εικόνα 1 Custom
Εικόνα 1: Στη λεζάντα της φωτογραφίας του από το 1896 ο Νισήμ Λεβής έγραψε: «Η πλατεία Μομπέρ και το άγαλμα του Ετιέν Ντολέ σε κάποια 14η Ιουλίου».
ΙστορίεςΑίθουσα Σύνταξης

Ο Γιαννιώτης Φοιτητής και το Παρισινό Άγαλμα

Η φωτογραφία του Νισήμ Λεβή, τραβηγμένη το 1896, δείχνει ένα άγαλμα στο Παρίσι. Όπως πολλές άλλες εικόνες του αδικοχαμένου στο Άουσβιτς Γιαννιώτη γιατρού, η ανίχνευση της αποκάλυψε μια συναρπαστική ιστορία.

Από τη λεζάντα της στο άλμπουμ του γιατρού μαθαίνουμε ότι η φωτογραφία (Εικόνα 1) τραβήχτηκε «στην πλατεία Μομπέρ (Maubert) κάποια 14 Ιουλίου».

Ο νεαρός Γιαννιώτης Νισήμ, πρωτοετής φοιτητής τότε στην ιατρική σχολή της Σορβόννης, βρήκε την ευκαιρία εκείνη την Τρίτη 14 Ιουλίου 1896 να φωτογραφίσει την πλατεία που βρισκόταν λίγα βήματα από τον κοιτώνα του. Η περιοχή αυτή στην αριστερή όχθη του ποταμού Σηκουάνα, το Καρτιέ Λατέν (λατινική συνοικία) του φοιτητόκοσμου, είναι μια από της αρχαιότερες γειτονιές του Παρισιού.

Στη φωτογραφία διακρίνουμε την εορταστική διακόσμηση για την εθνική επέτειο και ένα διερχόμενο αμάξι φορτωμένο με δέκα βαρέλια. Ίσως το αμάξι να μετέφερε κρασί για τις πανηγυρικές εκδηλώσεις της μέρας εκείνης.

εικόνα 2 Custom
Εικόνα 2: Η πλατεία Μομπέρ με την αγχόνη σε χάρτη του 1552. Δεν είχαν διανοιχτεί ακόμα οι μεγάλες λεωφόροι του Οσμάν, όπως η Boulevard Saint Germain που διασχίζει στις μέρες μας την πλατεία.

Η πλατεία και το άγαλμα

Η πλατεία Μομπέρ βρίσκεται 300 μέτρα νότια από τον καθεδρικό ναό της Παναγίας των Παρισίων και 300 μέτρα βόρεια από το πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Τη βρίσκουμε ήδη σε χάρτες από τον 13ο αιώνα. Αργότερα στο σημείο αυτό γίνονταν δημόσιοι απαγχονισμοί. Σε ένα χάρτη του 1552 διακρίνεται στο κέντρο της πλατείας μια αγχόνη (Εικόνα 2).

Ανάμεσα σε αυτούς που θανατώθηκαν στην πλατεία Μομπέρ ήταν και ο Ετιέν Ντολέ (Etienne Dolet) που κρεμάστηκε το 1546 για τις ιδέες και το έργο του. Ο Ντολέ ήταν ένας από τους πρώτους εκδότες στη Γαλλία. Συνέβαλε στη διάδοση βιβλίων γραμμένων όχι μόνο στη συνηθισμένη ως τότε λατινική γλώσσα αλλά και στην καθομιλούμενη γαλλική. Έγραψε μάλιστα και ένα έργο σχετικά με την μετάφραση από τα λατινικά στα γαλλικά.

Με την ανάπτυξη της τυπογραφίας στη Δυτική Ευρώπη, από τον Γερμανό Γουτεμβέργιο και άλλους όπως ο Ντολέ, η «βιομηχανική επανάσταση του βιβλίου» έκανε άνω-κάτω τον κόσμο της γνώσης. Έναν κόσμο όπου τον έλεγχο είχε ως τότε η καθολική εκκλησία με συγγράμματα στα λατινικά. Την τάξη αυτή των πραγμάτων διαδέχτηκε ένας κόσμος με βιβλία σε «λαϊκές» γλώσσες, και μια χωρίς προηγούμενο, ανεξέλεγκτη διάδοση της γνώσης με έντυπα βιβλία.

