Καθημερινά

Θόδωρος Νιτσιάκος: Ο ριψοκίνδυνος κύριος Μπέιλι

Η Λουκία Τζάλλα αποχαιρετά με δυο λόγια τον Θόδωρο Νιτσιάκο -έναν σπουδαίο Γιαννιώτη και έναν φίλο καρδιακό.

Με δυο σοφούς και από καρδιάς λόγους την Κυριακή το μεσημέρι αποχαιρέτησαν τον αγαπημένο όλων, τον επιτυχημένο γιαννιώτη επιχειρηματία, που κόμισε  κάτι καινούριο και φρέσκο στα Γιάννενα, Θόδωρο Νιτσιάκο, ο μητροπολίτης Ιωαννίνων Μάξιμος και ο γιος του ο Κώστας, οδηγώντας τον στο τελευταίο του σπίτι στην εκκλησία της Περιβλέπτου. Αμέτρητος ο λαός και ο ήχος του σ’ αυτό το ξόδι.

«Δεν έκανε βήματα, έκανε άλματα», είπε ο δεσπότης. «Καλό παράδεισο, πατέρα», ευχήθηκε ο γιος του, φανερώνοντας με  δάκρυα όλα εκείνα τα συναισθήματα και κυρίως την περηφάνια για τον πατέρα του, τολμώντας να μιλήσει και για το τρελό του όνειρο, που τον οδήγησε στο φευγιό του.

Εμάς ας μας επιτραπεί να αποχαιρετήσουμε έναν φίλο καρδιακό σε ένα άλλο μήκος κύματος, αυτό που ο ίδιος μας ενέπνευσε όλα τα χρόνια της φιλίας μας.

Συγκεντρωθήκαμε λίγοι, συγγενείς και φίλοι κοντά στην οικογένειά του στο σπίτι του το Σάββατο το απόγευμα. Και τη στιγμή που ακούγαμε τους δικούς του ανθρώπους να λένε ότι ο ίδιος ο Θόδωρος θεωρούσε αυτά τα Χριστούγεννα τα ομορφότερα της ζωής του, αφού βρισκόταν με όλη την οικογένεια κοντά του στην Αετομηλίτσα του, ο νους ο δικός μας ταξίδευε.

«Διδυμότειχο μπλουζ, το τρελό βιολί μου, η χαμένη μου πεντάρα…» στο πιάνο – μπαρ στο υπόγειο της στοάς Ορφέα με την κιθάρα του πληθωρικού Χρήστου, του μουσικού. Και να χειροκροτεί με καμάρι τη Μαίρη του κι ας «είχε παλιόκαιρο τη μέρα που τη γνώρισε»… Κι εκείνη να τον ταΐζει, όπως η μάνα το παιδί της.

Ο νους πετάχτηκε με μιας σε σπίτι χαμηλό, αλλά γεμάτο αγάπη στην οδό Δωδώνης και σε μια τσουκνιδόπιτα της κυρά – Πολυξένης, της μάνας του Θόδωρου, που ο ίδιος υπεραγαπούσε. Κι ύστερα ερχόταν η γιορτή του, το κλαρίνο, ο λεβέντικος χορός του. Ερχόταν όμως και η αγωνία της Μαίρης συγχρόνως για την Παρασκευή, που κοντοζύγωνε κι ο καλός της έφευγε για το κυνήγι. Εκείνος είχε τον τρόπο του να την καθησυχάζει κάθε φορά για το «καρτέρι» στο αγαπημένο του χωριό, αυτό που του στοίχισε και τη ζωή του. Όπως ριψοκίνδυνος ήταν σε όλη του την πορεία, κάνοντας έργο τεράστιο στον τόπο, έτσι συμπεριφέρθηκε και στον θάνατό του «ο Άγιος Θόδωρος», όπως του είχε κολλήσει το παρωνύμιο κάποιος της παρέας.

Εμείς θα τον πούμε «κύριο Μπέιλι» από το κινηματογραφικό έργο «Μια υπέροχη Ζωή», παίρνοντας αφορμή από μια κουβέντα στο γραφείο του για το πώς μας ζηλεύει που πάμε σινεμά και πώς θα ήθελε να ξαναδεί τον «ταλαντούχο κύριο Ρίπλεϊ».

Αντίο Θόδωρε. Τη στιγμή του καθενός μας άλλος την καθορίζει κι όχι ένα καρτέρι.

Σχετικά άρθρα

Στο επίκεντρο οι δράσεις της Μητρόπολης

Αρνείται κάθε σχέση με το κόμμα «Νίκη» η Μητρόπολη Ιωαννίνων

Έγινε η αρχή, έχει κόστος η συνέχεια