Η τελευταία μεγάλη μάχη του Μπιζανίου (γκραβούρα από το ημερολόγιο 2013, που εξέδωσε το Ίδρυμα Ιωσήφ και Εσθήρ Γκανή)
Ιστορίες

«Η πόλις Αγνωμονούσα»

Ο Γιάννης Γρατσανίτης επανέρχεται, έναν χρόνο μετά, και υπενθυμίζει τον φόρο τιμής, που οφείλει η πόλη των Ιωαννίνων και ποτέ ουσιαστικά δεν απέδωσε, στον Νικολάκη Εφέντη, έναν άνθρωπο που θυσιάστηκε για την πατρίδα και εκείνη, για να τον τιμήσει, του... άλλαξε το όνομα.
Νικολάκη Εφέντης

Πέρυσι, στα ελευθέρια της πόλης μας, είχε δημοσιευτεί ένα αφιέρωμα μου, που είχε σχέση με τον Νικολάκη Εφέντη, ομογενή αξιωματικό του τουρκικού στρατού, ο οποίος τα μέγιστα συνέβαλε στην πτώση των οχυρών Μπιζανίου και κατ’ επέκταση στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Το παραπάνω άρθρο υπάρχει στο διαδίκτυο και οι επισκέπτες του είναι εκατοντάδες. Υπήρξε δηλαδή ένα έντονο ενδιαφέρον. Και αυτό δεν το αναφέρω φυσικά για ίδιο ευφημισμό, αλλά για να δείξω αφενός μεν την ευαισθησία των δημοτών, αφετέρου δε, όμως, την πλήρη αδιαφορία των αρμοδίων. Αφορμή για τη σύνταξη του παραπάνω άρθρου ήταν το γεγονός ότι πριν από πολλά χρόνια, ενώ μια κεντρική οδός της πόλης έφερε τον όνομα του Νικολάκη Εφέντη ως ένδειξη ελάχιστου φόρου τιμής, αργότερα, άγνωστο γιατί, μετονομάστηκε σε οδό… «Παπαδοπούλου» και με αυτό το όνομα είναι γνωστή σήμερα. Και είναι ο πεζόδρομος, όπου βρίσκεται το κτίριο του Καμπερείου Ιδρύματος, που αρχίζει από τη συμβολή των οδών Ελ. Βενιζέλου, Μπότσαρη, Μουλαϊμίδου και Φρόντζου και καταλήγει στην οδό Παπάζογλου. Με το πιο πάνω άρθρο ήλπιζα ότι θα ευαισθητοποιούταν κάποια «χορδή» και της προηγούμενης και της σημερινής διοίκησης του δήμου, ούτως ώστε να προχωρήσει στην αποκατάσταση της, πέραν των άλλων, ανόητης πράξης της μετονομασίας. Φρούδη ελπίς όμως! Ουδεμία απολύτως ενέργεια! Ούτε ένα, τουλάχιστο «θα», λες και τους ζητήθηκε να μετακινήσουν το… Μιτσικέλι! Στο σημείο, όμως, αυτό νομίζω ότι πρέπει να επαναληφθεί σε συντομία, ως σημερινός φόρος τιμής -αφού εμείς μόνο αυτό μπορούμε να κάνουμε- το ιστορικό της συγκλονιστικής αυτής πράξης θυσίας, αλλά παράλληλα να επισημανθεί και η αγνωμοσύνη του δήμου Ιωαννιτών σε ένα άνθρωπο που έδωσε την ζωή του, τόσο ο ίδιος, όσο και η οικογένειά του (γονείς και πέντε αδελφές) για την απελευθέρωση της πόλης μας.

