Το βιβλίο των Αντώνη Κοτσακά και Χάρη Τσιόκα, «Ιστόρηση 50 Χρόνων: από τα κέντρα λήψης αποφάσεων ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ» έρχεται να μας μιλήσει για τα διαφορετικά κομμάτια και τα στιγμιότυπα της συγκρότησης του προοδευτικού χώρου σε μια στιγμή, που καλούμαστε να βρούμε τρόπο να δούμε, να σκεφτούμε και να πετύχουμε μια ώσμωση διαφορετικών κατανοήσεων για τον προοδευτικό χώρο.
Ποιος είναι αυτός, πώς συγκροτήθηκε, ποιος ήταν κυρίως από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα και ποιος θέλουμε να είναι. Οι συγγραφείς έχουν μακρά πολιτική διαδρομή και συνεισφορά στο χώρο του ΠΑΣΟΚ, σχεδόν από την ίδρυση του μέχρι την περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης που έπληξε την ελληνική κοινωνία. Με την προσχώρηση τους στον ΣΥΡΙΖΑ μεταφέραν την πολύτιμη οργανωτική εμπειρία τους και εμπλούτισαν την εσωτερική λειτουργία του κόμματος.
Η συνεισφορά του βιβλίου έγκειται σε μια εκ των έσω σύντομη, αλλά περιεκτική αναδρομή πολιτικών γεγονότων και κυρίως κομματικών διεργασιών, που έλαβαν χώρα τα τελευταία 50 χρόνια τόσο στο ΠΑΣΟΚ όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ, αρκετές από τις οποίες είναι σχετικά άγνωστες. Τα κυριότερα σημεία της αναδρομής αυτής έχουν να κάνουν με:
- Την καταγραφή των κυριότερων αποφάσεων των Κεντρικών Επιτροπών, που διαμόρφωσαν το ιδεολογικό στίγμα του ΠΑΣΟΚ αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ, την οργάνωση και ανάπτυξη τους.
- Το πρώτα μεγάλα προβλήματα τόσο για τον Ανδρέα Παπανδρέου όσο και για τον Αλέξη Τσίπρα ήταν η απάντηση με ποιους θα σχηματίζονταν οι πρώτες κυβερνήσεις τους, διότι και στις δυο περιπτώσεις απευθύνθηκαν σε ένα νέο στελεχικό δυναμικό, που δεν είχε εμπειρία σε κυβερνητικές θέσεις.
- Την ανάδειξη των αντιθέσεων και ανταγωνιστικών σχέσεων που υπήρχαν μεταξύ των κομματικών στελεχών, που εντάθηκαν κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής θητείας και των δύο κομμάτων και ιδιαίτερα δε στη διαδικασία διαδοχής της ηγεσίας.
- Την παράθεση γεγονότων που φωτίζουν την επίδραση της κομματικής λειτουργίας και του βαθμού συνοχής του κόμματος αλλά και την αλληλεπίδραση κομματικής λειτουργίας και κυβερνητικής πολιτικής.
Μία άλλη συμβολή του βιβλίου στον πολιτικό διάλογο είναι η ανάδειξη ρόλου, που διαδραματίζει η συγκρότηση και λειτουργία του κομματικού μηχανισμού στη διαμόρφωση και υλοποίηση πολιτικών, κυβερνητικού έργου και μέτρων, καθώς και στην εκλογική συμπεριφορά των πολιτών.
Με βάση την πολύτιμη αυτή κατάθεση προκύπτουν, άλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα, τα ακόλουθα συμπεράσματα:
Η διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη ως θεμελιώδες ιδρυτικό και συστατικό κείμενο του ΠΑΣΟΚ, έχει διαδραματίσει σε όλες τις φάσεις της ιστορίας του Κόμματος σημαντικό ρόλο ως βασικό κείμενο πολιτικής αναφοράς, δηλαδή ως κείμενο στο οποίο γίνεται επίκληση. Η διακήρυξη λειτούργησε πολιτικά και ιδεολογικά και εξακολουθεί να λειτουργεί κυρίως ιστορικά και συμβολικά. Το κείμενο αυτό καθόρισε τις κομματικές και πολιτικές πρακτικές και τις επιμέρους ιδεολογικές και πολιτικές θέσεις του ιδιαίτερα στην περίοδο οργάνωσης του κόμματος, 1974-1981 αλλά και στα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης της χώρας.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε την ικανότητα, μέσα από συμπυκνωμένες διατυπώσεις, συνθηματικά να εκφράζει ευρύτερες κοινωνικές ομάδες, που συγκροτούσαν πλειοψηφία με αίτημα για «αλλαγή». Χαρακτηριστική είναι η διατύπωση τη άποψης του για το μπλοκ των «μη προνομιούχων», που έδινε την δυνατότητα στους πολίτες από διάφορους επαγγελματικούς χώρους και χώρους εργασίας να εντάσσουν των εαυτό τους στο ενιαίο αυτό χώρο.
