Οι βαθύπλουτοι, οι κροίσοι, οι μεγιστάνες, οι super-rich, δεν είναι πολλοί. Αλλά είναι πολύ πλούσιοι. Είναι ηθικό, είναι δημοκρατικό, είναι σωστό, όλοι εμείς να ζούμε σε ένα κόσμο όπου ελάχιστοι κατέχουν τόσο πολλά; Ας το σκεφτούμε.
Σύμφωνα με έκθεση της μη κυβερνητικής οργάνωσης Oxfam, που βασίζεται σε στοιχεία της Credit Suisse και της λίστας του Forbes (2021), ο πλούτος των δισεκατομυριούχων όλο και αυξάνεται τα τελευταία χρόνια. Οι ογδόντα πλουσιότεροι από αυτούς να κατέχουν περιουσία μεγαλύτερη από ό,τι ο μισός πληθυσμός όλου του πλανήτη. Συμπέρασμα της έκθεσης αυτής ήταν ότι η ύπαρξη ακραίου πλούτου συνοδεύεται από τη δημιουργία ακραίας φτώχειας. Έτσι πάνε αυτά, μαζί. Ίδια κατάσταση περιγράφεται και για την Ελλάδα, όπου, σύμφωνα με την έκθεση Global Wealth Report 2023 της Credit Suisse και της UBS, το 10% των πιο πλούσιων έχει στα χέρια του πάνω από το μισό του συνολικού πλούτου της χώρας, με το 1% μάλιστα των πλουσιότερων να κατέχει το ¼ του πλούτου της χώρας.
Οι άνθρωποι αυτοί είναι πολλοί ισχυροί. Σαν τους Δυνατούς, την κοινωνική εκείνη τάξη του Βυζαντίου, που επίμονα προσπαθούσαν να χρησιμοποιήσουν την εξουσία για να απομυζήσουν τις κατώτερες κοινωνικές τάξεις, αδιαφορώντας για την εξέλιξη της αγροτικής παραγωγής και την ευημερία της κοινωνίας. Και μάλιστα, επειδή στους σημερινούς υπερπλούσιους δεν φτάνει η εξαιρετική δύναμη που διαθέτει ο καθένας τους ξεχωριστά, οι άνθρωποι αυτοί συνενώνουν τις δυνάμεις τους και αποκτούν ακόμα περισσότερη ισχύ. Δημιουργούν Φόρουμ, Λέσχες, Συναντήσεις, όπως το WEF (Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ), τη Λέσχη Bilderberg, τη Λέσχη Βουδαπέστης, τη Λέσχη της Ρώμης κ.ά., όπου και με τη βοήθεια και άλλων προθύμων (διανοούμενων, πολιτικών, προσωπικοτήτων) προσπαθούν να καθορίσουν ή ν’ αποφασίσουν τη μοίρα του κόσμου, να δημιουργήσουν νέους τρόπους σκέψης ή παγκόσμια πολιτιστική συνείδηση κι άλλα τέτοια μεγαλόστομα. Στην ατζέντα τους σε αυτές τις συναντήσεις τους μαθαίνουμε ότι βρίσκονται σχεδόν όλα τα μεγάλα θέματα που απασχολούν τον πλανήτη και τους ίδιους -εξαιρουμένης, βέβαια, της ολοένα διευρυνόμενης ανισότητας στην κατανομή του παγκόσμιου πλούτου, την οποία οι ίδιοι μάλλον δεν αντιμετωπίζουν ως πρόβλημα.
