Ο Τ. Τέγου (μέση) με αξιωματικούς κατά την κατάστρωση σχεδίων πτήσεων της «Αερογέφυρας» (1949) (Πηγή: © Ιδιωτικό αρχείο T.S. Tegu)
Ιστορίες

Ένας ηπειρώτης πιλότος στην «Αερογέφυρα του Βερολίνου»

Από τη Βοβούσα στο Πανεπιστήμιο της Virginia, και από τις πορτογαλικές Αζόρες στην ιστορική «Αερογέφυρα» του Βερολίνου. Η συναρπαστική ιστορία του Τέγου Τέγου, ηπειρώτη αξιωματικού της αμερικανικής αεροπορίας και λάτρη της λογοτεχνίας, όπως τη διηγείται για τον Ηπειρωτικό Αγώνα από το Βερολίνο ο Γιώργος Βραζιτούλης

Πριν 70 χρόνια, στις 12 Μαΐου του 1949, έληγε στο Βερολίνο ο πολύμηνος οδικός αποκλεισμός των δυτικών τομέων της πόλης από τα σοβιετικά στρατεύματα κατοχής, που είχε ξεκινήσει στις 24 Ιουνίου 1948 και εξανάγκασε τους δυτικούς συμμάχους (ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία) στην δημιουργία της γιγαντιαίας επιχείρησης ανεφοδιασμού της πόλης, με τη γνωστή ονομασία «Αερογέφυρα του Βερολίνου» («Berliner Luftbrücke»). Επρόκειτο για τη λήξη της πρώτης σοβαρής κρίσης μετά τον πόλεμο μεταξύ των δυο αντιπάλων πολιτικοστρατιωτικών στρατοπέδων. Η επόμενη κρίση θα οδηγούσε το 1961 στην κατασκευή του περιβόητου Τείχους του Βερολίνου.

Βερολινέζοι παρακολουθούν την προσγείωση ενός C-54 στο αεροδρόμιο του Tempelhof (1948)
(Πηγή: Wikipedia, Henry Ries / USAF – United States Air Force Historical Research Agency, Photo 070119-F-0000R-101)

Ο σοβιετικός αποκλεισμός

Πριν την απόφαση για τον αποκλεισμό του δυτικού Βερολίνου είχε προηγηθεί μια σειρά γεγονότων, που συνέβαλαν στην καλλιέργεια αμοιβαίας καχυποψίας και στην όξυνση της έντασης μεταξύ των Σοβιετικών και των δυτικών Συμμάχων. Οι διαφορετικές στρατηγικές επιλογές, με το σχέδιο Μάρσαλ και την δημιουργία της ΚΟΜΕΚΟΝ, και οι ριζικές διαφωνίες τους για το μέλλον της Γερμανίας είχαν επιδεινώσει βαθμιαία το όλο κλίμα, με αποκορύφωμα τη νομισματική μεταρρύθμιση στο δυτικό κομμάτι της χώρας και την κυκλοφορία του νέου δυτικογερμανικού μάρκου, στις 20 Ιουνίου 1948. Υπ’ αυτές τις συνθήκες ο Στάλιν θέλοντας να επιβάλει τις δικές του απόψεις στο γερμανικό ζήτημα με τη δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων αποφάσισε τον επίγειο αποκλεισμό των δυτικών τομέων, που ήδη αποτελούσαν γεωστρατηγικά ένα απομονωμένο «αγκάθι» μέσα στην σοβιετική κυριαρχία του ανατολικού τμήματος της χώρας. Έτσι, τη νύχτα προς την 25η Ιουνίου διακόπηκε η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος προς τους δυτικούς τομείς, και λίγες ώρες μετά απαγορεύτηκε επίσης η μεταφορά εμπορευμάτων και η μετακίνηση προσώπων, οδικά, σιδηροδρομικά ή ακόμη και με πλωτά μέσα.

Οι τρεις αεροδιάδρομοι της «Αερογέφυρας του Βερολίνου»
(Πηγή: Wikipedia, Leerlaufprozeß-Eigenes Werk, CC BY-SA 3.0 )

Οι κυβερνήσεις των δυτικών Συμμάχων ανέμεναν βέβαια από πριν κάποια αντίδραση των Σοβιετικών, όμως ο αποκλεισμός αυτός τους βρήκε απροετοίμαστους. Τα αποθέματα τροφίμων και κάρβουνου για τις ανάγκες θέρμανσης και παραγωγής ενέργειας στους δυτικούς τομείς, με τους 2,2 περίπου εκατομμύρια κατοίκους, αρκούσαν μόλις για έξι εβδομάδες, ενώ παρόμοια κρίσιμη ήταν η κατάσταση με τα υγρά καύσιμα και τα φάρμακα. Την ιδέα της δημιουργίας αερογέφυρας για τον ανεφοδιασμό της πόλης, υποστήριξε τότε δυναμικά ο διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στο Βερολίνο Lucius D. Clay, ερχόμενος μάλιστα αποφασιστικά σε αντίθεση με την πρόταση του βρετανού ομολόγου του, Sir Brian Robertson, να παραδώσουν τους τομείς τους στους σοβιετικούς με αντάλλαγμα την αποδοχή γενικών γερμανικών εκλογών.

Έτσι τέθηκε σε λειτουργία από τους Αμερικανούς μια μοναδική σε έκταση, ειρηνική αεροπορική επιχείρηση, με την ονομασία «Operation Vittles» ή «The Big Lift». Σε διάστημα 11 περίπου μηνών μεταφέρθηκαν 2,1 εκατομμύρια τόνοι αγαθών, εκ των οποίων 1,44 εκατομμύρια τόνοι κάρβουνου, 485 χιλιάδες τόνοι τροφίμων και 160 χιλιάδες τόνοι δομικών υλικών για την επέκταση των αεροδρομίων και ενός εργοστάσιου ηλεκτρικής ενέργειας. Για εξοικονόμηση βάρους στα αεροπλάνα μεταφέρονταν κυρίως αποξηραμένα φρούτα και λαχανικά, σκόνη γάλακτος, ζυμαρικά, αποξηραμένες πατάτες και αλεύρι. Μέσω της αερογέφυρας μεταφέρθηκαν επίσης, από το Βερολίνο προς τα δυτικά διαμερίσματα της χώρας, προϊόντα βάρους 74.145 τόνων, που είχαν παραχθεί στην αποκλεισμένη πόλη, ενώ μετακινήθηκαν ακόμη 227.665 επιβάτες. Την όλη επιχείρηση διεύθυνε ο αντιπτέραρχος William H. Tunner, ο οποίος είχε ήδη παρόμοια εμπειρία από μια άλλη επιτυχή αερογέφυρα μεταξύ Ινδίας και Κίνας, το 1942-45.

«Ντακότες» (C-47) στο αεροδρόμιο Tempelhof κατά την εκφόρτωση (1948)
(Πηγή: © Ιδιωτικό αρχείο T.S. Tegu )

Το μεγαλύτερο μέρος της επιχείρησης διεκπεραιώθηκε μέσω του ιστορικού αεροδρομίου του Tempelhof, ενώ παράλληλα το μικρότερο αεροδρόμιο του Gatow εξυπηρετούσε μαζί και τις μετακινήσεις προσώπων. Από τον Δεκέμβριο του 1948 άρχισε επίσης να λειτουργεί και το αεροδρόμιο του Tegel, που βρίσκονταν στον τομέα των Γάλλων. Το αεροδρόμιο του Tempelhof είχε αρχίσει να κτίζεται το 1936 και ουσιαστικά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Αποτελούσε στην εποχή του έργο βιτρίνας του ναζιστικού καθεστώτος, ως το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της Ευρώπης, ενώ η αρχιτεκτονική του αποτελεί σήμερα ένα από τα λίγα δείγματα ναζιστικής αρχιτεκτονικής, που απέμειναν στη γερμανική πρωτεύουσα. Στη διάρκεια του πολέμου γλύτωσε από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς, και από το 1945 χρησιμοποιούνταν ως αμερικανική βάση.

Καθοριστικό ρόλο στην Αερογέφυρα έπαιξε ο τύπος αεροπλάνου «Ντακότα» (Douglas C-47), μαζί με τα μεγαλύτερα C-54 και C-74, ενώ χρησιμοποιήθηκαν ακόμη (από τους Βρετανούς) και υδροπλάνα. Στη διάρκεια των επιχειρήσεων έχασαν τη ζωή τους 31 Αμερικανοί, 40 Βρετανοί και 13 Γερμανοί.

Ο σμηναγός της αμερικανικής πολεμικής αεροπορίας Τέγος Τέγου (1911 – 1997)
(Πηγή: © Ιδιωτικό αρχείο T.S. Tegu)

Ο ηπειρώτης μετανάστης

Ανάμεσα στους τολμηρούς πιλότους που έλαβαν μέρος στην «Αερογέφυρα του Βερολίνου» βρίσκονταν κι ένας ηπειρώτης αξιωματικός της αμερικανικής αεροπορίας. Πρόκειται για τον Τέγο (Στέργιο) Τέγου, που είχε γεννηθεί το 1911 στο φημισμένο βλαχοχώρι του Ζαγορίου, τη Βοβούσα. Το 1920, σε ηλικία 9 ετών, ο Τέγου μετανάστευσε με την υπόλοιπη οικογένειά του στις Ηνωμένες Πολιτείες και εγκαταστάθηκαν στο New Hampshire κι αργότερα στο Vermont, περιοχές που με τα πυκνά τους δάση θύμιζαν την ιδιαίτερή τους πατρίδα, στην Πίνδο. Ο Τέγου από μικρό παιδί είχε βάλει δύο βασικούς στόχους στη ζωή του: να μάθει όσο μπορούσε περισσότερες γλώσσες και να γίνει πιλότος. Για την εκπλήρωση του πρώτου στόχου σπούδασε λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Virginia, ενώ το πάθος του με τα αεροπλάνα τον οδήγησε αργότερα στην αμερικανική πολεμική αεροπορία, με την οποία συμμετείχε σε πολλές επικίνδυνες επιχειρήσεις στην λατινική Αμερική και στον Ατλαντικό, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το Νοέμβριο του 1945 ο Τέγου επέστρεψε για πρώτη φορά στη Βοβούσα. Από τις πορτογαλικές Αζόρες, όπου υπηρετούσε ως σμηναγός και υπασπιστής του διοικητή της βάσης, μετέβη, στη διάρκεια μιας άδειάς του, στην Αθήνα κι από εκεί με μια αποστολή της UNRRA στα Γιάννενα. Στο κατεστραμμένο από τους Γερμανούς χωριό οι Βοβουσιώτες τον υποδέχτηκαν, παρά την μεγάλη τους φτώχια και δυστυχία, με θέρμη και χαρά. Η επίσκεψη αυτή υπήρξε για τον ίδιο σημαδιακή, αφού όπως αφηγούνταν αργότερα, ανακάλυψε τότε τις ρίζες του και συνειδητοποίησε για πρώτη φορά την πολύμορφη πολιτισμική του ταυτότητα, ως Αμερικάνος, Έλληνας και Βλάχος. Κατά την ολιγοήμερη παραμονή του στη Βοβούσα, επίσης, ερωτεύτηκε και την μετέπειτα σύζυγό του Κατερίνα, με την οποία απέκτησαν αργότερα πέντε παιδιά.

Ο Τ. Τέγου με την τοπική ενδυμασία κατά την επίσκεψή του στη Βοβούσα (1945)
(Πηγή: © Ιδιωτικό αρχείο T.S. Tegu)

Όταν ξεκίνησε η επιχείρηση της «Αερογέφυρας» ο Τέγου δηλώθηκε ως εθελοντής και έλαβε μέρος σε συνολικά 115 αεροπορικές επιχειρήσεις μεταξύ του Wiesbaden, όπου βρίσκονταν τότε η αμερικανική αεροπορική βάση στην κατεχόμενη Γερμανία, και του Βερολίνου. Όπως περιέγραφε σε μια συνέντευξή του σε μια αμερικάνικη τοπική εφημερίδα εκείνη την εποχή, η δουλειά του πιλότου κατά τη διάρκεια της «Αερογέφυρας» ήταν ιδιαίτερα σκληρή. Τα πληρώματα βρίσκονταν επί μήνες σε διαρκή ετοιμότητα, νύχτα και μέρα, ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες. Η σύζυγός του Κατερίνα, που ζει σήμερα 93 ετών στο Providence της πολιτείας Rhode Island και βρίσκονταν τότε μαζί του στο Wiesbaden, θυμάται ακόμα τις ατέλειωτες νύχτες και μέρες απουσίας του, λόγω των αεροπορικών αποστολών. Από το Βερολίνο εκείνης της περιόδου ο Τέγου είχε κρατήσει τη θλιβερή εικόνα μιας κατεστραμμένης πόλης, γεμάτης ερείπια από τους βομβαρδισμούς του πολέμου.

Από άλλες μαρτυρίες πιλότων της «Αερογέφυρας» είναι επίσης γνωστό, πως σε περιόδους αιχμής τα αεροπλάνα πετούσαν επικίνδυνα κοντά μεταξύ τους και προσγειώνονταν κάθε 3 σχεδόν λεπτά στα αεροδρόμια του Βερολίνου. Στο αποκορύφωμα των επιχειρήσεων, η ώρα παραμονής των αεροπλάνων στο έδαφος για την φορτοεκφόρτωση είχε μειωθεί από αρχικά 75 σε μόνον 30 λεπτά. Σε περίπτωση που ένα αεροπλάνο δεν κατόρθωνε να προσγειωθεί με την πρώτη προσπάθεια, τότε, για να μην διαταράξει την πορεία των επόμενων, επέστρεφε στον αρχικό του προορισμό για να μπει εκ νέου στη σειρά.

Ο Τ. Τέγου (δεξιά) πιθανόν με τον αντιπτέραρχο William Η. Tunner (αριστερά 😉 και άλλους ανώτατους αξιωματικούς μπροστά από ένα C-54 στο αεροδρόμιο του Tempelhof (1948/49)
(Πηγή: © Ιδιωτικό αρχείο T.S. Tegu)

Ο Τέγου παρέμεινε στη Γερμανία έως το 1951, και λόγω της γλωσσομάθειάς του (μιλούσε καλά 9 γλώσσες) υπηρέτησε αργότερα σε νευραλγικές θέσεις σε διάφορες υπηρεσίες του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη. Ως πιλότος συμπλήρωσε συνολικά πάνω από 5.000 ώρες πτήσεων. Το 1969, σε μια ηλικία που άλλοι συνήθως σκέπτονται τα χρόνια της συνταξιοδότησης, ο Τέγου έκανε το διδακτορικό του στην ισπανική λογοτεχνία, στο Πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα. Είχε βραβευτεί επίσης από την πορτογαλική κυβέρνηση για το μεταφραστικό του έργο στα πορτογαλικά. Εγκαταλείποντας αργότερα την αεροπορία εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Providence, όπου για 16 χρόνια, μέχρι τη συνταξιοδότησή του, δίδαξε ευρωπαϊκές γλώσσες στο Κολλέγιο του Rhode Island, αποκτώντας διάφορα ακαδημαϊκά αξιώματα και επιβραβεύσεις, καθώς και τη φήμη ενός ενθουσιώδους και ιδιαίτερα αγαπητού δασκάλου. Μια ρήση που είχε πάντα, όσο ζούσε, ως οδηγό, ήταν πως «η ζωή είναι ένα γεύμα με πολλά πράγματα, και προσπαθείς να τσιμπάς λίγο απ’ όλα». Απεβίωσε το 1997 στο Providence, μέσα στη θαλπωρή και ευτυχία της δεμένης οικογένειάς του.

Με τη σύζυγό του Κατερίνα στο Providence, Rhode Island (1996)

Η επέτειος

Τα δυο παλιά αεροδρόμια της «Αερογέφυρας του Βερολίνου» δεν λειτουργούν πλέον. Το Tempelhof, που έκλεισε οριστικά τον Οκτώβριο του 2008, είναι σήμερα μια μοναδική σε ιδιομορφία και μέγεθος έκταση πρασίνου, ένα είδος ανοιχτού πάρκου με ελάχιστα δένδρα, κοντά στο κέντρο της πρωτεύουσας. Μετά από ένα δημοψήφισμα που διεξήχθη τον Μάιο του 2014, έπειτα από μια λαϊκή πρωτοβουλία σχετικά με τη μελλοντική του χρήση, δεν επιτρέπεται σήμερα καμία απολύτως αλλαγή στην υπάρχουσα κατάσταση. Ένα μικρό μέρος των διατηρητέων κτιρίων του στεγάζει μερικές δημόσιες υπηρεσίες ή σποραδικά κάποιες, πολιτιστικές κυρίως, εκδηλώσεις.

Την περασμένη Κυριακή 50 χιλιάδες περίπου Βερολινέζοι συγκεντρώθηκαν και γιόρτασαν πάνω στις δύο παλιές πίστες προσγείωσης και κάτω από τα στέγαστρα επιβίβασης την 70η επέτειο της λήξης της «Αερογέφυρας». Στη γιορτή συμμετείχε κι ένας 98χρονος βετεράνος, από τους τελευταίους εν ζωή αμερικάνους πιλότους, που συμμετείχαν τότε στα δραματικά γεγονότα. Η ιστορία αναβίωσε και πάλι για λίγες ώρες μέσα από ομιλίες, παρουσιάσεις και εκθέσεις φωτογραφιών. Στο επιβλητικό μνημείο για την «Αερογέφυρα του Βερολίνου», το οποίο βρίσκεται κοντά στην είσοδο του αεροδρομίου, κατατέθηκαν λουλούδια και στεφάνια από διάφορους φορείς και απλούς πολίτες, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης και τιμής προς όλους εκείνους, που, όπως κι ο βοβουσιώτης πιλότος Τέγος Τέγου, συνέβαλαν τότε να «κρατηθεί όρθιο» το δυτικό Βερολίνο, εξουδετερώνοντας τα σχέδια του Στάλιν και χρεώνοντάς του την πρώτη ήττα στον μεταπολεμικό Ψυχρό Πόλεμο.