Απόψεις

Κοινότητα

Γιατί μας είναι τόσο δύσκολο να επιτρέψουμε σε κάποιον, να τον ενθαρρύνουμε, να τον στηρίξουμε να αλλάξει και να επανορθώσει; Η Βίκυ Βάββα γράφει για τη δυσκολία μας να ανοίξουμε την οπτική μας στη δεύτερη ευκαιρία και να κάνουμε χώρο -ακόμη και δίπλα μας- σε ανθρώπους που τη ζητάνε και την έχουν ανάγκη.

…είναι μία ομάδα ζώντων οργανισμών, ανθρώπωνφυτών ή ζώων που ζουν σε ένα κοινό περιβάλλον. Αυτό που χαρακτηρίζει μία κοινότητα είναι η συνεχής αλληλεπίδραση μεταξύ των φορέων που την αποτελούν.

Φαίνεται ότι παρά την καθολική κρίση που βιώσαμε με την πανδημία, την αναθεώρηση κάποιων αξιών και προτεραιοτήτων που ίσως θα περιμέναμε να έχει λάβει χώρα, την ανάδειξη των σημαντικών, τη συσπείρωση, την επανεκτίμηση της ανθρώπινης ζωής, αρκετοί δυσκολεύονται πολύ να ανοίξουν την οπτική τους στις δεύτερες ευκαιρίες, στην επανόρθωση, στο δικαίωμα κάθε ανθρώπου να αλλάξει. Ακόμη και αν σε αρκετούς, ακούγεται θετικό το σκεπτικό της «δεύτερης ευκαιρίας», η θετικότητα πολλών εξ αυτών εξανεμίζεται όταν από τη θεωρία πρέπει να περάσουμε στην πράξη, όταν κάποιος για να στηριχτεί μπορεί να χρειαστεί να τους «αγγίξει», τους ίδιους και τα αντιληπτά κεκτημένα τους. Έτσι, παρά την τραγική διάσταση της  triage που έλαβε χώρα στη γείτονα, κάποιες άλλες «διαλογές» μας είναι πολύ πιο οικείες και λιγότερο τρομακτικές, σχεδόν συνηθισμένες…

Πρόσφατα με σταμάτησε κάποιος στο δρόμο εδώ, στη γειτονιά του ιστορικού κέντρου. Με ήξερε φυσιογνωμικά, εγώ δεν θα έλεγα το ίδιο και μου μίλησε για πρώτη φορά στα 7 σχεδόν χρόνια που μένω πια εδώ, μέσα από το αυτοκίνητό του. Με ρώτησε αν γνωρίζω ποιος έχει νοικιάσει ένα ακίνητο της Χατζηκώστα, του είπα όχι, μου είπε πως ξέρει αυτός, επιβεβαιώνοντας ότι η ερώτηση που είχε προηγηθεί δεν ήταν ακριβώς ερώτηση.

«Το ΚΕΘΕΑ!», μου ανακοίνωσε έντρομος!

«Ωραία», του λέω.

«Ξέρεις τι έχει να γίνει εδώ;» επιμένει.

«Από την εμπειρία μου μέσα σε στεγνά προγράμματα δεν βλέπω να γίνεται κάτι» του λέω. Ανέβασε το παράθυρο και έφυγε. Πήρε μαζί του τις ματαιωμένες προσδοκίες για πυροδότηση αντίδρασης και πανικού, για συσπείρωση απέναντι στον «κοινό εχθρό» και έφυγε.

Λίγη ώρα αργότερα διαβάζω την επιστολή της Σοφίας Κασβίκη, διευθύντριας του Λυκείου στο οποίο φοίτησε ο Βασίλης Δημάκης. Κλείνει ως εξής:

«Αν αποδεχτούμε την περιβόητη φράση του Ουγκώ «εκεί που ανοίγει ένα σχολείο, κλείνει μια φυλακή», αποδεχόμαστε αυτονόητα ότι μια Δημοκρατική Πολιτεία επικροτεί, επιρρωνύει και αξιοποιεί τους ανθρώπους αυτούς που αυτοαναλώθηκαν για να μεταστοιχειώσουν την ΦΥΛΑΚΗ σε ΣΧΟΛΕΙΟ. Αν αυτό ισχύει, και αν, επίσης, ισχύει ότι απολαμβάνουμε Δημοκρατία, ΓΙΑΤΙ ΠΕΘΑΙΝΕΙ Ο ΔΗΜΑΚΗΣ;»

Γιατί μας είναι τόσο δύσκολο να επιτρέψουμε σε κάποιον, να τον ενθαρρύνουμε, να τον στηρίξουμε να αλλάξει και να επανορθώσει; Τι μας τρομάζει, ποιο δικό μας κομμάτι διακινείται και απειλείται; Είναι αλήθεια είναι πως οι πιθανότητες ν’ αλλάξει ένας άνθρωπος που έχει επιλέξει αυτό ή έτεροκαταστροφικές πρακτικές, αν ο ίδιος δεν αναλάβει ευθύνη και δεν προβεί σε δραστικές ενέργειες ως προς αυτό είναι περιορισμένες. Και στα δύο παραπάνω παραδείγματα όμως, μιλάμε για ανθρώπους που μέσα από κάποια διαδρομή, αποφασίσανε να δοκιμάσουνε και να υποστηρίξουνε διαφορετικές επιλογές για τον εαυτό τους, με στόχο μια διαφορετική προοπτική ζωής. Κουβαλώντας τις ιστορίες τους, τα ενδεχόμενα τραύματά τους, τις πεποιθήσεις τους και ό,τι άλλο, αποφασίσανε να μην ακολουθήσουν την προδιαγεγραμμένη πορεία που είχε πάρει η ζωή τους και να αλλάξουν ρότα.

