Ιστορίες

Γκυ Σαντεπλέρ, μια φιλέλληνας λογοτέχνις στα «Πολιορκημένα Γιάννενα»

«Αυγή νέα μεταξύ όλων, αυτή η αυγή, αυγή ιστορική! Η πόλις η οποία από πέντε ήδη αιώνων διετέλει υπό την ξενικήν κατάθλιψιν, η πόλις η οποία εκοιμήθη τουρκική και οθωμανική, εξύπνησεν ελληνική και χριστιανική… όλοι έκλαιαν, εγελούσαν, ενηγκαλίζοντο αλλήλους, οι νέοι και οι γέροι, πλούσιοι και πτωχοί».

Πρόκειται για περιγραφή της 21ης Φεβρουαρίου 1913, πρώτης ημέρας των «Ελευθερίων», της ημέρας κατά την οποία οι κάτοικοι των Ιωαννίνων συνειδητοποίησαν ότι μετά από 483 χρόνια δουλείας ήταν επιτέλους ελεύθεροι. Είναι η απόδοση των συναισθημάτων των Γιαννιωτών, έτσι όπως τα αποτύπωσε υπό μορφή ημερολογιακών καταγραφών, όχι κάποιος πολεμικός ανταποκριτής της εποχής, αλλά η γραφίδα μιας προικισμένης λογοτέχνιδας, διεθνούς μάλιστα φήμης, η οποία, παρούσα σε όλες τις φάσεις του απελευθερωτικού αγώνα 1912-13, αποτέλεσε έναν ευαίσθητο δέκτη των συναισθηματικών μεταπτώσεων των μαρτύρων της πολιορκημένης πόλης των Ιωαννίνων.

Η καταγραφέας των ιστορικών γεγονότων που οδήγησαν στην ενσωμάτωση της πόλης μας στον κορμό του νεοελληνικού κράτους δεν ήταν άλλη από την Jeanne Violet Dussap, σύζυγο του τότε Γάλλου προξένου στα Γιάννενα Edgar Dussap.

Η Jeanne Dussap έφτασε στα Γιάννενα το καλοκαίρι του 1912 και έζησε –κυριολεκτικά- από κοντά όλα τα γεγονότα που οδήγησαν στην απελευθέρωση της πόλης. Τα ντοκουμέντα αυτά των πολεμικών επιχειρήσεων, αλλά κυρίως το κλίμα των ημερών, τα συναισθήματα των πολιορκημένων, τις ψυχολογικές μεταπτώσεις Ελλήνων και Τούρκων, αποτύπωσε η συγγραφέας με γλαφυρό τρόπο στις σελίδες του προσωπικού της ημερολογίου. Οι μαρτυρίες αυτές αποτέλεσαν μετέπειτα το περιεχόμενο βιβλίου με τίτλο «La Ville Assiégée Janina Oktobre 1912 – Mars 1913», (Τα Ιωάννινα Πολιορκημένα, Οκτώβριος 1912 – Μάρτιος 1913), που εκδόθηκε στη Γαλλία αμέσως μετά τον πόλεμο, το Φθινόπωρο του 1913.

Η Jeanne Dussap δεν ήταν απλά η σύζυγος του Γάλλου προξένου στα Γιάννενα, ούτε μια γυναίκα η οποία «έτυχε» να είναι παρούσα και θέλησε να καταγράψει τα γεγονότα των πολεμικών επιχειρήσεων στην Ήπειρο. Γεννημένη το 1870 στο Παρίσι, όταν ήλθε στα Γιάννενα σε ηλικία 42 ετών, ήταν ήδη γνωστή και αναγνωρισμένη διεθνώς συγγραφέας –κυρίως μυθιστορημάτων- με το ψευδώνυμο Guy Chantepleure (Γκυ Σαντεπλέρ). Το λογοτεχνικό της βιογραφικό περιελάμβανε ήδη δέκα μυθιστορήματα τα οποία είχαν μεταφραστεί εκτενώς, πολλά δε εξ αυτών είχαν επανεκδοθεί μέχρι και 30 φορές!