Μέσα στο κλίμα αυτό αναπτύχτηκε ο Προτεσταντισμός σαν εσωτερικό ρεύμα διαμαρτυρίας στη δυτική χριστιανική εκκλησία και επιταχύνθηκαν ο Ουμανισμός και η Αναγέννηση, που, μεταξύ άλλων, μετέδωσαν στη Δύση τα αρχαιοελληνικά συγγράμματα. Η επανάσταση του βιβλίου και των εφημερίδων οδήγησε στην τυποποίηση και κωδικοποίηση των εθνικών γλωσσών για εμπορικούς λόγους, αφού οι τυποποιημένες γλώσσες, σε αντίθεση με τις τοπικές διαλέκτους, υπόσχονταν στους εκδότες περισσότερους αναγνώστες. Η τυποποίηση της «λαϊκής γλώσσας» συνέβαλε επίσης στον διαχωρισμό των ατόμων με βάση τις εθνικές ιδέες και τέλος στη δημιουργία των κρατών-εθνών. Τα εθνικά κράτη μοιραία ακολούθησε η εθνοκάθαρση, την οποία θα συναντήσουμε επανειλημμένα παρακάτω.

Μία αντίστοιχη επανάσταση στη διάδοση της γνώσης ζούμε και εμείς τα τελευταία 25 χρόνια με το διαδίκτυο και την κοινωνική δικτύωση. Όπως και η επανάσταση του βιβλίου στον 16ο αιώνα, έτσι και η νέα αυτή τεχνολογία θα οδηγήσει σε ριζικές κοινωνικές και γεωπολιτικές αλλαγές.

Το ριζοσπαστικό ρεύμα του βιβλίου του 16ου αιώνα προκάλεσε την αντίδραση του «κατεστημένου» της εποχής. Ο Ντολέ καταδικάστηκε σε θάνατο με αφορμή την έκδοση του στα γαλλικά ενός από τους Σωκρατικούς διαλόγους του Πλάτωνα, του Αξίοχου (ή «Περί Θανάτου»). Σε μία επιλεκτική ανάγνωση του διαλόγου, η Θεολογική Σχολή της Σορβόννης αποφάνθηκε ότι με το κείμενο αυτό ο Ντολέ απαρνιόταν τη ζωή μετά θάνατον.

Συγκεκριμένα,  οι πρυτάνεις στηρίχτηκαν στο απόσπασμα «όταν πεθάνεις, δεν θα υπάρχεις» (après la mort tu ne seras plus rien du tout). Σε έναν προπομπό των σημερινών μας fake news, χρησιμοποίησαν τη φράση αυτή για να χαρακτηρίσουν τον εκδότη άπιστο.

Δείτε όμως τι λέει ο Σωκράτης στο υπόλοιπο απόσπασμα: «όταν πεθάνεις, δεν θα σου συμβεί τίποτα, γιατί δεν θα υπάρχεις. Κατάλαβε λοιπόν ότι η ψυχή θα πάει εκεί που πρέπει και το σώμα θα διαλυθεί, γιατί είναι… γεώδες. Και βέβαια, το σώμα, δεν είναι… Άνθρωπος! Έτσι λοιπόν, εμείς είμαστε η ψυχή, ένα ζωντανό πράγμα που δεν πεθαίνει, κλεισμένο όμως σε ένα φρούριο θνητό. Αυτό το «σώμα», για κακό μας το προσάρτησε η φύση». (σὺ γὰρ οὐκ ἔσῃ περὶ ὃν ἔσται. πάντα τοιγαροῦν τὸν τοιόνδε φλύαρον ἀποσκέδασαι, τοῦτο ἐννοήσας, ὅτι τῆς συγκρίσεως ἅπαξ διαλυθείσης καὶ τῆς ψυχῆς εἰς τὸν οἰκεῖον ἱδρυθείσης τόπον, τὸ ὑπολειφθὲν σῶμα, γεῶδες ὂν καὶ ἄλογον, οὐκ ἔστιν ὁ ἄνθρωπος. ἡμεῖς μὲν γάρ ἐσμεν ψυχή, ζῷον ἀθάνατον ἐν θνητῷ καθειργμένον φρουρίῳ· τὸ δὲ σκῆνος τουτὶ πρὸς κακοῦ περιήρμοσεν ἡ φύσις…). (η μετάφραση είναι του Β. Παρασκευόπουλου από το διαδίκτυο).

