Οι τρεις φωτογραφίες από την υποδοχή
Ανάμεσα στις στερεοσκοπικές φωτογραφίες, που τράβηξε ο ρωμανιώτης γιαννιώτης γιατρός και πρόγονος μου Νισήμ Δ. Λεβής στις αρχές του εικοστού αιώνα, υπάρχει μία που απεικονίζει κάποια παρέλαση στο κέντρο της πόλης των Ιωαννίνων (Εικόνα 1).
Πίσω από διακοσμημένες κολώνες και τις γαλανόλευκες σημαίες διακρίνεται το ρολόι στην αρχική του θέση στα νότια της πλατείας, εκεί όπου κατασκευάστηκε το 1901 για την εικοσιπεντάχρονη επέτειο της ενθρόνισης του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίντ Β’. Για τον ίδιο λόγο κατασκευάστηκαν τη χρονιά εκείνη ρολόγια και σε πολλές άλλες πόλεις την Οθωμανικής επικράτειας. Το ρολόι παρέμεινε στην αρχική του θέση μέχρι το 1918. Άρα η φωτογραφία τραβήχτηκε μετά την απελευθέρωση της πόλης, στο διάστημα μεταξύ του 1913 και του 1918.
Στο βάθος της φωτογραφίας του Νισήμ Λεβή βλέπουμε το διώροφο «Μέγα Ξενοδοχείον Ο Αβέρωφ», το οποίο είχε πάρει το όνομά του από το ηρωικό θωρηκτό. Είχε χτιστεί γύρω στο 1910, αρχικά με το όνομα «Ξενοδοχείο Ιχσανιέ». Στη φωτογραφία διακρίνουμε επίσης μια φιλαρμονική να παρελαύνει στη σημερινή οδό Αβέρωφ με κατεύθυνση προς το Κάστρο. Ανάμεσα στους ένστολους οργανοπαίκτες στη δεύτερη σειρά φαίνεται και ένας μικροσκοπικός μουσικός. Εκτός από την πολυκοσμία και τις γαλανόλευκες παντού, βλέπουμε ολόγυρα κολώνες με διακοσμητικούς κισσούς. Στο πλήθος υπάρχουν ανοιχτές ομπρέλες, άρα έβρεχε όταν τραβήχτηκε η φωτογραφία.

Το 2016 βρήκα στο βιβλίο του Ιωάννη Νικολαΐδη «Τα Γιάννινα του Μεσοπολέμου» μια εικόνα από την ίδια εκδήλωση (Εικόνα 2). Εδώ δεν βλέπουμε ανοιχτές ομπρέλες, άρα η βροχή είχε σταματήσει (ή δεν είχε ακόμα αρχίσει).
Μάλιστα, στις δύο εικόνες οι φωτογράφοι αντίκρυζαν ο ένας τον άλλον, οπότε μπορούμε να τους διακρίνουμε αμυδρά. Ο Νισήμ στεκόταν στο παράθυρο του δεύτερου ορόφου μιας κατοικίας κοντά στο παλιό Οθωμανικό διοικητήριο. Φαίνεται να σκύβει και να κοιτάει βόρεια προς το διοικητήριο όπου είναι σταθμευμένα κάποια αυτοκίνητα. Στην φωτογραφία που τράβηξε ο Νισήμ, ο άλλος φωτογράφος φαίνεται πάνω στον πύργο του ρολογιού (Εικόνα 3).

Έχοντας ταιριάξει τις φωτογραφίες, πίστεψα και τη λεζάντα που είδα στο βιβλίο του Νικολαΐδη. Έλεγε: «Η πλατεία Κωνσταντίνου Ελευθερωτού, με το παλιό Διοικητήριο των Γιαννίνων, κατά τον εορτασμό της πρώτης επετείου της Απελευθέρωσης της πόλης.»
Όμως κάτι δεν μου φαινόταν σωστό. Και στις δύο φωτογραφίες τα δέντρα είχαν όλα τα φύλλα τους, πράγμα που δεν συμβαίνει στις 21 Φεβρουαρίου. Κάτι δεν ταίριαζε. Δεν το ερεύνησα περαιτέρω το θέμα τότε. Δεν είχα μάθει ακόμη ότι καλό είναι να διασταυρώνουμε πάντα με δεύτερη πηγή κάθε πληροφορία την οποία βρίσκουμε, ιδίως για παλιές φωτογραφίες.
