Ιστορίες

Νεωτερικότητα και Διαφωτισμός στα σχολεία των Ιωαννίνων: ο Ψαλίδας και η Γεωγραφική Εκπαίδευση

Στις 9 Μαρτίου του 1829, ο Αθανάσιος Ψαλίδας, από το ύστατο εκπαιδευτικό και βιοποριστικό του «καταφύγιο», τη Λευκάδα, σημείωνε με προσδοκία σε γράμμα προς το μαθητή του Φιλητά: «ίσως ζήσω και γυρίσω στην πατρίδα μου, τα Γιάννενα…». Δεν πρόλαβε να εκπληρώσει την επιθυμία του. Μ΄ αυτόν τον καημό τον βρήκε ο θάνατος λίγους μήνες αργότερα, στις 20 Ιουλίου του 1829, 190 χρόνια από σήμερα.

Έτσι, σε ηλικία μόνον 62 ετών, πικραμένος και διωγμένος από την πολυαγαπημένη του πατρίδα, έφυγε από τη ζωή ο μέγας διανοητής και αναμορφωτής της εκπαίδευσης στην ηπειρωτική πρωτεύουσα, ο πρωτοπόρος φορέας των ιδεών του διαφωτισμού, ο συντοπίτης μας Αθανάσιος Ψαλίδας, ο τελευταίος και πλέον νεωτεριστής από τη μεγάλη σειρά των δασκάλων που λάμπρυναν με την παρουσία τους και κατέστησαν περιώνυμες τις σχολές των Ιωαννίνων.

Η Εκπαίδευση, αλλά και ευρύτερα η Παιδεία στον ηπειρωτικό χώρο και ειδικότερα στην πόλη των Ιωαννίνων, έχει μακρά παράδοση και συνδέεται με την ύπαρξη σχολείων ήδη από τον 13ο αι. Στο μικρό σε έκταση, αλλά σημαντικό σε προσφορά νησί της λίμνης των Ιωαννίνων, ιδρύονται οι πρώτες εκπαιδευτικές δομές στην περιοχή, υπό τη σκέπη μοναστηριακών συγκροτημάτων-ιδρυμάτων. Υπενθυμίζεται ότι μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φράγκους το 1204, επιφανείς κάτοικοι της Πόλης εγκαθίστανται στην Ήπειρο συνεχίζοντας, τη βυζαντινή παρουσία στην περιοχή, μέσω του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Ενδεικτικά αναφέρουμε την οικογένεια των Φιλανθρωπηνών, που ιδρύει το ομώνυμο μοναστήρι και ενισχύει την ήδη λειτουργούσα από το 1206 σχολή Σπανού. Παρόμοιο χαρακτήρα είχαν η σχολή Στρατηγοπούλου και η Αβακούμειος, όλες στο νησί και η «Σχολή του Δεσπότη» στο Κάστρο των Ιωαννίνων.

Ασφαλώς οι σχολές αυτές, μεμονωμένες περιπτώσεις επιβίωσης της ελληνοχριστιανικής παιδείας, απέβλεπαν να καλύψουν άμεσες ανάγκες και να προσφέρουν στοιχειώδεις γνώσεις στους μαθητές τους. Συνιστούσαν όμως λαμπρά και ισχυρά παραδείγματα της βούλησης κληρικών-εκπαιδευτικών και αρχόντων να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, κάτω από αντίξοες συνθήκες και να συμβάλουν στη διατήρησης της γλώσσας, της θρησκείας και της παιδείας της «καθ’ ημάς Ανατολής», από τους σπουδαστές τους.

Η νεότερη, η χρυσή, για τα εκπαιδευτικά δρώμενα και τεκταινόμενα στα Γιάννενα και όχι μόνον, περίοδος, αρχίζει στα μέσα του 17ου αι., όταν επιφανείς και ισχυροί οικονομικά Ηπειρώτες, αποφασίζουν να «επενδύσουν» στην Εκπαίδευση των τέκνων της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Για τα τουρκοκρατούμενα Γιάννενα αυτή η ειδικού τύπου επένδυση μέσω της «προικοδότησης» υπαρχουσών ή της ίδρυσης επιφανών σχολών και η στελέχωσή τους με ικανούς δασκάλους, θεωρήθηκε και αποδείχτηκε το αντικείμενο με τη μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία και η σημαντικότερη προσφορά προς τη μητέρα πατρίδα.