Δεν είμαι θεολόγος, αλλά παρατηρώ πως το κείμενο αυτό είναι κάθε άλλο παρά άρνηση του πλατωνικού ιδεώδους της ψυχής και της αθανασίας που τόσο επηρέασε τον Χριστιανισμό. Οι ιθύνοντες της εποχής όμως, βλέποντας την πνευματική και κοσμική τους εξουσία να απειλείται, χρησιμοποίησαν επιλεκτικά το απόσπασμα για να ξεφορτωθούν τον Ντολέ.

Μετά τη Γαλλική Επανάσταση η πλατεία Μομπέρ έγινε σύμβολο των αγώνων για την ελευθερία του λόγου και την ανεξιθρησκεία λόγω των εκτελέσεων που είχαν προηγηθεί εκεί.

Όταν λοιπόν το 1889 αποφασίστηκε να τοποθετηθεί ένα άγαλμα στην πλατεία με αφορμή την εκατονταετηρίδα από την κατάληψη της Βαστίλης, οι τοπικές αρχές επέλεξαν τον Ετιέν Ντολέ σαν «θύμα της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας και της βασιλείας» και σαν έναν από τους προπομπούς και πρωτομάρτυρες της Γαλλικής Επανάστασης. Το μνημείο του γλύπτη Ernest Guilbert εγκαινιάστηκε την Κυριακή 19 Μαΐου του 1889, την ίδια εποχή με τη διεθνή έκθεση του Παρισιού για την οποία αναγέρθηκε ο Πύργος του Άιφελ. Στη βάση του αγάλματος υπήρχαν δύο ανάγλυφες πλάκες με σκηνές από τη σύλληψη και τον απαγχονισμό του Ντολέ (Εικόνα 3).

Εικόνα 3 Custom
Εικόνα 3: Το άγαλμα του Ντολέ την εποχή που εγκαινιάστηκε σε λεπτομέρεια από φωτογραφία από το διαδίκτυο. Στο βάθος διακρίνεται ο καθεδρικός ναός της Παναγίας των Παρισίων. Στο ένθετο πάνω δεξιά, οι σκηνές από τη σύλληψη και την εκτέλεση του, οι οποίες κοσμούσαν τη βάση του αγάλματος.

Στα εγκαίνια, εκτός από τις αρχές της πόλης του Παρισιού, συμμετείχαν και εκπρόσωποι εκδοτικών συνδικάτων και της «Συνομοσπονδίας Ελεύθερης Σκέψης»  (Fédération nationale de la libre pensée), η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα. Ο Νισήμ Λεβής φωτογράφησε το άγαλμα επτά χρόνια αργότερα.

Έχω ζήσει στο Παρίσι και γνώριζα την πλατεία Μομπέρ. Στις μέρες μας υπάρχει εκεί και σταθμός του Μετρό. Άγαλμα πάντως δεν υπάρχει.

Τι συνέβη; Γιατί εξαφανίστηκε το άγαλμα του Ντολέ; Ποιους ενόχλησε η παρουσία του; Το νήμα της απάντησης με οδήγησε όχι σε μία, αλλά σε δύο ακόμη ενδιαφέρουσες ιστορίες.

Το νεκροτομείο αγαλμάτων

Βρήκα ότι το άγαλμα του Ντολέ καταστράφηκε το 1942 στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής του Παρισιού. Δεν ήταν το μόνο: οι Γερμανοί αφαίρεσαν τότε από την πόλη γύρω στα 150 αγάλματα.

Τα αγάλματα καταστράφηκαν για δύο λόγους: Το μέταλλο που περιείχαν χρησιμοποιήθηκε σαν πρώτη ύλη για να κατασκευαστούν πυρομαχικά. Παράλληλα, με την πράξη του αυτή ο κατακτητής, όπως και κάθε άλλος κατακτητής πριν και μετά, στη Γαλλία και παντού αλλού, επιδίωξε να αλλοιώσει την ιστορική μνήμη του γαλλικού έθνους (με τη συνεργασία και της κατοχικής κυβέρνησης του Βισύ).

