακού» ηγέτη Μούσλερ, που συνδυάζει τα ονόματα Μουσολίνι και Χίτλερ. Τα έμπλεξε μετά, όπως θα δούμε, ο Ζορζ Ρεμί, ωστόσο προπολεμικά το έργο του ήταν αντιφασιστικό. Νωρίτερα ήταν και αντισταλινικό στην πρώτη ιστορία του «Ο Τεντέν στη Χώρα των Σοβιέτ». 

Το κάρο με τα βόδια και το αυτοκίνητο

Ένα άλλο σκίτσο  του Ρεμί, που θυμίζει τα Γιάννενα στις φωτογραφίες του Νισήμ Δ. Λεβή, δείχνει δύο χωρικούς που συνοδεύουν ένα κάρο με βόδια. Δημοσιεύτηκε στις 15 Δεκεμβρίου του 1938. Όταν ο Ρεμί χρωμάτισε το σκίτσο το 1947 πρόσθεσε στοιχεία με την γύρω ύπαιθρο (Εικόνες 11, 12).

Σε φωτογραφίες του Νισήμ Λεβή τραβηγμένες στα Γιάννενα το 1910 βλέπουμε παρόμοια κάρα με τους φεσοφόρους συνοδούς τους (Εικόνες 13, 14).

Εικόνες 11, 12, 13, 14. Πάνω, το σκίτσο με το κάρο με τα βόδια, στην αρχική του μαυρόασπρη μορφή όπως εκδόθηκε στις 15 Δεκεμβρίου του 1938 και στη μεταπολεμική έγχρωμη επανέκδοση του. Κάτω, δύο φωτογραφίες του Νισήμ Δ. Λεβή κοντά στα μέγαρα της οικογένειας Λεβή γύρω στο 1910.

Λίγο αργότερα, γύρω στο 1912, ο Νισήμ φωτογράφισε στο ίδιο σημείο, στη γωνία των οδών Κουντουριώτου και Ζάππα, ένα από τα πρώτα αυτοκίνητα που εμφανίστηκαν στα Γιάννενα, ένα Φορντ, Μοντέλο Τ. Αντίστοιχο όχημα είχε σχεδιάσει και ο Ρεμί το 1931 για την περιπέτεια «Ο Τεντέν στο Κογκό». 

Εικόνες 15, 16. Ένα αυτοκίνητο Φορντ, Μοντέλο Τ στα Γιάννενα το 1912 σε φωτογραφία του Νισήμ Δ. Λεβή και στην περιπέτεια «Ο Τεντέν στο Κογκό» που πρωτοεκδόθηκε το 1931.

Οι παραλληλισμοί ανάμεσα στις χώρες του Νισήμ και του Τεντέν

Οι ομοιότητες ανάμεσα στα σκίτσα του Ρεμί και την Ήπειρο, όπως τη βλέπουμε στις φωτογραφίες του Νισήμ Λεβή, δεν είναι τυχαίες. Απλά μας υπενθυμίζουν πόσο έμοιαζαν μεταξύ τους οι βαλκανικές πόλεις και τα χωριά στην Τουρκοκρατία. Αν και ο Ρεμί συνδύασε στοιχεία από διάφορα μέρη στο έργο του, αυτά θυμίζουν συχνά την Ήπειρο και τα Γιάννενα. Οι ομοιότητες δεν περιορίζονταν μόνο στην τοπογραφία, αλλά αφορούσαν και την καθημερινότητα και τις παραδόσεις.

Όποιος διαβάσει τα βιβλία του Σέρβου Νομπελίστα Ίβο Άντριτς (που καταγόταν από τη Βοσνία) ή του Αλβανού Ισμαήλ Κανταρέ (του οποίου πατρίδα ήταν η «Πέτρινη Πόλη», το Αργυρόκαστρο), θα βρουν στοιχεία που θυμίζουν την ηπειρωτική ιστορία.