Το μυστήριο λύθηκε πρόσφατα όταν, ψάχνοντας για κάτι άλλο, αντίκρυσα στο τεύχος της Αθηναϊκής εφημερίδας ΠΑΤΡΙΣ της 13ης Μαΐου 1913 τις κολώνες στο ίδιο σημείο με την ίδια διακόσμηση (Εικόνα 4). Δεν υπήρχε πλέον αμφιβολία: Και οι τρεις φωτογραφίες τραβήχτηκαν την Τρίτη 7 Μαΐου του 1913 και αποθανατίζουν την άφιξη στα Ιωάννινα του διαδόχου του Ελληνικού θρόνου.

Στην περιγραφή της εφημερίδας αναγνωρίζουμε στοιχεία από τις εικόνες: «Η διακόσμησις εἷνε ἀξία θαυμασμοῦ διὸτι άρχομένη ἀπὂ τοῦ Μουσουλμανικοῦ τεμένους Ἀναματζιὰχ [στο ύψος της σημερινής Νομαρχίας] καὶ διασχίζουσα συνδεδεμένη διὰ πολυτίμων θυρεῶν, ἐστολισμένων διὰ χιλιὰδων σημαιῶν, δαφνῶν καὶ ἀνθέων, τὴν πλατεῖαν Κωνσταντίνου τοῦ Ἐλευθερωτοῦ, φθάνει μέχρι τῆς κεντρικῆς εἰσόδου τοῦ Μητροπολιτικοῦ ναοῦ, μήκους πλέον τοῦ χιλιομέτρου καὶ πλάτους ὅση ἡ ὁδὸς».
Η περιγραφή των μετεωρολογικών συνθηκών εκείνης της μέρας ταιριάζει και αυτή: «Καὶ ἐνῶ ἡ ὥρα τῆς ἐλεύσεως ἧτο ἐκ τῶν προτὲρων γνωστὴ, δηλαδὴ ἡ 4 και ½ μ.μ., οὐδεμία δύναμις, οὐδ’ αυτὴ ἡ περὶ τὴν 11ην ἀρχίσασα βροχὴ, ἠδυνήθη νὰ ἐκτοπίσῃ τὸν κοσμάκην ἀπὸ τὴν θέσιν, τὴν ὁποίαν κατόπιν ἀγῶνος εἷχε καταλάβῃ. Εὐτυχῶς ὁ οὐρανὸς ἤρχισε νὰ χαίρῃ καὶ γελᾶ καὶ αὐτὸς, τὰ νέφη ὀλίγον κατ’ὀλίγον διεσκορπίσθησαν καὶ ὁ εὐεργετικὸς ἥλιος ἀνεφάνη καὶ πάλιν».
Γιατί όμως υποδέχονται ξανά οι Γιαννιώτες τον διάδοχο του ελληνικού θρόνου τον Μάιο, αφού λίγες βδομάδες πριν είχαν καλωσορίσει στην πόλη τον ελευθερωτή διάδοχο Κωνσταντίνο την Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου;
Απλά πρόκειται για άλλο διάδοχο. Εδώ οι Γιαννιώτες υποδέχονται το γιο του Κωνσταντίνου, τον μετέπειτα βασιλιά Γεώργιο Β’, αδελφό των επίσης μετέπειτα βασιλιάδων Αλέξανδροu και Παύλου. Στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στις δύο «υποδοχές διαδόχων» στα Γιάννινα, ο πατέρας του Κωνσταντίνου, ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ είχε δολοφονηθεί στη Θεσσαλονίκη στις 5 Μαρτίου, οπότε ο Κωνσταντίνος είχε στεφθεί βασιλιάς και ο πρωτότοκος γιος του είχε γίνει ο νέος διάδοχος.
