Τρίτη άποψη

Ένας αδρός απολογισμός και μια πιθανή εκτίμηση για το μέλλον

Ο ψυχίατρος παιδιών και εφήβων Νίκος Τζιάκης γράφει για τις επιπτώσεις από την πανδημία του Covid 19 στην εκπαίδευση και την ψυχική υγεία των παιδιών και εφήβων και των οικογενειών τους.

Το κλείσιμο των σχολείων, που επιβλήθηκε για αρκετές εβδομάδες στη χώρα μας, όπως και στις περισσότερες χώρες σε όλο τον κόσμο, ως αναγκαστικό μέτρο για την πρόληψη της εξάπλωσης της πανδημίας του Covid 19, υποχρέωσε την εκπαιδευτική κοινότητα να αναζητήσει νέες μεθόδους εκπαίδευσης των μαθητών από το σπίτι, προωθώντας, ως εναλλακτική λύση, την εκπαίδευση των παιδιών εξ αποστάσεως.

Σύμφωνα με στοιχεία της Unesco, υπολογίζεται ότι το κλείσιμο των σχολείων σε εθνικό επίπεδο έχει επηρεάσει πάνω από το 72% του μαθητικού πληθυσμού σε όλο τον κόσμο. Πολλές ακόμα χώρες έχουν εφαρμόσει κλείσιμο σχολείων κατά τόπους, επηρεάζοντας επιπρόσθετα εκατομμύρια μαθητές (COVID-19 Educational Disruption and Response School closures caused by Coronavirus (Covid-19), https://en.unesco.org/covid19/educationresponse).

Στην Ελλάδα, η διακοπή των σχολικών μαθημάτων, λόγω της πανδημίας, προκάλεσε αιφνιδιασμό στη σχολική κοινότητα, καθώς δεν είχε προβλεφθεί ή εφαρμοστεί άλλη φορά στο παρελθόν, οποιαδήποτε εναλλακτική και θεσμικά κατοχυρωμένη εκπαιδευτική διαδικασία για την εκπαίδευση του γενικού πληθυσμού των μαθητών της χώρας μακριά από τις σχολικές αίθουσες (*1).

Για όσο διάστημα τα σχολεία παραμένουν κλειστά, η πρόσβαση των μαθητών σε εκπαιδευτικά προγράμματα μπορεί να γίνει αποκλειστικά μέσω του διαδικτύου. Οι διαθέσιμες πηγές εκπαιδευτικού υλικού για τους μαθητές είναι:

  • Ηλεκτρονικές πλατφόρμες με εκπαιδευτικά προγράμματα από το δημόσιο σχολείο, (μέσω της «ασύγχρονης» ή «σύγχρονης» διδασκαλίας).
  • Προγράμματα τηλεκπαίδευσης από εκπαιδευτικά πλαίσια του ιδιωτικού τομέα (σχολείο, φροντιστήρια, ιδιαίτερα, εταιρείες κινητής τηλεφωνίας).
  • Η ελεύθερη αναζήτηση σε πηγές πληροφοριών από το διαδίκτυο, που κάνουν οι μαθητές με δική τους πρωτοβουλία ή με καθοδήγηση των γονέων και των δασκάλων τους.
  • Άλλες εκπαιδευτικές δραστηριότητες όπως η εκμάθηση και εξάσκηση σε ξένες γλώσσες, καλλιτεχνικές και αθλητικές δραστηριότητες στο σπίτι κ.λπ.

Τα περιοριστικά μέτρα στην εκπαίδευση αποτελούν μέρος των γενικών περιορισμών, που επιβλήθηκαν στο σύνολο της κοινωνίας, και αφορούν δραστικές αλλαγές στις καθημερινές ατομικές συνήθειες και εκτεταμένο περιορισμό ή ακόμα και πλήρη απαγόρευση των περισσότερων κοινωνικών, επαγγελματικών και οικονομικών δραστηριοτήτων. Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να προσδιοριστούν με ακρίβεια οι συνέπειές τους, καθώς δε γνωρίζουμε ακόμα πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση το επόμενο χρονικό διάστημα και δεν υπάρχει κάποια ανάλογη εμπειρία στη σύγχρονη ιστορία, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με βάση την εμπειρία των δύο τελευταίων μηνών, θα επιχειρήσουμε έναν αδρό απολογισμό και μια πιθανή εκτίμηση για το μέλλον.