Οι μηχανορραφίες του γάλλου και του αυστριακού πρόξενου, που διαδραματίζονται επί Τουρκοκρατίας στο Τράβνικ της Βοσνίας το 1810 στο ομώνυμο χρονικό του Άντριτς, θα μπορούσαν να είχαν συμβεί το 1910 στα Γιάννενα ανάμεσα στον πρόξενο της Αυστρίας Κονσταντίν Μπιλίνσκι και τον Γάλλο Εντγκάρ Ντισάπ. Διατηρούνται φωτογραφίες με τους δύο διπλωμάτες μαζί σε βαρκάδα στη λίμνη Παμβώτιδα (βλ. το βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών βιβλίο «Το Πανόραμα του Νισήμ Λεβή: 1898-1944», εκδόσεις Καπόν).

Αντίστοιχα, τον θρύλο σχετικά με την ανθρωποθυσία στο γεφύρι της Άρτας («Αν δε στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δε στεριώνει») τον βρίσκουμε επίσης στο βιβλίο του Άντριτς Το Γεφύρι του Δρίνου όπως και στο έργο του Κανταρέ Το Γεφύρι με τις Τρεις Καμάρες. Η κοινή βαλκανική αυτή παράδοση έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα, όπως στον μύθο με τη θυσία της Ιφιγένειας στην Αυλίδα για να φυσήξει ούριος άνεμος. 

Όπου φυσάει ο άνεμος: Η κατοχική αδιαφορία του Ρεμί

Λίγες μέρες μετά τη δημοσίευση της τελευταίας σελίδας της ιστορίας «Το Σκήπτρο του Οττοκάρ», η Γερμανία επιτέθηκε στην Πολωνία δίνοντας το έναυσμα για τον Β’ΠΠ. Στις 17 Μαΐου 1940, ο γερμανικός στρατός κατέλαβε τις Βρυξέλλες. Η εφημερίδα «Εικοστός Αιώνας», όπου δημοσίευε κάθε Πέμπτη τις ιστορίες του ο Ρεμί, έκλεισε. Μαζί με την εφημερίδα, διακόπηκε και η έκδοση της περιπέτειας «Ὁ Τεντέν στη Χώρα του Μαύρου Χρυσού».

Ο Ρεμί διέφυγε αρχικά με την οικογένειά του στη Γαλλία, όπως και χιλιάδες άλλοι Βέλγοι. Όμως, μετά την ήττα και τη συνθηκολόγηση της Γαλλίας, επέστρεψε στο Βέλγιο όπου είχε παραμείνει και ο βασιλιάς Λεοπόλδος. Στους συντηρητικούς καθολικούς κύκλους του Ρεμί αρκετοί θεωρούσαν ότι η Γερμανία είχε υπερισχύσει πλέον στην Ευρώπη, οπότε ήταν έτοιμοι να αποδεχθούν τη «Νέα τάξη» που επέβαλλε ο ναζισμός στη γηραιά Ήπειρο. Όπως παραδέχτηκε ο Ρεμί σε συνέντευξη του σε δύο ολλανδούς δημοσιογράφους στη Χάγη τον Μάρτιο του 1973, «Ομολογώ ότι κι εγώ επίσης πίστεψα πως το μέλλον της Δύσης θα μπορούσε να εξαρτηθεί από τη Νέα τάξη. Για πολλούς, η δημοκρατία ήταν μια απογοήτευση, και η Νέα τάξη έφερνε μια καινούργια ελπίδα. Τέτοιες ιδέες ήταν αρκετά διαδεδομένες στους καθολικούς κύκλους».

Υποθέτω πως η τύχη των Εβραίων και των άλλων μειονοτήτων ελάχιστα τον απασχόλησαν. Αντίθετα, όπως έγραψε τον Σεπτέμβριο του 1940 σε ένα συνεργάτη του: «Δεν είναι τώρα ώρα να λησμονηθεί κανείς, πρέπει αντίθετα να επωφεληθεί την απουσία γαλλικού ανταγωνισμού για να κυριαρχήσει στην αγορά». Να προσθέσω εδώ ότι, μαζί με τους Γάλλους, τυχόν Εβραίος ανταγωνιστής θα είχε και αυτός παραγκωνιστεί, αφού οι Εβραίοι στο Βέλγιο, όπως και αλλού, υπέστησαν τα ρατσιστικά μέτρα που περιόρισαν τις δυνατότητες απασχόλησής τους και μετά είτε εκτοπίστηκαν και θανατώθηκαν, ή κρύφτηκαν προστατευμένοι από χριστιανούς συμπολίτες τους.

