Μερική άποψη της Κουάλα Λουμπούρ
Ιστορίες

Μέρες της Κουάλα Λουμπούρ…

Η συνεργάτις του Ηπειρωτικού Αγώνα Γεωργία Σκοπούλη βρίσκεται τους τελευταίους μήνες στην Κουάλα Λουμπούρ και από εκεί γράφει στον Ηπειρωτικό Αγώνα για τη ζωή και την καθημερινότητα κατοίκων και επισκεπτών.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Ηπειρωτικό Αγώνα για την πλήρη ενημέρωση, που μου παρείχε όλον αυτόν τον καιρό που λείπω από τα Γιάννενα. Τα νέα έρχονται με έξι ώρες… καθυστέρηση, όσο και η διαφορά ώρας. Λεπτομέρεια! Και έτσι ζούσα κι εγώ τον παλμό της πόλης μας! Πολύ ζήλεψα τα πολιτιστικά της…

Άλλοι τόποι άλλοι άνθρωποι, με άλλα ήθη και έθιμα, διαφορετική κουλτούρα και πολιτισμό και άλλους… ρυθμούς.

Μαλαισιανοί Μουσουλμάνοι, Μαλαισιανοί Κινέζοι και Μαλαισιανοί Ινδοί: όλοι ντόπιοι. Και Ευρωπαίοι και Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί, Αμερικάνοι και Νοτιοαφρικάνοι. Ο καθένας με τον δικό του πολιτισμό ο καθένας με την κουλτούρα του και την δική του γλώσσα.

Τους ενώνει, όμως, ο τόπος που κατοικούνε, ο σεβασμός προς αυτόν και του ενός απέναντι στον άλλον είτε πρόκειται για τη γλώσσα, τη θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα.

Κουάλα Λουμπούρ, 23-2-2020

Η χώρα αυτή είναι η Μαλαισία

Εδώ στην άκρια της γης, στη Νοτιοανατολική Ασία. Με πληθυσμό 32.385.000 κατοίκους και έκταση 329.750 τετραγωνικά χιλιόμετρα (τρεις φορές όσο η Ελλάδα: 131.957).

Χώρα πολυεθνική και πολυπολιτισμική. Ο μισός πληθυσμός Εθνοτικοί Μαλαισιανοί με μεγάλες μειονότητες Μαλαισιανών Κινέζων (η δεύτερη μεγαλύτερη κοινότητα υπερποντίων Κινέζων στον κόσμο), Μαλαισιανών Ινδών και αυτόχθονων λαών.

Το Σύνταγμα παρέχει θρησκευτική ελευθερία, αλλά αναγνωρίζει το Ισλάμ ως την καθιερωμένη θρησκεία του κράτους, οι μουσουλμάνοι αποτελούν το 40% του πληθυσμού.

Έχει βασιλιά, ο οποίος είναι ο αρχηγός του κράτους. Επικεφαλής της κυβέρνησης είναι ο πρωθυπουργός. Το κυβερνητικό σύστημα βασίζεται στο κοινοβουλευτικό σύστημα του Ουεστμίνιστερ.

Είναι μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη χώρα. Η οικονομία της βασίζεται στους φυσικούς της πόρους, αλλά επεκτείνεται και στους τομείς της επιστήμης και του τουρισμού.

Η πρόσφατη ταχεία ανάπτυξη της Μαλαισίας έχει προσελκύσει εκατομμύρια μετανάστες εργαζομένων από ολόκληρη την Ασία και από τον κόσμο όλον.

Η πρωτεύουσά της, η Κουάλα Λουμπούρ, με πληθυσμό 1.809.699 κατοίκους, και με τα περίχωρα αγγίζει τα επτά εκατομμύρια, είναι η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη της Μαλαισίας και η ταχύτερα αναπτυσσόμενη περιοχή της από άποψη πληθυσμού και οικονομίας (Τα στοιχεία από τη Βικιπαίδεια).