Το χρονοδιάγραμμα της υποδοχής
Για την άφιξη του διαδόχου Γεωργίου διαβάζουμε στην Αθηναϊκή εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ στις 9 Μαΐου:
«Ιωάννινα, 8 Μαίιου – Τήν 4μ.μ. τῆς χθὲς εἰσῆλθεν ὁ Διάδοχος εἰς Ἰωάννινα ἐπὶ αὐτοκινήτου. Ὁ λαὸς πλημμυρίζων ἀσφυκτικῶς τὰς σηματοστολίστους ὁδοὺς, ὁπόθεν διήρχετο, ἐχαιρέτιζε τὴν διάβασίν του διὰ δαιμονιωδῶν ζητωκραυγῶν, ἐνῷ οἱ μαθηταὶ καὶ αἱ μαθήτριαι παρατεταγμένοι ἀπὸ τοῦ ὡρολογίου τῆς πλατείας Κωνσταντίνου τοῦ Ἐλευθερωτοῦ, μέχρι τῆς ὁδοῦ Μητροπόλεως, ἔψαλλον ἐθνικἀ ἄσματα, ἀνακρουούσης τῆς φιλαρμονικῆς τοῦ Ὀρφανοτροφείου [Γεωργίου Σταύρου].
Οἱ Μητροπολίται Δωδώνης, Παραμυθίας, Πρεβέζης καὶ Σατζαπόλεως μετὰ τοῦ κλήρου, ὑπεδέχθσαν αύτὸν είς τὸ πραύλιον, προσφωνήσαντος τοῦ Μητροπολίτου Παραμυθίας το «ὡς εὗ παρέστης». ‘Εντὸς τοῦ περιβόλου ὡσαύτως ἡ δεσποινὶς Ἀγγελικὴ Σακελλαρίου προσεφώνησε καὶ προσέφερεν ὡραίαν ἀνθοδέσμην.
Έκ τῆς Μητροπόλεως, ἀκολουθοῦντος τοῦ πλήθους, φρενιτιωδῶς ζητωκραυγάζοντος, διηυθύνθη ο Διάδοχος εἰς τὸ Διοικητήριον, σκεπόμενος ἀπό σημαίας, ἅς δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ τοῦ αὐτοκινήτου ἐκράτουν εὐσταλέστατοι σημαιοφόροι τοῦ Σουλίου. Εἰς τὸ Διοικητήριον ὁ Νομάρχης κ. Φορέστης παρουσίασε κατὰ σειρὰν τοὺς παρεπιδημοῦντας ἐνταῦθα βουλευτὰς κ.κ. Λαμπρίδην και Γρανίτσαν, τοὺς Μητροπολίτας, τοὺς ἀξιωματικοὺς, τοὺς δικαστὰς, τοὺς ὑπαλλήλους τῆς Διοικήσεως, τὰς ἀντιπροσωπείας τῆς πόλεως, τοῦ Τύπου, τοὺς προκρίτους Μουσουλμάνους μετὰ τοῦ Μουφτῆ, τοὺς προέδρους τῶν Συντεχνιῶν καὶ λοιποὺς, οὕς πάντας είσήγαγεν ὁ πρόεδρος τῆς ἐπιτροπῆς τῆς δεξιώσεως κ. Μπασιᾶς.
Διαρκουσῶν τῶν παρουσιάσεων, ὀγκωδέστατον συλλαλητήριον συνεκροτήθη πρὸ τοῦ Διοικητηρίου, πληρωθείσης ἐντελῶς τῆς πλατείας μέχρις άσφυξίας.
Ἡ Α.Υ. ἐξελθοῦσα εἰς τὸν ἐξώστην, γίνεται ἀντικείμενον ἐξάλλου ἐνθουσιασμοῦ. Μόλις μετ’ ἀρκετὰ λεπτὰ ἀποκαθίσταται σιγή καὶ ο Διάδοχος εὐχαριστεῖ δια τὴν ὑποδοχήν ἦς ἔτυχεν παντοῦ ὁπόθεν διῆλθεν τῆς Ἠπείρου. Ιδιαιτέρως εὐχαριστεῖ διὰ τὴν ὑποδοχὴν ἧς τυγχάνει ἐν τῆ πρωτεύσῃ τῆς Ἠπείρου, τὰ Ἰωάννινα. Διεβεβαίωσεν ὅτι θέλει διαβιβάσει τὰ αἰτήματα τοῦ λαοῦ πρὸς τὸν Βασιλέα καὶ κατέληξεν ζητωκραυγάσας ὑπὲρ τῶν Ίωαννίνων καὶ τῆς Ἡπείρου.
Εκείνο το βράδυ έγινε «λαμπαδηφορία καὶ ἐνετικὴ ἑορτὴ, φαντασμαγορικῶς ἐξαισία, ἀπαστραπτούςης ὁλοκλήρου τῆς θρυλικῆς Παμβώτιδος ἀπό φανοὺς τῶν φωταγωγημένων λέμβων καὶ βεγγαλικῶν πυρῶν, καιομένων είς τὰς κορυφὰς και τὰς πέριξ φάραγγας τοῦ ἐπιβλητικοῦ Μιτσικελίου».
