Εικόνα 1: Μια γκραβούρα του Joseph Latour από τα μέσα του 19ου αιώνα με το πέρασμα Port de Venasque στα γαλλοϊσπανικά σύνορα (από τη δημοτική βιβλιοθήκη της Τουλούζ).
ΙστορίεςΑίθουσα Σύνταξης

1902-2022: Ακολουθώντας τα Ίχνη του Νισήμ Λεβή στα Πυρηναία

Η ανάβαση σε απότομα μονοπάτια από τη Γαλλία ως την Ισπανία στα βραχώδη Πυρηναία έμοιαζε συναρπαστική στις γυάλινες φωτογραφίες του Νισήμ Λεβή από το 1902. Μετατρέποντας το παρελθόν σε μέλλον, αποφάσισα να ακολουθήσω τα ίχνη του στο άγριο αυτό τοπίο. Στη διαδρομή έμαθα ότι πολλοί άλλοι είχαν ακολουθήσει τα μονοπάτια αυτά σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες.

Η ορειβασία του Νισήμ τον Ιούλιο του 1902

Στα παιδικά μου χρόνια, πριν καταπιαστώ με τη μεθοδική ανάλυση των γυάλινων στερεοσκοπικών φωτογραφιών του αδικοχαμένου στο Άουσβιτς προγόνου μου Νισήμ Δ. Λεβή από τις αρχές του 20ου αιώνα, πίστευα πως όλες όσες απεικόνιζαν άγρια βουνά είχαν τραβηχτεί κάπου κοντά στην πατρίδα του τα Γιάννενα.

Μερικές όμως δεν ταίριαζαν με ηπειρωτικά τοπία στην Τουρκοκρατία. Οι άνδρες που εμφανίζονταν σε αυτές, αντί για το παραδοσιακό τότε φέσι, φορούσαν μπερέδες. Με τη βοήθεια σημειώσεων του φωτογράφου βρήκα ότι είχαν τραβηχτεί στα Πυρηναία όρη στη νότια Γαλλία, όταν ο Νισήμ ήταν μαθητευόμενος γιατρός στο Παρίσι. Είχε πάει εκεί με ένα γενειοφόρο πρώην συμφοιτητή και φίλο του στις καλοκαιρινές τους διακοπές το 1902. Εγκαταστάθηκαν στην γαλλική πόλη Bagnères de Luchon, ένα θέρετρο με ιαματικά λουτρά στους πρόποδες των Πυρηναίων.

Σε παρισινές εφημερίδες της εποχής βρήκα πως ο Νισήμ επισκέφτηκε τα Πυρηναία τον Ιούλιο του 1902. Έγραφε στις 15 Αυγούστου η εφημερίδα Le Gaulois σε ανταπόκριση από τη Luchon: «Ποτέ στο παρελθόν η σεζόν δεν ήταν πιο εντυπωσιακή για τη Luchon. Ποτέ μήνας Αύγουστος δεν είδε συγκεντρωμένους περισσότερους επιφανείς. Ο βασιλιάς του Βελγίου αναμένεται στις 22 και θα παραμείνει για έναν περίπου μήνα». Στη λίστα των διακεκριμένων επισκεπτών, μαζί με διάφορους κόμητες και μαρκήσιους υπάρχει και το όνομα του γιατρού Νταβισιόν –πρόκειται για τον Νισήμ Νταβιτσόν Λεβή, γιο του γιαννιώτη προύχοντα Νταβιτσόν Εφέντη. Σε άλλη παρισινή εφημερίδα (την αγγλόφωνη New York Herald στις 11 Αυγούστου), εκτός από τον γιατρό Νταβισιόν αναφέρονται συναυλίες στο καζίνο, πυροτεχνήματα, χοροεσπερίδες, ιππικοί αγώνες, ανάβαση με το τελεφερίκ της πόλης στο ύψωμα Superbagneres (την οποία φωτογράφησε και ο Νισήμ) και ταυρομαχία! Σε ένα άλλο θέρετρο της νότιας Γαλλίας, την Aix-Les-Bains, παραθέριζε εκείνες τις μέρες και ο βασιλιάς της Ελλάδας Γεώργιος Α’.