Τον Οκτώβριο του 1940, ο Ρεμί βρήκε απασχόληση στην κατοχική εφημερίδα Le Soir (Η Εσπέρα). Καθοδηγούμενη από την κατοχική ηγεσία και ελεγχόμενη από τη λογοκρισία, η εφημερίδα έγινε γνωστή στην αντίσταση σαν Le Soir Volé, δηλαδή Η Κλεμμένη Εσπέρα. Ο Ρεμί συνέχισε να δημοσιεύει εκεί τις ιστορίες του.

Ενώ προπολεμικά οι περιπέτειες του Τεντέν είχαν τάση αντιφασιστική, όταν άρχισε η γερμανική κατοχή στο Βέλγιο, ο τόνος άλλαξε αισθητά. Έτσι, στην περιπέτεια «Το Μυστηριώδες Άστρο» που κυκλοφόρησε σε καθημερινά αποσπάσματα στην εφημερίδα Le Soir από τις 20 Οκτωβρίου 1941 μέχρι τις 22 Μαΐου του 1942, βλέπουμε πλέον συμπάθεια προς τη «Νέα τάξη» της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης. Η ιστορία σχετίζεται με τον ανταγωνισμό ανάμεσα σε δύο ομάδες επιστημόνων να σώσουν τον κόσμο. Σαν σημαία τους, οι «κακοί» έχουν την αμερικάνικη (Εικόνα 17), ενώ οι «καλοί» είναι όλοι δυτικοευρωπαίοι, ένας Βέλγος, ένας Γάλλος, ένας Σουηδός, ένας Ισπανός, ένας Γερμανός, ένας Ελβετός, και ένας Πορτογάλος. Για να μπουν οι μικροί του αναγνώστες στο κλίμα της εποχής, ο Ρεμί δεν παρέλειψε και σκίτσα στα οποία ειρωνευόταν τους Εβραίους, όπως αυτό που δημοσίευσε τη Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 1941 με δύο Εβραίους έξω από τα γραφεία κάποιου Λεβή (Εικόνα 18). Τα στοιχεία αυτά αφαιρέθηκαν ή μεταβλήθηκαν στη μεταπολεμική έκδοση της ιστορίας που εμείς γνωρίσαμε αργότερα…

Εικόνες 17, 18. Ενδεικτικά της εποχής, όπου στα μάτια του Ρεμί οι γερμανοί ναζί και η «Νέα τάξη τους» φάνταζαν ακατανίκητοι ενώ οι Αγγλοαμερικανοί και οι Εβραίοι ήταν οι «κακοί», είναι τα σκίτσα από «Το Μυστηριώδες Άστρο» που κυκλοφόρησε στην κατοχική εφημερίδα Le Soir από τον Οκτώβριο του 1941 ως το Μάιο του 1942.

Όπου φυσήξει ο άνεμος λοιπόν: Όσοι θαύμασαν τους ναζί και τον «πολιτισμό» τους, αργά ή γρήγορα απογοητεύτηκαν, καθώς με την εξέλιξη του πολέμου η ζυγαριά άρχισε να κλίνει υπέρ των συμμάχων. Στην Ελλάδα, η απογοήτευση μάλλον ήρθε με τη μεγάλη πείνα και τις στερήσεις, όσο κι αν οι κατοχικές δυνάμεις προσπάθησαν να τις φορτώσουν στους δωσίλογους. Στη Γαλλία, πολλοί που αποδέχτηκαν αρχικά τη «Νέα τάξη» άλλαξαν απότομα στάση, όταν οι Γερμανοί άρχισαν να μεταφέρουν νεαρούς Γάλλους για αναγκαστική υπηρεσία στη Γερμανία (με την STO – Service du travail obligatoire). Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του μετέπειτα προέδρου Φρανσουά Μιτεράν, o οποίος αρχικά υπηρέτησε ως αξιωματούχος στην κατοχική κυβέρνηση του στρατάρχη Πεταίν αλλά αργότερα, όταν άλλαξε ο άνεμος, άλλαξε κατεύθυνση, συνεργάστηκε με την αντίσταση. Στο Βέλγιο, οι γαλλόφωνοι Βαλόνοι στον κύκλο του Ρεμί απογοητεύτηκαν όταν οι γερμανικές αρχές έδειξαν σαφή προτίμηση προς τους ολλανδόφωνους Φλαμανδούς.