Η εκπαιδευτική αυτή αναγέννηση, που υλοποιείται σε πρακτικό επίπεδο με την ίδρυση σημαντικών σχολών, την προσέλκυση μαθητών και επιφανών δασκάλων, όπως και την έκδοση και κυκλοφορία συγγραμμάτων, οφείλεται στην επίδραση συγκεκριμένων παραγόντων που διαμόρφωσαν τις ιδιαίτερες συνθήκες-προϋποθέσεις για την ανέλιξη των εκπαιδευτικών πραγμάτων. Στους παράγοντες αυτούς πρωταρχικό ρόλο έπαιξαν: η οικονομική ευμάρεια των Γιαννιωτών, η σχέση, ιδίως των εμπόρων, με οικονομικούς παράγοντες και κέντρα της Ευρώπης, το φαινόμενο της ευποιΐας (η ίδρυση κληροδοτημάτων υπέρ της εκπαίδευσης) και η ακράδαντη πίστη των απανταχού Γιαννιωτών-Ηπειρωτών  στον καθοριστικό ρόλο και τη συμβολή της Παιδείας στη διατήρηση της γλώσσας-θρησκείας και στη διαμόρφωση εθνικής συνείδησης, απαραίτητης προϋπόθεσης για την αφύπνιση του γένους.

Στο πλαίσιο του παραπάνω πνεύματος ιδρύεται το 1648 η Σχολή Επιφανείου, ακολουθεί η ίδρυση της Σχολής Γκιούμα (1674), η οποία μετονομάζεται σε Μπαλαναία όταν ανέλαβαν τη διεύθυνση και διδασκαλία εκπρόσωποι της οικ. Μπαλάνων, οι οποίοι, σημειωτέον, κυριάρχησαν στα εκπαιδευτικά πράγματα των Ιωαννίνων για 100 χρόνια, επιβάλλοντας τη δική τους παιδαγωγική-παιδευτική άποψη. Στη συνέχεια, το 1742, δημιουργείται η  Μαρουτσαία Σχολή, η οποία απορροφά την ήδη λειτουργούσα Επιφάνειο. Η Σχολή ευτύχησε να έχει ως πρώτο αρχιδιδάσκαλο τον κορυφαίο Διδάσκαλο του Γένους, Ευγένιο Βούλγαρη, που με τη σοφή καθοδήγησή του της προσέδωσε πανελλήνια φήμη. Στην καθιέρωσή της ως νεωτεριστικού εκπαιδευτηρίου καθοριστική υπήρξε η άφιξη το 1795-96 και συμμετοχή στα εκπαιδευτικά δρώμενα των Ιωαννίνων του Αθανασίου Ψαλίδα. Ο βίος όμως της Μαρουτσαίας σχολής υπήρξε δυστυχώς βραχύς. Λειτούργησε ως το 1798 όταν ο Βοναπάρτης κατέλυσε την Ενετική Δημοκρατία και δήμευσε τις τραπεζικές καταθέσεις των Μαρούτση, από τους τόκους των οποίων χρηματοδοτείτο η λειτουργία της Σχολής. Τότε αναλαμβάνει τη χρηματοδότησή της ο μεγαλέμπορος από το Γραμμένο Ιωαννίνων, Ζώης Καπλάνης. Η Σχολή προικίζεται πλουσιοπάροχα, και στο εξής φέρει το όνομά του, Καπλάνειος Σχολή. Τη διεύθυνσή της αναλαμβάνει από το 1797 ο Αθ. Ψαλίδας ο οποίος, επαναπατριζόμενος από τη Βιέννη δεν φέρει μαζί του μόνο την (άυλη) πνευματική αλλά και υλική σκευή, μια ολόκληρη βιβλιοθήκη  και εποπτικά όργανα, όπως και πλήρες Αναλυτικό Πρόγραμμα μαθημάτων. Το σημαντικότερο, εμφορούμενος από τις ιδέες του διαφωτισμού, αποφασίζει να συγκρουστεί με το κατεστημένο και να γίνει αγωγός των νεωτεριστικών ρευμάτων της Ευρώπης. Για 23 χρόνια, από το 1797 έως το 1820, έτος καταστροφής της Καπλανείου Σχολής, ο Ψαλίδας είναι το πρόσωπο που θα καθορίσει όχι μόνο τη λειτουργία της, αλλά θα παίξει καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη της εκπαίδευσης στα Γιάννενα και στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο.

Ο διδάσκων αρχικά της Μαρουτσαίας και μετέπειτα σχολάρχης της Καπλανείου Σχολής, ακολουθώντας τις επιταγές του διαφωτισμού «τόλμησον…φρονείν», απορρίπτει καθιερωμένες συντηρητικές διδακτικές μεθόδους, όπως αυτές της «ψυχαγωγίας», της «τεχνολογίας» και της «αποστήθισης», εισάγει καινοτόμες πρακτικές, όπως την αλληλοδιδακτική μέθοδο, τη διδασκαλία μέσω πειραμάτων, προσπαθεί να καθιερώσει τη δημοτική γλώσσα, διαμορφώνει σύγχρονα αναλυτικά προγράμματα, προωθεί τις θετικές επιστήμες και μάχεται να διαμορφώσει ευρωπαϊκό κλίμα στα λιμνάζοντα εκπαιδευτικά δρώμενα των Ιωαννίνων. Παραδίδει ο ίδιος μαθήματα, συγγράφει εκπαιδευτικά εγχειρίδια και σημειώσεις, συμβάλλοντας στην απαλλαγή της σκέψης των μαθητών του από το σκότος της πλάνης, της άγνοιας και της προκατάληψης.