Η πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου έδινε τη δυνατότητα στο ΠΑΣΟΚ να διαδραματίσει μια διαφορετική πορεία από την Ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία, όταν οι ιδέες για τον διαχειριστικό έλεγχο της οικονομίας έδωσαν τη θέση τους σε δηλώσεις αναγκαίας προσαρμογής στην αγορά. Μετά όμως την αποχώρηση του Ανδρέα, οι πολιτικές των διαδόχων του εντάχθηκαν στην εποχή της «νεοφιλελευθεροποιημένης αριστεράς» και η ρητορική του ΠΑΣΟΚ δύσκολα ξεχώριζε από αυτό που πολίτες αντιλαμβάνονταν ως «δεξιά».
Τα πρώτα θετικά επιτεύγματα για την κυβερνήσεις τους ΠΑΣΟΚ ήταν, μεταξύ άλλων, η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, οι πολιτικές αναδιανομής του πλούτου με την ενίσχυση των συλλογικών συμβάσεων και τη στήριξη στους εργαζομένους, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τους αγρότες και την νεολαία. Μια από τις μεγαλύτερες τομές της περιόδου ήταν η θεσμοθέτηση και η συγκρότηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) και ακολουθήσαν το ΑΣΕΠ (νόμος Πεπονή), η θεσμοθέτηση της αιρετής Περιφέρειας με αποκεντρωμένες αρμοδιότητες, όπως το πάλευε επίμονα επί χρόνια ο Μιχ. Χαραλμπίδης, η ανασυγκρότηση των ΟΤΑ, η ίδρυση των ΚΑΠΗ και των ΚΕΠ κ.ά..
Η ανάληψη της διακυβέρνησής της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμη νωπή στη μνήμη μας. Η διαπραγμάτευση με τους δανειστές της χώρας είναι η πιο εκρηκτική πολιτικά περίοδος στη μεταπολίτευση. Η εφαρμογή των μνημονιακών υποχρεώσεων και τα μέτρα αυτά προκάλεσαν κοινωνικές αντιδράσεις ιδιαίτερα από τα κοινωνικά στρώματα, που συγκροτούσαν την πλειοψηφία της προοδευτικής διακυβέρνησης (μικρομεσαίοι, αγρότες, συνταξιούχοι, εργάτες υπάλληλοι κ.ά.). Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με πρωθυπουργό τον Αλ. Τσιπρα κατάφερε να επιτύχει μια συμφωνία, η οποία επέτρεπε την έξοδο από τα μνημόνια από το 2018. Το κυβερνητικό αποτύπωμα του ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ των άλλων, περιλαμβάνει τη λήψη μέτρων για την ανακούφιση των ασθενέστερων οικονομικά στρωμάτων, ενίσχυση του ΕΣΥ, νέο νομοθετικό πλαίσιο για το μεταφορικό ισοδύναμο στα νησιά της χώρας, διοργάνωση περιφερειακών αναπτυξιακών συνεδρίων και βεβαίως τη Συμφωνία των Πρεσπών με τη Β. Μακεδονία.
Για την περίοδο αυτή διάχυτη είναι η αίσθηση ότι η χώρα μας αποτέλεσε τόπο πειραματισμού για τους δανειστές, με τη συνδρομή της ΕΕ. Ως εκ τούτου μια σειρά ερωτήματα, εύλογα, μένουν ακόμη αναπάντητα, όπως:
- Πώς και γιατί μια αναπτυγμένη χώρα, όπως η Ελλάδα, αποκλείστηκε από τις διεθνείς αγορές και αναγκάστηκε να υπογράψει τρία μνημόνια και αντίστοιχα Προγράμματα Χρηματοοικονομικής Στήριξης με τα ευρωπαϊκά όργανα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο;
- Αποτέλεσε η εφαρμογή προγραμμάτων εξαντλητικής λιτότητας τη μόνη δυνατή επιλογή, προκειμένου οι πιστωτικές να συναινέσουν στη χορήγηση των απαραίτητων κεφαλαίων;
- Υπήρχαν οι οικονομικές και κυρίως οι πολιτικές προϋποθέσεις για την επιλογή εναλλακτικών πολιτικών και γιατί δεν υιοθετήθηκαν;
Παρόλα αυτά, κοιτώντας μπροστά, οφείλουμε να απαντήσουμε συνεκτικά στο ερώτημα τι πρέπει να διορθωθεί και σε ποια κατεύθυνση. Ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ έσπασε το ταμπού ότι δήθεν η Αριστερά δεν μπορεί να κυβερνήσει ή ότι είναι μόνο δύναμη διαμαρτυρίας. Μπόρεσε να κυβερνήσει και μάλιστα υπό εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Έδειξε ότι έχει μια μέθοδο για το πώς το διαχειριστικό συναντά το όραμα σε αυτό που ονομάσαμε κάποια στιγμή «ριζοσπαστικό ρεαλισμό». Σήμερα βρισκόμαστε στη στιγμή, που έχει δημιουργηθεί μια κοινωνική ανάγκη, η οποία σχεδόν μας προστάζει να δημιουργήσουμε κάτι ακόμη: μια μέθοδο συνεννόησης και συνεργασίας στη βάση προγραμματικών προτεραιοτήτων και ζυμώσεων με ευρύτερες κοινωνικές ομάδες. Μόνο έτσι θα συγκροτηθεί ένας ξεκάθαρος ιδεολογικός προσανατολισμός με ερείσματα σε μια μεγάλη κοινωνική βάση.