Το διάταγμα της 11ης Οκτωβρίου 1941 με την υπογραφή του Στρατάρχη Πεταίν, έλεγε τα εξής: «Ημείς, Στατάρχης της Γαλλίας, Ηγέτης του Γαλλικού Κράτους, διατάσσομεν: Θα εφαρμοσθεί η απομάκρυνσις αγαλμάτων και μνημείων από κράματα χαλκού τα οποία βρίσκονται εις δημοσίους χώρους, ούτως ώστε να επανέλθουν τα συστατικά μέταλλα εις το κύκλωμα της βιομηχανικής ή αγροτικής παραγωγής».

Για να προετοιμάσει την κοινή γνώμη, ο κατοχικός τύπος της εποχής επιχείρησε να δικαιολογήσει την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς με το επιχείρημα ότι η χώρα είχε πήξει από άχρηστα και ακαλαίσθητα αγάλματα και ότι το μέταλλο θα προοριζόταν μόνο για χρήση στη Γαλλία.

Εικόνα 4 Custom
Εικόνα 4: Παρίσι 1942. Ένα από τα λεηλατημένα αγάλματα της πόλης μεταφέρεται για να καταστραφεί (από το βιβλίο «Ο Θάνατος και τα Αγάλματα» – La Mort et Les Statues – το οποίο εκδόθηκε το 1946 με κείμενα του Jean Cocteau και φωτογραφίες του Pierre Jahan).

Διαβάζουμε στην κατοχική εφημερίδα Η ΠΡΩΙΑ (Le Matin) στις 15 Δεκεμβρίου 1941: «Το Παρίσι απαλλάσσεται από τα «αγγούρια του». Επιτέλους το Παρίσι απελευθερώνεται από τα κακάσχημα αγάλματα του και τα αλλόκοτα ή ανοήτως πομπώδη μνημεία του τα οποία ξεμανταλώνονται από κάθε γωνιά της πόλης».

Ανάμεσα στα «κακάσχημα αγάλματα» ήταν εκείνα του Βολταίρου, του Ρουσσώ, του Ουγκώ, του Ντιντερό, του Μαρά, του Σαίξπηρ, του Μπερλιόζ, του Σοπέν, και φυσικά της Ελευθερίας…

Σε συνέντευξή του ο κατοχικός υπουργός Εθνικής Παιδείας Abel Bonnard επιβεβαίωνε ότι το μέταλλο θα «χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά μέσα στη Γαλλία και για τη Γαλλία», για τη γεωργία και τη βιομηχανία της. «Επιθυμείτε, ναι ή όχι, να υπάρχει διαθέσιμος θειικός χαλκός έτσι ώστε η παραγωγή από τα αμπέλια μας να μοιάζει με πραγματική σοδιά; Θέλουμε, ναι ή όχι, να έχουμε τη μικρή ποσότητα κασσίτερου που είναι απολύτως απαραίτητη για τις πιο αναγκαίες εργασίες συγκόλλησης; Αυτός είναι ο σκοπός της αφαίρεσης των αγαλμάτων. Τούτο είναι που την κάνει απολύτως απαραίτητη».

Περιττό να σας πω ότι τελικά το μέταλλο που αφαιρέθηκε από τα αγάλματα δεν έμεινε στη Γαλλία, αλλά χρησιμοποιήθηκε στην πολεμική βιομηχανία της Γερμανίας.

Την εποχή που ο κατακτητής κατέστρεφε τα αγάλματα, ένας γάλλος φωτογράφος, ο Pierre Jahan, είχε την ιδέα να τα φωτογραφίσει στο «νεκροτομείο» τους πριν την τελική τους μεταφορά και το λιώσιμο. Η συλλογή αυτή των φωτογραφιών του εκδόθηκε μετά τον πόλεμο σε ένα λεύκωμα με κείμενα του Jean Cocteau (Εικόνα 4).

Η ιστορία επαναλαμβάνεται

Το σενάριο της καταστροφής αγαλμάτων και της αλλοίωσης της ιστορικής μνήμης συνεχίζεται και στις μέρες μας. Δεν είναι πάντα κατακτητής αυτός που τα κατεβάζει. Μερικές φορές αφορμή για την αφαίρεση του μνημείου δίνει το γεγονός ότι η κοινωνία βλέπει με διαφορετικό μάτι τον ρόλο κάποιας ιστορικής προσωπικότητας.

Έτσι, στον αιώνα μας είδαμε την κατεδάφιση αγαλμάτων του Σαντάμ Χουσέιν στο Ιράκ, των μνημείων της αρχαίας Παλμύρας στη Συρία, στρατηλατών των Νοτίων από τον Αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο του 1861-65 όπως ο Τζέφερσον Ντέιβις στις ΗΠΑ, ή Άγγλων μεγαλοδωρητών που πλούτισαν από το δουλεμπόριο πριν γίνουν εθνικοί ευεργέτες στην Αγγλία.

φωτό 5 6 για site Custom
Εικόνες 5,6: Πρόσφατα θύματα της «καταστροφής των αγαλμάτων στον πόλεμο»: Aριστερά, αποκεφαλισμένο, το Σοβιετικό άγαλμα της Ουκρανορωσσικής φιλίας που στεκόταν στο κέντρο του Κιέβου. Δεξιά, με μια τρύπα από σφαίρα στο μέτωπο, το άγαλμα του Ουκρανού ποιητή Ταράς Σεβτσένκο στα ερείπια της πόλης Μποροντγιάνκα.

Φέτος είδαμε την καταστροφή από Ουκρανούς του αγάλματος της Ρωσοουκρανικής φιλίας στο Κίεβο (δεν τους αδικώ…) και την καταστροφή από Ρώσους του ουκρανού εθνικού ποιητή Ταράς Σεβτσένκο στην πόλη Μποροντγιάνκα (Εικόνες 5,6). Κατά σύμπτωση, άλλο ένα άγαλμα του Σεβτσένκο υπάρχει στην Ουάσιγκτον, δυόμιση χιλιόμετρα από το Λευκό Οίκο.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται.

Η αποτυχημένη ανακαίνιση

Μάθαμε λοιπόν ότι το άγαλμα το οποίο φωτογράφισε ο Νισήμ Λεβής τον Ιούλιο του 1896 καταστράφηκε από τους Γερμανούς το 1942. Γιατί όμως δεν ανακαινίστηκε μετά τον πόλεμο από τις γαλλικές αρχές όπως πολλά άλλα; Μήπως η προσωπικότητα του Ντολέ, σαν σύμβολο ανυπακοής στο κατεστημένο, ενόχλησε κάποιους μεταπολεμικά;

εικόνα 7 Custom
Εικόνα 7: Το άγαλμα του Ετιέν Ντολέ που δεν έγινε δεκτό για την πλατεία Μομπέρ. Ήταν φαίνεται πολύ τολμηρό για την εποχή του και για ένα κοινό που είχε συνηθίσει να βλέπει το προηγούμενο άγαλμα του 1889.

Προσβλέποντας στην αποκατάσταση του αγάλματος του Ετιέν Ντολέ στην πλατεία Μομπέρ, οι αρχές της πόλης ανέθεσαν το έργο στον γάλλο γλύπτη Robert Couturier το 1946. Ο Couturier ήταν γνωστός για τα έργα του, ορισμένα από τα οποία είχαν κοσμήσει προπολεμικά το Trocadero («Ο Κηπουρός») και την πλατεία στην Porte Maillot («Η Χαρά της Ειρήνης»).

Όμως, αντί να αντιγράψει το αρχικό άγαλμα από παλιές φωτογραφίες, ο Couturier επέλεξε να δώσει το δικό του ύφος στο έργο. Δεν θέλησε να επιχειρήσει τη δήθεν ρεαλιστική απεικόνιση της προσωπικότητας του 16ου αιώνα, όπως είχε κάνει ο Ernest Guilbert όταν φιλοτέχνησε το αρχικό άγαλμα. Στο κάτω-κάτω, λίγα μας είναι γνωστά για την πραγματική εμφάνιση του Ντολέ από τα ιστορικά δεδομένα. Έτσι, ο Couturier προτίμησε να δώσει μια συμβολική μορφή στο άγαλμα με έμφαση στο γεγονός ότι με τη δίωξη και την εκτέλεση του Ντολέ αλυσοδέθηκαν η γυμνή αλήθεια και η ελευθερία του λόγου.