Μεταξύ των άλλων και ακολουθώντας τα δεδομένα της εποχής, τόσο στην Ευρώπη όσο και σε ορισμένα σχολεία του ελλαδικού χώρου, προωθεί τη διδασκαλία της Γεωγραφίας θεωρώντας, και πολύ σωστά, ότι συνιστά σημαίνον και πρωτεύον εκπαιδευτικό αντικείμενο, «όμμα της Ιστορίας και λαμπτήρα του Κόσμου». Αποδίδει τη δέουσα έμφαση στη διδασκαλία της και συνάμα στη σημασία που έχει η γεωγραφική επιστήμη για τη γνώση. Μια ακόμη απόδειξη του πρωτοποριακού πνεύματος του Ψαλίδα που «προφητεύει» την επιστημολογική εξέλιξη της γεωγραφικής επιστήμης.

Ο Ψαλίδας, ακολουθώντας το πνεύμα των δασκάλων της εποχής, δεν περιορίστηκε μόνο στη διδασκαλία των αντικειμένων της Γεωγραφίας, υπήρξε και συγγραφέας γεωγραφικών έργων (καίτοι μη «γεωγράφος»). Αναπτύσσει μια πολυσχιδή συγγραφική δραστηριότητα με την οποία θεραπεύει όλους τους τομείς της Γεωγραφίας: Θεωρητική, Φυσική, Μαθηματική ή Αστρονομική και  Πολιτική Γεωγραφία και δη το ανθρωπογεωγραφικό κομμάτι της. Συνέθεσε πλείστα έργα με γεωγραφικό περιεχόμενο, τα οποία διασώζονται υπό μορφή μαθηματαρίων (σχολικών εγχειριδίων-σημειώσεων). Ο Ψαλίδας εκπονεί-συγγράφει «Γεωγραφία της Ηπείρου», εν είδει Πατριδογνωσίας και προς υποστήριξη της διδασκαλίας «Γεωγραφία Φυσικο-πολιτική» με διάρθρωση σε μέρη κατά Ηπείρους Γ. Ευρώπης, Αφρικής, Ασίας, Αμερικής, Αυστραλίας. Στο ίδιο πλαίσιο αρχών διατρέχει, μελετά και αποτυπώνει, μετά από επιτόπια έρευνα, τον Ηπειρωτικό χώρο καθώς και μέρος της Αλβανίας, τα δε αποτελέσματα μεταφέρει σε λεπτομερείς χάρτες. Μεταξύ των άλλων του οφείλουμε την «Περιγραφή Γεωγραφική Ηπείρου και Αλβανίας» και την «Τοπογραφία των Ιωαννίνων». Αποδεικνύεται, κατ’ αυτόν τον τρόπο και γνώστης των μυστικών της χαρτογραφικής αποτύπωσης.

Εκτός από τη γεωγραφική γνώση ο Ψαλίδας αποδεικνύεται κάτοχος και υποστηρικτής και των νεωτεριστικών επιστημονικών, παιδαγωγικών, διδακτικών, μεθοδολογικών τάσεων και κατευθύνσεων της εποχής του. Από τον Ψαλίδα υιοθετούνται και διδάσκονται γεωγραφικοί νεωτερισμοί «εισηγμένοι από την Ευρώπην». Παραδειγματικά αναφέρεται  η προσπάθειά του απόρριψης παλιών–ξεπερασμένων θεωριών και η υιοθέτηση-διάδοση συγχρόνων, όπως της ηλιοκεντρικής θεωρίας (αποδίδει μάλιστα την πατρότητά της στους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους-γεωγράφους).

Στα γεωγραφικά του εγχειρίδια δεν περιορίζεται στην παράθεση γεωγραφικής γνώσης, αυτής που αποκαλείται «σχολική διδακτέα ύλη». Ως πεπειραμένος εκπαιδευτικός παραθέτει, όπου απαιτείται, στη συγκεκριμένη περίπτωση στα κεφάλαια της Μαθηματικής Γεωγραφίας, ασκήσεις και προβλήματα «προς λύσιν και εμπέδωσιν της διδακτέας ύλης».