Και όσο αυτοί πλουτίζουν περισσότερο, τόσο πιο ιδιόρρυθμοι γίνονται. Καχύποπτοι για τις προθέσεις των άλλων, παύουν να εμπιστεύονται τους ανθρώπους και απομονώνονται. Ξεφεύγουν από την κλίμακα των ανθρώπων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι βρίσκουν να ελλιμενιστούν κάπου αλλού. Η συνηθέστερη κατάστασή τους είναι να βρίσκονται στον αέρα, εντελώς μόνοι, πασπαλισμένοι με διάφορες σκόνες, να πληρώνουν ακριβά το τίμημα του πλουτισμού τους. Ως άλλοι άπληστοι Μίδες. Συχνάζουν βέβαια σε prive ή member’s club, που παρέχουν αποκλειστικότητα για ελάχιστους και αποκλεισμό στους υπόλοιπους. Στα prive club που βρίσκεται η αχαλίνωτη αυταρέσκεια των υπερπετυχημένων, η παντελής απουσία ορίων και κανόνων, η αλόγιστη χρήση εξουσίας, ο ναρκισσισμός των κοινωνιοπαθητικών, η πεποίθησή τους ότι είναι τόσο ισχυροί που δεν μπορεί να τους αγγίξει κανείς. Βέβαια, αν η «ατυχία» το φέρει και βρεθούν πλούσιοι από κληρονομιά, τότε μαθαίνουν από πρώτο χέρι πως ο ελεύθερος χρόνος είναι και πρόβλημα. Ή, όπως εκμυστηρεύτηκε κάποιος γόνος πλουσίου κάποτε, «αν δεν χρειάζεται να βγεις έξω και να κερδίσεις τα χρήματά σου, αν δεν έχεις κάποιο πάθος, τι διάολο θα την κάνεις τη ζωή σου;»
Ανάμεσα στους διεθνείς ζάπλουτους βρίσκουμε τους Έλον Μασκ, Τζεφ Μπέζος, Μπερνάν Αρνώ, Μπιλ Γκέιτς, Γουόρεν Μπάφετ, Μαρκ Ζάκερπμπεργκ, ενώ από τους εγχώριους ξεχωρίζουν οι Μ. Αγγελικούση, Α. Μυστακίδης, Φ. και Σ. Νιάρχος, Γ. Προκοπίου, Κ. και Α. Μαρτίνος, Σ. Λάτσης, Β., Βαρδινογιάννης, Σ. Χατζηιωάννου, Μαρινάκης, σύμφωνα με τη λίστα Forbes.
Την ίδια στιγμή περισσότεροι από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι, από τα οκτώ δισεκατομμύρια που αποτελούν συνολικά τον πληθυσμό της γης, υποσιτίζονται και ζουν με ημερήσιο εισόδημα κάτω από ένα δολάριο, με την πλειοψηφία από αυτούς να είναι γυναίκες (το φαινόμενο της θηλυκοποίησης της φτώχειας), ενώ 18.000.000 άνθρωποι ανά έτος χάνουν τη ζωή τους από αιτίες σχετιζόμενες με τη φτώχεια. Από τα 4.4 δισεκατομμύρια του πληθυσμού των υποανάπτυκτων χωρών, το 60% ζει χωρίς βασική υγιεινή, το 33,3% χωρίς πόσιμο νερό, το 25% ζει σε συνθήκες άθλιας στέγασης, ενώ το 20% των παιδιών υποσιτίζεται.
Μήπως έχει έρθει ο καιρός να τεθούν όρια στον υπερβολικό πλούτο; Να τεθεί ένα ανώτατο όριο, μια φραγή, που, αν ξεπεραστεί, όλα τα παραπάνω έσοδα να καταλήγουν -στο σύνολό τους, όχι ένα ποσοστό μονάχα- στην κοινωνία. Να μην στερείται κανείς από αυτούς ούτε του πλούτου του, ούτε της «απασχόλησής» του (αφού θα παραμείνουν πλούσιοι αλλά όχι τόσο πολύ) αλλά η ίδια η κοινωνία να φροντίσει ώστε όλα αυτά να αποβαίνουν προς το συμφέρον της. Και, για να μην γελιόμαστε, αυτή η φραγή πρέπει να τοποθετηθεί από κάποιο διακρατικό όργανο, σε διεθνές επίπεδο, και όχι από τις φορολογικές αρχές επί μέρους κρατών, που, όσο ισχυρά κι αν είναι, δεν θα μπορέσουν ποτέ να την επιβάλουν στους ισχυρότερους από τα ίδια μεγιστάνες.