Σαν τουρίστρια μιλάω

Σε αυτή την πόλη λοιπόν, εξαιτίας των εγγονών μου που μένουν εδώ, βρέθηκα κι εγώ σαν τουρίστρια. Και σαν τουρίστρια, που ζει εδώ κοντά πέντε μήνες, μιλάω. Και για το χώρο στον οποίο ζω: Ένα τεράστιο πάρκο με προδιαγραφές βορειοευρωπαϊκές, περιφραγμένο, με 26 οικισμούς ξεχωριστούς, σαν χωριά, με φρουρούς στην είσοδο, και γύρω στους 35.000 κατοίκους.

Για τρεις μήνες μόνο μπορείς να έχεις τουριστική βίζα, μπορείς όμως να κάνεις ένα μικρό κοντινό ταξιδάκι, Ταϊλάνδη ή Σιγκαπούρη, δηλαδή να βγεις στο εξωτερικό, και παίρνεις τρεις μήνες ακόμα.

Ζούγκλα πολυκατοικιών μέσα στη ζούγκλα

Θερμοκρασία καλοκαιρινή, 28-30 βαθμούς χειμώνα – καλοκαίρι, αλλά μερικές φορές και 35-38. Πολλές βροχές, που κρατάνε λίγες ώρες και είναι καλοδεχούμενες. Και πάρα πολλή υγρασία. Πολύ πράσινο. Η Κουάλα Λουμπούρ είναι χτισμένη μέσα στη ζούγκλα, γκρεμίζουν δέντρα και χτίζουν πολυκατοικίες. Και η… ζούγκλα των πολυκατοικιών κινδυνεύει να ξεπεράσει την πραγματική, ίσως στο κέντρο-κέντρο να συνέβηκε κιόλας.

Ταχεία ανάπτυξη, αναπτυσσόμενη χώρα με γοργούς αριθμούς και ρυθμούς – και η λέξη ανάπτυξη, κατά την γνώμη μου, σε εισαγωγικά. Ανάπτυξη για ποιον; Και ποιος είναι ο μεγάλος κερδισμένος; Μήπως, όπως και σε όλον τον κόσμο, οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι; Ο καπιταλισμός στο φόρτε του! Ξέρει πολύ καλά να χειρίζεται και να διαχειρίζεται και τους ανθρώπους και τις πολιτικές τους. Δημιουργεί ανάγκες, εκεί που δεν υπάρχουν, και… καταναλωτές.

Κυκλοφορείς στους δρόμους ελεύθερα χωρίς φόβο. Βέβαια, εξαρτάται πού κυκλοφορείς! Εξαρτάται πού μένεις. Αν και στο κέντρο μπορείς να κυκλοφορήσεις χωρίς φόβο, και πάντα με την προσοχή, όπως σε κάθε μεγάλη πρωτεύουσα του πλανήτη.

Οι μετανάστες πολυτελείας και οι εχούμενοι ντόπιοι

Υπάρχουν περιοχές και περιοχές. Όλων των βαλαντίων. Οι μετανάστες πολυτελείας -δεν μπορώ διαφορετικά να τους ονομάσω- και οι εχούμενοι ντόπιοι, που είναι πάρα πολλοί, μένουν σε περιοχές περιφραγμένες και περιφρουρούμενες, όπου υπάρχουν μέσα πολυκατοικίες άνω των 30 και 40 ορόφων (από τους οποίους οι δέκα -και ανάλογα το ύψος- είναι πάρκινγκ) ή μονοκατοικίες διώροφες, τριώροφες με πολύ πράσινο, δέντρα και λουλούδια, παιδικές χαρές και πισίνες και γυμναστήρια. Και είναι σωτηρία η πισίνα με αυτή τη ζέστη, γιατί η θάλασσα είναι αρκετά μακριά και δεν κολυμπάς παντού, εκτός και αν πας στα όμορφα νησάκια.