Ανατρέχω πίσω στο χρόνο, πριν δουλέψω στο χώρο της απεξάρτησης και θυμάμαι τη μεγάλη μου επιφυλακτικότητα απέναντι στους χρήστες ουσιών. Μία γενικευμένη θεώρηση μιας ομάδας ανθρώπων που ισοπέδωνε το προσωπικό στοιχείο, την προσωπική διαδρομή, τα εξατομικευμένα χαρακτηριστικά, τους  λόγους, τις συνθήκες, τις πληγές, τα όνειρα, τις δυνατότητες. Μία άδικη υπεραπλούστευση του τύπου «οι χρήστες θα κάνουν αυτό» και ξεμπερδέψαμε, δεν μπορούμε να περιμένουμε κάτι άλλο, δεν έχουν κάτι άλλο να επιλέξουν, δεν είναι άξιοι της εμπιστοσύνης μας – ημών των άμεμπτων και ακίνδυνων;

Ξεκινώντας να συν-εργάζομαι μαζί τους σε προγράμματα απεξάρτησης πέρασα από το γενικό στο ειδικό, από τους απρόσωπους «χρήστες» στη θεραπευτική σύνδεση με τον Γιάννη, την Αθηνά, το Νίκο, το Δημήτρη, τη Σοφία, το Βαγγέλη. Πέρασα από την επιφυλακτικότητα στη σχέση, από τη δυσπιστία στην εμπιστοσύνη και την ενθάρρυνση. Η έδρα του στεγνού προγράμματος («ΘΗΣΕΑΣ») βρισκόταν στην καρδιά μιας γειτονιάς στην Καλλιθέα, ανάμεσα σε σπίτια και καταστήματα. Ως θεραπευτική κοινότητα διατηρούσαμε στενές επαφές και καλή συνεργασία με όλο του δίκτυο του Δήμου και δεν μπορώ να ανακαλέσω κάποια περίσταση που να δημιουργήθηκε οποιοδήποτε θέμα σε τοπικό επίπεδο, κάποιο επεισόδιο που να επηρέασε με δυσμενή τρόπο τους περίοικους και τις οικογένειές τους. Αυτό δε σημαίνει ότι όλα είναι ρόδινα μέσα στην απεξάρτηση ή ότι όλοι πετυχαίνουν το στόχο τους ή ότι δεν υπάρχουν στιγμές έντασης και αναβίωσης δυσλειτουργικών μοτίβων συμπεριφοράς. Και σε ποια κοινότητα, από το μικρό σύστημα της οικογένειας μέχρι το ευρύτερο της κοινωνίας, δεν υπάρχουν εντάσεις και δυσκολίες;

Η απομόνωση, η νοοτροπία «μακριά από εμάς», η ψευδαίσθηση παντοδυναμίας ότι δικαιούμαι εγώ να αποφασίζω για τη ζωή του άλλου επειδή κάποτε στραβοπάτησε, είναι ήδη αρκετά δυσλειτουργικές οπτικές θεωρώ. Αν κανείς δεν θέλει στη γειτονιά του ένα στεγνό πρόγραμμα απεξάρτησης, έναν ξενώνα χρονίως ψυχικά πασχόντων, μία δομή φιλοξενίας προσφύγων ή ένα σπίτι όπου μένει μια οικογένεια προσφύγων, έναν οποιοδήποτε χώρο που μας θυμίζει με διάφορους τρόπους την άλλη πλευρά της ζωής, στενεύει ξαφνικά ο τόπος και ο κόσμος για πολλούς ανθρώπους που βρέθηκαν εκεί απέναντι, οδηγήθηκαν, εξοστρακίστηκαν ή οδήγησαν τον εαυτό τους… Αν κανείς δεν θέλει στη ζωή του ή στη δουλειά του έναν άνθρωπο που το ταξίδι του είναι γεμάτο τεθλασμένες και γκρεμούς αντί για ευθείες και ολάνθιστα λιβάδια, έναν άνθρωπο που παρ’ όλ’ αυτά επιχειρεί έναν επώδυνο μετασχηματισμό, ο κόσμος μας θα έχει θέση μόνο για όσους είναι, αλλά κυρίως, για όσους φαίνονται «καθαροί».

Ποιος όμως αποφασίζει για το ποιος χωράει και ποιος περισσεύει στον κοινό μας χώρο, στον χώρο όπου στην τελική, όλοι είμαστε φιλοξενούμενοι;

Υ.Γ. Δεν γνωρίζω ποιος και αν έχει νοικιάσει το εν λόγω ακίνητο. Αν όντως έρθει δίπλα μας μια δομή του ΚΕΘΕΑ, θα καλωσορίσω τα μέλη και θα περιμένω με περιέργεια να δω πώς θα λειτουργήσει αυτή η καινούρια, εξόχως συμβολική «αρχιτεκτονική» της γειτονιάς: από τη μια μεριά η εκκλησία, από την άλλη η απεξάρτηση / επανένταξη / επανόρθωση…

Σχετικά άρθρα

«Ακανθώδες ζήτημα» η λειτουργία του Πολυδύναμου

Αποστόλης Τζελέτας

Χριστουγεννιάτικη γιορτή από το ΚΕΘΕΑ Ήπειρος

Αναβάλλεται για τη Δευτέρα η ποδηλατοδρομία του ΚΕΘΕΑ