Ιστορίες

Ο Νεομάρτυρας Άγιος Γεώργιος ο εν Ιωαννίνοις

Σήμερα, ο Άγιος τιμάται σε κάθε γωνιά του Ορθόδοξου κόσμου, όπου υπάρχουν Ηπειρώτες, ιδίως Γιαννιώτες, Γρεβενιώτες και Αγρινιώτες.

του Πέτρου Τσόδουλου
Οικονομολόγου

Ο Νεομάρτυρας Γεώργιος γεννήθηκε το 1808 από φτωχούς γονείς (Κωνσταντίνος και Βασίλω) στο χωριό «Τσούρχλι», σήμερα «Άγιος Γεώργιος», του Νομού Γρεβενών.

Σε μικρή ηλικία, οκτώ περίπου ετών, έμεινε ορφανός από τους δύο γονείς και την επιμέλεια του ανέλαβαν ο μεγαλύτερος αδελφός και η μεσαία αδελφή του, οι οποίοι και αυτοί απεβίωσαν στη συνέχεια από θανατηφόρα επιδημία. Οπότε, ο Γεώργιος, σε ηλικία 15 ετών περίπου, έμεινε μόνος και αναγκάστηκε να αναζητήσει εργασία, προκειμένου να επιβιώσει.

Αρχικά, προσκολλήθηκε σε κάποιον αγά, πιθανώς της πόλης των Γρεβενών, ως «υπομίσθιος» και στη συνέχεια περιπλανήθηκε σε διάφορους γειτονικούς τόπους, όπως τα Τρίκαλα. Σε ηλικία 22 ετών περίπου, εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα, όπου ανέλαβε υπηρεσία – ιπποκόμος στον Αλβανό Χατζή Αβδουλλάχ εφέντη, αξιωματικό του νεαρού Ιμίν πασά (γιος του Κιουταχή) όπου εργάστηκε για οκτώ χρόνια. Σε αυτό το διάστημα, όλοι τον θεωρούσαν μουσουλμάνο και τον αποκαλούσαν Γκιαούρ Χασάν. Όμως, όπως θα αποδειχθεί αργότερα, ο Γεώργιος ουδέποτε απαρνήθηκε τη Χριστιανική πίστη.

Τον Οκτώβριο του 1836 παντρεύτηκε μια φτωχή, ορφανή και ενάρετη Γιαννιώτισσα, την Ελένη. Όταν μαθεύτηκε το γεγονός, κατηγορήθηκε από τον Τουρκογιαννιώτη χότζα του Τεκέ του Μουχτάρ ότι, ενώ ήταν μουσουλμάνος, παντρεύτηκε χριστιανή. Με την κατηγορία αυτή οδηγήθηκε στον Τούρκο ιεροδικαστή ή κριτή (καδή), όπου με θάρρος υπερασπίστηκε τη χριστιανική του πίστη. Λόγω της ακλόνητης στάσης του, καθώς και της διαβεβαίωση του αφεντικού του Αβδουλλάχ, ότι ο Γεώργιος ήταν πάντα Χριστιανός και ποτέ μουσουλμάνος, καθώς και από το γεγονός ότι βρέθηκε απερίτμητος, απαλλάχτηκε από την κατηγορία και αφέθηκε ελεύθερος. Μάλιστα, καταχωρήθηκε ως χριστιανός στον κατάλογο του τουρκικού ιεροδικαστηρίου, το λεγόμενο «Καϊδί», με το όνομα «Γεώργη, βελέντη Κώστα», δηλαδή Γεώργιος, γιος του Κωνσταντίνου. Στις 30 Δεκεμβρίου του 1837 γεννήθηκε ο γιος τους, τον οποίο βαπτίζουν στις 7 Ιανουαρίου του 1838, εορτή του Προδρόμου, δίνοντας το όνομα Ιωάννης, κάτι που εξόργισε τους μουσουλμάνους.

Στις 12 Ιανουαρίου, ο Γεώργιος, αφού χαιρέτισε την οικογένεια του, έφυγε από το σπίτι, φορώντας την επίσημη ενδυμασία, δηλαδή τη μακριά φουστανέλα με το κεντητό γιλέκο. Φτάνοντας στην πλατεία του πλατάνου (σήμερα Γυαλί-καφενές), καταγγέλθηκε και πάλι για την πίστη του, με αποτέλεσμα να συλληφθεί εκ νέου από τους Τούρκους. Έτσι, οδηγήθηκε στον διοικητή της πόλης Καβάζ μπασή, όπου ανακρίθηκε από τον υποδιοικητή Κεχαγιάμπεη. Ο τελευταίος τον παρέπεμψε στον καδή, όπου ο Γεώργιος δε δείλιασε και πάντα θαρραλέα ομολογούσε: «Χριστιανός γεννήθηκα, Χριστιανός είμαι, Χριστιανός πεθαίνω». Το αποτέλεσμα ήταν να οδηγηθεί στη φυλακή.