Ένα ηλιόλουστο ιουλιάτικο πρωινό, ο Νισήμ και ο φίλος του ξεκίνησαν από την Bagnères de Luchon για το χάνι Hospice de France που βρίσκεται 10 χιλιόμετρα στα νοτιοανατολικά της πόλης. Η διαδρομή καλύπτεται στις μέρες μας με αυτοκίνητο σε 20 λεπτά. Εκείνοι πήραν ένα αμάξι με δύο άλογα και η διαδρομή θα τους πήρε καμμιά ωρίτσα. Διασώζεται μια φωτογραφία από την άφιξη τους στο χάνι. Από την κατεύθυνση των σκιών υπολογίζω ότι έφτασαν γύρω στις 9:30 (Εικόνες 2-3). Από τις σκιές στις φωτογραφίες και με χάρτες μπόρεσα επίσης να ανασυνθέσω και την υπόλοιπη διαδρομή τους.

Εικόνες 2-3: Η άφιξη του Νισήμ και του συμφοιτητή του με αμάξι από την Bagnères de Luchon στο χάνι Hospice de France. Η ώρα περίπου 9:30 το πρωί. Δεξιά, το ίδιο σημείο στις μέρες μας όταν επιστρέψαμε απόγευμα από την ανάβαση μας. Το μέρος ήταν καλυμμένο με πυκνή ομίχλη όταν ξεκινήσαμε εκείνο το πρωί.

Οι δύο μαθητευόμενοι γιατροί νοίκιασαν άλογα και, μαζί με ξεναγό που φορούσε μπερέ, ξεκίνησαν από το Hospice de France για τα γαλλοϊσπανικά σύνορα, τα οποία βρίσκονται στην απέναντι βουνοκορφή. Καθώς ανέβαιναν, σταμάτησαν και φωτογράφισαν πίσω τους το μονοπάτι που μόλις είχαν διασχίσει (Εικόνες 4-5).

Εικόνες 4-5. Αριστερά, το μονοπάτι από το χάνι Hospice de France προς τα γαλλοϊσπανικά σύνορα όπως το φωτογράφησε ο Νισήμ Λεβής το 1902 και δεξιά στις μέρες μας.

Γύρω στο μεσημέρι (κρίνοντας πάλι από την κατεύθυνση του ήλιου), αφού σκαρφάλωσαν το πιο απότομο μέρος της διαδρομής, ο Νισήμ και η παρέα του έφτασαν στη βουνοκορφή και στο άνοιγμα που συνδέει τη Γαλλία στον βορρά με την Ισπανία στον νότο. Ενώ οι υπόλοιποι διέσχιζαν το στενό πέρασμα στο συναρπαστικό αυτό σημείο που λέγεται Port de Venasque στα Γαλλικά (Portillion de Benasque στα Ισπανικά), ο Νισήμ στάθηκε πίσω τους και φωτογράφισε τη στιγμή. Μπροστά τους στο βάθος διακρίνεται χιονισμένο το ισπανικό όρος Μαλαντέτα (Εικόνες 6-7).

Εικόνες 6-7. Στις 12 περίπου το μεσημέρι, ο Νισήμ Λεβής και η παρέα του διέσχισαν τα γαλλοϊσπανικά σύνορα από το στενό πέρασμα Port de Venasque. Δεξιά, το ίδιο σημείο στις μέρες μας.

Όταν πέρασαν στην ισπανική πλευρά, καταστάλαξαν για λίγο απολαμβάνοντας την όμορφη θέα προς τα ανατολικά (Εικόνες 8-9).

Εικόνες 8-9. Λίγο μετά το μεσημέρι στην ισπανική πλευρά των συνόρων, με την κάμερα του φωτογράφου να κοιτάει προς την ανατολή. Δεξιά, η ίδια περιοχή στις μέρες μας.

Δεν διασώθηκαν άλλες φωτογραφίες από την ανάβαση αυτή. Ωστόσο, στις σημειώσεις του ο Νισήμ αναφέρει ότι συνέχισαν τη διαδρομή τους νότια σε ισπανικό έδαφος προς το όρος Μαλαντέτα και ανέβηκαν σε «υψόμετρο 2865 μέτρων» πριν επιστρέψουν στα σύνορα και κατέβουν στο χάνι Hospice de France απ’ όπου είχαν ξεκινήσει εκείνο το πρωί. 

Το παρελθόν που έγινε μέλλον

Κάποια στιγμή πριν μερικά χρόνια συνειδητοποίησα ότι ο θείος της γιαγιάς μου Νισήμ Λεβής είχε διαλέξει ωραίους προορισμούς για τις νεανικές διακοπές του. Είχε παραθερίσει σε μέρη τα οποία δεν θα είχα επισκεφτεί αν δεν μου είχαν δώσει την αφορμή οι φωτογραφίες του (βλ. Το Μυστήριο με το Ατύχημα του 1927, Η.Α., 8 Οκτ. 2019).

