Αίθουσα ΣύνταξηςΙστορίες

Ζωσιμαία Σχολή: ο μουσαίος λαμπτήρ της Παιδείας του Γένους

«Στις 8 Νοεμβρίου του 1957 εγκαινιάστηκε επίσημα στην πλατεία Ευεργετών της πόλης μας το περικαλλές και σύγχρονο Εκπαιδευτήριο της Ζωσιμαίας Σχολής, του τελευταίου από τα τέσσερα κτήρια στα οποία, από την ίδρυσή της το 1828, στεγάστηκε το κόσμημα της ευεργεσίας των αοιδίμων μελών της Ζωσιμαίας Αδελφότητας». Γράφει ο Απόστολος Ν. Κατσίκης, Ομ. Καθηγητής Παν/μίου Ιωαννίνων.

Στις 8 Νοεμβρίου του 1957 εγκαινιάστηκε επίσημα στην πλατεία Ευεργετών της πόλης μας το περικαλλές και σύγχρονο Εκπαιδευτήριο της Ζωσιμαίας Σχολής, του τελευταίου από τα τέσσερα κτήρια στα οποία, από την ίδρυσή της το 1828, στεγάστηκε το κόσμημα της ευεργεσίας των αοιδίμων μελών της Ζωσιμαίας Αδελφότητας.

Η ημερομηνία αυτή δεν επιλέχθηκε τυχαία (στην ίδια  ημερομηνία πέντε χρόνια νωρίτερα είχε γίνει η κατάθεση του θεμέλιου λίθου της Σχολής). Εξάλλου την 8η Νοεμβρίου, εορτή των αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ, είχε ορίσει ο τελευταίος των Ζωσιμάδων Νικόλαος, μέσω της διαθήκης του, να τελείται μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως της ψυχής όλων των μελών της οικογένειας των Ζωσιμάδων.

Με το ίδιο σκεπτικό «Μνήμη Ζωσιμάδων» επιχειρείται στο σημερινό σημείωμα η αναδρομή στην ένδοξη πορεία της σχολής, κυρίως μέσω της εξιστόρησης της δημιουργίας των παλαιότερων διδακτηρίων της, της προσφοράς της στα εκπαιδευτικά δρώμενα της πόλης, και όχι μόνον, και της ανάπλασης του ιστορικού και κοινωνικού πλαισίου των εποχών λειτουργίας της.

Η ίδρυση της Ζωσιμαίας Σχολής στην Ηπειρωτική πρωτεύουσα δεν αποτελεί δημιούργημα μιας νυκτός. Συνιστά το αποτέλεσμα και το αποκορύφωμα μιας μακράς διαδικασίας και παρουσίας προγενέστερων εκπαιδευτηρίων στην ευρύτερη περιοχή των Ιωαννίνων αρκετούς αιώνες πριν.

Η εκπαιδευτική, αλλά συνάμα ιδεολογική και εθνική δράση των σχολών στα Γιάννενα ανάγεται στον 13ο αι. όταν στο νησί της λίμνης των Ιωαννίνων, η βυζαντινή οικογένεια των ευγενών Φιλανθρωπηνών ιδρύει το ομώνυμο μοναστήρι και ενισχύει την ήδη λειτουργούσα από το 1206 Σχολή Σπανού. Σύγχρονες ήταν και η σχολή Στρατηγοπούλου και η Αβακούμειος, όλες στο νησί και η Σχολή του Δεσπότη στο Κάστρο των Ιωαννίνων. Το καθεστώς αυτό, ευτυχώς για το γένος, διατηρήθηκε και μετά την παράδοση των Ιωαννίνων στους Οθωμανούς Τούρκους το 1430, καθώς και κατά τους δύο πρώτους αιώνες της δουλείας (15ος και 16ος  αι.). Στη συνέχεια η αναδιάρθρωση των παλιών και η ίδρυση νέων σχολών στα Γιάννενα αργότερα (17ος 18ος αι.), αντανακλά εν πολλοίς την επίδραση των αρχών του Διαφωτισμού, που έχει ήδη διαμορφώσει τα εκπαιδευτικά, επιστημονικά, ιδεολογικά τεκταινόμενα στη Δύση. Ειδικότερα όμως για τον Ηπειρωτικό χώρο και συγκεκριμένα για την πόλη των Ιωαννίνων, η ελληνική αναγέννηση οφείλεται στην παρουσία-επίδραση τριών συγκεκριμένων παραγόντων: α) στην οικονομική ευμάρεια των Γιαννιωτών, ιδίως των εμπόρων αλλά και των μεταπρατών, β) στο φαινόμενο της ευεργεσίας-ευποιΐας, γ) στην ακράδαντη πίστη των απανταχού Γιαννιωτών-Ηπειρωτών στον καθοριστικό ρόλο και τη συμβολή της Παιδείας στη διαμόρφωση εθνικής συνείδησης, απαραίτητης προϋπόθεσης για την αφύπνιση του γένους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ιδρύονται η Σχολή Επιφανίου (1648), η Σχολή Γκιούμα ή Μεγάλη Σχολή (1674), η οποία μετά από λίγο μετονομάζεται σε Μπαλαναία. Το 1742 ιδρύεται νέα σχολή η Μαρουτσαία και μετά την καταστροφή της η (συνέχειά της), Καπλάνειος Σχολή, από το όνομα του ευεργέτη της. Αυτή η εξαιρετικά σημαντική εκπαιδευτική παρουσία των Ιωαννίνων δικαιολογεί και αιτιολογεί πλήρως την απόδοση σε αυτά της προσωνυμίας  «Νέαι Αθήναι» και ο χαρακτηρισμός τους ως «Μητρόπολις πάσης μαθήσεως», καθώς και της γνωστής δημώδους έκφρασης «Γιάννενα πρώτα στα άρματα στα γρόσια και στα γράμματα».