Το βιβλίο προξένησε τόση εντύπωση, ώστε ο εκδότης της εφημερίδας «Ήπειρος», Γεώργιος Χατζής (Πελλερέν), το δημοσίευσε μεταφρασμένο σε συνέχειες προλογίζοντάς το ως εξής: «η εφημερίς μας αισθάνεται επιβεβλημένην την υποχρέωσιν να περιλάβη εις τα στήλας της ολόκληρον το σύγγραμμα της κ. Γκυ Σαντεπλέρ… δια τα αισθήματα της οποίας ολόκληρος η πόλις οφείλει μέγαν τής ευγνωμοσύνης τον φόρον» (φύλλο 69-249, 22-10- 1913).

Οι πρώτες σελίδες του ημερολογίου-βιβλίου, αρχές Οκτωβρίου 1912, αποκαλύπτουν τις κρατούσες «γεωπολιτικές» απόψεις των διαφόρων εθνοτήτων της πόλης: «τα Ιωάννινα, κατά τους Τούρκους, είναι η πρωτεύουσα του Οθωμανικού βιλαετίου… κατά τους Αλβανούς το κέντρο της Νοτίου Αλβανίας… κατά τους Έλληνες ο εκλεκτός ναός, η μικρά και ιερά φλόξ του Ελληνισμού…». Συνεχίζοντας η Γκυ αποτυπώνει το πάθος και την πεποίθηση των Ελλήνων Γιαννιωτών για την έκβαση του πολέμου: «εντός τεσσάρων ημερών, κυρία, θα ιδήτε τους στρατιώτας μας στα Γιάννενα».

Τον Νοέμβριο ο πόλεμος είναι παρών, οι εχθροπραξίες συνεχίζονται χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Η Γκυ Σαντεπλέρ περιγράφει τα πολεμικά γεγονότα, αλλά δεν ξεχνά το οικείο σ’ αυτήν λογοτεχνικό ύφος και θέλοντας να μετριάσει, ίσως, τα δεινά του πολέμου χρησιμοποιεί στα γραπτά της άκρως ρομαντική- λογοτεχνική γλώσσα: «τα όρη χρωματίζονται από αυτό το θαυμάσιο σκοτεινό κυανούν, το οποίο αναγγέλει το ωραιότερον λυκόφως…αυτό που ακούμε δεν είναι η θύελλα του ουρανού, είναι ο πόλεμος ο εξελισσόμενος επί της γης μεταξύ των ανθρώπων». Ο πόλεμος είναι καθημερινά εδώ, και οι συνέπειές του, βέβαια: «ο θόρυβος του θανάτου φθάνει μέχρις ημών… οι οβίδες σκάζουν προ των οφθαλμών μας…». Παρασυρμένη από τους στίχους του παλιού γιαννιώτικου τραγουδιού, που εξυμνεί τη θέα από το Δρίσκο, δεν παραλείπει να καταθέσει επιμνημόσυνο λόγο για τον ηρωικό στρατιώτη που έπεσε αντικρύζοντας τα Γιάννενα: «ω μικρέ Έλληνα στρατιώτη, ο οποίος έσυρες την αγωνία σου επί των κρημνών του Δρίσκου, είδες την θείαν πόλιν, την είδες…και απέθανες…».

Παρούσα σε πολλές συναντήσεις του συζύγου της προξένου με τούρκους αξιωματούχους, δεν παραλείπει να μεταφέρει αυτολεξεί συζητήσεις και την υπεροψία των πολιορκημένων στρατιωτικών για την έκβαση του πολέμου: «ο Βεχήπ μπέης μειδιά, …δεν έχομεν ανάγκην ανακωχής, λέει, ο πόλεμος αυτός θα τελειώσει με εξολόθρευσιν του εχθρού…».