Το πρωί της 8 Μαΐου έγιναν δεήσεις στο Τζαμί και τη Συναγωγή.
«’Εψάλη εἷτα δοξολογία έν τῆ Ἰσραηλιτικῆ συναγωγῆ παρισταμέων τῆς Α.Υ. τοῦ Διαδόχου, τῶν Ἀρχῶν ἐν μεγάλῃ στολῆ καὶ ἀπειρίας πλήθους. Ὁ διάκοσμος ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῆς Συναγωγῆς, ἧτο ἀρκετὰ ἐπιτυχής. Προσφώνησιν ἀπήγγειλεν Ἐλληνιστἰ ὁ κ. Ἰσραήλ Λεβὴς ἐξ ὀνόματος τῆς Ἰσραηλιτικῆς Κοινότητος καὶ κατέληξεν εἰπὼν ὅτι οὐδὲ σπιθαμὴν γῆς ἐκ τῶν κατακτηθέντων μερῶν θ’ ἀνεχθοῦν ν’ ἁρπασθῆ καὶ ὅτι εἷνε πρόθυμοι, ὑπὸ τὴν ἡγεσίαν τοῦ λατρευτοῦ Διαδόχου, νὰ χύσουν καὶ τὴν τελευταίαν ρανίδα τοῦ αἴματός των».
«Κατά τήν δεξίωσιν τοῦ Διαδόχου εἰς τὴν Συναγωγὴν, μαθηταὶ Ἐβραῖοι ἔψαλλον τὸν Ἐθνικόν μας Ὕμνον. Ἡ Συναγωγὴ ἧτο πλουσίως, με πολύτιμα κεντήματα, στολισμένη».
Θα κάνω μία μικρή παρένθεση εδώ: Ο φαρμακοποιός Ισραήλ Λεβής, γιος του Σαμ και τής Χάννας, ήταν πρώτος ξάδελφος του Νισήμ Δ. Λεβή και του προπάππου μου, ανιψιός του Νταβιτσόν Εφέντη Λεβή και της συζύγου του Κυρά Χαννούλας. Προφανώς εκφράστηκε στα ελληνικά, αφού αυτή ήταν η μητρική του γλώσσα και η γλώσσα των προγόνων μας.
Η περιοδεία στην «Νέα Ελλάδα»
Η πανηγυρική περιοδεία του νέου διαδόχου λίγο μετά το τέλος του Α’ Βαλκανικού πολέμου έγινε με σκοπό να χαιρετίσει τους κατοίκους των πρόσφατων κατακτήσεων του ελληνικού στρατού στην Ήπειρο, ενθαρρύνοντας τους Ελληνοχριστιανούς και καθησυχάζοντας τους άλλους κατοίκους των περιοχών αυτών. Δεν είχε ακόμη υπογραφεί η συνθήκη που θα καθόριζε τα νέα σύνορα των κατακτητών και των ηττημένων στον πόλεμο. Ήδη η Αυστρία και η Ιταλία είχαν αρχίσει να εκφράζουν ενστάσεις για την ελληνική κατάληψη της Βόρειας Ηπείρου και ιδιαίτερα του στενού της Κέρκυρας. Στα χρόνια που η ναυτιλία ακολουθούσε συχνά παράκτιες διαδρομές, το στενό αυτό είχε μεγάλη στρατηγική σημασία ως πύλη της Αδριατικής. Για τον λόγο αυτό, η Αυστρία που είχε τη μόνη πρόσβαση της στη Μεσόγειο στην Τεργέστη, αλλά και η Ιταλία ως διάδοχος δύναμη της μεγάλης Βενετίας, δεν ήθελαν να δουν την Ελλάδα να ελέγχει και τις δύο ακτές των στενών αυτών.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, και καθώς οι Βούλγαροι αποτελούσαν ήδη απειλή για τις ελληνικές κατακτήσεις στη Μακεδονία -στη Θεσσαλονίκη και αλλού- η περιοδεία του διαδόχου Γεωργίου πήρε ιδιαίτερη συμβολική σημασία δίνοντας έμφαση στα εδάφη τα οποία η Ελλάδα θα διεκδικούσε σε μια μελλοντική συνθήκη ειρήνης.