Επιπτώσεις στην εκπαίδευση

Η εκπαίδευση από το σπίτι δε στοχεύει να καλύψει την ύλη που οι μαθητές δεν πρόλαβαν να διδαχθούν στο σχολείο. Χωρίς τη φυσική παρουσία του εκπαιδευτικού και την ύπαρξη οργανωμένου προγράμματος δραστηριοτήτων και μελέτης των σχολικών μαθημάτων, το παιδί πιθανότατα θα προτιμήσει να ασχοληθεί με εκπαιδευτικά θέματα που είναι πιο κοντά στα ιδιαίτερα ενδιαφέροντά του, και θα αποφύγει αντικείμενα στα οποία αισθάνεται ότι δεν παίρνει ευχαρίστηση ή ότι βαριέται.

Η παρατεταμένη διακοπή των μαθημάτων προκαλεί προβληματισμό για το αν θα είναι εφικτή η ολοκλήρωση της διδασκαλίας της ύλης για τη φετινή σχολική χρονιά. Τα εκπαιδευτικά κενά πιθανόν να επιβαρύνουν τα παιδιά στις επόμενες σχολικές τάξεις, ενώ παραμένει ανησυχία για τις πιθανές επιπτώσεις του δεύτερου κύματος της πανδημίας, που αναμένεται στη διάρκεια της επόμενης σχολικής χρονιάς.

Εκφράζονται επίσης φόβοι ότι, λόγω των διαφορετικών δυνατοτήτων πρόσβασης κάθε παιδιού σε εναλλακτικές πηγές εκπαίδευσης, θα επιδεινωθούν ακόμα περισσότερο οι εκπαιδευτικές ανισότητες και οι κοινωνικές αδικίες ως προς την ποιότητα των σπουδών και τις ευκαιρίες που δίνονται στους μαθητές για την εισαγωγή τους στις επόμενες βαθμίδες εκπαίδευσης. Το τελευταίο αφορά ιδιαίτερα τους μαθητές της β΄ και γ΄ λυκείου, ενόψει της προετοιμασίας τους για τις πανελλαδικές εξετάσεις.

Αλλά και για τους μικρότερους μαθητές της προσχολικής εκπαίδευσης, του νηπιαγωγείου και των πρώτων τάξεων του δημοτικού σχολείου, η διακοπή της σχολικής φοίτησης είναι μια σημαντική απώλεια, όχι μόνο ως προς την απόκτηση βασικών γνώσεων, αλλά κυρίως επειδή στερούνται απαραίτητα ερεθίσματα για την εκπαίδευσή τους σε βασικές κοινωνικές και επικοινωνιακές δεξιότητες και για την αυτονόμησή τους από το οικογενειακό τους περιβάλλον.

Επιπτώσεις στην ψυχική υγεία

Η ομαδική διδασκαλία των σχολικών μαθημάτων στη σχολική αίθουσα, το παιχνίδι με τους συνομηλίκους στο διάλειμμα, οι κοινωνικές αλληλεπιδράσεις με συμμαθητές και εκπαιδευτικούς, η δυνατότητα για δημιουργία ταυτίσεων και προτύπων, που προσφέρει το σχολείο, αποτελούν εμπειρίες πολύτιμες και απαραίτητες για την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών, την επίλυση των εσωτερικών τους συγκρούσεων και την προαγωγή της ψυχικής τους υγείας.

