apostolis oikonomou
Αίθουσα ΣύνταξηςΙστορίεςΚαθημερινά

Στη μνήμη του Αποστόλη Οικονόμου

Ένα κείμενο του Θύμιου Τζάλλα με αφορμή τον θάνατο του πρώην Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Ιωαννίνων και Συμπαραστάτη του Πολίτη.

Είδα πρώτη φορά τον θείο Αποστόλη όταν ήμουνα πολύ μικρός, στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Ήρθε στην οικογένεια ως «ξένος», όταν παντρεύτηκε τη θεία Ροδόκλεια (λίγα χρόνια πριν είχε βρεθεί και η ίδια στη Νομική – εκείνη στη Θεσσαλονίκη, ο Αποστόλης στην Αθήνα). Ο θείος Αποστόλης έμοιαζε ξένος. Ήταν ευθυτενής και γυμνασμένος, χωρίς τα περιττά κιλά που είχαν σχεδόν όλοι οι μεγάλοι γύρω μου. Ήταν επίσης πάντα προσεκτικά ντυμένος και κομψός.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, λίγο πριν πεθάνει ο πατέρας μου, ο Αποστόλης με ανέλαβε κάποια από τα Σαββατοκύριακα. Πηγαίναμε με το διαρκείας του στον ΠΑΣ Γιάννενα, στην παλιά σκεπαστή. Με άφηνε στις πρώτες σειρές, και εκείνος ανέβαινε στη θέση του λίγο πιο πάνω. Του άρεσε πολύ η μπάλα, υπήρξε ο ίδιος πολύ καλός ποδοσφαιριστής. Όταν σπούδαζε στην Αθήνα έπαιξε στον Βύζα, και κάποια στιγμή ήταν το κεντρικό αμυντικό δίδυμο με τον Γιώργο Σιόντη.

Κάθε Σάββατο πρωί έβαζε το χέρι στο σβέρκο μου, κατεβαίναμε τη Σακελλαρίου που έμενε για να μπούμε στο άσπρο φολκσβάγκεν πόλο, εγώ τον ρωτούσα πού πάμε και εκείνος μου έλεγε τρυφερά να μην με νοιάζει. Ήξερα όμως ότι θα πηγαίναμε σε αγώνα ερασιτεχνικού όπου θα έπαιζε ο ίδιος στην Αναγέννηση Ελληνικού, την καινούργια ομάδα του χωριού του. Ήταν φυσικά σε άλλο επίπεδο, τον θυμάμαι να βάζει τέσσερα γκολ στη Δωδώνη και ο «ανταποκριτής» του «Σουτ της Ηπείρου» να ρωτάει πόσο χρονών είναι. Αργότερα ανέλαβε και προπονητής της ομάδας. Στο ημίχρονο ενός αγώνα με τη Δαφνούλα (το Ελληνικό δεν συμπλήρωνε ενδεκάδα, αλλά κέρδιζε χωρίς λόγο την πρωτοπόρο Δαφνούλα) είπε στους παίκτες στον πάγκο ότι αντί για τις δικές του, έτσι κι αλλιώς περιττές οδηγίες είναι προτιμότερο να ακούσουν ένα ποίημα του Τάσου Κανάτση από τον ίδιο τον ποιητή (όπως και έγινε).

Στο σαλόνι του Αποστόλη είδα για πρώτη φορά τη ράχη του Οδυσσέα του Τζόις, άνοιξα το διπλό μπλε άλμπουμ των Beatles με τη φωτογραφία τους ανάμεσα στους περαστικούς στα κάγκελα της εκκλησίας του Σεντ Πάνκρας, ξεφύλλισα το ακαταλαβίστικο Αντί. Δίπλα στο πικάπ δέσποζε μια προτομή του ίδιου του Αποστόλη από τον γλύπτη Θόδωρο Παπαγιάννη. Ο Αποστόλης την αντιμετώπιζε με τον ίδιο σαρκασμό που θα αντιμετώπιζε κάθε άνθρωπο που θα είχε την προτομή του στο σαλόνι του. Ήταν ο ναρκισσισμός που έχουν οι προικισμένοι άνθρωποι μαζί με την ικανότητά τους να μην παίρνουν τον εαυτό τους πολύ σοβαρά.