Η παρουσίαση του γύψινου μοντέλου του αγάλματος προκάλεσε κατακραυγή (Εικόνα 7). Μερικοί το αποκάλεσαν μάλιστα «προσβολή στη γαλλική τέχνη». Οι ιθύνοντες της πόλης του Παρισιού, αλλά πιθανότατα και οι ψηφοφόροι τους, δεν ήταν έτοιμοι να αποδεχτούν τη νέα μεταπολεμική τάση της παραστατικής γλυπτικής. Έτσι, η ανέγερση του αγάλματος στην πλατεία Μομπέρ ακυρώθηκε. Το γύψινο μοντέλο δεν σμιλεύτηκε ποτέ σε πέτρα και βρίσκεται στις μέρες μας στο «Μουσείο της Δεκαετίας του ‘30», στο προάστιο Boulogne-Billancourt του Παρισιού. Η πλατεία έμεινε χωρίς άγαλμα.

 Ο Νισήμ και το άγαλμα: Παράλληλες πορείες

Ανάμεσα στα παρισινά αγάλματα, που έλιωσαν οι αρχές της κατοχής για να φτιάξουν σφαίρες, ήταν και ένα στα πρόθυρα του νεκροταφείου Père Lachaise. Είχε τον τίτλο «Η Παρακμή» (Le Declin) και παρουσίαζε ένα μελαγχολικό αγκαλιασμένο ζευγάρι ηλικιωμένων (Εικόνα 8).

εικόνα 8 Custom
Εικόνα 8: Ένα από τα αγάλματα που καταστράφηκαν από τους Γερμανούς το 1942, «Η Παρακμή».

Στο νεκροταφείο αυτό αναπαύονται μεταξύ άλλων η Μαρία Κάλλας, ο Ντελακρουά, ο Μολιέρος, ο Μπαλζάκ, ο Προυστ, η Εντίθ Πιαφ, ο Jim Morrison, ο Υβ Μοντάν παρέα με τη Σιμόν Σινιορέ, η Σάρα Μπερνάρ, η Ισιδώρα Ντάνκαν, ο Φρεντερίκ Σοπέν, ο Τζιοακίνο Ροσσίνι και δεκάδες άλλοι επιφανείς.

Εκεί υπάρχει επίσης και ένα άγαλμα με τη φτερωτή Νίκη της Σαμοθράκης με την επιγραφή «ΑΝΔΡΩΝ ΕΠΙΦΑΝΩΝ ΠΑΣΑ ΓΗ ΤΑΦΟΣ». Είναι αφιερωμένο στους χιλιάδες έλληνες εθελοντές που σκοτώθηκαν πολεμώντας για τη Γαλλία στον Γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870, στον Α’ΠΠ, και στον Β’ ΠΠ.

Κρίνοντας από τις φωτογραφίες του, ο Νισήμ Λεβής πέρασε ανέμελα χρόνια στο Παρίσι, πρώτα ως φοιτητής και μετά ως ασκούμενος γιατρός. Τον βλέπουμε γελαστό με συμφοιτητές, με συγγενείς και με γοητευτικές συνοδούς (βλ. «Το Πανόραμα του Νισήμ Λεβή: 1898-1944», εκδόσεις Καπόν). Αργότερα επέστρεψε στα Γιάννενα όπου έζησε ασκώντας την ιατρική μέχρι τον εκτοπισμό του από τους Ναζί το 1944 μαζί με τα σχεδόν δύο χιλιάδες άλλα μέλη της Ισραηλιτικής Κοινότητας της πόλης.

Αποτελεί ειρωνεία της τύχης το ότι ο Νισήμ και το άγαλμα, που αυτός φωτογράφισε στο Παρίσι το 1896 σαν σύμβολο της ελευθερίας του λόγου, είδαν το τέλος τους από τους Ναζί. Την ίδια εποχή εκτοπίστηκε επίσης από το Παρίσι και δολοφονήθηκε στο Άουσβιτς ο μεγαλύτερος αδελφός του Νισήμ, ο 74χρονος Μωρίς Νταβιτσόν Λεβής, ο οποίος είχε και αυτός γεννηθεί στα Γιάννενα.

Σχετικά άρθρα

1928: Η αντίδραση για τα μετονομασμένα τοπωνύμια της Ηπείρου

Αλέξανδρος Μωυσής

Σεπτέμβριος 1914 : Θρήνος στα Γιάννενα και την Κεφαλλονιά

Αλέξανδρος Μωυσής

Άνοιξη 1912 : Ένας Νεότουρκος υπουργός στα Ιωάννινα

Αλέξανδρος Μωυσής