Αθανάσιος Τσεκούρας
Νικόλαος Χαντέλης

Είναι σε όλους γνωστό ότι ο ελληνικός στρατός, που το 1912-13 πολιορκούσε τα σκλαβωμένα Γιάννενα, αντιμετώπιζε μεγάλες δυσκολίες εξαιτίας των ισχυρών οχυρών του Μπιζανίου. Τα οχυρά αυτά ήταν πράγματι απόρθητα και ιδιαίτερα το οχυρό «Σκύλλα», για το οποίο δεν είχε καθόλου πληροφορίες και το οποίο, σύμφωνα με τον Αθανάσιο Τσεκούρα -γιαννιώτη αγωνιστή μυημένου, που είχε ενταχθεί στο δίκτυο της ελληνικής κατασκοπίας- ήταν «το τέρας με τα δώδεκα ποδάρια και τα έξι κεφάλια και μάλιστα αθέατο». Για να συντομευθεί η άλωση της πόλης, αλλά και να αποφευχθεί η αιματοχυσία με εκατόμβες νεκρών, ήταν απαραίτητο οι μυστικές υπηρεσίες του ελληνικού στρατού να πληροφορηθούν με κάθε τρόπο την ακριβή θέση, την κατασκευή, την επάνδρωση και τον εξοπλισμό των οχυρών, ώστε να μπορέσουν έτσι να σχεδιάσουν και να πετύχουν την κατάληψη των Ιωαννίνων. Την περίοδο εκείνη υπεύθυνος των πιο πάνω μυστικών υπηρεσιών έναντι του ελληνικού στρατού ήταν ο έλληνας υποπρόξενος στα Ιωάννινα Νικ. Χαντέλης από τα κάτω Πεδινά Ζαγορίου.

Μητροπολίτης Γερβάσιος Ωρολογάς

Για να πετύχουν τον σκοπό αυτό, οργανώθηκε στη Μητρόπολη Ιωαννίνων, μυστική σύσκεψη, στην οποία συμμετείχαν ο τότε Μητροπολίτης Γερβάσιος* και οι πιο πάνω, Νικόλαος Χαντέλης** και Αθανάσιος Τσεκούρας***. Κατά τη σύσκεψη αποφασίστηκε να έρθουν σε επαφή με τον ομογενή μας αξιωματικό, λοχαγό του μηχανικού, Νικολάκη Εφέντη, ο οποίος ήταν και ο αρμόδιος συντηρητής των οχυρών και επομένως τα γνώριζε πολύ καλά και με κάθε λεπτομέρεια. Την αποστολή αυτή ανέλαβε ο Αθ. Τσεκούρας. Ο τελευταίος την ολοκλήρωσε, αφού συναντήθηκε με άκρα μυστικότητα με τον Νικολάκη Εφέντη και τον έφερε σε επαφή με τον Μητροπολίτη. Αυτός, αφού του υπογράμμισε την ελληνική καταγωγή του και του εξήγησε την κρισιμότητα της κατάστασης, του ζήτησε να συντάξει και να του δώσει πλήρη αντίγραφα των οχυρών του Μπιζανίου και ειδικότερα του οχυρού «Σκύλλα», ώστε να επιταχυνθεί η κατάληψη της πόλης, αλλά και να αποφευχθούν, όπως προαναφέρθηκε, πολλές εκατόμβες νεκρών.

Ιωάννης Λάππας

Ο Νικολάκη Εφέντης, χωρίς δισταγμό, πείστηκε υπακούοντας στη φωνή της ελληνικής καταγωγής του και μέσα στο σπίτι του Ιωάννη Λάππα ****, το οποίο είχε μετατραπεί σε κέντρο κρυπτογραφικών εγκαταστάσεων του αγώνα, σχεδίασε επί δύο συνεχείς νύχτες το σχέδιο των οχυρών, το οποίο, αφού κρυπτογραφήθηκε από την Αντιγόνη Τζαβέλλα, ανεψιά από αδελφή του Ι. Λάππα, παραδόθηκε σε αυτόν. Εκείνος στη συνέχεια τo έστειλε, κρυμμένo στο σαμάρι ενός γαϊδουριού, στο Ελληνικό Στρατηγείο στο Εμίν Αγά και έτσι ακολούθησε την 21η Φεβρουαρίου, μετά από 483 χρόνια σκλαβιάς, η απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Όταν μετά την παράδοση συνελήφθη αιχμάλωτος από τον ελληνικό στρατό και τον παρουσίασαν στον αρχιστράτηγο διάδοχο Κωνσταντίνο, αυτός τον ρώτησε τι ήθελε σε αντάλλαγμα για τη μεγάλη του προσφορά. Ο Νικολάκη Εφέντης του απάντησε ότι δεν ήθελε τίποτε, παρά μόνο να μείνει απολύτως μυστική η ηρωική του πράξη και, με την ανταλλαγή των αιχμαλώτων, να επιστρέψει στη Σμύρνη, όπου βρισκόταν η οικογένειά του. Ατυχώς όμως, κάποιος επιπόλαιος δημοσιογράφος, της εφημερίδας της Θεσσαλονίκης «Πατρίς», δημοσίευσε το γεγονός και τα κατορθώματα του Νικολάκη Εφέντη. Οι Τούρκοι φυσικά το πληροφορήθηκαν και, όταν αποβιβάστηκε στη Σμύρνη με τους άλλους που ανταλλάχτηκαν, συνελήφθηκε και εκτελέστηκε με απαγχονισμό, ύστερα από φρικτά βασανιστήρια (λέγεται ότι γδάρθηκε ζωντανός). Το τραγικότερο ήταν ότι και όλα τα μέλη της οικογένειάς του, οι γονείς του και οι πέντε αδελφές του, θανατώθηκαν, ως προδότες, και αυτοί στη Σμύρνη.