Φοιτητής στην Αθήνα, αν και προερχόμενος από συντηρητική οικογένεια, εντάχθηκε στην Αριστερά, φυλακίστηκε και βασανίστηκε από τη Χούντα. Ήταν φίλος με τους ανθρώπους που αργότερα βρέθηκαν στην ηγεσία της ανανεωτικής αριστεράς. Είχε την κουλτούρα της συναίνεσης που κουβαλάει αυτή η πτέρυγα, και έτσι κατάφερε να είναι υπερκομματικός πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου στα Γιάννενα για δύο θητείες τη δεκαετία του ’90. Το 2012 ο Φώτης Κουβέλης του είχε κάνει πρόταση να μπει στο Επικρατείας της ΔΗΜΑΡ και μάλιστα ψηλά, αλλά ο Αποστόλης αρνήθηκε. Υποτίθεται ότι το έκανε γιατί ήθελε να παραμείνει συγκεντρωμένος στα καθήκοντά του ως Συμπαραστάτης του Πολίτη στην Περιφέρεια. Στην πραγματικότητα δεν έφυγε γιατί ήταν ανασφαλής και αβέβαιος μέχρι το τέλος. Σαν να τα επιδίωκε όλα, αλλά να μην χωρούσε πουθενά: ούτε στη δικηγορία, ούτε στους δημόσιους  ρόλους του -παρά την καθολική αναγνώριση από τους συναδέλφους του στις εκλογές ή την (επίσης υπερκομματική) επιβράβευση από τον τόπο του με τη θέση του Συμπαραστάτη του Πολίτη. Όταν ήταν φοιτητής στην Αθήνα προσπάθησε να ξεφύγει από τη δικηγορία, και για ένα διάστημα παράτησε τη Νομική για την Καλών Τεχνών. Μέχρι το τέλος της ζωής του το πάλευε με το γράψιμο και τα βιβλία του.

Θυμάμαι ότι όταν πια είχα μεγαλώσει, αλλά ήμουν ακόμη στην Α’ Λυκείου κάποια στιγμή με έπιασε εξαπίνης: «Θα  ήθελα να ζει ο πατέρας σου και ο θείος σου ο Κίμωνας γιατί έχω ερωτήματα και εκείνοι ίσως θα μπορούσαν να με βοηθήσουν». Δεν είχα φανταστεί μέχρι τότε ότι οι 50άρηδες μπορεί να ταλαιπωρούνται ακόμη από φόβους σαν τους δικούς μου στην εφηβεία. Όλοι τους γύρω μου έμοιαζαν βέβαιοι πλέον, και πολύ σοβαροί με τον εαυτό τους. Όχι ο Αποστόλης.

Προς το τέλος κάποιες φορές βρεθήκαμε ως ίσο προς ίσο. Μου έκανε εντύπωση ο αβίαστος τρόπος με τον οποίο είχε αφαιρέσει οτιδήποτε καθοδηγητικό στη σχέση μας. Μια μέρα μάζεψα θάρρος, είπα από μέσα μου τις λέξεις στον δρόμο προς το σπίτι του, και κατάφερα να του πω πως άλλαξε τον τρόπο που βλέπω τους άλλους και τον εαυτό μου. Ίσως να συνέβη και σε άλλους κοντά στον Αποστόλη. Σίγουρα στους τόσο καλούς ανθρώπους που είχε δίπλα του μέσα στη δική του οικογένεια: τη Ροδόκλεια και τα τρία φανταστικά τους παιδιά: τον Δημήτρη, την Τάνια και τον Πέτρο.

Σχετικά άρθρα

Ίσκιος ονείρου, ο άνθρωπος

Ευχαριστήριο οικογένειας της Πόπης Παρλαπά

Ηπειρωτικός Αγών

Ο ίσκιος του πολεμιστή