«Ο Ανδρέας Παπανδρέου ανήκει στην ιστορία και τα συνθήματά του για αλλαγή είναι επίκαιρα». Είναι πρόσφατη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα και είναι ίσως η μόνη φορά που συμφωνώ μαζί του.
Όμως, δυστυχώς για τον ίδιο, η αλλαγή είναι ένα σύνθημα που δεν μπορείς να το χρησιμοποιείς ευκαιριακά. Εάν πραγματικά το πιστεύεις, το κάνεις πράξη.
Η αλλαγή, συνήθως, προκύπτει ως ανάγκη, όταν συντηρητικές κυβερνήσεις ασκούν πολιτικές για τους λίγους. Όταν το κράτος έχει μετατραπεί σε πελατειακό και ο λαός ζει-δουλεύει για να επωφελούνται οι λίγοι. Το ζούμε έντονα και στις μέρες μας, με το ενεργειακό να είναι θηλιά στον λαιμό για τους πολίτες, ενώ οι πάροχοι ενέργειας εμφανίζουν μία άνευ προηγουμένου κερδοφορία.
Υπήρξε, όμως, «αλλαγή» όταν κυβέρνησε ο ΣΥΡΙΖΑ; Αν αφήσουμε στην άκρη τα πρόσωπα και σταθούμε στις πολιτικές που σηματοδοτούν την αλλαγή στο σήμερα, σε αντιδιαστολή με τη δεκαετία του ΄80, οι κρισιμότερες από αυτές θα ήταν η αξιοκρατία, η διαφάνεια, η δικαιοσύνη, ο τρόπος χρήσης των Μ.Μ.Ε., η αναπροσαρμογή μισθών και συντάξεων και ο έλεγχος του μεγάλου κεφαλαίου. Πέρα από έναν διαγωνισμό – παρωδία για τα κανάλια, μέσω ενός νομοσχεδίου, για το οποίο ο τότε υπουργός έχει, μάλιστα, κριθεί ένοχος (αμφιβάλλω αν πλήρωσαν τελικά οι καναλάρχες λόγω της αντισυνταγματικότητας του νόμου, αλλά ακόμα και αν πλήρωσαν στη συνέχεια ο ίδιος υπουργός τους απάλλαξε από υπέρογκους φόρους), δεν μπορεί κανείς να βρει τομές στο κράτος με βάση τα ανωτέρω.
Το παραδέχεται και ο ίδιος ο Αλ. Τσίπρας, όταν μιλά για το «μνημόνιο», που δήθεν δεν τον άφησε να κάνει τίποτα.
Αλήθεια, λοιπόν… φταίει το μνημόνιο; Δεν μπορεί να έρθει η αλλαγή σε μία χώρα υπό καθεστώς μνημονίου; Τη 2ετία 2009-2011, υπό συνθήκες σκληρού μνημονίου και δύσκολες δημοσιονομικά (έλλειμμα 15,7%), το ΠΑ.ΣΟ.Κ. κατόρθωσε να φέρει σημαντικές αλλαγές. Διότι η αλλαγή θα οδηγούσε σε ομαλή έξοδο από την κρίση και από τις πολιτικές που μας οδήγησαν στο μνημόνιο.
Με την αναξιοκρατία και το κομματικό κράτος δεν μπορούμε να μιλάμε για υγιή δημόσιο τομέα. Αλλαγή -ριζικού μεγέθους- ήταν το open.gov, το οποίο έφερνε αξιοκρατία στην επιλογή στις διοικήσεις. Ακόμη και με τις αδυναμίες του, στις οποίες απάντηση είναι πάντα και μόνο η ενίσχυση του θεσμού και όχι η παύση με επαναφορά του κομματικού διορισμού.
Έπειτα, η αδιαφάνεια σε κάθε είδους σύμβαση φέρνει σπατάλη. Και στην αδιαφάνεια απαντήσαμε με τη ΔΙΑΥΓΕΙΑ. Η δημιουργία ανεξάρτητων αρχών, όπως ο οικονομικός εισαγγελέας, η αρχή για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος κ.ά., θωρακίζουν τη δικαιοσύνη.