Το ταξίδι κράτησε δύο εβδομάδες και ονομάστηκε «Περιοδεία του Διαδόχου στη Νέα Ελλάδα». Ο Γεώργιος αναχώρησε από την Αθήνα στις 3 μ.μ. τη Δευτέρα 29 Απριλίου με έκτακτη αμαξοστοιχία του Λαρισαϊκού προς τη Χαλκίδα. Από εκεί ταξίδεψε στη Θεσσαλονίκη με το ατμόπλοιο Σφακτηρία. Έφτασε στη Θεσσαλονίκη στις 8 το πρωί της Τρίτης. Εκεί τον υποδέχθηκαν ο θείος του πρίγκηπας Νικόλαος, ο υπουργός δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Ρακτιβάν, ο μητροπολίτης Γεννάδιος και ο δήμαρχος Οσμάν Σαΐτ βέης. Από τη Θεσσαλονίκη αναχώρησε με το σιδηρόδρομο στις 8 το πρωί της Τετάρτης 1ης Μαΐου. Σύμφωνα με τις αναφορές στις εφημερίδες της εποχής, στις 11 π.μ. έκανε στάση στη Βέροια, μετά στη Νιάουσα (Νάουσα) και το μεσημέρι έφτασε στα Βοδενά (Έδεσσα). Από εκεί, η αμαξοστοιχία πήγε στο Βλάδοβο (Ἀγρας) και το Σόροβιτς (Αμύνταιο) στις 2 μ.μ., στο Σταθμό της Φλώρινας στις 2.45’,για να φτάσει τελικά στις 3.30 μ.μ. στο Σερβοκρατούμενο Μοναστήρι (Bitola).
Την Πέμπτη 2 Μαΐου ο διάδοχος ξεκίνησε το πρωί από το Μοναστήρι με κατεύθυνση προς την Κορυτσά. Πέρασαν από τη Ρέσνα (Resen) και τα προσωρινά Σερβοελληνικά σύνορα στο χάνι της Σβεζδάς (Zvezde). Το διαδοχικό αυτοκίνητο έφτασε στην Κορυτσά γύρω στις 2.30 μ.μ. Από την Κορυτσά έφυγε στις 7 το πρωί την Κυριακή 5 Μαΐου με κατεύθυνση το Λιασκοβίκι και την Κόνιτσα. Στο δρόμο για το Λιασκοβίκι (Leskovik), η πριγκηπική ακολουθία διέσχισε την Κολώνια (στην Erseka), την Πύροβα (Borove) και το Βασμάτι (Barmarsh).
Στο Λιασκοβίκι, «κατά την είσοδό του στην Ήπειρο στις 12.30 μ.μ. την Κυριακή 5 Μαΐου», τον διάδοχο υποδέχτηκαν ο νομάρχης Ιωαννίνων (και πρώην πρόξενος της Ελλάδας στα Ιωάννινα) Άγγελος Τυπάλδος-Φορέστης και οι υποστράτηγοι Παναγιώτης Δαγκλής και Αλέξανδρος Σούτσος (Εικόνα 5). Από εκεί πήγε στην Κόνιτσα «διά μεσογεφυρών», όπου έφτασε στις 5 μ.μ. Έξω από την πόλη τον περίμενε ο Μητροπολίτης Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδων με τον κλήρο της πόλης.

Τη Δευτέρα 6 Μαΐου στις 8.30 το πρωί αναχώρησε για Πρεμέτη (Permet) όπου έφτασε το μεσημέρι. Από εκεί έφτασε στα Ιωάννινα την Τρίτη 7 Μαΐου στις 4.30 μ.μ.
Την Πέμπτη 9 Μαΐου ο διάδοχος αναχώρησε στις 9 π.μ. για το Αργυρόκαστρο όπου έφτασε στη 1 μ.μ. Πέρασε από Δολιανά, Βήσσανη, Δελβινάκι, Καστάνιανη, Βάλτίστα (Χαραυγή), Κατούνα (Νεοχώρι), Αρινίστι (Κτίσματα), Γεωργουτσάτες (Jorgucat) και άλλα 20 χωριά. Στις 9 το πρωί της Παρασκευής 10 Μαΐου πήγε σε λειτουργία στο τέμενος στο Αργυρόκαστρο.
