Μέσω τηλεφώνου και του διαδικτύου, παριστάνοντας υπαλλήλους οργανισμών και φορέων, οι δράστες επιδιώκουν να υποκλέψουν τα στοιχεία των τραπεζικών καρτών των θυμάτων, με τη μέθοδο του λεγόμενου ηλεκτρονικού «ψαρέματος» (phishing), που κυριαρχεί στην Ήπειρο τουλάχιστον με βάση τα στοιχεία των αρχών, ενώ υπάρχουν αρκετά περιστατικά δια ζώσης απατών, κυρίως σε χωριά, όπου επιτήδειοι, με τη γνωστή επίσης μέθοδο της απασχόλησης, αφαιρούν χρήματα και πολύτιμα αντικείμενα.
Οι προφάσεις για την υποκλοπή στοιχείων είναι… ανεξάντλητες. Κατά κόρον το τελευταίο διάστημα χρησιμοποιείται η πρόφαση της παροχής επιδομάτων ηλεκτρικής ενέργειας ή βενζίνης (power pass, fuel pass), ενώ το προηγούμενο διάστημα επιτήδειοι παρίσταναν εργαζόμενους του ΕΟΔΥ κατά την περίοδο της πανδημίας. Επίσης, το τελευταίο διάστημα οι δράστες χρησιμοποίησαν μέχρι και τα στοιχεία δικαιούχων ενισχύσεων που ήταν ανηρτημένα στη «Διαύγεια», παριστάνοντας υπαλλήλους οργανισμών της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Τα περιστατικά, και στο διαδίκτυο και στον πραγματικό κόσμο, είναι πολλά, ωστόσο η μεθοδολογία έχει κοινά χαρακτηριστικά και η γνώση που υπάρχει μέχρι στιγμής, μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά, εφόσον οι πολίτες δείξουν προσοχή, όπως συστήνουν οι αστυνομικές αρχές.
«Δυστυχώς, τα περιστατικά εξαπάτησης πολιτών από επιτήδειους καλά κρατούν. Αν και οι μέθοδοι που μετέρχονται οι δράστες, παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία, οι βασικές αρχές τους είναι ίδιες, επομένως, αν ο κόσμος είναι σωστά ενημερωμένος, θα μπορέσει να αποφύγει κατά πάσα πιθανότητα να πέσει στην παγίδα τους», σημείωσε ο προϊστάμενος του Γραφείου Ενημέρωσης Δημοσιογράφων και Δημοσίων Σχέσεων της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Ηπείρου, αστυνόμος Α΄ Ηλίας Μήτσιος, αναφορικά με τη μεθοδολογία των δραστών και τους τρόπους προστασίας των πολιτών.
Η μέθοδος του phishing, η αλίευση των κωδικών που χρησιμοποιούμε για τη σύνδεσή μας στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες της τράπεζας, είναι ευρέως διαδεδομένη και δυστυχώς πολλά θύματα είδαν τους τραπεζικούς λογαριασμούς να αδειάζουν σε λίγα λεπτά και να κατευθύνονται σε άγνωστους λογαριασμούς.
Σύμφωνα με τον κ. Μήτσιο, ο πιο συνηθισμένος τρόπος που χρησιμοποιείται για τον σκοπό αυτό, ίσως, είναι η πολλαπλή αποστολή e-mail, το οποίο φέρεται ότι μας έχει σταλεί από έναν υπαρκτό οργανισμό, όπως για παράδειγμα η τράπεζά, ή κάποια επιχείρηση ή δημόσια αρχή, όπως π.χ. η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων ή ακόμη και αξιωματούχοι της Ελληνικής Αστυνομίας.
Χαρακτηριστικά των μηνυμάτων αυτών είναι ότι προσπαθούν να δημιουργήσουν στο θύμα την αίσθηση του κατεπείγοντος και το καλούν να προβεί σε κάποια άμεση ενέργεια, γιατί αλλιώς θα υπάρξουν δυσμενείς επιπτώσεις, όπως ότι θα μπλοκαριστεί δήθεν ο λογαριασμός του ή θα χάσει κάποια επιστροφή που δικαιούται ή θα εμπλακεί σε κάποια ποινική υπόθεση.
Επίσης, περιέχουν έναν υπερσύνδεσμο, που, αν τον επιλέξει το θύμα, θα ανακατευθυνθεί σε κάποια ψεύτικη ιστοσελίδα, που θα μοιάζει με την πραγματική του φερόμενου οργανισμού και θα κληθεί να εισάγει τους κωδικούς του. Αν παρατηρήσει προσεκτικά, θα διαπιστώσει ότι η ηλεκτρονική διεύθυνση του αποστολέα είναι άσχετη με αυτή του πραγματικού οργανισμού και πολλές φορές το μήνυμα έχει ορθογραφικά ή συντακτικά (λόγω αυτόματης μετάφρασης) λάθη. «Αυτού του είδους τα μηνύματα, τα αγνοούμε, τα διαγράφουμε και σε κάθε περίπτωση, αν έχουμε αμφιβολίες, επικοινωνούμε μόνοι μας απ’ ευθείας με τον συγκεκριμένο οργανισμό», συνέστησε ο κ. Μήτσιος.
