Απόψεις

«Καλή Παναγιά» στη Σύρο

Όταν βρίσκεσαι στη Σύρο λίγο πριν τον Δεκαπενταύγουστο για διακοπές, είσαι τυχερός, είναι ένα όνειρο κι ας υπάρχει ο φόβος της πανδημίας. Έχεις πολλά πράγματα να κάνεις.

Μπορείς να απολαύσεις κλασική μουσική αν πεταχτείς ως τον Μέγα Γυαλό, να ακούσεις και Σκαλκώτα από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, να πας ως την Πινακοθήκη των Κυκλάδων χαλαρά να επισκεφθείς την έκθεση που τιτλοφορείται «Από τις φλόγες του Αγώνα, Αθήνα Ερμούπολη, η αναγέννηση της Ελλαδας», που οργανώνει η Βουλή των Ελλήνων στην Ερμούπολη στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την επέτειο των 200 ετών από την κήρυξη της επανάστασης του 1821. Ύστερα, αφού χορτάσουν η ματιά και το πνεύμα σου πρωτότυπα ιστορικά τεκμήρια σε έναν χώρο με ιστορική και αρχιτεκτονική αξία, να πάρεις το δρομάκι που οδηγεί στο «Σοκάκι της Ευτυχίας», να πιεις ελληνικό καφέ μέσα στη δροσιά που σου επιφυλάσσει αυτό το μαγαζάκι. Οι Συριανοί το επιλέγουν για να παίξουν το σκάκι τους και να πουν τα δικά τους. Δεν ακούς καμιά άλλη ευχή, παρά μονάχα ετούτη: «Καλή Παναγιά». Μπορεί να συναντήσεις και Γιαννιώτες ακόμη.

Του Ρήγα γιε, της μοίρας γιε…

Εκεί λοιπόν στ’ απόσκια της Ευτυχίας τον συναντήσαμε τον Στέλιο τον Χριστογιώργο, τον παιδοψυχίατρο από τα Γιάννενα, κάτοικο Αθηνών, όμως καταγόμενο από Καλέντζι μεριά κι όχι από τον ομφαλό του Κάστρου. Στα σοκάκια της Αραβαντινού ο Στελλάκης μεγάλωσε κι όργωνε με τα παιχνίδια του τη γειτονιά. Τι παιχνίδια όμορφα και συγκινητικά που παίζει η τύχη καμιά φορά… Καθόμαστε με την παιδική φίλη, την αγαπημένη Νίκη Ευαγγελίδη, στο μαγαζί «Συράκι» σε κείνο το περίφημο σοκάκι, που προαναφέραμε. Την παρέα, που καθόταν απέναντί μας, την αποτελούσαν στην πλειονότητά τους γιατροί. Κάποια στιγμή ακούσαμε τη λέξη «Μπαλντογιανναίοι», με το όνομα των γνωστών γιατρών να μας προκαλεί. Ρωτάμε τον διπλανό μας αν όλοι εκείνοι απέναντι ήταν συμπατριώτες μας. Μας απαντά πως ήταν μόνο ο ίδιος και ονομαζόταν Χριστογιώργος.

Ο διάλογος έχει ως εξής με τη Νίκη να ρωτά: «Τον πατέρα σου πώς τον έλεγαν;» Κι εκείνον να απαντά: «Μιχάλη». Και συνεχίζει η Νίκη, κατασυγκινημένη που αναγνώρισε στον ασπρομάλλη γιατρό τον γιο του σπουδαίου αγωνιστή της αριστεράς και βουλευτή της ΕΔΑ Ιωαννίνων Μιχάλη Χριστογιώργου: «Είσαι ο Στελλάκης λοιπόν, κι εγώ είμαι η αδελφή του Ερμή». Δεν χρειάστηκε να πει το επίθετο, εκείνος ρίχτηκε στην αγκαλιά της δακρυσμένος, ενώ οι άλλοι αριστεροί απέναντι σηκώθηκαν όρθιοι στο άκουσμα του ονόματος. Αυτές οι στιγμές δεν περιγράφονται με λόγια, παρά μονάχα να δανειστούμε από τη Νίκη τον τίτλο αυτού του σημειώματος. Του Ρήγα γιος.