Πολλοί πιστεύουν ότι ο ακραίος πλούτος συνδέεται πάρα πολύ στενά με εγκληματικές πρακτικές, όπως η εκτεταμένη φοροδιαφυγή αλλά και άλλες καταστροφικότερες πρακτικές όπως οι πόλεμοι, η επιβολή απολυταρχικών καθεστώτων, η κατασπατάληση φυσικών πόρων, η καταστροφή του περιβάλλοντος και του κλίματος –μια άποψη που αναγνωρίζεται ήδη από πολλούς επιστήμονες. Άλλες μελέτες έχουν δείξει πως η δημοκρατία η ίδια υπονομεύεται από τη δυσανάλογη πολιτική ισχύ που αποκτούν οι μεγιστάνες του πλούτου, που επίσης φροντίζουν να διαθέτουν ΜΜΕ, να ιδρύουν BU.NGO (Busyness non governmental organizatons -ιδιωτικές μη κυβερνητικές οργανώσεις) και να γίνονται χορηγοί κομμάτων ή υποψηφίων πολιτικών. Μεγιστάνες που, με τη βοήθεια συνεργατών τους, συμμετέχουν στις εκάστοτε κυβερνήσεις, νομοθετούν αναλόγως για να αυξήσουν τα κέρδη τους. Και αν τύχει και ζοριστούν, με την παγκοσμιοποίηση που ενίσχυσε τις δυνατότητες τους, φεύγουν, πάνε την παραγωγή τους στο Πακιστάν ή στην Κίνα, όπου η αμοιβή της εργασίας και όλα τα συνακόλουθα είναι πάρα πολύ χαμηλά. Και αργότερα, μ’ ένα κουμπί μεταφέρουν τα κέρδη τους στους φορολογικούς παραδείσους, απ’ όπου μετά, αν το επιθυμούν, τα επανεισάγουν στην Ευρώπη. Στο μεταξύ, η υπερσυσσώρευση πλούτου περιορίζει τις δυνατότητες των κυβερνήσεων να επενδύσουν σε δημόσια αγαθά όπως η παιδεία, η υγεία, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ενώ και οι υποσχέσεις περί αξιοκρατίας φαίνονται κωμικές όταν τέτοια τεράστια οικονομική ανισότητα κληροδοτείται από μια γενιά στην επόμενη. «Η ακραία συγκέντρωση πλούτου -σύμφωνα με την Oxfam- υπονομεύει την οικονομική ανάπτυξη, διαφθείρει τους πολιτικούς και τα μέσα ενημέρωσης, διαβρώνει τη δημοκρατία και αυξάνει την πόλωση των κοινωνιών». Η υπερβολική αυτή συγκέντρωση πλούτου -συνεχίζει- «έχει εξελιχθεί σε υπαρξιακή απειλή για τις κοινωνίες μας που θέτει το μέλλον του πλανήτη σε κίνδυνο».
Όσο ριζοσπαστική κι αν ακούγεται η ιδέα για όρια στον πλουτισμό, αυτή είναι αρχαία όσο ο ίδιος ο πολιτισμός. Η Εβραϊκή Βίβλος και το Τορά αναγνώριζαν έτη στα οποία τα χρέη έπρεπε να παραγράφονται, οι σκλάβοι να απελευθερώνονται και ο πλούτος να αναδιανέμεται από τους πλούσιους στους φτωχούς. Στην Ελλάδα της κλασικής αρχαιότητας, ο Αριστοτέλης επαινούσε τις πόλεις που έβαζαν φρένο στην οικονομική ανισότητα, προκειμένου να ενισχύσουν την πολιτική σταθερότητα. Και το 1942, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Φράνκλιν Ρούσβελτ υποστήριξε ότι έπρεπε να μπει πλαφόν στα εισοδήματα ύψους 480.000 σημερινών δολαρίων. Σήμερα πολλές πολιτείες των ΗΠΑ -ανάμεσα τους η Καλιφόρνια, η Ν. Υόρκη κ.ά- αλλά ακόμα και ελάχιστοι από τους ίδιους τους πλούσιους (π.χ. ο Μπιλ Γκέητς) έχουν ήδη προτείνει τη θέσπιση φόρου πλούτου. Αρχές Αυγούστου φέτος δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες πως οι χώρες της G20 δεσμεύτηκαν να «συνεργαστούν» ώστε οι κάτοχοι των μεγαλύτερων περιουσιών να φορολογούνται περισσότερο, χωρίς πάντως να φθάσουν στο σημείο να συμφωνήσουν στην επιβολή παγκόσμιου φορολογικού συντελεστή. Εσείς, τι λέτε;