Οι φωτογραφίες αυτές ανήκαν στο παρελθόν: Το παρελθόν του Νισήμ Λεβή πριν τη δολοφονία του από τους ναζί και το παρελθόν το δικό μου, αφού σαν παιδί έπαιζα στο σπίτι των παππούδων μου με τον προβολέα και τις τρισδιάστατες γυάλινες φωτογραφίες του Νισήμ. Άλλα παιδιά έβλεπαν τότε φωτογραφίες σε τρεις διαστάσεις με τους προβολείς-παιχνίδια View-Master της Ντίσνεϊ. Εγώ έπαιζα με το «Πανόραμα του Νισήμ Λεβή» και τον προβολέα που αποκαλούσα «κρατηδώρ» (βλ. Το Πανόραμα του Νισήμ Λεβή: 1898-1944, εκδόσεις Καπόν).

Όταν αποφάσισα φέτος να αναρριχηθώ στην κορυφή των Πυρηναίων σκαρφαλώνοντας τις απότομες βουνοπλαγιές κοντά στα γαλλοϊσπανικά σύνορα, ενώ προετοιμαζόμουν, το παρελθόν αυτό έγινε για μένα μέλλον.

Μελετώντας τον χάρτη και τις μαρτυρίες ορειβατών στο διαδίκτυο, συνειδητοποίησα πως, για να ανέβει κανείς πεζός εκεί ψηλά, θα χρειαστεί να προπονηθεί καλά πριν πάει.

Το μονοπάτι που πήρε ο Νισήμ με την παρέα του τον Αύγουστο του 1902 υπάρχει ακόμη σχεδόν απαράλλακτο. Η απόσταση από το Hospice de France μέχρι το Port de Venasque στα σύνορα είναι 7 χιλιόμετρα. Η ανάβαση ξεκινάει σε υψόμετρο 1375 μέτρα και φτάνει μέχρι τα 2450 μέτρα στην κορυφή. Δηλαδή ανάβαση πάνω από χίλια μέτρα, με μέσο όρο 154 μέτρα πιο ψηλά σε κάθε χιλιόμετρο πορείας.

Η πορεία ξεκινάει σε μια κοιλάδα (την Vallée de la Frêche) δίπλα σε ένα ρυάκι. Όμως δύο χιλιόμετρα μετά την αφετηρία, ο ορειβάτης αντικρύζει μια απότομη βουνοπλαγιά μπροστά του. Το ρυάκι εκεί σχηματίζει καταρράκτες, ενώ το μονοπάτι κάνει καμμιά τριανταριά απανωτά ζιγκ-ζαγκ για να φτάσει τελικά σε μια κοιλάδα σε υψόμετρο 2250 μέτρα (Εικόνα 10).

Εικόνα 10. Το αρχικό μέρος της διαδρομής στη Vallée de la Frêche κοντά στο Hospice de France όπως φωτογραφήθηκε από ιπτάμενο drone πρόσφατα (φωτογραφία από το διαδίκτυο). Στο βάθος διακρίνεται η απότομη βουνοπλαγιά που οδηγεί στις τέσσερεις λίμνες.

Στο μικρό αυτό οροπέδιο σχηματίζονται τέσσερεις συνδεδεμένες λίμνες από τα νερά των χιονιών που λιώνουν στις βουνοκορφές (Εικόνα 11).

Εικόνα 11. Οι τέσσερεις λίμνες στο μικρό οροπέδιο 150 μέτρα κάτω από την Port de Venasque.
Εικόνα 12. Το τελευταίο μέρος της διαδρομής από φωτογραφία του 1900. Το άνοιγμα στην κορυφή, 150 μέτρα πάνω από τη λίμνη, είναι τα σύνορα στο Port de Venasque σε υψόμετρο 2450 μέτρα.

Μόλις ο ορειβάτης φτάσει στις λίμνες, αντικρύζει μπροστά του ένα επιβλητικό τείχος από σχιστόλιθο με ύψος 150 μέτρα. Στην κορυφή του, κομμένο στον βράχο, υπάρχει ένα μονοπάτι το οποίο άνοιξαν άνθρωποι πριν αρκετούς αιώνες. Εκεί βρίσκεται η Port de Venasque και το πέρασμα από τη Γαλλία προς την Αραγκόν της Ισπανίας (Εικόνα 12).

Διασχίζοντας το πέρασμα, ο επισκέπτης αντικρύζει απέναντι του το «Όρος των Καταραμένων» (Montagne des Maudits στα γαλλικά ή Maladetta στα ισπανικά).