Στο μεταξύ, παρότι ο τότε Μητροπολίτης Ιωαννίνων Ιωακείμ κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια, προκειμένου ο Γεώργιος να αφεθεί ελεύθερος, την Πέμπτη το πρωί 13 Ιανουαρίου οδηγείται και πάλι στο δικαστήριο, όπου ο Άγιος ακλόνητος ομολογεί: «Χριστιανός είμαι, Χριστιανός πεθαίνω». Τον οδηγούν ξανά στη φυλακή, όπου αρχίζουν τα φοβερά βασανιστήρια. Το Σάββατο οδηγείται ξανά στον δικαστή, ο οποίος προσπαθεί να τον δελεάσει με αξιώματα. Αλλά και πάλι ο Γεώργιος παραμένει ακλόνητος. Έτσι, ο δικαστής και υπό την πίεση των φανατικών Τούρκων, υπέγραψε τη θανατική καταδίκη του. Τη Δευτέρα 17 Ιανουαρίου, πέντε δήμιοι τον οδηγούν στον τόπο του μαρτυρίου, όπου ήταν στημένη η αγχόνη, στο Κουρμανιό, κοντά στην κεντρική πύλη του κάστρου. Πριν τραβήξουν το σχοινί, τον ρώτησαν: Τι είσαι; και ο Γεώργιος τους απάντησε «Χριστιανός, προσκυνώ τον Χριστό μου και τη Δέσποινα μου Θεοτόκο».

Στη συνέχεια, έκανε το σταυρό του και γυρίζοντας προς τους Χριστιανούς, που ήταν εκεί, είπε: «Συγχωρήσατε μοι αδελφοί και ο Θεός να σας συγχωρήσει». Έπειτα, οι δήμιοι τράβηξαν το σχοινί και ο Γεώργιος σε ηλικία 30 ετών παρέδωσε το πνεύμα του στον αγαπημένο του Χριστό. Το σώμα του Αγίου έμεινε κρεμασμένο στην αγχόνη για τρεις ημέρες και στο διάστημα αυτό κάθε βράδυ ένα ουράνιο φως έλαμπε στο κεφάλι του. Έκτοτε, πληθώρα θαυμάτων έγιναν, καθώς πλήθος ασθενών και πασχόντων προσέτρεχαν στον Άγιο και λάμβαναν τη θεραπεία τους.

Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα οι Τούρκοι να παραδεχθούν την αγιότητα του και έτσι έδωσαν την άδεια να ενταφιαστεί. Κατά μία άλλη μαρτυρία, που είναι καταχωρημένη σε παλιό κατάστιχο (1829 – 1839) της Μητρόπολης Ιωαννίνων, γίνεται αναφορά για εξαγορά του σκηνώματος του έναντι του ποσού των 300 γρ. Πάντως, αργά το απόγευμα της Τετάρτης 19 Ιανουαρίου, το χαριτόβρυτο λείψανο του αποκρεμάστηκε και μεταφέρθηκε με πλωτό μέσο, στην παραλίμνια συνοικία της «Σιαράβας» και στη συνέχεια, μέσα από τα στενά σοκάκια, μεταφέρθηκε στον Μητροπολιτικό Ναό, ώστε να μην προκαλέσουν τους φανατικούς μουσουλμάνους. Η ταφή του ιερού λειψάνου έγινε με τιμές μάρτυρα δίπλα από το Ιερό Βήμα του Μητροπολιτικού Ναού του Αγίου Αθανασίου.

Στις 19 Σεπτεμβρίου 1839, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο ΣΤ’, με Συνοδική Πράξη, προέβη στη Αγιοκατάταξη του Νεομάρτυρα Γεωργίου και ορίστηκε η μνήμη του να τιμάται στις 17 Ιανουαρίου. Η ανακομιδή των Ιερών λειψάνων του Αγίου έγινε 133 χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα στις 26 Οκτωβρίου 1971 από τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σεραφείμ. Τα Ιερά λείψανα τοποθετήθηκαν μέσα σε ασημένια λειψανοθήκη, που βρίσκεται στον περικαλλή Ναό του Αγίου στην πλατεία Πάργης στα Ιωάννινα.

Ο Ναός θεμελιώθηκε την 7η Αυγούστου 1960 από τον τότε Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σεραφείμ σε οικόπεδο που παραχώρησε ο δήμος Ιωαννιτών, με δαπάνη του Χρήστου Πάτση, και καταλαμβάνει έκταση 250 τ.μ. Τα εγκαίνια έγιναν την 25η Οκτωβρίου 1970 από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Νικόλαο ΣΤ. Έως το 1996 λειτουργούσε ως παρεκκλήσιο του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Αγίου Αθανασίου και έκτοτε λειτουργεί ως Προσκυνηματικός Ναός σύμφωνα με τον υπ’ αριθμ. 84/1996 κανονισμό της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας Ελλάδος, που δημοσιεύτηκε στο υπ’ αριθμ. 246/18-10-1996 ΦΕΚ.