Η εικονική πραγματικότητα της διαδικτυακής εκπαίδευσης μπορεί να λειτουργήσει θαυμάσια ως συμπλήρωμα των σχολικών μαθημάτων αλλά είναι πολύ φτωχή ως εμπειρία για να καλύψει τις πραγματικές ανάγκες των παιδιών και των εφήβων σε ανθρώπινες σχέσεις. Τα παιδιά μπορεί να αισθάνονται ξεκομμένα από το κοινωνικό τους περιβάλλον, περιορισμένα στο ασφυκτικό περιβάλλον του σπιτιού, χωρίς τα ερεθίσματα που χρειάζονται για να συνεχίσουν να επενδύουν σε δημιουργικές δραστηριότητες και να αναπτύσσουν τις δεξιότητές τους. Μπορεί να παρουσιάσουν συναισθήματα θλίψης, απόσυρση, έλλειψη ενδιαφερόντων, νωθρότητα ή ευερεθιστότητα, θυμό, ανυπακοή και συχνές συγκρούσεις με τα πρόσωπα που τα φροντίζουν. Παιδιά με ψυχική ευαλωτότητα μπορεί να εμφανίσουν σοβαρότερα ψυχιατρικά συμπτώματα, ενώ παιδιά που είχαν στο παρελθόν προβλήματα ψυχικής υγείας, μπορεί να παλινδρομήσουν σε προηγούμενες συμπεριφορές και να επανεμφανίσουν συμπτώματα που είχαν ξεπεράσει.

Επιπρόσθετα, ο γενικευμένος φόβος για την υγεία και τη ζωή, τη δική τους και των προσφιλών τους προσώπων, επιτείνει το άγχος στα παιδιά, ιδιαίτερα στα μικρότερα σε ηλικία και σε όσα έχουν δυσκολία στην αντίληψη και τη νοητική επεξεργασία των πληροφοριών που λαμβάνουν. Ο περιορισμός σε μικρούς χώρους, όπως π.χ. τα μικρά διαμερίσματα, όπου συμβιώνουν ολόκληρο το εικοσιτετράωρο τα μέλη των οικογενειών, συνεπάγεται σημαντικές δυσκολίες στην πραγματοποίηση απλών καθημερινών δραστηριοτήτων. Είναι πιθανό οι συνηθισμένες και τυπικές συμπεριφορές των παιδιών, όπως το να παίζουν με θόρυβο ή να μαλώνουν μεταξύ τους, να μη γίνονται εύκολα ανεκτές ή να θεωρούνται ενοχλητικές για τους άλλους και να καταστέλλονται. Η διαχείριση του θυμού αποτελεί ιδιαίτερα δύσκολη άσκηση για τα παιδιά και τους γονείς κάτω από συνθήκες αναγκαστικού περιορισμού και stress. Τα παιδιά μπορεί να στερούνται επίσης τη δυνατότητα επικοινωνίας με πολύ αγαπημένα τους πρόσωπα, όπως γιαγιάδες, παππούδες, μεγαλύτερα αδέλφια, όταν αυτά ζουν μακριά τους ή ακόμα και έναν από τους γονείς τους, σε περιπτώσεις που οι γονείς έχουν χωρίσει.

Πολλά από τα παιδιά και κυρίως τους εφήβους, που είναι περισσότερο εξοικειωμένοι με το διαδίκτυο, αφιερώνουν μεγάλο μέρος του χρόνου τους στην ενασχόληση με μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σε μια προσπάθεια αναπλήρωσης της έλλειψης φυσικής επικοινωνίας αλλά και της επιθυμίας τους για αυτονόμηση από τους γονείς και διατήρησης ενός προσωπικού χώρου κοινωνικών επαφών, που θα μπορούν να ελέγχουν αποκλειστικά. Η μακροχρόνια έλλειψη προγράμματος δημιουργικής απασχόλησης μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση προβλημάτων στη διαχείριση του ελεύθερου χρόνου τους. Τα παιδιά μπορεί να καταφύγουν σε πολύωρη ενασχόληση με ηλεκτρονικά μέσα που έχουν στη διάθεσή τους (συνήθως κινητά τηλέφωνα ή υπολογιστές) για να παρακολουθήσουν σειρές ή να παίξουν ηλεκτρονικά παιχνίδια, σε μια προσπάθεια να αντλήσουν άμεση ευχαρίστηση και να αποφύγουν την ανία και την πλήξη