Με την προοπτική της καλοκαιρινής ορειβασίας, αρχίσαμε μαζί με τη σύζυγο μου Ρεβέκκα πορείες προετοιμασίας στη γειτονιά μας στην Καλιφόρνια όπου υπάρχουν αρκετοί λόφοι. Μπορεί ο Νισήμ να είχε διασχίσει το πέρασμα έφιππος και με ξεναγό, αλλά εμείς σκοπεύαμε να φτάσουμε εκεί πεζοί μαζί με ηλεκτρονικούς χάρτες και με καθοδήγηση GPS. 

120 χρόνια μετά τον Νισήμ: Η ανάβαση μας τον Ιούλιο 2022

Όπως και ο Νισήμ το καλοκαίρι του 1902, έτσι κι εμείς φτάσαμε στην παραμεθόρια πόλη Bagnères de Luchon. Εγκατασταθήκαμε σε ένα παλιό ξενοδοχείο στον κεντρικό δρόμο της πόλης κοντά στα θερμά λουτρά. Κάπου εκεί θα είχε διαμείνει και ο Νισήμ πριν 120 χρόνια. Εμείς πάντως δεν βρήκαμε ούτε βασιλιάδες εκεί, ούτε χοροεσπερίδες, ούτε… ταύρους και ταυρομαχίες.

Με τα σακίδια μας γεμάτα με άφθονο νερό και με λίγα τρόφιμα, οδηγήσαμε το πρωί της 1ης Ιουλίου από τη Luchon στο Hospice de France. Το παλιό χάνι έχει μεγαλώσει λίγο σε σχέση με το 1902 αλλά παραμένει το μόνο κτήριο στην περιοχή. Ξεκινήσαμε την πορεία μας στις 8:30 το πρωί μέσα σε πυκνή ομίχλη. Είχε βρέξει το προηγούμενο βράδυ. Για την εκδρομή μας αναμενόταν αργότερα λιακάδα με θερμοκρασία γύρω στους 20 βαθμούς. Καιρός ιδανικός για την πορεία μας. Δεν βιαζόμασταν. Ξέραμε ότι με τα άλογα ο Νισήμ έκανε τη διαδρομή ως τα σύνορα μέσα σε δυόμιση ώρες. Εμείς υπολογίζαμε πως η πορεία ως τη βουνοκορφή θα μας έπαιρνε πάνω από τρεις. Και μετά άλλες τρεις για την επιστροφή.

Ανεβαίνοντας, κάναμε συχνές στάσεις για να φωτογραφίσουμε τη συναρπαστική θέα. Η συγκίνηση μου ήταν μεγάλη όποτε έφτανα σε σημείο γνώριμο από τις φωτογραφίες του Νισήμ, τις φωτογραφίες από τα παιδικά μου χρόνια. Φτάσαμε στις λίμνες στις 11:30. Εκεί χρειάστηκε να διασχίσουμε ένα τμήμα με παγωμένο χιόνι. Αν γλιστρούσαμε, το αποτέλεσμα θα ήταν τσουλήθρα δέκα μέτρα και βουτιά στα ρηχά αλλά κρύα νερά της βουνίσιας λίμνης (Εικόνα 13).

Εικόνα 13. Σε υψόμετρο 2250 μέτρα χρειάστηκε να διασχίσουμε παγωμένο χιόνι. Ένα γλίστρημα εδώ σήμαινε τσουλήθρα και βουτιά στα παγωμένα νερά της λίμνης! Στη φωτογραφία η σύζυγός μου Ρεβέκκα.

Είχαμε αρχίσει να κουραζόμαστε, και το θέαμα του γκρεμού που θα έπρεπε να σκαρφαλώσουμε για να φτάσουμε στην περίφημη «πόρτα» προς την Ισπανία στον σχιστόλιθο ήταν επιβλητικό. Ξεκινήσαμε πάλι με αποφασιστικότητα για το τελευταίο αυτό κομμάτι της ανάβασης και φτάσαμε στην κορυφή στις 12:30.

Το τοπίο εκεί είναι μοναδικό. Όχι μόνο επειδή η θέα προς την Ισπανία και προς τη Γαλλία είναι επιβλητική, αλλά και επειδή το μέρος αυτό είναι ιστορικό.

Στην επιστροφή μας προς το Hospice de France περάσαμε το απόγευμα εκείνης της ημέρας κατεβαίνοντας σιγά-σιγά και απολαμβάνοντας το τοπίο. Στην ανάβαση, η αβεβαιότητα για το αν τελικά θα καταφέρναμε να φτάσουμε ως την κορυφή δεν μας είχε επιτρέψει να έχουμε την ίδια άνεση.