Αυτός λοιπόν ήταν ο Νικολάκη Εφέντης, του οποίου το ελληνικό, πατρικό του όνομα ήταν Νικόλαος Μιζαντζής και σε καμιά περίπτωση, φυσικά… «Παπαδόπουλος», που είναι άγνωστο και τουλάχιστον περίεργο γιατί χρησιμοποιήθηκε. Ένας ήρωας, που έδωσε τη ζωή του και τη ζωή της οικογένειάς του για την πατρίδα και η πατρίδα -και συγκεκριμένα η πόλη των Ιωαννίνων «ευγνωμονούσα»- όχι μόνο την προτομή του δεν έχει τοποθετήσει, όπως τούτο ήταν απαραίτητο σε απόδοση ελάχιστου φόρου τιμής στο πρόσωπό του, αλλά άλλαξε (άκουσον, άκουσον) όπως αναφέρθηκε, την ονομασία της πιο πάνω οδού από Νικολάκη Εφέντη σε οδό… Παπαδοπούλου (!), με την αβάσιμη δικαιολογία ότι αυτό ήταν το οικογενειακό του όνομα!

Νομίζω λοιπόν, ότι ο δήμος τάχιστα -και ήδη έπρεπε να το είχε κάνει- έχει αναμφισβήτητα εθνική υποχρέωση, χρέος ιερό, τιμώντας, στο ελάχιστο, τη μνήμη του έξοχου αυτού Έλληνα, να επαναφέρει το ταχύτερο την πέραν κάθε αμφισβήτησης ορθή, όπως ήταν, ονομασία του δρόμου: «οδός Νικολάκη Εφέντη», γιατί έτσι έμεινε στην ιστορία και σε υποσημείωση το πατρικό του, όπως προαναφέρθηκε, Νικόλαος Μιζαντζής, και ας μην φοβηθεί μήπως ο κ. «Παπαδόπουλος», που επινοήθηκε ως γενάρχης του -όποιος και αν είναι αυτός και αν βέβαια είναι υπαρκτό πρόσωπο, πράγμα για το οποίο εντόνως αμφιβάλλω- θα… παρεξηγηθεί!