Όταν άλλαξε η τροχιά του πολέμου, οι ιστορίες του Τεντέν απομακρύνθηκαν από γεγονότα σχετικά με τις πολιτικές εξελίξεις και έγιναν ουδέτερες. Ο Ρεμί συνέχισε να τις δημοσιεύει στην κατοχική εφημερίδα.

Τη στάση του αυτή του «δεν βαριέσαι» στη διάρκεια της κατοχής, ο Ρεμί την πλήρωσε αμέσως μετά το τέλος του πολέμου. Με την απελευθέρωση ο ίδιος έγινε αμέσως στόχος για τις διάφορες αντιστασιακές επιτροπές που ξεφύτρωσαν στο Βέλγιο μέχρι να κατασταλάξει η κατάσταση. Μάλιστα η αντιστασιακή εφημερίδα La Patrie δημοσίευσε στις 10 Σεπτεμβρίου 1944 μια σειρά από ειρωνικά σκίτσα με τίτλο «Οι περιπέτειες του Τεντέν και του Μιλού στη χώρα των ναζί» (Εικόνα 19).

Εικόνα 19. Μερικά σκίτσα από τη σατυρική σειρά «Ο Τεντέν και ο Μιλού στη χώρα των ναζί» που κυκλοφόρησε στο Βέλγιο αμέσως μετά την απελευθέρωση.

Ο βασιλιάς του Βελγίου Λεοπόλδος Γ’, τον οποίο θαύμαζε ο Ρεμί, οδηγήθηκε στην εξορία από τους Γερμανούς και αργότερα παραιτήθηκε από τον θρόνο για να τον αντικαταστήσει ο γιος του Μποντουέν. Ο ίδιος ο Ρεμί πιάστηκε και αφέθηκε ελεύθερος τέσσερεις φορές. Για δύο χρόνια μετά την απελευθέρωση τού αφαιρέθηκε η άδεια άσκησης του επαγγέλματός του στον τύπο. Αργότερα όμως μπόρεσε να συνεχίσει να εκδίδει τις ιστορίες του με παγκόσμια επιτυχία.

Ο Ρεμί «ταλαιπωρήθηκε» λοιπόν λιγάκι μεταπολεμικά για τη στάση του στην κατοχή.

Σε αντίθεση με τον Βέλγο Ρεμί, ο αδικοχαμένος στο Άουσβιτς Γιαννιώτης Νισήμ Δ. Λεβής δεν έζησε για να επιστρέψει στην πατρίδα του και δεν γνώρισε ποτέ τη μεταπολεμική Ευρώπη που διάβαζε Τεντέν.

ΠΗΓΕΣ
  • Tα έγχρωμα άλμπουμ του Ερζέ με τις περιπέτειες του Τεντέν και οι μαυρόασπρες δημοσιεύσεις τους στις Βελγικές εφημερίδες Le XXme Siècle και Le Soir (που υπάρχουν στο διαδίκτυο).
  • Jean-Marie Apostolidès, Les Μetamorphoses de Tintin (Paris, 1984).
  • Pierre Assouline, Hergé (1996).
  • Michael Farr, Tintin: The Complete Companion (2001).
  • Benoit Peeters, Hergé, Fils de Tintin (2006).
  • Patrick Merand, Les Coulisses d’Hergé (2020).
  • Bob Garcia, Hergé, Les Ultimes Secrets (2023).

Σχετικά άρθρα

1943: Ο θείος Εμίλ στο τελευταίο τρένο από το Παρίσι στην Κωνσταντινούπολη

Αλέξανδρος Μωυσής

1921: Ευχές στα Γιάννενα από τα χιονισμένα βουνά της Μικράς Ασίας – Μέρος Β: Ο χειμώνας μετά το Σαγγάριο

Αλέξανδρος Μωυσής

1921: Ευχές στα Γιάννενα από τα χιονισμένα βουνά της Μικράς Ασίας – Μέρος Α: Η επιστράτευση την άνοιξη του 1921

Αλέξανδρος Μωυσής