Τις επόμενες μέρες επισκεφτήκαμε δύο ακόμη τοποθεσίες τις οποίες είχε φωτογραφίσει ο Νισήμ: Την περιοχή γύρω στην κοιλάδα του ποταμού Ζελά και τον εντυπωσιακό καταρράχτη στο Cirque de Gavarnie.

Για να σκαρφαλώσουμε τα Πυρηναία, επιλέξαμε μήνα καλοκαιρινό και μέρα δροσερή και στεγνή. Για μας, όπως και για τον πρόγονο Νισήμ, η πορεία αυτή έγινε για αναψυχή.

Άλλοι ωστόσο, διέσχισαν το άγριο αυτό τοπίο σε πολύ διαφορετικές συνθήκες και με ελάχιστη προετοιμασία. Τα μονοπάτια αυτά έγιναν, στον iσπανικό εμφύλιο πόλεμο και στη διάρκεια της gερμανικής κατοχής της Γαλλίας, οι «Δρόμοι της Ελευθερίας» (Chemins de Liberté). Έτσι αποκαλούνται τώρα από ιστορικούς και πολιτιστικούς συλλόγους. Η κατεύθυνση προς την οποία πορεύονταν οι πρόσφυγες άλλαξε από πόλεμο σε πόλεμο.

Το μονοπάτι της υποχώρησης και της σωτηρίας

Προηγήθηκε η Ισπανική «Υποχώρηση» (Retirada) από τον νότο προς τον βορρά το 1938-39. Καθώς τα στρατεύματα του μελλοντικού δικτάτορα Φρανσίσκο Φράνκο καταλάμβαναν όλο και περισσότερα εδάφη στην Ισπανία και οι Δημοκρατικοί υποχωρούσαν, άμαχοι και στρατευμένοι πρόσφυγες άρχισαν να διασχίζουν τα σύνορα από τις βουνοκορφές και τα παράλια για να διαφύγουν από την Ισπανία στη Γαλλία.

Ένα πρώτο κύμα προσφύγων πέρασε τα σύνορα την άνοιξη του 1938. Στη φάση αυτή του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, τα δημοκρατικά στρατεύματα είχαν οχυρωθεί στα περάσματα κοντά στην κωμόπολη Μπιέλσα δίπλα στα σύνορα με τη Γαλλία. Οι μάχες εκεί βάστηξαν τρεις ολόκληρους μήνες, από τον Απρίλιο ως τον Ιούνιο, και έγιναν γνωστές με το όνομα Bolsa de Bielsa, δηλαδή ο θύλακας της Μπιέλσα.

Αρχικά πέρασαν τα σύνορα γύρω στους 5000 άμαχους από τα γειτονικά χωριά για να αποφύγουν τις μάχες αλλά και από φόβο για αντίποινα από το στρατό του Φράνκο. Στην Εικόνα 14 βλέπουμε μια ομάδα σε γαλλικό έδαφος στην κοιλάδα του ποταμού Ζελά (Vallée de la Gela) δίπλα στα σύνορα στις αρχές Απριλίου. Η ώρα είναι απογευματινή και οι άμαχοι έχουν μόλις κατέβει από την απότομη βουνοπλαγιά και τα σύνορα στην κορυφή του βουνού. Το μονοπάτι που πήραν διακρίνεται σαν μια διαγώνια άσπρη γραμμή πάνω στο χιονισμένο βράχο στο κέντρο-αριστερά της εικόνας. Είχαν κατέβει από το πέρασμα Port Vieux de Barroude που βρίσκεται μερικά χιλιόμετρα δυτικά από τη γνωστή μας Port de Venasque. Είχαν περπατήσει αρκετές ώρες, μάλλον από νωρίς εκείνο το πρωί για να φτάσουν εκεί.

Εικόνες 14-15. Αριστερά, τον Απρίλιο του 1938, άμαχοι ισπανοί πρόσφυγες στην κοιλάδα του Ζελά, στη γαλλική πλευρά των συνόρων, κάτω από το πέρασμα Port Vieux de Barroude. Δεξιά, στην ίδια τοποθεσία στις μέρες μας.

Έγραφε η παρισινή εφημερίδα Le Matin την 1η Απριλίου 1938: «Από τις πρώτες πρωινές ώρες οι τοπικές αρχές τέθηκαν σε συναγερμό. Μια ομάδα ξεναγών από τη Luchon έσπευσε σε αναζήτηση των φυγάδων τους οποίους καθοδήγησαν προς τη Luchon. Ενώ οι στρατιώτες εγκαταστάθηκαν, αφού είχαν αφοπλιστεί, σε ένα παλιό εργοστάσιο, οι τραυματίες, οι γυναίκες, τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι φιλοξενήθηκαν στο νοσοκομείο με τα θερμά λουτρά».