Η διδακτική πρωτοπορία του Ψαλίδα δεν καταδεικνύεται μόνον από τη σύνθεση και διάρθρωση του αναλ. προγράμματος σπουδών, αλλά και τη χρήση εποπτικών μέσων κατά τη διδακτική πράξη, ιδιαίτερα βέβαια στα θετικά μαθήματα. Όπως αναφέρθηκε ήδη, ο Ψαλίδας επιστρέφοντας από τη Βιέννη φέρνει μαζί του, μεταξύ των άλλων εποπτικών οργάνων «προς υποστήριξη της Γεωγραφίας και 13 χάρτες αγορασθέντες στη Βιέννη, το δε μάθημα αναπτύσσει μετά ακριβεστάτων σφαιρών και ατλάντων”.

Αλλά ας επανέλθουμε στα Γιάννενα των αρχών του 19ου αι. και στην Καπλάνειο σχολή, τόπο και πεδίο δράσης του διανοητή και διδασκάλου Ψαλίδα. Η Σχολή, με την καθοδήγηση του Ψαλίδα, θα φτάσει στο απόγειο της δόξης της τις δύο πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. Συνιστά, αν όχι το πληρέστερο, ένα από τα λίγα εξαιρετικά εκπαιδευτήρια του ελλαδικού χώρου. Η τόσο επιτυχημένη όμως, λαμπρή και ευδόκιμος λειτουργία της Σχολής δεν επέπρωτο να διαρκέσει επί μακρόν. Το ίδιο και η εκπαιδευτική καριέρα και συνεισφορά του Ψαλίδα στα εκπαιδευτικά δρώμενα της ιδιαίτερης πατρίδας του. Κατά την πολιορκία των Ιωαννίνων από τα σουλτανικά στρατεύματα, η οποία έχει αποτυπωθεί μάλιστα σε χειρόγραφο από τον Ψαλίδα, η Σχολή καταστρέφεται το 1820. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους ο Ψαλίδας με τον προσωπικό του φίλο, ιδεολογικό σύμμαχο και συνοδοιπόρο στον δημοτικισμό, Ιωάννη Βηλαρά (και άλλους Γιαννιώτες) καταφεύγει στα Ζαγοροχώρια. Ψαλίδας και Βηλαράς συντονίζουν τη στάση τους και καταστρώνουν σχέδια για την εξέγερση (και) της Ηπείρου. Ο διανοούμενος και δάσκαλος Ψαλίδας μετατρέπεται σε αγωνιστή. Αλλά τα σχέδια της επέκτασης της επανάστασης στην Ήπειρο ματαιώνονται. Απογοητευμένος ο Ψαλίδας εγκαταλείπει την Ήπειρο και μεταβαίνει στην Κέρκυρα (Ιούλιος 1822).

Η εκπαιδευτική καριέρα του μεγάλου οραματιστή έκλεισε στη Λευκάδα όπου είχε τοποθετηθεί ως διευθυντής του Λυκείου (Φθινόπωρο του 1828). Εκεί έκλεισε και ο βιολογικός του κύκλος, απρόσμενα, στις 20 Ιουλίου του 1829.

Ο Αθανάσιος Ψαλίδας έφυγε νωρίς. Η σκιά του του όμως στα Γράμματα, στην Παιδεία, στην Εκπαίδευση και στην Κοινωνία παραμένει ζωντανή και το αποτύπωμά του βαρύ μέχρι σήμερα. Το πιστοποιούν τα συγγράμματά του, η διδασκαλία του, το κύρος και η δράση των επιγόνων μαθητών του. Στον Ψαλίδα οφείλουμε πολλά, μεταξύ των άλλων, τη διασύνδεση της ελληνικής σκέψης και ιδεολογίας του παρελθόντος με τις αρχές και τις ιδέες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, που σχετίζεται άμεσα με την αποκαλούμενη ελληνική αναγέννηση. Με τον Ψαλίδα και τον κύκλο του, τα Γιάννενα αναδεικνύονται το κυριότερο κέντρο τού νεοελληνικού διαφωτισμού στον ελλαδικό χώρο. Του οφείλουμε ευγνωμοσύνη, γι’ αυτό θα ήθελα να θεωρηθεί το παρόν κείμενο, όχι μόνο επετειακό αφιέρωμα για τα 190 χρόνια από το θάνατό του, αλλά μνημόσυνο και ελάχιστο αντίδωρο στην προσφορά τού πεφωτισμένου Γιαννιώτη διανοητή και δασκάλου προς τα Γράμματα, την Εκπαίδευση και το Έθνος. 

Σχετικά άρθρα

Εκδήλωση για τη ζωή και το έργο του Αθανάσιου Ψαλίδα

Καπλάνειος, ζητείται ευαισθησία

«Δέον να επικρατήση ο λόγος προς συμφέρον της εκπαιδεύσεως»

Ηπειρωτικός Αγών