Πώς να μιλήσεις για τον πόλεμο, για τον προφανή –αυτόν που έχει όπλα και χαρακώματα, νεκρούς και τραυματίες- και για τον άλλον, που φτιάχνεις σιγά σιγά μέσα σου και επιτίθεται –σαν αυτοάνοσο- στα υγιή κομμάτια σου μέσα και έξω από σένα; Αυτό που κάνουν τρεις μέρες τώρα –με τελευταία τη σημερινή- η Κατερίνα, η Ζωή και η Γιώτα (a.k.a. Συν Πλην Τρία) είναι ένα εγχείρημα τολμηρό. Όχι γιατί το θέμα του είναι δύσκολο –κάθε άλλο, κάποιος θα έλεγε ότι είναι διαχρονικά επίκαιρο και αιώνια παρόν, με τη μια μορφή του ή την άλλη. Ο βαθμός δυσκολίας του έγκειται στο γεγονός ότι κλήθηκαν να αφηγηθούν ιστορίες με το σώμα τους, να αποδώσουν δραματουργικά μαρτυρίες για κοντά μία ώρα, χωρίς να κουράσουν ή να εξοκείλουν. Και –κυρίως- να πουν την ιστορία τους με έναν τρόπο που δεν ακολουθεί πεπατημένες, ούτε καταφεύγει σε αναμασημένες εκδοχές της.
Εμείς τη μία ώρα που πέρασε δεν την καταλάβαμε. Βοήθησαν πολύ –πέρα από τις ερμηνείες- οι φωτισμοί, η μουσική, μερικές φορές ακόμη και η επαναληπτικότητα στις κινήσεις των τριών πρωταγωνιστριών. Είχε στιγμές δυνατές κι άλλες πιο συγκρατημένες, αλλά ήταν μια ολοκληρωμένη δουλειά, που άφησε πίσω της ένα καλό κείμενο -δεμένο, ακόμη και στις πιο χαλαρές συνδέσεις του- και το βάπτισμα του πυρός τριών γυναικών, που αγαπούν αυτό που υπηρετούν. Και από τη Δευτέρα το υπηρετούν και επίσημα σε έναν τόπο συνάντησης, που δεν δεσμεύεται από χώρο, χρόνο, συμβάσεις και αθροίσματα. Απόψε ανεβαίνουν για τελευταία φορά στη σκηνή της Έκφρασης, σε ασπρόμαυρο φόντο, με λιτή παρουσία. Αφιερώστε τους μία ώρα. Αξίζει τον κόπο.