Οι λιγοστοί πρόσφυγες, που πέρασαν πρώτοι τα σύνορα, βρήκαν σχετικά θερμή υποδοχή από τους χωρικούς στην άλλη πλευρά των συνόρων. Όμως, με την κατάρρευση του καταλανικού μετώπου του Δημοκρατικού στρατού και την κατάληψη της Βαρκελώνης από τα φρανκικά στρατεύματα στις αρχές του 1939, το κλίμα άλλαξε. Το κύμα των προσφύγων έφτασε τις 400 χιλιάδες. Πανικόβλητες οι τοπικές αρχές και η γαλλική κυβέρνηση επέκτειναν τότε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης για την «υποδοχή» των προσφύγων. Αντιμέτωποι με μια τέτοια υποδοχή, οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες επέστρεψαν τελικά στην Ισπανία, παρά τον φόβο τους για τυχόν διώξεις εκεί.

 Το μονοπάτι της δραπέτευσης και της σωτηρίας

Ένα χρόνο αργότερα, άλλοι πρόσφυγες διασχίσανε τα μονοπάτια αυτά στην αντίστροφη κατεύθυνση, από τον βορρά προς τον νότο για να διαφύγουν από τους ναζί και τους συνεργάτες τους.

Από την αρχή του 20ου αιώνα, η Γαλλία είχε υποδεχτεί πολιτικούς πρόσφυγες όχι μόνο από την Ισπανία, αλλά από όλη σχεδόν την ανατολική Ευρώπη. Μαζί τους είχαν φτάσει και πολλοί ανατολικοευρωπαίοι και Γερμανοί Εβραίοι αρχικά για να αποφύγουν τα πογκρόμ στην ανατολή και αργότερα τις διώξεις των ναζί. Όταν την άνοιξη του 1940 η Γερμανία κατέλαβε με αστραπιαία ταχύτητα τη Γαλλία, πολλοί Εβραίοι κατέφυγαν εσπευσμένα από το βόρειο και το δυτικό τμήμα της χώρας στη νότια Γαλλία όπου τα αντισημιτικά μέτρα ήταν κάπως πιο περιορισμένα. Το βόρειο και το δυτικό τμήμα της χώρας βρίσκονταν κάτω από την άμεση διοίκηση των Γερμανών, ενώ το νότιο διευθυνόταν από την κατοχική κυβέρνηση του Στρατάρχη Πεταίν. Όμως, ακόμη και στον νότο, ο κίνδυνος για τους Εβραίους και για τους πολιτικούς πρόσφυγες μέρα με τη μέρα αυξανόταν. Έτσι, πολλοί επιδίωξαν να διαφύγουν προς την Ισπανία και από εκεί προς άλλα μέρη. Μαζί τους και πολλοί στρατεύσιμοι νεαροί Γάλλοι με προορισμό το Λονδίνο και τις μονάδες των «Ελεύθερων Γάλλων» του Ντε Γκολ. Αλλά και Βέλγοι, Άγγλοι και Πολωνοί στρατιώτες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο βρέθηκαν μετά την κατάρρευση του γαλλικού μετώπου παγιδευμένοι μέσα στη Γαλλία.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του μικρού Αλμπέρ Μπάρον. Γεννημένος τον Οκτώβριο του 1934, ο εξάχρονος Αλμπέρ έμενε με την εβραιοπολωνικής καταγωγής οικογένειά του στο Νανσύ της βορειοδυτικής Γαλλίας. Ο πατέρας του ήταν ράφτης και η μητέρα του μοδίστρα. Λίγο μετά την αρχή του πολέμου και τον βομβαρδισμό του Νανσύ την άνοιξη του 1940, ο προνοητικός πατέρας του Αλμπέρ  μετέφερε την οικογένεια με ένα φορτηγό στη νότια Γαλλία για να είναι μακριά από τα γαλλογερμανικά σύνορα. Εκεί νοίκιασαν από έναν ντόπιο ένα σπίτι με κήπο στη γνωστή μας Bagnères de Luchon. Έμειναν ενάμιση χρόνο καλλιεργώντας λαχανικά στον κήπο. Είχαν επίσης κότες και κουνέλια και έζησαν εκεί ανταλλάσσοντας τα προϊόντα τους με τους γείτονες (όπως έκανε τότε έξω από την Αθήνα και η οικογένεια του πατέρα μου, ο οποίος είναι σχεδόν συνομήλικος με τον Αλμπέρ).