Η πρώτη εικόνα του Αγίου φιλοτεχνήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1838 –13 ημέρες μετά το μαρτύριο – δια χειρός Ζήκου Χιοναδίτου και κατόπιν παραγγελίας του ιερομόναχου Χρύσανθου Λαϊνά. Σήμερα βρίσκεται τοποθετημένη στο τέμπλο του ναού που υπάρχει εντός της οικίας του Αγίου που βρίσκεται στην περιοχή «Λιμνοπούλα» Ιωαννίνων.

Το 1841, τρία χρόνια μετά το μαρτύριο του Αγίου, στο χωριό «Γκερτοβός» και από το 1928 «Αργυρό Πηγάδι» του νομού Αιτωλοακαρνανίας – Δήμος Θέρμου, ξεκίνησαν εργασίες ανέγερσης πέτρινου ναού επ’ ονόματι του Αγίου. Ο ναός ολοκληρώθηκε το 1847, έχει συνολικό εμβαδό 85 τ.μ. και ο αρχιτεκτονικός τύπος του είναι πεντάτρουλος σταυροειδής εγγεγραμμένος με κεντρικό τρούλο.

Στην κτητορική επιγραφή, που υπάρχει στο εξωτερικό του κεντρικού τρούλου, αναγράφεται: ΚΤΗΤΟΡΑΣ ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΤΑΛΑΓΑΝΗΣ. Κατά την τοπική παράδοση, ο Άγιος εμφανίστηκε στον κτήτορα και του έδωσε την εντολή για την ανέγερση του ναού. Ο Ταλαγάνης καταγόταν από τους Χαλκιάδες Άρτας και εγκαταστάθηκε στο χωριό, αφού είχε διωχτεί από την γενέτειρα του για άγνωστους λόγους. Πρωτοστάτησε στην προσπάθεια συγκέντρωσης χρημάτων για την ανέγερση του ναού προς τιμήν του Αγίου. Πάντως, στα ορεινά χωριά της ευρύτερης περιοχής πολλοί διωκόμενοι από τους Τούρκους Ηπειρώτες αγωνιστές είχαν βρει καταφύγιο. Ο Σουλιώτης οπλαρχηγός Νικόλαος Κάσκαρης, συνέβαλλε τα μέγιστα για την ανέγερση του ναού και η εικόνα με το μαρτύριο του Αγίου φέρει την επιγραφή: «Δέησις του δούλου του Θεού Νικολάου Κάσκαρη 1847 Ιουλίου 21».

Το Σεπτέμβριο του 1969 θεμελιώθηκε στη γενέτειρά του, στο χωριού «Άγιος Γεώργιος» των Γρεβενών, ιερός ναός αφιερωμένος στη μνήμη του Αγίου, ο οποίος εγκαινιάστηκε στις 29 Ιουνίου 1980.

Σήμερα, ο Άγιος τιμάται σε κάθε γωνιά του Ορθόδοξου κόσμου, όπου υπάρχουν Ηπειρώτες, ιδίως Γιαννιώτες, Γρεβενιώτες και Αγρινιώτες. Στον Ελλαδικό χώρο, εκτός των προαναφερόμενων περιοχών, ο Άγιος τιμάται στην Κέρκυρα στην «Παναγία των ξένων» και στον Ιερό Ναό Χρυσοσπηλιώτισσας Αθηνών, ενώ σε πάρα πολλές εκκλησίες του Ελλαδικού χώρου αλλά και άλλων χωρών όπου υπάρχουν Χριστιανικές εκκλησίες, σίγουρα σε κάποιο σημείο του Ιερού Ναού θα είναι αγιογραφημένη η μορφή του Αγίου Νεομάρτυρα Γεωργίου του Εν Ιωαννίνοις Αθλήσαντος.

Το 2018, ανήμερα της εορτής του Αγίου Γεωργίου, στις 17 Ιανουαρίου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος παρέστη στην τελετή ανακηρύξεως του Αγίου Γεωργίου εξ Ιωαννίνων, σε προστάτη της Προεδρικής Φρουράς. Αμήν.

Σχετικά άρθρα

Η λιτανεία περνά μπροστά από τη Λέσχη

Λουκία Τζάλλα

Ανακομιδή των ιερών λειψάνων του πολιούχου Ιωαννίνων Νεομάρτυρα Γεωργίου

Λουκία Τζάλλα

Τα Γιάννενα τιμούν τον πολιούχο τους