Το IBAN αρκεί…
Μια ακόμη δημοφιλής μέθοδος αφορά πολίτες που έχουν αναρτήσει αγγελίες στο διαδίκτυο ή ακόμη και επιχειρηματίες. Οι δράστες, αφού επικοινωνήσουν μαζί τους και εκδηλώσουν την επιθυμία τους να αγοράσουν τα προς πώληση αντικείμενα, χωρίς μάλιστα καν να το δουν ή να το ελέγξουν, προσπαθούν να αλιεύσουν τους κωδικούς e-banking, προκειμένου δήθεν να τους καταθέσουν τα χρήματα στον λογαριασμό. Μάλιστα, τον τρόπο αυτό χρησιμοποιούν και σε βάρος επιχειρήσεων, προκειμένου δήθεν να κάνουν κάποια παραγγελία αγοράς προϊόντων ή να κάνουν κράτηση σε κάποιο ξενοδοχείο.
Με το πρόσχημα της κατάθεσης του αντιτίμου για προϊόν ή υπηρεσία, οι επιτήδειοι πείθουν τα θύματα να τους δώσουν τους κωδικούς της τράπεζας, κάτι που δεν πρέπει να συμβεί για κανένα λόγο. «Το κλειδί για την προστασία μας σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να μην ξεχνάμε ότι, αν κάποιος θέλει να καταθέσει χρήματα στο λογαριασμό μας, δίνουμε μόνο τον αριθμό IBAN του λογαριασμού μας και τίποτα παραπάνω. Και αν κάποιος ισχυριστεί ότι μας έχει καταθέσει χρήματα, κάνουμε οι ίδιοι τον έλεγχο στον λογαριασμό μας και δεν αρκούμαστε, για παράδειγμα, σε κάποια φωτογραφία που θα μας στείλει με κάποιο παραστατικό εξόφλησης, γιατί πιθανότατα θα είναι πλαστό», τόνισε ο κ. Μήτσιος.
Προσοχή στη μέθοδο της απασχόλησης
Πέρα από το phishing, συνεχίζονται και τα περιστατικά συμβατικής απάτης, με τα θύματα να είναι συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας. Κλασικές πλέον, όπως σημείωσε ο κ. Μήτσιος, είναι οι περιπτώσεις, που ανυποψίαστοι πολίτες δέχονται τηλεφώνημα από κάποιον, ο οποίος τους ενημερώνει ότι το παιδί τους είχε κάποιο ατύχημα και χρειάζονται χρήματα για να υποβληθεί σε επέμβαση ή ότι έχει προκαλέσει θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα και απαιτούνται χρήματα για την αποφυγή των συνεπειών του νόμου.
Η δημοσιοποίηση πολλών τέτοιων περιστατικών έχει καταστήσει τα υποψήφια θύματα «καχύποπτα», ωστόσο, οι προφάσεις ποτέ δεν τελειώνουν. Επιτήδειοι, κυρίως σε χωριά, εισέρχονται σε σπίτια, παριστάνοντας υπαλλήλους κάποιας υπηρεσίας, και, χωρίς να γίνονται αντιληπτοί, αφαιρούν χρήματα και αντικείμενα αξίας, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις που καταγγέλθηκαν, δρούσαν σε δυάδες ή τριάδες. Προσέγγιζαν δηλαδή ηλικιωμένα άτομα και αφού ένας από αυτούς αποσπούσε την προσοχή τους, ο συνεργός αφαιρούσε χρήματα και πορτοφόλια από τις τσέπες ή ακόμη και αλυσίδα από τον λαιμό.
Για τις περιπτώσεις αυτές, οι αστυνομικές αρχές συστήνουν στα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας να είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικά απέναντι σε αγνώστους που επιχειρούν με διάφορα τεχνάσματα να εισέλθουν στο σπίτι τους, αλλά και να αποφεύγουν, όπως όλοι θα πρέπει, να διατηρούν στο σπίτι μεγάλα χρηματικά ποσά και αντικείμενα αξίας.
Τέλος, καλούν τυχόν θύματα, ακόμη και μόνο σε περιπτώσεις απόπειρας, να ενημερώνουν την αστυνομία ώστε να ξεκινά η έρευνα, όχι μόνο για τη διαλεύκανση της δικής τους υπόθεσης, αλλά και για την αποτροπή τέλεσης παρόμοιων πράξεων σε βάρος άλλων πολιτών.