Εικόνα 16. Εβραιόπουλα από το Βέλγιο, πρόσφυγες στη Luchon το καλοκαίρι του 1940. Πηγή: Holocaust Memorial Museum από δωρεά των οικογενειακών φωτογραφιών ενός από τα παιδιά, της δεκάχρονης Berthe Silber από την Αμβέρσα (κάτω αριστερά), η οποία μετά τη σύλληψη της στη Γαλλία τον Οκτώβριο του 1940 και μετά από χίλιες άλλες περιπέτειες επέζησε με την αδελφή της Σάρα και μετανάστευσε το 1945 στην Παλαιστίνη. Οι γονείς τους δολοφονήθηκαν στο Άουσβιτς.

Όμως, σιγά-σιγά ο κλοιός γύρω τους άρχισε να σφίγγει, ιδιαίτερα για αλλοδαπούς Εβραίους της Γαλλίας όπως οι Μπάρον. Τον Νοέμβριο του 1942, αμέσως μετά την απόβαση των Αγγλοαμερικανών στη Βόρειο Αφρική, η Γερμανία έθεσε και τη νότιο Γαλλία κάτω από τον άμεσο έλεγχο της. Τότε εμφανίστηκαν για πρώτη φορά γερμανοί στρατιώτες στη Luchon. Ομάδες με αυστριακούς αλπινιστές, με πείρα σε βουνίσιες αποστολές, άρχισαν να περιπολούν τα γαλλοϊσπανικά σύνορα για να εμποδίσουν τη διαφυγή των Εβραίων και των πολιτικών προσφύγων. Αμέσως, ο Αλμπέρ και τα αδέλφια του φυγαδεύτηκαν για ένα μικρό διάστημα σε μοναστήρια της περιοχής όπου ηρωικοί μοναχοί και καλόγριες έκρυψαν τότε Εβραιόπουλα. Στην Εικόνα 16 βλέπουμε μερικά Εβραιόπουλα πρόσφυγες από το Βέλγιο στη Luchon το καλοκαίρι του 1940 σε φωτογραφία από το Μουσείο του Ολοκαυτώματος. Τα παιδιά είχαν φτάσει εκεί μαζί με πολλούς άλλους πρόσφυγες από τον βορρά μετά την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων στο Βέλγιο, την Ολλανδία, και τη Γαλλία εκείνη την άνοιξη.

Λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1942, όταν οι περιπολίες ήταν ελαττωμένες λόγω των εορτών, η οικογένεια Μπάρον, μαζί με δύο άλλες, πήραν ένα από τα γνωστά μας μονοπάτια προς την Ισπανία με τη βοήθεια ενός Βάσκου ξεναγού. Αντί να μεταφέρουν τα υπάρχοντα τους με φορτηγό, έφεραν τώρα μαζί τους μόνο όσα λίγα μπορούσαν να κουβαλήσουν μέσα στο κρύο. Ο οκτάχρονος Αλμπέρ και οι άλλοι περπάτησαν πάνω από 24 ώρες μέχρι να τους εντοπίσουν οι ισπανικές περιπολίες και αργότερα τα μέλη μιας εβραϊκής οργάνωσης που τους οδήγησαν στη Βαρκελώνη. Εκεί όμως δεν επιτράπηκε στους γονείς του Αλμπέρ να εργαστούν. Με τη βοήθεια συγγενών κατάφεραν τελικά να μεταφερθούν στο Μοντρεάλ του Καναδά το 1944, σε μια χώρα η οποία δέχτηκε την είσοδο μόλις 5000 Εβραίων προσφύγων και αυτούς με πολλή επιφύλαξη. Αν και ο πατέρας του Αλμπέρ είχε μια αδελφή στις ΗΠΑ, οι πόρτες προς τη χώρα αυτή είχαν κλείσει τότε ερμητικά για τις εβραϊκές οικογένειες. Θα βρείτε την αφήγηση του Αλμπέρ στο διαδίκτυο εδώ (στα αγγλικά): https://thebreman.aviaryplatform.com/collections/994/collection_resources/36492

Πάνω από 40 χιλιάδες Εβραίοι και άλλοι πολιτικοί πρόσφυγες και επιφανείς επιστήμονες  και καλλιτέχνες σώθηκαν διαφεύγοντας μέσω της Ισπανίας. Όμως υπήρξαν και πολλοί άλλοι που δεν τα κατάφεραν: Μερικοί πιάστηκαν από τις περιπολίες στα σύνορα. Άλλοι βρήκαν τραγικό θάνατο στο βουνό από χιονοστιβάδες.