Κυκλοφορείς λοιπόν στους δρόμους και χαζεύεις! Άνθρωποι από όλες τις φυλές και από όλες τις θρησκείες. Γυναίκες με καυτά σορτσάκια, γυναίκες με μακριά φορέματα και τις μαντίλες στο κεφάλι, γυναίκες με το σάρι και την κόκκινη βούλα στο μέτωπο. Καροτσάκια με μωρά και καροτσάκια με σκυλιά, και πολλές φορές δυο και τρία μαζί μέσα στο καροτσάκι αν είναι μικρά –τα σκυλιά…

Με τα σκυλιά κανένα πρόβλημα, καμία ενόχληση. Κανένα αδέσποτο. Στα πάρκα κουτιά με τα σακουλάκια για τις ακαθαρσίες. Ακόμα και ένα πάρκο όλο δικό τους -των σκυλιών- υπάρχει για τις… απαραίτητες γνωριμίες!

Και η μέρα ξεκινάει από το… χάραμα

Και το πρωί από τα χαράματα γεμάτα τα πάρκα με γυμναζόμενους μοναχικούς, αλλά και κατά ομάδες, Κινέζοι κυρίως, με κάποιον υπεύθυνο εκπαιδευτή και με μουσική. Άμα θέλεις, τους χαζεύεις και μαθαίνεις τις ασκήσεις και τις κάνεις στο σπίτι σου ή λίγο πιο πέρα!

Και κατά τις 7.30 το πρωί γεμάτοι οι πεζόδρομοι – ποδηλατόδρομοι με παιδιά, που με ποδήλατα και πατίνια πάνε στο σχολείο. Τα πιο πολλά, όμως, τα πάνε οι γονείς με τα αυτοκίνητα -εξαρτάται και πόσο μακριά μένουν. Όμως και τα αυτοκίνητα πολλά, πάρα πολλά, το κάθε σπίτι έχει τουλάχιστον δυο! Οι άνθρωποι εδώ δεν κυκλοφορούν με τα πόδια. Είναι και η ζέστη, αλλά νομίζω είναι η συνήθεια περισσότερο. Παντού στα πάρκα, στις πλατείες, έχει πάρκινγκ με πληρωμή, στα πολυκαταστήματα, στα μάρκετ και εννοείται σε όλα τα σπίτια και τις πολυκατοικίες. Στους δρόμους κανένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο!

Φεύγεις από το σπίτι σου, που έχει αιρ-κοντίσιον, με το αυτοκίνητο που και αυτό έχει αιρ-κοντίσιον και μπαίνεις κατευθείαν μέσα στον χώρο που θέλεις, για καφέ, για φαγητό, στον κινηματογράφο, στη συναυλία, στα πολυκαταστήματα, στα σούπερ μάρκετ, στα μουσεία, όλα με αιρ-κοντίσιον. Και μετά αναρωτιέσαι πού είναι η ζέστη; Και οπωσδήποτε να κουβαλάς και κανένα κασκόλ και κανένα ζακετάκι! Αν το ξεχάσεις, ξεπάγιασες! Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει με τους ντόπιους, αυτοί μόνο ζεσταίνονται… και γι’ αυτό κυκλοφορούν τα χαράματα και το βραδάκι, που έχει κάπως δροσίσει.

Τι κάνουμε εμείς και αρκετοί άλλοι, εδώ στην ευρύτερη γειτονιά μας; Κυκλοφορούμε με ποδήλατα, στις κοντινές αποστάσεις, για το σχολείο των παιδιών, για ψώνια, για φαγητό, για καφέ και ευτυχώς οι δρόμοι είναι γεμάτοι δέντρα και έχει σκιά.

Αν χρειαστεί να κυκλοφορήσεις προς το κέντρο της Κουάλα Λουμπούρ, όπου είναι και τα περισσότερα αξιοθέατα, χρειάζεσαι αυτοκίνητο, γιατί οι αποστάσεις είναι μεγάλες. Έχει ηλεκτρικό τρένο (χωρίς οδηγό!), αλλά όχι σε όλες τις περιοχές. Όπως και τα λεωφορεία δεν κυκλοφορούν παντού. Έχει όμως πολύ φτηνό ένα είδος ταξί. Σε όλη την Κουάλα Λουμπούρ και στην επαρχία κυκλοφορούν και πάρα πολλά μηχανάκια, κυρίως τα χρησιμοποιούν οι ντόπιοι και οι μετανάστες. Και είναι χαρακτηριστικό που, όταν ξαφνικά πιάσει η καταιγίδα, γεμίζουν οι γέφυρες από κάτω σταματημένα μηχανάκια, μέχρι να σταματήσει η βροχή, που συνήθως δεν αργεί.

Και η κατανάλωση καλά κρατεί!

Και τα εστιατόρια! Άπειρα! Ντόπια μαλαισιανά, κινέζικα, ινδικά, ταϊλανδέζικα, κορεάτικα και ιαπωνικά, ιταλικά και από τη Σρι Λάνκα και ό,τι μπορεί να βάλει ο νους σου. Τα ντόπια πολύ φτηνά και ο κόσμος τα προτιμάει από το να μαγειρεύει. Πολλοί είναι αυτοί που δεν μαγειρεύουν, και πλούσιοι και φτωχοί.

Στις γειτονιές των ντόπιων, αλλά και στις λαϊκές, μαγειρεύουν εκείνη την ώρα στο ύπαιθρο και πουλάνε, άλλοι μαγειρεύουν στα σπίτια τους και τα φέρνουν προς πώληση. Επίσης υπάρχουν σε διάφορα πάρκα και πλατειούλες άνθρωποι με τα αυτοκίνητά τους και κανά δυο τραπέζια με καρέκλες και πουλάνε έτοιμο φαγητό. Και τα ντελίβερι πάνε και έρχονται…

Και τα άπειρα πολυκαταστήματα με όλες τις μόδες και τις μάρκες του παγκοσμιοποιημένου μάρκετινγκ γεμάτα! Κυρίως τα Σαββατοκύριακα, που είναι όλα ανοιχτά, γίνεται πανικός, λες και ο κόσμος αυτός δεν έχει τι να κάνει και μόνο ψωνίζει! Και αυτό ισχύει σε όλη την πόλη, σε όλα τα πολυκαταστήματα.

Και το κάπνισμα απαγορεύεται παντού. Υπάρχουν, όμως, στις πλατείες σε όλες τις γωνίες τασάκια. Και ο νόμος τηρείται και ο τζίρος σταθερός (μόνο στην Ελλάδα δεν τηρείται, διότι πέφτει ο τζίρος…)

Υπάρχουν φτωχοί, όχι όμως εξαθλίωση

Η ζωή αυτή σίγουρα δεν είναι η ζωή στην άλλη Κουάλα Λουμπούρ. Πώς ζούνε οι ντόπιοι μη εχούμενοι; Πώς ζούνε οι φτωχοί; Πώς ζούνε οι πραγματικοί μετανάστες από την υπόλοιπη Ασία, τις Φιλιππίνες, το Μπαγκλαντές και άλλες φτωχότερες χώρες; Γιατί εδώ τις «παρακατιανές» δουλειές δεν τις κάνουν οι ντόπιοι! Ποιες θεωρούνται παρακατιανές; Στις οικοδομές, που είναι άπειρες σε όλη την πόλη· καθαριστές στους κήπους, στα πάρκα, στις πλατείες, στα σπίτια· οι άπειροι ιδιωτικοί φρουροί· και οι πάρα πολλές υπηρέτριες. Πάντως, αν συγκριθεί με άλλες χώρες στην περιοχή και αλλού στον κόσμο, δεν βλέπεις ζητιάνους, δεν βλέπεις εξαθλίωση.