Μέσα σ’ αυτό το πολεμικό σκηνικό, στο τέλος Δεκεμβρίου, η συγγραφέας δεν μπορεί να λησμονήσει τη μεγάλη θρησκευτική γιορτή της γέννησης του Θεανθρώπου: «Χριστούγεννα; Φευ! Είναι αλήθεια Χριστούγεννα, χωρίς καμπάνες, χωρίς εορτήν, χωρίς χαράν, εις έναν τόπον σπαρασσόμενον;». Και φορτισμένη συναισθηματικά, αποφασίζει να δράσει και να φωτίσει με εορταστικό φως τη μιζέρια των καιρών: «…προς χάριν των παιδιών στόλισα ένα δέντρο… ένα δέντρο στα Ιωάννινα και καθ’ ην στιγμήν πολιορκούνται!». Και παρά τις δυσκολίες η Γκυ Σαντεπλέρ  κατορθώνει, ελλείψει ελάτου, να στολίσει έναν πρίνο με ό,τι πολύχρωμο και λαμπερό είχε στη διάθεσή της, με αυτοσχέδια στολίσματα και πενιχρά παιχνίδια και να οργανώσει μια χριστουγεννιάτικη γιορτή για τα παιδιά της μαρτυρικής πόλης: «…το θέαμα ήτο εξαίσιον όταν ήναψα τα κεράκια και η πόρτα της αιθούσης ηνοίχθη διάπλατα δια να εισέλθουν οι ήρωες της εορτής…Ω τι εκστατικά ματάκια, τι έκπληκτα προσωπάκια! Εξεχνούσαν τον πόλεμο…». Κατ’ αυτόν τον τρόπο και κάτω από αυτές τις συνθήκες η Γκυ Σαντεπλέρ έκανε γνωστό στα Γιάννενα το έθιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου! Ήταν δε τόσο μεγάλη και θετική η επίδρασή του, ώστε ο στολισμός του και η σχετική γιορτή καθιερώθηκαν από την επόμενη κιόλας χρονιά:

 «Τον Δεκέμβριο του 1913, τον πρώτο ελεύθερο Δεκέμβριο της πόλης, κόραι αβραί με τόσον ευαίσθητον τρυφερότητα προετοιμάζουν τη γιορτή του Χριστουγεννιάτικου Δένδρου στην πόλη των Ιωαννίνων, γύρω από τη σκιά του οποίου θα περιαχθούν οι δίσκοι τών υπέρ Πατρίδος προσφορών», (Εφημερίδα «Ήπειρος», 22 Δεκεμβρίου 1913).

Μπαίνει ο Ιανουάριος του 1913 και ο πόλεμος συνεχίζεται αμείλικτος, συνοδευόμενος από την Ηπειρωτική βαρυχειμωνιά. Η Γκυ Σαντεπλέρ δεν παραλείπει να μεταφέρει τις ακραίες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή μεσούντος του χειμώνα: «οι καταιγίδες του βορρά εξερρίζωσαν δέντρα, κατέρριψαν τοίχους, εσάρωσαν τα κεραμίδια από τις στέγες των οικιών, εσάρωσαν την αιχμή του μιναρέ…εις τα χαρακώματα του Μπιζανίου 35 στρατιώται ευρέθησαν νεκροί από το ψύχος». Λίγες ημέρες πριν από την 21η Φεβρουαρίου η τραγική κατάσταση του τουρκικού στρατού είναι εμφανής. Γράφει η Γκυ Σαντεπλέρ: «αυτή τη φορά τελειώνουν όλα… ο Εσάτ Πασάς επέστρεψεν επειγόντως εις Ιωάννινα ..πανταχού βασιλεύει η αταξία, η σύγχυσις και ο άνεμος της υποχωρήσεως έρριψαν όλους αυτούς τους στρατιώτας κουρασμένους και αποθαρρημένους». Και βέβαια η Γκυ Σαντεπλέρ, παρούσα στη μοναδική και μεγαλειώδη στιγμή της εισόδου του ελληνικού στρατού στη μαρτυρική πόλη, δίνει το στίγμα των συναισθημάτων των Γιαννιωτών: «τότε ηκούσθη η απερίγραπτος φωνή της απελευθερώσεως, ο ίλιγγος του ενθουσιασμού… με λυγμούς εις την φωνήν, με μανίαν ή με έκστασιν εφώναζαν: Ζήτω η Ελλάς, ζήτω ο ελληνικός στρατός, ζήτω ο διάδοχος Κων/νος… η είσοδος του διαδόχου υπήρξε κάτι μέγα… εζήσαμεν μίαν ώραν σπανίαν και αλησμόνητον, ότι ησθάνθημεν να περνά μπροστά από τα μάτια μας η Ιστορία!». Και κλείνοντας την περιγραφή της λαμπρής ημέρας δεν παραλείπει να εκδηλώσει τα φιλελληνικά της αισθήματα απαντώντας στις ευχαριστίες των Γιαννιωτών προς τον πρέσβυν σύζυγό της: «ευχαριστώ, ευχαριστώ φίλοι μου Ηπειρώται… μαζί σας και η καρδιά μου φωνάζει Ζήτω η ελληνική Ήπειρος, Ζήτω τα Ιωάννινα!».