Επιπτώσεις στους γονείς

Συχνά, εκτός από τις δυσκολίες στη φροντίδα των παιδιών, οι γονείς έχουν να αντιμετωπίσουν επιπρόσθετα και τη δική τους ψυχολογική επιβάρυνση από τον φόβο της νόσησης, το άγχος για το αβέβαιο μέλλον, τα συναισθήματα θλίψης και θυμού τους. Χρειάζεται να αντιμετωπίσουν πραγματικά δύσκολες καταστάσεις, που σχετίζονται με την εξασφάλιση της σωματικής και ψυχικής υγείας των ίδιων και των μελών της οικογένειάς τους αλλά και τη διαχείριση σοβαρών επαγγελματικών και οικονομικών προβλημάτων που φτάνουν στα όρια της οικονομικής τους κατάρρευσης. Πολλοί είναι υποχρεωμένοι, στο πλαίσιο των νέων μορφών «ευέλικτης εργασίας», να εργάζονται από το σπίτι, περνώντας μεγάλο μέρος του χρόνου τους στην οθόνη του υπολογιστή τους. Για ορισμένους, ιδιαίτερα για όσους δεν έχουν υποστήριξη από άλλο μέλος της οικογένειας, είναι πρακτικά αδύνατο να ανταπεξέλθουν ικανοποιητικά σε όλες αυτές τις απαιτήσεις, ιδιαίτερα αν πρέπει ταυτόχρονα με την εργασία τους να μεριμνήσουν και για τη φροντίδα του νοικοκυριού και τις ανάγκες ατόμων που μπορεί να είναι ασθενείς ή να ανήκουν στις λεγόμενες «ευπαθείς ομάδες πληθυσμού».

Πώς μπορούν οι γονείς να βοηθήσουν τα παιδιά;

Πολλοί γονείς, όταν έρχονται αντιμέτωποι με τα προβλήματα που συνεπάγεται ο αναγκαστικός περιορισμός στο σπίτι, αναρωτιούνται με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν τον χρόνο που έχουν στη διάθεσή τους, για να βοηθήσουν τα παιδιά τους να αναπτύξουν τη δημιουργικότητά τους και να ξεπεράσουν τις δυσκολίες τους.

Βασική ευθύνη κάθε γονέα είναι να δημιουργήσει ένα ασφαλές, ενδιαφέρον και φροντιστικό περιβάλλον για τα παιδιά. Οι θετικές αλληλεπιδράσεις των γονέων με τα παιδιά είναι ζωτικής σημασίας για την προαγωγή της κοινωνικής, συναισθηματικής και γνωστικής τους ανάπτυξης. Τα παιδιά που αισθάνονται ότι παίρνουν εκτίμηση και αποδοχή από τους γονείς τους, έχουν ισχυρές προϋποθέσεις για να αναπτύξουν υγιείς σχέσεις, όπως επίσης και ακαδημαϊκή και επαγγελματική επιτυχία στο μέλλον.

Οι γονείς πρέπει να προσέξουν να μη μεταφέρουν άγχος και ταραχή στα παιδιά τους, να τα ενημερώσουν, σε γλώσσα κατανοητή, για την πανδημία, να τους λένε την αλήθεια και να αποφεύγουν την υπερβολική πληροφόρηση ή παραπληροφόρηση από τα μέσα ενημέρωσης και το διαδίκτυο. Μπορούν να αναζητήσουν και να βρουν κατάλληλο ενημερωτικό υλικό, το οποίο μπορούν να διαβάσουν και να συζητήσουν μαζί με τα παιδιά τους. (*2)