Από το Αργυρόκαστρο πήγε στο Δέλβινο από όπου αναχώρησε στις 2 μ.μ. για τους Άγιους Σαράντα όπου έφτασε στις τρεισήμισι το απόγευμα. Στις 4 μ.μ. πήρε το ατμόπλοιο Σφακτηρία για να επιστρέψει στην Αθήνα. Λίγες μέρες αργότερα θα αναχωρούσε για τη Θεσσαλονίκη όπου βρισκόταν ήδη ο πατέρας του. Είχαν αρχίσει ήδη οι εχθροπραξίες των Βουλγάρων στη Μακεδονία που οδήγησαν στον Β’ Βαλκανικό Πόλεμο.
Αντικρύζουμε με κάποια λύπη τις φωτογραφίες αυτές τώρα με αφορμή την 109η επέτειο από την απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Και αυτό επειδή οι πανηγυρισμοί εκείνης της άνοιξης δεν είχαν όλες αίσιο τέλος στη Βόρειο Ήπειρο. Μετά τα τραγικά χρόνια, στα οποία ο λαός και των τριών θρησκειών της Αλβανίας βρέθηκε κάτω από το καταπιεστικό καθεστώς του Ενβέρ Χότζα, τουλάχιστον στις μέρες μας τα σύνορα αυτά είναι ανοιχτά και οι κάτοικοι ελεύθεροι να τα διασχίσουν πάλι και να συναναστρέφονται μεταξύ τους όπως έκαναν και οι πρόγονοί μας.
Παραλειπόμενα: Οι διακεκριμένοι τουρίστες στην Ακρόπολη

Ενώ λοιπόν το μέλλον της Ηπείρου θα καθοριζόταν ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις και τις εμπόλεμες παρατάξεις, δύο διακεκριμένοι τουρίστες χάζευαν στην Ακρόπολη με την παρέα τους. Η θαλαμηγός τους Enchantress (Γοητεύουσα) είχε κάνει μια σύντομη στάση στο Φάληρο και με την ευκαιρία αυτή οι επιβάτες της περιτριγύρισαν «ινκόγκνιτο» την ελληνική πρωτεύουσα. Η επίσκεψή τους ωστόσο δεν πέρασε απαρατήρητη από τους πρώτους «παπαράτσι» της εποχής. Έτσι, στα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ στις 5 και στις 7 Μαΐου, τους διακρίνουμε πάνω στον ιερό βράχο της Ακρόπολης (Εικόνα 6). Στη μέση της φωτογραφίας, η λεζάντα αναγνωρίζει τον άγγλο Πρωθυπουργό λόρδο Άσκουιθ, ο οποίος κυβέρνησε τη Μεγάλη Βρετανία σαν αρχηγός του κόμματος των Φιλελευθέρων από το 1908 ως το 1916. Ωστόσο η λεζάντα δεν αναφέρει το όνομα του 39χρονου επισκέπτη στο αριστερό μέρος της φωτογραφίας που δεν είναι άλλος από τον Ουίνστων Τσώρτσιλ! Ο Τσώρτσιλ ήταν τότε Πρώτος Λόρδος του Ναυτικού, δηλαδή υπουργός των Ναυτικών. Στη φωτογραφία διακρίνουμε επίσης τη σύζυγο του Τσώρτσιλ Κλεμεντίνη (δεξιά) και, δίπλα στον πατέρα της, την 26χρονη κόρη του ‘Ασκουιθ, τη λαίδη Violet, γνωστή αργότερα σαν Violet Bonham Carter. Η Violet ήταν και παρέμεινε κοντινή φίλη του ζεύγους Τσώρτσιλ. Εγγονή της είναι η γνωστή στις μέρες μας ηθοποιός Helena Bonham Carter.

Την κρουαζιέρα τους αυτή μάλιστα είχε σατιρίσει και το λονδρέζικο περιοδικό Punch (Εικόνα 7). Στην πατρίδα τους εκείνες τις μέρες «Ἡ Ἀστυνομία τοῦ Λονδίνου εἰσελάσασα αἰφνιδίως εἰς τὸ γενικὸν γραφεῖον τῶν Σουφραζεττῶν, συνέλαβε τὰς ἐν αὐτῶ εὑρισκομένας Σουφραζέττας καὶ κατέλαβε καὶ το κτίριον. