Αλλά πρώτα, κόντεψε να γίνει ένα θλιβερό πάρκινγκ. Για την ακρίβεια, λειτουργούσε ήδη πολλά χρόνια ως πρόχειρο πάρκινγκ, όσο παρέμενε οικόπεδο, μέχρι να αποφασίσει ο δήμος τι θα το κάνει.
Γύρω στο 1999 η δημοτική αρχή επέλεξε να το διαμορφώσει «κανονικό» πάρκινγκ με άσφαλτο, διαγράμμιση κ.λπ. Ικανοποιούσε έτσι το αίτημα ορισμένων από τους περίοικους που θα είχαν μια ελπίδα παραπάνω να παρκάρουν. Η κύρια έγνοια.
Μια άλλη ομάδα περίοικων όμως, πίστευε ότι ήταν πιο αναγκαίος ένας μικρός χώρος αναψυχής για μικρούς και μεγάλους. Να κάτσεις λίγο στο παγκάκι, να μιλήσεις, να παίξουν τα παιδιά. Να σπάσει το τσιμέντο στο μάτι.
Την ίδια άποψη είχαμε στον Ηπειρωτικό Αγώνα, που τότε βγάζαμε με τον Θύμιο και την Τιτίκα Τζάλλα. Αρχίσαμε, μαζί με τους περίοικους που συμφωνούσαν, καμπάνια να ακυρωθούν τα σχέδια πάρκινγκ. Συγκεντρώσεις, μικρές εκδηλώσεις, συλλογή υπογραφών, αρθρογραφία κ.λπ.
Ο δήμαρχος ανυποχώρητος: «χρειάζεται το πάρκινγκ». Σιγά σιγά όμως η πίεση και τα επιχειρήματα άρχισαν να τον κλονίζουν. Σε μια συγκέντρωση έφερε συμβιβαστική πρόταση: η μισή περίπου επιφάνεια, πάρκινγκ. Η άλλη μισή, παιδική χαρά. Αλλά μια κολοβή παιδική χαρά, χωρίς δέντρα, κρυμμένη πίσω από αυτοκίνητα. Όχι, είπαμε. Το θέλουμε όλο. Θα συνεχίσουμε.
Ένα μήνα πιο μετά, νίκη. Ο δήμαρχος μας ανακοίνωσε ότι θα γινόταν ολόκληρο το οικόπεδο χώρος αναψυχής. Τη μελέτη έκανε δημοτικός αρχιτέκτων, το έργο ο δήμος, πολύ γρήγορα. Εντός μηνών. Τώρα το σημείο είναι από τα πιο όμορφα στο Κέντρο. Ψηλά δέντρα, κόσμος που χαλαρώνει όλη μέρα, ως το βράδυ. Είναι καλό να ξέρουν το ιστορικό τα παιδιά που πρωτόπαιξαν στη ζωή τους εκεί, μήπως μεγαλώνοντας δώσουν ανάλογες μάχες. Είναι ένα είδος χρέους.
Αλλού όμως θέλω να καταλήξω. Δήμαρχος ήταν ο Τάσος Παπασταύρος, εκλεγμένος με τη στήριξη ΝΔ. Όταν εγκαινίασε το πάρκο, έκανε ένα τραπέζι καλώντας όλη τη γειτονιά να γιορτάσει. Ήταν μια καλή στιγμή -τσούγκρισε ένα ποτήρι με όλους, για ό,τι και να ’χαν αγωνιστεί: πάρκινγκ ή πάρκο. Με χαμόγελο.
Ο Παπασταύρος είχε την ευφυΐα και το χαρακτήρα να ακούσει τον κόσμο, να μην πεισμώσει, τελικά να υποχωρήσει και να προσφέρει έτσι κάτι τόσο καλό στη γειτονιά και την πόλη. Όλο εκείνο τον καιρό ήμουν αυστηρός μαζί του. Θα φταίει, προφανώς, που ήμουν πιο νέος και ανυπόμονος. Αλλά θα φταίει και που δεν είχα ακόμα γνωρίσει αμέτρητους εκλεγμένους ή διορισμένους άρχοντες που μόνο στα συνθήματα υπολογίζουν τον κόσμο και τις επιθυμίες του. Αμέτρητους άρχοντες που δεν κατανοούν το προσωρινό της εξουσίας.
Την ποιότητα που έδειξε τότε ο Παπασταύρος με τη διαρκή συζήτηση, το ανοιχτό πνεύμα, ως το εύθυμο τσούγκρισμα του ποτηριού στα εγκαίνια, αργότερα μόνο τα εκτίμησα. Και σκεφτόμουν πολύ καιρό ότι πρέπει να του το πω.
Για τη σπουδαία δωρεά της αλβανικής καταγωγής, Γιαννιώτισσας μουσουλμάνας Νουριγέ στην πόλη της θα γράψω άλλη φορά.