Οικονομικοί έλεγχοι στα κανάλια, αντικειμενικά κριτήρια στη χορήγηση δανείων, φόρος επί των τηλεοπτικών διαφημίσεων και φυσικά ο «οικονομικός εκσυγχρονισμός» της ΕΡΤ, όπου μπήκε φρένο στις σπατάλες και έγινε για πρώτη φορά πλεονασματική το 2011, αυτές οι τομές πράγματι, έφεραν όλες το χαρακτηριστικό της μεγάλης αλλαγής.
Συνεχίζοντας μπορούμε να αναφέρουμε: αύξηση κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ (εκείνη την περίοδο έγινε), καμία περικοπή σε συντάξεις κάτω των 1000 ευρώ και η διατήρηση των δώρων, που έστω και στο μισό δίνονταν… Ναι, πράγματι ήταν «αλλαγή». Η απάντηση στο ερώτημα «τότε πως μειώσατε το έλλειμμα 8%», δίνεται παραπάνω. Η σπατάλη δημιουργεί ελλείμματα και όχι οι μισθοί. Και αυτό αποτελεί αλλαγή από τη συντηρητική πολιτική που μας οδήγησε στην κρίση.
Όσο για το «κεφάλαιο», αρκεί να θυμίσουμε τον έλεγχο με GPS στα δεξαμενόπλοια, τα πρόστιμα για παράνομες συναλλαγές πετρελαίου και την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, που έβαλε πλαφόν στο κέρδος των φαρμακοβιομήχανων.
Οι μεταρρυθμίσεις αυτές, για το ΠΑ.ΣΟ.Κ., εντάσσονταν στο σύνθημα για Αλλαγή. Ήταν όλες ζητούμενα διακυβέρνησης ΠΑ.ΣΟ.Κ. και ήταν αλλαγές με σκοπό να στραφούμε μακριά από τις συντηρητικές, νεοφιλελεύθερες πολιτικές, που οδήγησαν και οδηγούν σε κρίση. Τέλος, ας γίνει επιτέλους συνείδηση στην κοινωνία και παραδοχή από πολιτικούς αντιπάλους ότι οι πιο βοηθητικές και δίκαιες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, όπως περιγράφονται παραπάνω, πραγματοποιήθηκαν επί ΠΑ.ΣΟ.Κ. Αυτό είναι το πραγματικό στίγμα του κινήματος και όχι όσα λαϊκίστικα του αποδόθηκαν την τελευταία δεκαετία.
Ο Ανδρέας, σίγουρα, ανήκει στην ιστορία. Πρέπει όμως να μαθαίνουμε από αυτόν και να προσαρμόζουμε τις πολιτικές του με βάση τις ανάγκες της εποχής.
Κλείνοντας, ας διακρίνουμε ότι στη γνωστή σε όλους συνέντευξη τύπου στις Κάννες το 1995, όπου έκανε λόγο για το «διευθυντήριο» της Ευρώπης, δεν παρότρυνε ποτέ για την έξοδο, αλλά υποστήριζε ότι έπρεπε να παλέψουμε μέσα σε αυτήν. Και όντως, μέσα από την Ευρώπη, έκανε τις γνωστές σε όλους αλλαγές. Και ως μέλος της Ευρώπης αργότερα γίναμε πιο ισχυροί με την ένταξη στο ευρώ, και μέσα από αυτήν παλέψαμε για να αλλάξουμε τις αδικίες που ήταν εις γνώση της Ευρώπης.
Σε όλες αυτές τις αλλαγές ο ΣΥΡΙΖΑ και ο τότε ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ήταν απέναντι, ακριβώς γιατί ουδέποτε τις πίστεψαν ή τις ήθελαν πραγματικά. Μεταρρυθμίσεις που ρυθμίζουν τις ανισότητες του καπιταλισμού.
Στις 21 Μαΐου παίρνουμε μία απόφαση αλλαγής. Δίνουμε τη δύναμη στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. για να βάλει ξανά στο τραπέζι των συζητήσεων την έννοια «αλλαγή», όπως έχει κάνει μέχρι σήμερα και όπως έχει πραγματικά ανάγκη ο τόπος.