Μέσα από δημιουργικές δραστηριότητες, μπορούν να εκπαιδεύσουν τα παιδιά να αναλαμβάνουν ευθύνες, που θα τους δώσουν την αίσθηση ότι βοηθούν και συμβάλλουν και αυτά στη διαμόρφωση της νέας κατάστασης στο σπίτι και ότι έχουν ένα καθημερινό και οργανωμένο πρόγραμμα δραστηριοτήτων. Μπορούν επίσης να επεκτείνουν τα αντικείμενα ενασχόλησης των παιδιών (κυρίως των μικρότερων σε ηλικία) και να εισάγουν εκπαιδευτικά θέματα που σχετίζονται με τα ενδιαφέροντα και τις δραστηριότητές τους, έτσι ώστε να εμπλουτίσουν το λεξιλόγιο και τις γνώσεις τους. Για παράδειγμα, μπορούν να εκπαιδεύσουν το παιδί να κάνει απλούς μαθηματικούς υπολογισμούς, χρησιμοποιώντας ως μέσο τη μαγειρική ή τη ζαχαροπλαστική. Μπορούν επίσης να εκπαιδεύσουν το παιδί στη γεωγραφία ή την ιστορία, μιλώντας για τον τόπο καταγωγής ενός αγαπημένου του αθλητή ή καλλιτέχνη. Μπορούν να εισάγουν κινητικές δραστηριότητες, σε συνδυασμό με τη θεωρητική εκπαίδευση, ιδιαίτερα σε παιδιά με υπερδραστηριότητα και διάσπαση προσοχής. Παιδιά που παρουσιάζουν προβλήματα στη συγκέντρωση της προσοχής και τον έλεγχο των παρορμήσεων, μπορούν επίσης να βοηθηθούν από ένα πρόγραμμα μελέτης που προβλέπει τακτικά διαλείμματα, κατά τα οποία το παιδί θα μπορεί να γυμνάζεται, να χορεύει ή να ακούει μουσική. Ιδιαίτερα σημαντικό για παιδιά με αναπτυξιακές δυσκολίες είναι να υπάρχει ένα δομημένο πρόγραμμα καθημερινών δραστηριοτήτων, όπου το παιδί θα μπορεί να γνωρίζει ποια είναι η εργασία που έχει συμφωνήσει με τον γονέα να κάνει κάθε στιγμή, τι προηγείται και τι ακολουθεί αυτής και ποιες εναλλακτικές δραστηριότητες μπορεί να υπάρχουν.

Οι συγκρούσεις μεταξύ γονέων και παιδιών μπορεί κάποιες φορές να φαίνονται αναπόφευκτες, είναι όμως σημαντικό να επιλύονται με διάλογο και αμοιβαία κατανόηση, έτσι ώστε να συνεχίσει να υπάρχει κίνητρο από την πλευρά του παιδιού για ενασχόληση με εκπαιδευτικές δραστηριότητες και να μην διαταραχθεί ακόμα περισσότερο η λειτουργικότητα της οικογένειας.

Είναι βέβαιο ότι οι περιορισμοί στη λειτουργία των σχολείων και οι γενικότερες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, προκαλούν μεγάλο stress στα παιδιά και τις οικογένειές τους και αποτελούν απειλή για την ψυχική τους υγεία. Δεν είναι όμως ακόμα γνωστό αν και πώς θα επηρεαστεί τελικά η ψυχική υγεία των παιδιών, αν θα υπάρχει και σε ποιό βαθμό αύξηση των ψυχιατρικών διαταραχών ή άλλες δυσμενείς επιπτώσεις στην ατομική, οικογενειακή, σχολική και κοινωνική τους λειτουργικότητα. Θα χρειαστούν μακροχρόνιες μελέτες σε μεγάλα δείγματα γενικού και κλινικού πληθυσμού, σε παγκόσμιο επίπεδο, προκειμένου να μελετηθούν οι ψυχολογικές επιπτώσεις της πανδημίας και παράγοντες που μπορεί να σχετίζονται με την αύξηση του κινδύνου και την ανθεκτικότητα του πληθυσμού στο stress.