Αξίζει δε να επισημανθεί, ότι και οι συγγραφείς Χρήστος Τσέτης και Απ. Παπαθεοδώρου στο ενδιαφέρον βιβλίο τους: «Κάθε δρόμος έχει τη δική του ιστορία» (σ.257), που πραγματεύεται το ιστορικό και την προέλευση των ονομάτων των οδών της πόλης μας, εκφράζουν επιφυλάξεις για το εάν το όνομα «Ν. Παπαδόπουλου» αποδίδεται τεκμηριωμένα και έχει σχέση με τον Νικολάκη Εφέντη. Ακόμα, η περιφέρεια Ηπείρου σε ενημερωτικό της έντυπο, που περιλαμβάνει και τις οδούς της πόλης, αμφισβητεί και αυτή αν το «Παπαδόπουλος» ανταποκρίνεται στο πραγματικό οικογενειακό όνομα του Νικολάκη Εφέντη. Επιπλέον, αν ψάξει κανείς στο διαδίκτυο σχετικά, δεν θα συναντήσει πουθενά το όνομα «Παπαδόπουλος». Τέλος για το ίδιο θέμα, ο Κώστας Φωτόπουλος στο βιβλίο του: «Τα Γιάννινα. Οι Μαχαλάδες τα σοκάκια και τα τοπωνύμια τους…», (αρθμ. 88, σελ. 75,76), αφού διαμαρτύρεται και αυτός με τη μετονομασία, τονίζει: «Χρέος λοιπόν ιερό έχει ο δήμος Ιωαννιτών, τιμώντας τη μνήμη του εξόχου αυτού πατριώτη, να επαναφέρει το ταχύτερο την απολύτως ορθή ονομασία…» και κλείνει με το γεγονός, σύμφωνα με τον οποίο η κάτοικος Θεσσαλονίκης Σοφία Μανούκα, το γένος Μιζαντζή, είχε αποστείλει, μετά την αλλαγή του ονόματος, επιστολή στον δήμο Ιωαννιτών ζητώντας την επαναφορά του αληθινού. Αλλά, όπως αποδείχτηκε, έκρουε σε… «ώτα μη ακουόντων»!

Όλα τα παραπάνω επισημάνθηκαν, όπως προαναφέρθηκε, στο άρθρο της 21/2/1919. Εμείς, σήμερα, λίγες ημέρες πριν τον εορτασμό της 107ης επετείου της απελευθέρωσης της πόλης μας, τα επαναφέρουμε και τα ξαναθυμίζουμε, μήπως επιδειχθεί κάποιο ενδιαφέρον, ελπίζοντας ότι δεν θα πέσουμε πάλι σε τοίχο…

*  Ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων κυρός Γερβάσιος (1864-1916), κατά κόσμο Γερβάσιος Ορολογάς, γεννήθηκε στην Αργυρούπολη του Πόντου το 1864. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης το 1888.Το 1981 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από τον Μητροπολίτη Χαλδίας Γερβάσιο και έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Στις 30 Απριλίου 1895 χειροτονήθηκε στην Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής Βαλουκλή Κωνσταντινουπόλεως Μητροπολίτης Κορυτσάς, στις 14 Μαΐου 1902 Μητροπολίτης Καισαρείας και στις 16 Μαρτίου 1910 εκλέχτηκε Μητροπολίτης Ιωαννίνων. Απεβίωσε στις 31 Μαΐου 1916. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απελευθέρωση της πόλης, η οποία και τον τίμησε, δίνοντας το όνομα του σε δρόμο της (συνέχεια της οδού Μητροπόλεως), χωρίς εδώ, ευτυχώς, να υπάρξει μετονομασία!

** Ο Νικόλαος Χαντέλης (1865-1917) ήταν νομικός από τα Κάτω Πεδινά, όπως προαναφέρθηκε. Εργάστηκε από το 1901 στις διπλωματικές υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών, αρχικά ως διερμηνέας στο Ελληνικό Γενικό Προξενείο Ιωαννίνων, ως υπεύθυνος των Μυστικών Υπηρεσιών στον πρώτο Βαλκανικό Πόλεμο, τότε υποπρόξενος στα Ιωάννινα και σε συνέχεια ως γενικός διοικητής Νομαρχίας της Ηπείρου μετά την απελευθέρωση (1913). Είχε όμως τραγικό τέλος: Πνίγηκε στην Αδριατική, καθώς γύριζε στην Ελλάδα μέσω Ιταλίας, όταν το πλοίο, στο οποίο επέβαινε, τορπιλίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο (24-25/9/1917). Άφησε ένα πολύ αξιόλογο αρχείο, που δημοσιεύτηκε το 2002.