Για να μην ξεχνάμε

Για κείνους που δεν γνωρίζουν ή που δεν θυμούνται πια ή που ξεχνούν ηθελημένα, να δώσουμε ελάχιστα στοιχεία μπροστά στο μεγαλείο του, ότι ο Μιχάλης Χριστογιώργος ήταν δικηγόρος και πολιτικός που υπηρέτησε ως βουλευτής της ΕΔΑ από το 1958 ως το 1961. Γεννήθηκε στο Καλέντζι Ιωαννίνων, έγινε μέλος του ΕΑΜ από το 1942 ως του 1946 κι ήταν υπεύθυνος της εφημερίδας «Αγωνιστής». Για τα άρθρα του και την αντιστασιακή του δράση καταδικάστηκε σε φυλάκιση και εξορία ως το 1952. Την περίοδο της χούντας εξορίστηκε σε Γυάρο και Λέρο. Κι ήταν υποψήφιος ξανά, μετά την πτώση της χούντας, με την ΕΔΑ και το ΚΚΕ Εσωτερικού. Αυτό που έχει σημασία και πρέπει να τονιστεί είναι ότι ο Χριστογιώργος ήταν εξαίρετος και ως άνθρωπος -είμαστε σε θέση να το γνωρίζουμε. Βοήθησε δε με όλη του τη δύναμη την περίοδο 1974-1981 στον επαναπατρισμό πολλών πολιτικών προσφύγων. Πέθανε στις 30 Δεκέμβρη του 2008.

Οι καμπάνες του Αγίου Νικολάου

Ας πάμε τώρα στη γιορτή του Δεκαπενταύγουστου. Όλη τη συνοικία στα Βαπόρια από το πρωί δονούσαν οι ήχοι της καμπάνας των εκκλησιών και δη του Αγίου Νικολάου. Με μεγάλη τάξη οι πιστοί πήγαιναν να προσευχηθούν. Τα «Αστέρια», η βραχώδης παραλία τους κάτω από τη «Μικρή Βενετία», ήταν άδεια εκείνη την ημέρα από τους ντόπιους. Στη μεγάλη γιορτή απέχουν κι από το κολύμπι. Αυτό που το θεωρήσαμε ίσως παράταιρο για μας ήταν οι ψαλμωδίες στη διαπασών που ακούγονταν ως πέρα μακριά. Τα μεγάφωνα κάπως φαντάζουν αταίριαστα στη μεγάλη γιορτή της χριστιανοσύνης. Όπως μας έλεγε γνωστή μας που συναντήσαμε να γυρίζει από την εκκλησία, την ξενίζει ακόμη και ο ήχος της καμπάνας που πια γίνεται ηλεκτρονικά. Στο χωριό της, το καταπράσινο Επισκοπειό, θυμόταν πόσο όμορφα ηχούσαν οι καμπάνες. Θυμόταν τον αδελφό της, που ξύπναγε πρωί για να ανεβεί στο καμπαναριό του Προφήτη Ηλία και να χτυπήσει την καμπάνα. Μας είπε ακόμη και άλλα για την Παναγία την Πισκοπιανή, όπως και μια ιστορία για το Κόκκινο Σπίτι, το διώροφο αρχοντικό από το οποίο εμπνεύσθηκε ο Μ. Καραγάτσης για να γράψει το μυθιστόρημα «Η Μεγάλη Χίμαιρα».

«Τρεις γάτες δρόμος»

Την καθαριότητα του αρχοντικού νησιού είναι πλέον περιττό να την ξαναθυμίσουμε. Ούτε σκουπιδάκι στα στεναδάκια. Σαν να τα παίρνει ο αέρας που αδιάκοπα φυσά και να τα εξαφανίζει.

Στην ανηφοριά συναντάμε καθημερινά τον Ιωάννη Μπόνη και τις γάτες του. Τον γνωρίζουμε πολλά χρόνια -κοντεύουν 20. Τις έχει όλες σαν κόρες του, όπως ο ίδιος λέει με καλοσύνη. Κι όταν ο άλλος δεν γνωρίζει πρόσωπα και πράματα εδώ στην Ερμούπολη, δεν καταλαβαίνει τι εννοεί όταν λέει απεγνωσμένα πως έχασε την κόρη του. Ή όταν λέει πως δεν είναι μακριά το «Μπαλκόνι της Σύρου»… μόνο τρεις γάτες δρόμος, δανειζόμενος την ατάκα του από το ποίημα του Σάκη Σερέφα με τον ομώνυμο τίτλο. Στην είσοδο του σπιτιού του την πρωτοκαθεδρία έχουν οι πεντακάθαρες ταΐστρες τους.

Σχετικά άρθρα

Υψηλές πληρότητες και στην καρδιά του καλοκαιριού

Αποστόλης Τζελέτας

Δύο στιγμές τη Μεταπολίτευση

Νίκος Αλμπανόπουλος

Προαυλίζομαι…

Λουκία Τζάλλα