Τι σας έκανε φέτος να επιλέξετε Τένεσι Ουίλιαμς και μάλιστα τον Γυάλινο Κόσμο του, που μπορεί να είναι χιλιοπαιγμένος, αλλά παραμένει μεγάλο και δύσκολο εγχείρημα;
«Ο Γυάλινος Κόσμος» είναι από τα πολύ αγαπημένα μου θεατρικά έργα και μ’ έχει απασχολήσει πολύ στο παρελθόν. Η πρόταση από το θέατρο Έκφραση και από τον Χρήστου Χρήστου ήρθε μια στιγμή που σκεφτόμουν ότι ήθελα πολύ να κάνω επιτέλους κάτι με αυτό το έργο. Σύμπτωση; Ποιος ξέρει; Δε χρειάστηκε να το σκεφτώ πολύ γιατί, επιπλέον, και η συνεργασία μου με τον Χρήστο μου είχε αφήσει τις καλύτερες εντυπώσεις.
Σαφώς πρόκειται για ένα χιλιοπαιγμένο θεατρικό έργο, όπως και όλα τα κλασικά άλλωστε, αλλά και αυτό είναι το μεγαλείο του: όσες φορές και να παιχτεί, εμπνέει διαφορετικούς κόσμους, νέες ματιές πάνω στο κείμενο και απελευθερώνει μια ποικιλία εκδοχών για τους ήρωες.
Μεγάλο και δύσκολο εγχείρημα μεν, αλλά τι θα κάναμε χωρίς τις προκλήσεις; Σίγουρα δε θα δοκιμάζαμε τίποτα στην τέχνη άρα δε θα δημιουργούσαμε και νέους κόσμους.
Πώς προέκυψε η νέα μετάφραση του Δημήτρη Τσεκούρα και η απόφασή σας να την προτιμήσετε;
Ο Δημήτρης Τσεκούρας ανήκει στον πολύ στενό κύκλο των συνεργατών μου, είναι ένας άνθρωπος που θαυμάζω, αγαπώ κι απολαμβάνω τη δημιουργική συνεργασία μαζί του. Το έργο είναι από τα πλέον αγαπημένα και του Δημήτρη Τσεκούρα, ο οποίος ξέρει και πώς δουλεύω και τι αποτέλεσμα επιδιώκω συνήθως. Ήταν μονόδρομος, λοιπόν, να ζητήσουμε από τον Δημήτρη να κάνει τη μετάφραση ειδικά για την παράστασή μας, έτσι ώστε όλα τα στοιχεία να έχουν έναν κοινό κώδικα.
Το κείμενο είναι ήδη ποιητικό, στο promo της παράστασης αναφέρεται ότι η μετάφραση είναι ακόμη ποιητικότερη. Έτσι προσεγγίζετε και το έργο; Θα δούμε ελάχιστα στοιχεία ρεαλισμού;
Η νοσταλγία, η μελαγχολία, η ακύρωση των συναισθημάτων, τα απωθημένα κι ανεκπλήρωτα όνειρα, η ανάγκη για ελπίδα, η φυγή, ο έρωτας είναι όλα ποιητικά στοιχεία του κειμένου που στην παράστασή μας εκφράζονται μέσα από το περιβάλλον, όπου δρουν οι ήρωες. Ένας χώρος χωρίς σαφή χρόνο και τόπο, σαν πίνακας ζωγραφικής, με μουσικές αναφορές παλαιότερων εποχών αλλά και άλλες σύγχρονες και λαϊκές, και μέσα σε όλη αυτή την ατμόσφαιρα απογυμνωμένες, χωρίς περιττές δράσεις, οι σχέσεις ανάμεσα στους ήρωες.
Θα έλεγα ότι η προσέγγισή μου έχει στοιχεία περισσότερο ρεαλιστικής ποίησης –κι όχι ποιητικού ρεαλισμού– που σημαίνει ζωή πραγματική, έτσι όπως τη βιώνει ο καθένας μας στην καθημερινότητά του ζώντας και μέσα σ’ ένα παράλληλο σύμπαν, εκείνο της ζωής που δεν έζησε ή που θα ήθελε να ζήσει.
