Απόψεις

Γιατί η συναίνεση με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι λάθος

Τελευταία έχει ξεκινήσει μία συζήτηση για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα μετριοπαθές σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση κράτησε τη χώρα στο ευρώ και προσπαθεί να φέρει τη χώρα πίσω σε μία εποχή κανονικότητας. Αυτό είναι άλλωστε το βασικό σύνθημα με το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ θα πάει στις εκλογές. Με το πρόσφατο τηλεοπτικό σποτ του πρωθυπουργού, η καμπάνια έχει προσλάβει και προσωπικό χαρακτήρα. Βέβαια, την κανονικότητα, αφού πλέον παραδεχόμαστε ότι αυτή κάποτε υπήρξε, αυτομάτως την πιστώνονται το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία. Ας παραβλέψουμε όμως το λογικό κενό στην επιχειρηματολογία του Αλέξη Τσίπρα.

Η πρόταση για υπερκομματική συναίνεση που να περιλαμβάνει και τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τωρινή, τα είχε πει από το 2015 και ο Μάσιο Ντ’ Αλέμα. Η σχετική συζήτηση όμως εντάθηκε με την αρθρογραφία του Νίκου Μαραντζίδη. Ο Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, όχι μόνο υπήρξε πολέμιος του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το 2012 «έκλεισε τη μύτη και ψήφισε Νέα Δημοκρατία» -σε αντίθεση με τους περισσότερους κεντροαριστερούς που προτίμησαν την ασφάλεια της ΔΗΜΑΡ, για να μην τους πει κανένας δεξιούς. Ο Μαραντζίδης υποστηρίζει ότι πρέπει να αναγνωρίσουμε τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ προς τον ρεαλισμό, και να τον βοηθήσουμε να την ολοκληρώσει, γιατί κάτι τέτοιο θα είναι προς το καλό της χώρας. Το επιχείρημα του είναι πολύ δυνατό, και γι’ αυτό προκάλεσε μεγάλη αντίδραση. Οι κεντρώοι έχουν ως σημαία τους τον ρεαλισμό και την ανάγνωση της πραγματικότητας χωρίς παρωπίδες. Τους αρέσει να λένε ότι το σωστό το αναγνωρίζουν ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης, χαρακτηριστικό που τους διαχωρίζει από τον φανατισμό των αντιπάλων τους. Εφόσον λοιπόν, διαπιστωμένα ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει τον κοινό και μεγάλο στόχο της κανονικότητας, όσοι αντιμάχονται την κυβέρνηση, κινδυνεύουν να βρεθούν στη θέση του Τσίπρα το 2015. Να διατηρήσουν δηλαδή τον διχασμό για να διασώσουν το πολιτικό τους επιχείρημα.

Τρία είναι τα ερωτήματα που προκύπτουν από τον συλλογισμό του Μαραντζίδη.

Πρώτον. Είναι η επιδίωξη κοινών στόχων αρκετή για την πολιτική συναίνεση; Με τον Ντόναλντ Τραμπ, η οικονομία των ΗΠΑ πηγαίνει περίφημα, ενώ ξεκίνησε και μία σοβαρή συζήτηση για το αν ο Αμερικανός πρόεδρος πρέπει να πάρει το νόμπελ Ειρήνης σε περίπτωση που πετύχει κάτι μέχρι πρότινος αδιανόητο: την ειρήνη με τη Βόρειο Κορέα. Δουλειές για όλους στις ΗΠΑ και ειρήνη στον κόσμο, ενώ φοβόμασταν διάλυση της αμερικανικής οικονομίας και τον τρίτο παγκόσμιο πόλεμο. Η τριβή με τα πραγματικά προβλήματα, η συνύπαρξη και συνεργασία με τους Νατοϊκούς συμμάχους συνέβαλαν στην στροφή του Τραμπ. Κάτι αντίστοιχο βίωσε και η ελληνική κυβέρνηση, και ο Τσίπρας προσωπικά, όταν πήγε στην Ευρώπη. Όπως πολύ σωστά λέει ο Μαραντζίδης αναφερόμενος στην ελληνική περίπτωση, «δεν πρέπει να υποτιμούμε τη δύναμη που έχουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί στη διαμόρφωση των εσωτερικών ζητημάτων». Να βοηθήσουμε λοιπόν και τον Τραμπ να ολοκληρώσει τη στροφή του, τώρα που γίνεται λίγο πιο ρεαλιστής δίπλα στον Μακρόν;

Δεν είναι θεωρητική η ερώτηση. Όλοι ξέρουμε πως ό,τι και αν πετύχει ο Τραμπ θα είμαστε σε επιφυλακή για την επόμενη φορά που θα κάνει κάτι και θα τραβάμε τα μαλλιά μας. Πόσο σίγουροι είμαστε ότι η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι αμετάκλητη «εκτός συγκλονιστικού απροόπτου», όπως ισχυρίζεται ο Μαραντζίδης; Την αλλαγή του ΣΥΡΙΖΑ όντως τη συναισθανόμαστε όλοι. Ποιος όμως πιστεύει, για παράδειγμα, ότι δεν θα ξαναδεί τον πρόεδρο της Βουλής να απευθύνει κάλεσμα στην Χρυσή Αυγή για να «δει τι έχει να πει για την αλλαγή του εκλογικού νόμου», και να προκηρύξει αιφνιδιαστικό δημοψήφισμα για την απλή αναλογική στην οποία θα βάλει πάλι το όχι πάνω από το ναι;