Η Jeanne Dussap (Γκυ Σαντεπλέρ) παρέμεινε στα Γιάννενα και την ελεύθερη Ήπειρο και μετά την απελευθέρωση. Φιλομαθής και περίεργη ταξίδεψε και στη Βόρειο Ήπειρο δίνοντας στις τελευταίες σελίδες του ημερολογίου της εξαιρετικές περιγραφές για το ξεχασμένο αυτό κομμάτι της Ηπείρου. Εδώ, το Μάρτιο του 1913, κλείνουν και οι σελίδες του βιβλίου της, που εκδόθηκε την ίδια χρονιά στη Γαλλία. Η τεράστια απήχηση που είχε στο αναγνωστικό κοινό αλλά και στους επίσημους λογοτεχνικούς κύκλους της Γαλλίας αποδεικνύεται από το γεγονός ότι μια χρονιά μετά, το 1914, βραβεύεται από τη Γαλλική Ακαδημία.

Η Γκυ Σαντεπλέρ πέθανε σε ηλικία 81 ετών στις 26 Ιουνίου του 1951, στο Mayenne της νότιας Γαλλίας, όπου είχε αποσυρθεί κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και μετά το θάνατο του συζύγου της από καρδιακό επεισόδιο. Την ίδια περίοδο, δεκαετία του 1950, έγινε και η πρώτη «συνάντησή» μας. Όχι βέβαια σε μεταφυσικό επίπεδο αλλά με τη μορφή μιας πινακίδας οδοσήμανσης, άσπρα γράμματα σε μπλε φόντο, «Οδός Γκυ Σαντεπλέρ», που την έβλεπα καθημερινά καρφωμένη στο κτήριο απέναντι από το πατρικό μου σπίτι. Ο Δήμος Ιωαννιτών δεν ξέχασε την ευγενική κυρία προξένου Jeanne Dussap και την άκρως φιλελληνική της στάση κατά τη διάρκεια του πολέμου 1912-13 και ονομάτισε με το φιλολογικό της ψευδώνυμο, Γκυ Σαντεπλέρ, το δρόμο που ενώνει τη Στρατολογία (Δωδώνης) με τους παλιούς «τουρκικούς καφενέδες» (Ναπολέοντος Ζέρβα). Αργότερα η οδός Γκυ Σαντεπλέρ μετονομάστηκε σε Λίνας Τσαλδάρη και σήμερα φέρει το όνομα Ιωάννου Καποδιστρίου. Αρκετά αργότερα, το 1975, «συναντήθηκα» ξανά με τη λογοτέχνιδα Γκυ Σαντεπλέρ, μέσω της έκδοσης στα ελληνικά του έργου της «Τα Ιωάννινα Πολιορκημένα» από την «Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών», σε μετάφραση Γ. Τσοκόπουλου και με εξαιρετικό πρόλογο από τον αείμνηστο Κων/νο Φρόντζο, από την οποία προέρχονται και τα αποσπάσματα που παρέθεσα στο σημερινό σημείωμα. Η καλαίσθητη αυτή έκδοση της ΕΗΜ κλείνει με τα ευχετήρια λόγια της Γκυ Σαντεπλέρ: «Ω δυστυχισμένη Ήπειρος, είθε η ειρήνη να σου δοθεί όπως την εύχεται η ψυχή μου, η ειρήνη η δικαία, η ειρήνη η γαλήνιος». Το ίδιο εύχομαι κι εγώ για την ψυχή της μεγάλης Κυρίας, της αποδεδειγμένα φίλης της Ελλάδος και γλαφυρής λογοτέχνιδας Γκυ Σαντεπλέρ!

Σχετικά άρθρα

Fake News από το 1913!

Αλέξανδρος Μωυσής

1913: Τουρίστες στο Μπιζάνι αμέσως μετά την Απελευθέρωση

Αλέξανδρος Μωυσής

Η Δεύτερη Υποδοχή του Διαδόχου στα Ιωάννινα το 1913

Αλέξανδρος Μωυσής