*** Ο Αθανάσιος Τσεκούρας γεννήθηκε στις 24/1/1881 και απεβίωσε πλήρης ημερών (105 ετών) στην Αθήνα, όπου και κατοικούσε, την 16/3/1986. Υπήρξε ένας από τους σημαντικούς παράγοντες, που βοήθησαν την απελευθέρωση της πόλης. Στα Γιάννενα ασκούσε το επάγγελμα του ωρολογά. Πριν από πολλά χρόνια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου διατηρούσε χρηματιστηριακή εταιρεία. Το 1977, ο τότε δήμαρχος Κώστας Μπέγκας τον κάλεσε, ως τιμώμενο πρόσωπο, στα ελευθέρια της πόλης. Στα απομνημονεύματά του ο Αθανάσιος Τσεκούρα, αποτύπωσε τις αναμνήσεις του σε βιβλίο με τον τίτλο «Aναμνήσεις από του 98ου Υψώματος» (εκδ. Ηπειρωτική εταιρεία, Αθήνα 1979). Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας θυμάται και με γλαφυρό τρόπο αφηγείται αυτά που έπραξε ο ίδιος και οι συνεργάτες του, μετά την κρίση του 1887, μέχρι το 1914. Ο τόπος των διαδραματιζομένων είναι η Ήπειρος, όπου συνωμοτικά τα μέλη του ηπειρωτικού κομιτάτου, του οποίου και ο ίδιος ήταν μέλος, εργάστηκαν με άκρα μυστικότητα και ανάμεσα σε πολλούς κινδύνους για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων.

**** Ο Ιωάννης Β. Λάππας, από τη Δρόβιανη Β. Ηπείρου, γεννήθηκε στα Γιάννενα το1861.Μετά την αποφοίτηση του από την Ζωσιμαία Σχολή το 1880, σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και από το 1886 άρχισε να δικηγορεί στα Γιάννενα. Το 1887 ανέλαβε υπηρεσία ως διερμηνέας του γαλλικού προξενείου. Με την έναρξη του Βαλκανοτουρκικού Πολέμου, οργάνωσε στο σπίτι του, το οποίο διασώζεται και σήμερα (στη γωνία των οδών Δαγκλή και Τσιριγώτη, απέναντι από την Τράπεζα Πειραιώς) κρυπτογραφική υπηρεσία με την οποία διαβιβαζόταν, με έμπιστους πράκτορες, οι συλλεγόμενες στρατιωτικές και κάθε είδους πληροφορίες από τα Γιάννενα, αλλά και από την Ήπειρο. Σε όλη του τη ζωή ο Λάππας δεν έπαψε να αγωνίζεται και για την απελευθέρωση της Β. Ηπείρου. Το 1917 κατόρθωσε να σώσει από βέβαιο εξαφανισμό, όλο τον ανδρικό πληθυσμό της Δρόβιανης από τις ιταλικές δυνάμεις κατοχής. Πέθανε το 1936. Αναγνωρίζοντας τους εθνικούς του αγώνες, το 1904 του απονεμήθηκε ο Αργυρός Σταυρός του Σωτήρος. Το 1912 του απονεμήθηκε από τον Ι. Γρύπρη ευαρέσκεια για τις πολύτιμες υπηρεσίες του στην πατρίδα. Επίσης, η γαλλική δημοκρατία τον τίμησε με το χρυσό μετάλλιο τιμής το 1898, με τα διάσημα του αξιωματικού της Γαλλικής Ακαδημίας το 1905 και με το παράσημο του αξιωματικού της δημόσιας Παιδείας της Γαλλίας το 1919.

Υ.Γ. Το 1977, o Αθανάσιος Τσεκούρας, όπως προανέφερα στο βιογραφικό του, είχε προσκληθεί ως τιμώμενο πρόσωπο στα τότε ελευθέρια της πόλης. Στη διάρκεια συζήτησης μας, σχετικά με τα γεγονότα της απελευθέρωσής της, παρατήρησα ότι πολλές φορές, όταν μιλούσε για τον Νικολάκη Εφέντη, βούρκωνε! Μου έκανε εντύπωση και τον ρώτησα γιατί τόση συγκίνηση. Μου απάντησε, πάντα συγκινημένος, ότι αντιδρούσε έτσι γιατί αισθανόταν ότι αυτός τον έστειλε στον θάνατο!

Σχετικά άρθρα

Fake News από το 1913!

Αλέξανδρος Μωυσής

1913: Τουρίστες στο Μπιζάνι αμέσως μετά την Απελευθέρωση

Αλέξανδρος Μωυσής

Η Δεύτερη Υποδοχή του Διαδόχου στα Ιωάννινα το 1913

Αλέξανδρος Μωυσής