Το είπα και στην αρχή. Προσπάθησα να περιγράψω ένα κομμάτι αυτής της πόλης. Αυτό που βιώνω. Σε μια περιοχή με πολύ πράσινο, που κυκλοφορείς άνετα, με τεράστιους πεζόδρομους και πάρκα, με πισίνες και λίμνη με ψάρια. Σε μια περιοχή που δεν νιώθεις ξένος και δεν φοβάσαι. Που οι μονοκατοικίες είναι η μια δίπλα στην άλλη, κολλητές, και κανένας δεν ενοχλεί κανέναν, που μπορεί και να μην γνωρίζουν τους διπλανούς τους, άντε ένα «good morning» να ανταλλάσσουν, αν ο ένας πέσει πάνω στον άλλον. Που απλώνουν τα ρούχα τους σε τεράστιες απλώστρες και ένα-ένα στις κρεμάστρες και τα βγάζουν κοντά στον πεζόδρομο, για να τα βλέπει καλύτερα ο ήλιος. Που μπαινοβγαίνουν στο αυτοκίνητο, χωρίς καν να τους βλέπεις, γιατί είναι παρκαρισμένα στο έβγα της πόρτας τους! Και στο πίσω μέρος του σπιτιού είναι διαμπερή, είναι γεμάτο λουλούδια και δεντράκια και ένα μονοπάτι μόνο για πεζούς και ποδήλατα.

Οι περισσότεροι γείτονες είναι Μαλαισιανοί, Κινέζοι και μετά έρχονται οι Μαλαισιανοί Ινδοί, και στη συνέχεια οι «μετανάστες πολυτελείας» από τις άλλες χώρες, Ευρώπη και λοιποί. Όπως κι εμείς.

Που για να μπει κάποιος σε αυτόν τον περιφραγμένο χώρο, όπου μπορεί να κατοικούν και 2.000 άνθρωποι, πρέπει να μένει εκεί. Αν είναι επισκέπτης, μάστορας ή ό,τι άλλο, τηλεφωνούν οι θυρωροί στο σπίτι σου και σου αναγγέλλουν τον επισκέπτη και σε ρωτάνε να του επιτρέψουν την είσοδο ή όχι.

Για τους νέους, που θα το τολμήσουν, ίσως να είναι μια πρόκληση!

Αυτή ήταν μια περιληπτική «ξενάγηση» από τη δική μου τη μεριά, πώς βλέπω μερικά πράγματα στον λίγο καιρό που είμαι εδώ (και για την περιοχή στην οποία ζω).

Πολλοί με ρωτούν: Θα μπορούσες να ζήσεις στην Κουάλα Λουμπούρ; Δεν θα το ήθελα. Νομίζω σαν την Ελλάδα δεν βρίσκεις πουθενά! Στην ανάγκη ναι. Και αυτό το ναι, με προϋποθέσεις! Η σύνταξή μου, βέβαια, δεν θα μου το επέτρεπε! Στις γειτονιές των ντόπιων ή στην επαρχία σίγουρα ζεις πιο οικονομικά. Το οικονομικό, λοιπόν είναι το κύριο!  Όμως δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και να μπορείς να τολμάς και να ρισκάρεις, αν στην πατρίδα σου δεν έχεις «πού την κεφαλήν κλίναι». Ή αν θέλεις πολύ περισσότερα ή αν θέλεις να γνωρίσεις τον κόσμο… Διαφορετικά, ποιος άνθρωπος θέλει να φύγει από τον τόπο του αν περνάει καλά; Για τους νέους είναι ίσως μια πρόκληση!

Στη Γεωργία Σκοπούλη μίλησαν Ελληνίδες, που ζουν μόνιμα στην Κουάλα Λουμπούρ και περιγράφουν τη ζωή και την καθημερινότητά τους στη μακρινή Μαλαισία. Αύριο -τιμώντας τη Μέρα της Γυναίκας- ο Ηπειρωτικός Αγών θα δημοσιεύσει την πρώτη από τις επτά συνεντεύξεις, που πήρε η συνεργάτιδά του. Εν ευθέτω χρόνω θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες. 

Σχετικά άρθρα

«Μετανάστες πολυτελείας, γιατί μπορούμε να επιλέγουμε!»

«Δεν ήρθα με τη χαρά ότι θα πάω στη Μαλαισία να ζήσω!»

Γεωργία Σκοπούλη

«Η Ασία για μένα είναι ένα μεγάλο σχολείο!»

Γεωργία Σκοπούλη