Δεύτερον: Η επιστροφή στην κανονικότητα για τον μαγαζάτορα στο Παγκράτι είναι μια χαρά. Θα επιστρέψει στους τζίρους του και τον προγραμματισμό του. Μακάρι. Για τον Νίκο Τόσκα όμως, η κανονικότητα σημαίνει ότι θα βρεθεί ξανά στην πόρτα του Μεγκλίτη, εκεί που διατείνεται ότι τον γνώρισε ο πρώην σύντροφος του Βαγγέλης Βενιζέλος. Είμαστε σίγουροι ότι σε περίπτωση που η συναίνεση καταλήξει και σε πολιτική συμμαχία, ο υπουργός Δημόσιας Τάξης θα δεχθεί για πολιτικό του προϊστάμενο τον Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο (ας πούμε); Θα είναι υφυπουργός της Διαμαντοπούλου ο Γαβρόγλου; Μέσα στην εύκολη καταδίκη όλων των πολιτικών, ξεχνάμε τη σημασία που έχει το ταλέντο ή το ταυτίζουμε με τον οπορτουνισμό και τη διαφθορά. Υπάρχει όμως ένας λόγος που ο Τόσκας δεν έκανε καριέρα στο ΠΑΣΟΚ: βρήκε μπροστά του άλλους, ικανότερους από εκείνον. Η κανονικότητα την οποία ο Τσίπρας διαφημίζει ως τη γη της επαγγελίας, είναι γκρίζο τοπίο για τα στελέχη του.

Το ίδιο ισχύει και για τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Ποιος εγγυάται ότι δεν θα επανέλθει στο προ κρίσης πολιτικό του μέγεθος; Αν ο Τσίπρας είναι προϊόν της κρίσης, αν δηλαδή συμφωνούμε ότι δεν θα μπορούσε να έχει εκλεγεί πρωθυπουργός χωρίς να μεσολαβήσει η οικονομική και πολιτική χρεοκοπία της χώρας, ποιος μας λέει ότι θα συνεχίσει να πρωταγωνιστεί αβίαστα, όταν η χρεοκοπία εκλείψει; Αν δεν τα καταφέρει, και φύγει από το προσκήνιο ομαλά και εκ των πραγμάτων, κανένα πρόβλημα, έτσι γίνεται στις δημοκρατίες. Φανταζόταν κανείς το 2009 ότι ο Γιώργος Παπανδρέου του 47% θα βολόδερνε στο 2%; Πολιτικοί έρχονται και φεύγουν. Ποιος όμως μας λέει ότι ο Τσίπρας, αν δει ότι απειλείται με συνταξιοδότηση, δεν θα επιχειρήσει να μείνει στα πράγματα όπως ακριβώς ήρθε, κινητοποιώντας δηλαδή τον διχασμό, και αδιαφορώντας για τις συνέπειες της πολιτικής του στη θέση της χώρας; Όπως νιώθουμε τη μετάλλαξη και τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ στον ρεαλισμό, έτσι συναισθανόμαστε και την εξοικείωση του με τα άκρα.

Τρίτον και τελευταίο: Συντρέχει όντως ο κίνδυνος του διχασμού με τους όρους που αυτός συνέβη το 2012 ή το 2015; Την κανονικότητα επικαλούνταν και ο Σαμαράς με τον Βενιζέλο, αλλά δεν τους άκουσε κανείς. Ο Τσίπρας όμως εισακούστηκε. Από το 2015 έχουμε τη μακροβιότερη κυβέρνηση της κρίσης. Πολύ πιθανό είναι να δούμε εκλογές στην ώρα τους, κάτι που έχει να συμβεί από το 2004. Κανείς δεν απειλεί με πυρηνική καταστροφή αν διαδεχθεί τον Τσίπρα στην κυβέρνηση. Αντιθέτως, τα κόμματα εξουσίας υπόσχονται μικρές ή μεγάλες παραλλαγές της οικονομικής συνταγής που ακολουθεί σήμερα ο πρωθυπουργός. Αυτό είναι συναίνεση στην πράξη η οποία προέκυψε από την πίεση της εκλογικής βάσης της αντιπολίτευσης να μην διακινδυνευτεί περαιτέρω η θέση της χώρας στην Ευρώπη. Σαματάς γίνεται πλέον μόνο όταν σηκώνει μπαϊράκι ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως με την υπόθεση Novartis ή τις τηλεοπτικές άδειες, υποθέσεις δηλαδή που έφεραν μηδενικό αποτέλεσμα, αλλά τεράστια πόλωση.

Η συναίνεση με τον ΣΥΡΙΖΑ ασφαλώς είναι επιλογή. Είναι όμως κομματική επιλογή, η οποία δεν ταυτίζεται απαραίτητα με το εθνικό συμφέρον. Αντιθέτως, όσοι είναι αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ νομιμοποιούνται να το κάνουν με πάθος και επιχειρήματα, χωρίς να κατηγορούνται ότι συντηρούν τον διχασμό στην ελληνική κοινωνία.

Σχετικά άρθρα

Αλλαγή σελίδας, με πολλές μάχες μπροστά

«Ήρθα για να μείνω», δηλώνει ο Στ. Κασσελάκης

«Αρχηγική εμφάνιση» με οξύ αντιπολιτευτικό λόγο