Οι εισακτέοι του πανεπιστημίου Ιωαννίνων ανέρχονται σε 4.626, ελαφρώς αυξημένοι σε σχέση με το έτος ‘20-’21, που ανέρχονταν σε 4.618. Η σχεδόν ανεπαίσθητη αύξηση προκύπτει από την αύξηση των εισακτέων στο Τμήμα Αγωγής και φροντίδας στην πρώιμη παιδική ηλικία κατά 35 φοιτητές, ενώ την ίδια στιγμή μείωση εισακτέων κατά 27 φοιτητές υπάρχει στο Τμήμα Νοσηλευτικής.
Η διοίκηση του πανεπιστημίου, με απόφαση της Συγκλήτου, είχε αποφασίσει να μη προσδιορίσει συντελεστή για την ελάχιστη βάση εισαγωγής (ΕΒΕ), παρά μόνο τον βέλτιστο αριθμό εισακτέων για τα περισσότερα Τμήματα του πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Ωστόσο, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα ορισμένων Τμημάτων, τα οποία σε προηγούμενες πανελλήνιες εξετάσεις είχαν χαμηλή βάση εισαγωγής, ενέκρινε την υιοθέτηση συντελεστών κάτω του 1.0.
Όπως συνέβη σε όλα τα ΑΕΙ της χώρας, το υπουργείο Παιδείας καθόρισε μόνο του στο 0,8 τους συντελεστές για την ελάχιστη βάση εισαγωγής όπου δεν είχε προσδιοριστεί από τις διοικήσεις, γεγονός που επηρεάζει λιγότερο απ’ όσο αρχικά είχε εκτιμηθεί.
Η «συντηρητική» αυτή επιλογή έγινε, σύμφωνα με την πρώην υφυπουργό Παιδείας και βουλευτή Ιωαννίνων Μερόπη Τζούφη, καθώς η ηγεσία του υπουργείου «θορυβήθηκε» από τις αντιδράσεις, ενώ εκτίμησε ότι παρόλο που οι θέσεις των εισακτέων παραμένουν σχεδόν ίδιες, πολλές θα μείνουν κενές.
«Εκτιμάται ότι 20.000 με 30.000 υποψήφιοι θα μείνουν εκτός των πανεπιστημιακών σχολών λόγω της βάσης εισαγωγής, ενώ η ενίσχυση περιφερειακών τμημάτων, για την οποία δεσμεύθηκε η υπουργός, θα είναι πολύ ισχνή και δεν πρόκειται να αναστρέψει τη μείωση», σημείωσε.
Η κ. Τζούφη νωρίτερα επισκέφθηκε τις πρυτανικές αρχές του πανεπιστημίου Ιωαννίνων και την Ιατρική Σχολή, σημειώνοντας πως για τις επιπτώσεις στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων δεν υπάρχει ακριβής εικόνα, αλλά θα εξαρτηθεί από τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων. «Το πανεπιστήμιο έπραξε το καθήκον του», σημείωσε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε τα προβλήματα υποστελέχωσης και υποχρηματοδότησης που αντιμετωπίζουν τα ΑΕΙ.
«Μπορεί να ταιριάζουν με τις δηλώσεις του κ. Πατέλη ότι δε χρειαζόμαστε ανθρώπους με διδακτορικά, γιατί δεν τους χρειάζεται η αγορά εργασίας. Εντάσσονται όλα αυτά στην προσπάθεια συνολικής υποβάθμισης του δημόσιου πανεπιστημίου», τόνισε η κ. Τζούφη.
Παράλληλα, αναφέρθηκε και στην επανέναρξη των κλινικών και πρακτικών, σημειώνοντας πως ακόμη δεν έχει προβλεφθεί τι θα γίνει με τους 5οετείς φοιτητές της Ιατρικής, τη δήλωση των τεστ αυτοελέγχου, αλλά και την κάλυψη της ύλης, προκειμένου να μη χαθεί το έτος.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στην επαναλειτουργία των σχολείων, τονίζοντας πως οι εκτιμήσεις των εκπαιδευτικών κάνουν λόγο για αναγκαίες προσλήψεις 80.000 αναπληρωτών την νέα σχολική χρονιά, καθώς δεν υλοποιήθηκαν οι δεσμεύσεις για την πρόσληψη 10.000 εκπαιδευτικών (2020 και 2021), όπως είχε δεσμευθεί η υπουργός Παιδείας.
«Αν αυτό δε γίνει φέτος, θα υπάρχουν πάνω από 10.000 αποχωρήσεις και θα χρειαστούν 80.000 αναπληρώτες. Θεωρούμε ότι απαιτείται ένα μεγάλο πρόγραμμα διορισμών και αναμόρφωσης της ύλης με εκπαιδευτική ενίσχυση και ψυχοκοινωνική υποστήριξη των παιδιών για τις συνέπειες της πανδημίας», σημείωσε η κ. Τζούφη.