Καθώς ολοκληρώνεται η πρώτη φάση αντιμετώπισης της πανδημίας, η επιστημονική κοινότητα προετοιμάζεται για την αντιμετώπιση του επόμενου κύματος εξάπλωσής της, εκπαιδεύοντας τον πληθυσμό σε μέτρα υγιεινής και αναζητώντας κατάλληλο εμβόλιο και αποτελεσματική θεραπεία. Αντίστοιχη προετοιμασία χρειάζεται να γίνει για την πρόληψη και αντιμετώπιση των ψυχολογικών επιπτώσεων της πανδημίας στα παιδιά και τους εφήβους, μέσα από υψηλού επιπέδου υπηρεσίες και από προγράμματα πρόληψης και προαγωγής της ψυχικής υγείας, που θα στοχεύουν στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας του πληθυσμού και την έγκαιρη αντιμετώπιση των προβλημάτων ψυχικής υγείας. Εξίσου σημαντική είναι και η ενίσχυση του εκπαιδευτικού συστήματος με το έμψυχο δυναμικό και τα τεχνικά μέσα που χρειάζονται ώστε να μπορούν οι μαθητές να παρακολουθούν με ασφάλεια τα μαθήματά τους στο σχολείο και να έχουν πρόσβαση σε σύγχρονα τεχνολογικά μέσα, που θα μπορούν να εμπλουτίζουν τη σχολική τους εκπαίδευση αλλά και να την υποκαθιστούν με επάρκεια, σε περίπτωση οι συνθήκες το επιβάλλουν ξανά στο μέλλον.

Σημειώσεις:

(*1) Σε πολλές χώρες του κόσμου (π.χ. ΗΠΑ, Ρωσία, Μ. Βρετανία, Ν. Ζηλανδία) είναι συνήθης η εκπαίδευση των παιδιών στο σπίτι (homeschooling), η οποία είναι νόμιμη και προτιμάται από πολλές οικογένειες. Στην Ελλάδα η συστηματική απουσία του παιδιού από το σχολείο απαγορεύεται από τον νόμο και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να θεωρηθεί σοβαρή παραμέληση ή κακοποίηση. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, που σχετίζονται με την ύπαρξη σοβαρών προβλημάτων σωματικής ή ψυχικής υγείας του παιδιού (που πιστοποιούνται με ιατρική γνωμάτευση από δημόσια υπηρεσία υγείας), επιτρέπεται η «κατ’ οίκον’ ή «κατ’ ιδίαν διδασκαλία». Στις περιπτώσεις αυτές, τα παιδιά υποστηρίζονται από ειδικούς εκπαιδευτικούς και το ΚΕΣΥ μέχρι να επιστρέψουν στο σχολείο.

(*2) βλ., για παράδειγμα. «Έχω μια ερώτηση για τον Κορονοϊό. Σαφείς απαντήσεις για όλα τα παιδιά», Arlen Grad Gaines and Meredith Englander Polsky. Μετάφραση – Απόδοση μετά από άδεια: Κο.Κε.Ψ.Υ.Π.Ε. Ιωαννίνων https://www.ihaveaquestionbook.com

Βιβλιογραφία

●      Συνέντευξη Α.Στριγγάρη στο περιοδικό Athens Voice: “Κορονοϊός. Έλληνας επικεφαλής έρευνας για τις ψυχολογικές επιπτώσεις” https://www.athensvoice.gr/life/health/637829_koronoios-ellinas-epikefalis-ereynas-gia-tis-psyhologikes-epiptoseis

  • Arlen Grad Gaines and Meredith Englander Polsky. ”Έχω μια ερώτηση για τον Κορονοϊό. Σαφείς απαντήσεις για όλα τα παιδιά” Μετάφραση – Απόδοση μετά από άδεια: Κο.Κε.Ψ.Υ.Π.Ε. Ιωαννίνων https://www.ihaveaquestionbook.com

 

 

Σχετικά άρθρα

Επανέρχονται οι συστάσεις για χρήση μάσκας σε κλειστούς χώρους

Γεωργία Χαλάτση

Το κοινωνικό φαινόμενο της εξάρτησης

«Επιμένει» να μας ταλαιπωρεί ο κορωνοϊός