Το έργο είναι αυτοβιογραφικό και μιλά για τον εύθραυστο κόσμο των ψευδαισθήσεων στον οποίο καταφεύγει κανείς, για να αντέξει τη σκληρή πραγματικότητα. Χρειαζόμαστε σήμερα Γυάλινους Κόσμους; Μήπως έχουμε ανάγκη από περισσότερους «εισβολείς»;
Μα όλοι έχουμε έναν «γυάλινο κόσμο». Ο κάθε άνθρωπος έχει τα καταφύγιά του και αλίμονο αν δεν τα είχε κιόλας. Το πόσο ο καθένας χάνεται ή ισορροπεί μέσα στον «γυάλινο κόσμο» του είναι το θέμα. Δεν είναι βέβαιο ότι χρειάζονται περισσότεροι «εισβολείς», αλλά είμαι σίγουρη ότι η πίστη μας ή η ελπίδα μας για τους «ιδανικούς εισβολείς» συντηρούν αυτούς τους «γυάλινους κόσμους» και τους χαρτογραφούν ως καταφύγιά μας.
Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο μπαίνοντας στον κόσμο του Τένεσι Ουίλιαμς και τους ήρωές του;
Αυτό που με δυσκόλεψε πιο πολύ μπαίνοντας στον κόσμο του Τένεσι Ουίλιαμς και τους ήρωές του, ήταν το να βρω τον πυρήνα της συγκίνησής μου γι’ αυτό το έργο. Να κάνω δηλαδή σαφές σε μένα τι είναι αυτό που με παρακινεί και με κινεί προς τους ήρωες. Να ξεκαθαρίσω μέσα μου και να ταξινομήσω τα συναισθήματα και τις σκέψεις που απορρέουν από το έργο και τους ήρωες. Απαραίτητη διεργασία για να μπορέσω να επικοινωνήσω τον δικό μου «γυάλινο κόσμο» πρώτα απ’ όλα με τους συνεργάτες μου και στην συνέχεια με το κοινό.
Έχετε σκηνοθετήσει πολλούς κλασικούς θεατρικούς συγγραφείς και έργα τους. Γιατί πιστεύετε ότι ακόμη, τόσα χρόνια μετά και με τόση σύγχρονη θεατρική συγγραφική παραγωγή, εξακολουθούν να «μιλούν» στο κοινό και να το αγγίζουν;
Μ’ ενδιαφέρει πάρα πολύ ν’ ασχολούμαι με κλασικούς συγγραφείς, να τους διαβάζω, να τους ξαναδιαβάζω, να τους αποκωδικοποιώ, να εμπνέομαι, να φτιάχνω τον δικό μου κόσμο βασισμένο στα έργα τους και να τον προτείνω. Νομίζω πως το γεγονός ότι αυτά τα έργα γίνονται κοινός τόπος αναφορών και συνομιλιών μέσα από τη δουλειά κάθε καλλιτέχνη είναι αυτό που τα κρατάει τόσο ζωντανά κι επίκαιρα. Ν’ αναφέρω βεβαίως ότι υπάρχουν εξαιρετικά έργα και στη σύγχρονη δραματουργία. Μιλώντας όμως για τα κλασικά, θα πω ότι είναι έργα πολλαπλών αναγνώσεων, που δεν καταδεικνύουν μόνο τα προβλήματα αλλά προβάλουν και τις επιδράσεις τους πάνω στις ζωές των ανθρώπων. Είναι ανθρωποκεντρικά κι όχι εγωκεντρικά. Και γι’ αυτό μας συνδέουν: ο κρίκος είναι πάντα ο άνθρωπος.
Ο Ηπειρωτικός Αγών ευχαριστεί θερμά τον κ. Κωστή Εμμανουηλίδη
για την παραχώρηση των φωτογραφιών από τη γενική δοκιμή του Γυάλινου Κόσμου.