Και ενώ αυτά συνέβαιναν κατά την προεπαναστατική περίοδο η καταστροφή των Ιωαννίνων το 1820-22, δημιουργεί ένα τεράστιο κενό (και) στα εκπαιδευτικά πράγματα της πόλης. Η έλλειψη εκπαιδευτηρίων όμως αποκαθίσταται σχεδόν αμέσως και μάλιστα κατά τον καλύτερο τρόπο. Το 1828, και ενώ ακόμη η επανάσταση δεν έχει οδηγήσει στην ανακήρυξη του νέου ελληνικού κράτους, οι μέγιστοι των Ελλήνων ευεργετών, οι αδελφοί Ζωσιμάδες, αποφασίζουν τη δημιουργία νέου διδακτηρίου στη γενέθλια γη, τα Γιάννενα. Αποτέλεσμα της βούλησης αυτής της «Ζωσιμαίας αδελφότητας» υπήρξε η ίδρυση της περίφημης Ζωσιμαίας Σχολής, η λειτουργία της οποίας σηματοδοτεί τη νέα εκπαιδευτική περίοδο για τον Ηπειρωτικό και ευρύτερα ελλαδικό χώρο.

Το 1828 λοιπόν, χρόνο που το ελληνικό δράμα έβαινε στη λύση του και η τάξη στην τουρκοκρατούμενη Ηπειρωτική πρωτεύουσα είχε κάπως αποκατασταθεί, ο μόνος επιζών από τους αδελφούς Ζωσιμάδες, Νικόλαος αποφασίζει την ίδρυση ενός νέου ελληνικού σχολείου στα Γιάννενα και να δώσει σε αυτό όλα τα μέσα για να εξακολουθήσει η πόλη να αποτελεί την εκπαιδευτική πρωτοπορία του γένους. Το σχολείο αυτό με αρχικό όνομα «Γενικόν Ελληνικόν Σχολείον» λειτούργησε κάτω από τη σημερινή (Νέα) Ζωσιμαία, όπου το δημοτικό σχολείο 2ο Ελισαβέτειο.

Α’ Διδακτήριο, όπου το σημερινό 2ο Ελισαβέτειο Δημοτικό Σχολείο

Στο νέο αυτό εκπαιδευτικό ίδρυμα, σύμφωνα με όσα γράφει ο Σπυρίδων Λάμπρος, «συνέρρευσαν εξ απάσης της Ηπείρου μαθηταί μετά προθυμίας μεγίστης». Η σχολή λειτούργησε εκεί μέχρι το 1834 οπότε μεταφέρθηκε στο ευρύχωρο και μεγαλόπρεπο, για την εποχή, σπίτι του Αθανασίου, ευρισκόμενο στη θέση όπου αργότερα κτίσθηκε εκ βάθρων το κτίριο της αποκαλούμενης “παλαιάς” Ζωσιμαίας Σχολής.

Β’ Διδακτήριο, οικία Αθανασίου

«Έκτοτε, καθώς ιστορεί ο Αραβαντινός, η αποκαλούμενη πλέον Ζωσιμαία Σχολή προήγετο κλεϊζομένη και τοσούτον επιζήτητος κατέστη, ώστε εφοιτάτο υπό 300 περίπου μαθητών ου μόνον εκ της Ηπείρου προερχομένων αλλά και από της Θεσσαλίας και Μακεδονίας».

Στο κτίριο αυτό της οικίας Aθανασίου η Σχολή λειτούργησε για περισσότερα από 70 χρόνια. Ευτύχησε δε να αποκτήσει σχολάρχες, δηλ. διευθυντές, ορισμένους από τους διαπρεπέστερους εκπαιδευτικούς, λόγιους και διανοουμένους της εποχής. (Αναστάσιος Σακελλάριος, Σπυρίδων Μανάρης, Μιλτιάδης Πανταζής, Γεώργιος Καλούδης, Αντώνης Τραυλαντώνης, Αλέξανδρος Ζαμαρίας, Δημήτριος Λειβαδεύς κ.ά.). Αντίστοιχα υψηλού επιπέδου υπήρξαν βέβαια και οι διδάσκοντες δάσκαλοι-καθηγητές.

Υψηλού επιπέδου επίσης, με βάση την ελληνοχριστιανική αγωγή βέβαια, αλλά εμπλουτισμένο με σύγχρονα αντικείμενα και με βάση τις ανάγκες της εποχής, ήταν και το πρόγραμμα σπουδών της σχολής. Πληροφορούμαστε από επιστολή των εφόρων της ότι ήδη από τις δεκαετίες 1840-50 «τα μεθοδικώς και ευκάρπως παραδιδόμενα μαθήματα είναι Φιλοσοφία, αρχαίοι συγγραφείς, Μαθηματικά, Ελληνική Φιλολογία, Γενική Ιστορία, Θεολογία, Γεωγραφία, Φυσική, Ψυχολογία, Λογική και Ηθική, γλώσσαι εκτός της Ελληνικής, Γαλλική, Ιταλική και Λατινική». Μάλιστα αντιλαμβανόμενοι την ανάγκην εισαγωγής σύγχρονων εκπαιδευτικών μεθόδων ζητούν την προμήθεια οργάνων Φυσικής αλλά και κατάλληλων εγχειριδίων: « υφίσταται ανάγκη και βιβλία και πειραματικά όργανα πρέπει να αγορασθώσι, των οποίων έχομεν έλλειψη παντελή και άνευ των οποίων κανείς καρπός άξιος λόγου αδύνατον…». Σχετικά αναφέρεται ότι όντως η βιβλιοθήκη της Σχολής επλουτίσθη ικανοποιητικά διότι όταν το 1938 ιδρύθηκε η Ζωσιμαία Βιβλιοθήκη παρέλαβε από τη σχολή 3.500 τόμους ενώ στο σχολείο παρέμειναν 1500, σύνολο δηλ. 5.000 βιβλία!

Οι προσπάθειες εκπαιδευτικών και μαθητών βέβαια για τη διατήρηση και ανύψωση του επιπέδου και του κύρους της σχολής δεν έμειναν άνευ επαίνων και επιβραβεύσεων. Ως επιβεβαίωση της εξαιρετικής κατάρτισης των αποφοίτων της το Πανεπιστήμιο Αθηνών, δια ψηφίσματός του το 1860, αποφασίζει «…όπως ανεξετάστως εγγράφηται ως φοιτητής του Πανεπιστημίου πας μαθητής του Γυμνασίου των Ιωαννίνων…». Δεν νομίζω ότι υπάρχει μεγαλύτερη αναγνώριση του κύρους της σχολής!

Θα πρέπει να υπογραμμιστεί εδώ ότι παρά την ευφορία η λειτουργία της σχολής δεν υπήρξε απρόσκοπτη. Οι τουρκικές αρχές, για προφανείς λόγους, πολύ συχνά εμπόδιζαν την υλοποίηση αποφάσεων της διοίκησης της σχολής. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση παρέμβασης της (τουρκικής) Νομαρχίας το 1898 η οποία αξίωσε την παύση του καθηγητή Καλούδη ο οποίος είχε ελληνική υπηκοότητα (!). Βέβαια η σχολή λειτούργησε, κατά κάποιο τρόπο, με την ανοχή της οθωμανικής κυβέρνησης διότι σ’ αυτήν, λόγω του υψηλού κύρους της, φοιτούσαν και τα παιδιά, κυρίως των εύπορων και υψηλά ισταμένων οικογενειών, τόσο αλβανικής όσο και τουρκικής καταγωγής από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι απόφοιτοι της Ζωσιμαίας ήταν ο Χασάν Ταξίμ Μπέης, οποίος παρέδωσε τη Θεσσαλονίκη στα ελληνικά στρατεύματα το 1912, ο Εσάτ πασάς και ο αδελφός του Βεχήπ, που παρέδωσαν τα Γιάννενα στον Κωνσταντίνο, ο Ισμαήλ Κεμάλ, ιδρυτής του αλβανικού κράτους και τα έξι αδέρφια Φράσερι αλβανικής καταγωγής. Ο ένας εξ αυτών ο Ναΐμ θεωρείται εθνικός ποιητής της χώρας του (Αλβανίας).

Παρά τις πάσης φύσεως δυσκολίες, όπως οι προαναφερθείσες, η σχολή προόδευε και μεγαλουργούσε με την αρωγή και την υψηλή επίβλεψη της αδελφότητας αρχικά, και ιδιαίτερα του Νικολάου Ζωσιμά, και αυτό βέβαια μέχρι το έτος θανάτου του τελευταίου επισυμβάντος το 1842. Ο Νικόλαος όμως προέβλεψε για το μέλλον και την μακροημέρευση της φερώνυμης σχολής, καθώς και για πολλά άλλα ιδρύματα τα οποία είχε συστήσει η αδελφότητα. Με την περίφημη διαθήκη του προικίζει, μεταξύ των άλλων, γενναιόδωρα τη σχολή εξασφαλίζοντας το μέλλον της εις το διηνεκές. Ως έμπειρος και οξυδερκής φρόντισε και για την απόκτηση μόνιμης και αξιοπρεπούς στέγης για το εκπαιδευτικό ίδρυμα της αδελφότητας. Στο άρθρο Ε’ της διαθήκης του ο Νικόλαος Ζωσιμάς ορίζει επακριβώς: «…αφήνω επίσης εκ μέρους της Ζωσιμαίας Αδελφότητας σε αργυρά ρούβλια 11.428,57 καπίκια, από ασσιγνάτσιες ρούβλια 40.000 για την οικοδομή του Δημοσίου Γενικού Ελληνικού Σχολείου». Η βούληση αυτή του Νικολάου υλοποιήθηκε 60 χρόνια μετά, στην αυγή του 20ού πλέον αιώνα. Το 1901 κατεδαφίζεται η οικία Αθανασίου και στη θέση της ανεγείρεται περικαλλές οικοδόμημα αντίγραφο του εν Αθήνησι Πανεπιστημίου σε σχέδια του γιαννιώτη αρχιτέκτονα Περικλή Μελίρρυτου και του στρατιωτικού μηχανικού Χαρισιάδη. Το νέο κτήριο, η αποκαλούμενη σήμερα «Παλαιά Ζωσιμαία», εγκαινιάστηκε τον Φεβρουάριο του 1905 αποτελώντας κόσμημα για την πόλη των Ιωαννίνων.

Γ’ Διδακτήριο, η «παλαιά» Ζωσιμαία Σχολή

Η ανέγερση του κτηρίου της Ζωσιμαίας με τις σύγχρονες στεγαστικές και συνάμα εκπαιδευτικές-παιδαγωγικές συνθήκες αποτέλεσε πόλο ευρύτερης έλξης για την αύξηση του μαθητικού δυναμικού της σχολής. Μέχρι το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1918), ο αριθμός των φοιτώντων σ΄αυτήν ανήλθε σε 700. Προφανώς στην αύξηση αυτή συνέβαλε και η ενσωμάτωση στο ελληνικό κράτος του μεγαλύτερου τμήματος της Ηπείρου. Την περίοδο αυτή μάλιστα η Ζωσιμαία, υπακούοντας στις σύγχρονες εκπαιδευτικές αρχές, άρχισε να δέχεται και κορίτσια στις τάξεις της (τόλμημα για την εποχή). Για την ιστορία αναφέρεται ότι η πρώτη μαθήτρια στη Ζωσιμαία ήταν η κόρη του καθηγητή Γαλλικών Χατζηγιάννη, έχουν διασωθεί δε και τα ονόματα άλλων δύο μαθητριών του σχολ. έτους 1845-46, της Αλεξάνδρας Βαραβέλη και της Ασπασίας Τσίμα.

Το επιβλητικό κτήριο της Ζωσιμαίας λειτούργησε ως έδρα της Σχολής μόνον για 36 χρόνια. Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1941, έπεσε θύμα αεροπορικού βομβαρδισμού, υπέστη εκτεταμένες ζημιές και εκρίθη ακατάλληλο Παρά τις προσπάθειες για αποκατάσταση του κτηρίου στην αρχική του μορφή, αμέσως μετά τον πόλεμο, τούτο δεν κατέστη εφικτό πάρα μόνον το 1960.

Εν τω μεταξύ, μεταπολεμικά, οι ανάγκες για τη στέγαση της σχολής οδήγησαν στη σχεδίαση εξ αρχής και στην οικοδόμηση ενός νέου διδακτηρίου, ικανού να φιλοξενήσει τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες της ιστορικής σχολής, η οποία να σημειωθεί μέχρι τότε λειτουργούσε ανελλιπώς για πάνω από 120 χρόνια. Την άποψη ανέγερσης νέου διδακτηρίου υποστήριξε ένθερμα ο αρχιεπίσκοπος  Σπυρίδων, ισχυρή προσωπικότητα της εποχής, ο οποίος το 1951 έλεγε σε συνέντευξή του: «…ο πόθος μου ο οποίος θα πραγματοποιηθεί αφεύκτως είναι η ανέγερσις νέου κτηρίου της Σχολής εις την πλατείαν Βενιζέλου». Το 1952 τίθεται ο θεμέλιος λίθος της (νέας) Ζωσιμαίας Σχολής στην ιστορική θέση του πρώτου διδακτηρίου (πλατεία Ευεργετών). Με αυτόν τον τρόπο επανέρχεται η σχολή κυριολεκτικά στο σημείο από το οποίο ξεκίνησε την πολυετή και τόσο μεστή και λαμπρή πορεία της. Πρόκειται βέβαια για το υφιστάμενο κτήριο σε σχέδια Kαραντινού, όπου σήμερα λειτουργεί το Λύκειο της Ζωσιμαίας, η αποκαλούμενη Νέα Ζωσιμαία Σχολή.

Δ’ Διδακτήριο, η «νέα» Ζωσιμαία Σχολή

Με την ανέγερση του τελευταίου αυτού διδακτηρίου, 4ου στην ιστορία της σχολής, κλίνει ο κτηριολογικός κύκλος της Ζωσιμαίας και μέσω αυτού το οδοιπορικό της περιήγησής μας στο ένδοξο παρελθόν της.

Τα επόμενα χρόνια και μέχρι σήμερα η σχολή, ενταγμένη στο εκπαιδευτικό σύστημα του ελληνικού κράτους, λειτούργησε πάντοτε στο πλαίσιο της αριστείας και διατηρώντας ακέραιη την αίγλη της και τα χαρακτηριστικά του αρχικού «μουσαίου λαμπτήρος της Παιδείας». Σήμερα εξακολουθεί βέβαια να λειτουργεί ακμαία και υπερήφανη με δύο εκπαιδευτήρια, το Γυμνάσιο της Ζωσιμαίας Σχολής και το Λύκειο. Ενταγμένη από το 2020 στον κατάλογο των Προτύπων Σχολείων, αν και ουσιαστικά δεν απώλεσε ποτέ τον χαρακτήρα αυτό, σε νέες εκπαιδευτικές-παιδαγωγικές βάσεις και προδιαγραφές παρέχει εκπαίδευση υψηλού επιπέδου, υλοποιώντας το όνειρο και τις προσδοκίες των ιδρυτών της, αοιδίμων αδελφών Ζωσιμάδων, για την Παιδεία των Ελληνοπαίδων «κατ’ ίχνος της πεφωτισμένης Ευρώπης», αλλά και σύμφωνα με τις επιταγές του σήμερα προετοιμάζοντας τον πολίτη του αύριο.

Σχετικά άρθρα

Μαθητικοί αγώνες στην Πωγωνιανή

Λουκία Τζάλλα

Εκδήλωση προς τιμή των αδελφών Ζωσιμάδων στο Γραμμένο

Εκδρομή αποφοίτων της Ζωσιμαίας Σχολής στην Πόλη

Τιτίκα Τζάλλα