Οι προτάσεις του κλάδου αφορούν την άμεση αποσύνδεση του φορολογικού συντελεστή (τέλος ταξινόμησης) από τη φορολογητέα αξία του οχήματος (χονδρική ή λιανική), αλλά και την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού του τέλους ταξινόμησης, με την καθιέρωση αντικειμενικών και ελέγξιμων στοιχεία, όπως η μάρκα και το μοντέλο, η παλαιότητα, η ιπποδύναμη και τα κυβικά του οχήματος.
Παρά τις δεσμεύσεις που υπήρχαν για επίλυση του θέματος, μετά και την πρώτη αποχή του κλάδου τον Ιούλιο, κάτι τέτοιο μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει και, όπως υπογράμμισε ο πρόεδρος της 7ης Ένωσης Τελωνειακών Υπαλλήλων Πέτρος Λυκίδης, αν δεν ολοκληρωθεί η διαδικασία αλλαγής μέχρι τον Νοέμβριο, η αποχή θα έχει την μορφή διαρκείας.
«Εντοπίσαμε πάρα πολλά προβλήματα και πολλές αδικίες στον τρόπο που εφαρμόζεται το τέλος, καθώς επιβαρύνει δυσανάλογα πολλούς συμπολίτες μας. Κάναμε έρευνα, βρήκαμε τον τρόπο ώστε το κράτος να μη χάσει χρήματα, αλλά και να γίνεται με καλύτερο και πιο γρήγορο τρόπο η διαδικασία. Δυστυχώς, ούτε από αυτή, ούτε από την προηγούμενη κυβέρνηση έχουμε εισακουστεί», σημείωσε.
Αντίθετα, το υπουργείο προχώρησε σε κάποιες ρυθμίσεις, με τις εταιρίες ουσιαστικά να δίνουν λιανικές τιμές προ φόρων για τον τελωνισμό, κάτι που δε λειτουργεί. «Οι εταιρίες δεν εξυπηρετούν, αλλά επιβαρύνουν και με 25 ευρώ τον πολίτη και έχουμε φτάσει σε όλα τα τελωνεία να γίνεται το αδιαχώρητο σε ό,τι αφορά τα αυτοκίνητα. Δεν μπορεί όταν ένα αυτοκίνητο έχει λιανική τιμή προ φόρων 16.999, να πληρώνει 700 ευρώ και αυτό που έχει 17.001 ευρώ, να πληρώνει το διπλάσιο. Είναι άδικο, δεν υπάρχει ευνομούμενο κράτος που να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Το αναγνωρίζουν όλοι αυτό, αλλά δεν κάνουν τίποτα για να το λύσουν και δυστυχώς μας ανάγκασαν να πάμε σε αυτό το μέτρο της αποχής και να ταλαιπωρείται ο πολίτης. Όμως για το καλό του πολίτη το κάνουμε», ανέφερε ο κ. Λυκίδης.
Η μη αποδοχή των προτάσεων του κλάδου αποδίδεται κυρίως σε άγνοια των πολιτικών παραγόντων. «Καθαρή άγνοια είναι. Ή δε μας εμπιστεύονται. Έχουμε κάνει πίνακες και δείχνουμε πως μπορεί να γίνει ο εκτελωνισμός την ίδια ημέρα. Γιατί να καθυστερεί τρεις μήνες; Δε χάνει το κράτος από αυτή τη διαδικασία; Με τη διαδικασία που προτείνουμε, το κράτος θα κερδίσει και 100 εκ. ευρώ σε σχέση με αυτά που εισέπραξε πέρυσι. Είναι θέμα διαδικασίας και δεν ξέρω γιατί κάποιοι θέλουν να ταλαιπωρείται ο πολίτης», σημείωσε, ενώ έθεσε και θέματα ασφάλειας των οχημάτων που επιλέγονται από τους ιδιοκτήτες, αρκεί να είναι χαμηλότερη η φορολόγηση.
«Έχουμε φτάσει να θέλουμε δύο υπαλλήλους για να εκτελωνίσουν ένα αυτοκίνητο που πληρώνει 80 και 100 ευρώ και να αφήνουμε κοντέινερ με εμπορεύματα εκατομμυρίων να εκτελωνίζονται κατά δήλωση. Έχουμε φτάσει σε σημείο να μην μπορεί κανείς να φέρει ένα καλό αυτοκίνητο στην Ελλάδα, γιατί οι φόροι είναι απλησίαστοι. Ένα αυτοκίνητο αξίας 30.000 ευρώ, θέλει άλλους τόσους φόρους. Γιατί να στερούμε στον Έλληνα το πιο καινούριο ή το πιο ασφαλές αυτοκίνητο; Δεν είναι κακό αν έχει κάποιος χρήματα, να το αγοράσει», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο κλάδος δεν είναι αισιόδοξος ότι θα εισακουστεί από την κυβέρνηση, δεδομένου ότι η μόνη αλλαγή που σχεδιάζεται για τη φορολόγηση των οχημάτων, είναι να μην υπάρχει διπλασιασμός της επιβάρυνσης από κλίμακα σε κλίμακα, αλλά αναλογική αύξηση. «Είναι ένα θετικό βήμα αλλά η ταλαιπωρία θα παραμείνει ίδια, αν δεν αλλάξει γενικά η φιλοσοφία του πως αντιμετωπίζουμε το αυτοκίνητο», κατέληξε.