Τιμώντας εκείνους που πέρασαν πριν και αυτούς που τους βοήθησαν

Στη φετινή μας εκδρομή, τα τοπία ήταν μαγευτικά και η εμπειρία αξέχαστη. Όμως αυτό που έκανε την εμπειρία αυτή ιδιαίτερα συγκινητική ήταν το ότι περπατήσαμε σε μέρη που είχαν διασχίσει άνθρωποι οι οποίοι με την ηρωική τους αυτή πορεία άλλαξαν τη ροή της ζωής τους και σώθηκαν από τους διώκτες τους.

Συγκινητικό επίσης ήταν το ότι εκεί είχε περάσει τις διακοπές του και ο αδικοχαμένος στο Άουσβιτς θείος της γιαγιάς μου Νισήμ Δ. Λεβής. Έτσι αξίζει να τον θυμόμαστε: Για την όμορφη ζωή του και για το έργο του και όχι μόνο για τη βάναυση δολοφονία του.

Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, το στενό στην Port de Venasque ίσως να ανοίχτηκε από τους τοπικούς γάλλους άρχοντες πριν χίλια χρόνια για να διευκολύνει τις εμπορικές συναλλαγές τους με την Αραγκόν. Η συγκίνησή μας ήταν μεγάλη όταν αντικρύσαμε το πέρασμα αυτό προς την Ελευθερία. Στον νου μου, όταν έφτασα, ηχούσαν τα λόγια του ηρωικού Ζαν Φιλλίπ, ο οποίος, υπηρετώντας ως αστυνομικός διευθυντής στην Τουλούζ, στήριξε όπως ο Άγγελος Έβερτ στην Αθήνα την αντιναζιστική αντίσταση διευκολύνοντας αυτούς που αναζήτησαν τη σωτηρία τους. Ο Φιλλίπ αναγκάστηκε να παραιτηθεί τον Ιανουάριο του 1943, όταν αρνήθηκε να προσκομίσει στον κατακτητή, όπως του ζητήθηκε, τη λίστα με όλους τους Εβραίους στην περιφέρεια του. Έγραψε στο γράμμα της παραίτησης του:

Τουλούζ, 13 Ιανουαρίου 1943

Στον Γενικό Επίτροπο

«Με λύπη σας ενημερώνω ότι, δεδομένου ότι η πολιτική την οποία ακολουθεί τώρα η Κυβέρνησή μας δεν συμπίπτει με τα Ιδανικά μου, δεν θα μπορούσα να την υπηρετήσω πιστά. Αρνούμαι να διώξω Εβραίους οι οποίοι, κατά τη γνώμη μου, έχουν το ίδιο δικαίωμα στην ευτυχία και στη ζωή με τον (πρωθυπουργό) Κύριο Λαβάλ. Αρνούμαι να ξεριζώσω βίαια από τις οικογένειές τους τους Γάλλους εργάτες [προκειμένου να σταλούν σε τάγματα εργασίας στη Γερμανία]: Πιστεύω ότι δεν έχουμε δικαίωμα να απελάσουμε τους συμπολίτες μας και ότι οποιοσδήποτε Γάλλος γίνεται συνεργός σε αυτή την ύβρι είναι προδότης, ακόμα κι αν τον λένε Φιλίπ Πεταίν [ο Πεταίν ήταν ο αρχηγός της κατοχικής Γαλλικής κυβέρνησης του Βισύ]. Γνωρίζω τις συνέπειες των λέξεων που χρησιμοποιώ».

Ο Ζαν Φιλλίπ εκτελέστηκε από τους Ναζί τον Μάρτιο του 1944. Το 1995 το ίδρυμα Γιαντ Βασέμ του Ισραήλ  τον αναγνώρισε ως «Δίκαιο των Εθνών».

Σχετικά άρθρα

1943: Ο θείος Εμίλ στο τελευταίο τρένο από το Παρίσι στην Κωνσταντινούπολη

Αλέξανδρος Μωυσής

1921: Ευχές στα Γιάννενα από τα χιονισμένα βουνά της Μικράς Ασίας – Μέρος Β: Ο χειμώνας μετά το Σαγγάριο

Αλέξανδρος Μωυσής

1921: Ευχές στα Γιάννενα από τα χιονισμένα βουνά της Μικράς Ασίας – Μέρος Α: Η επιστράτευση την άνοιξη του 1921

Αλέξανδρος Μωυσής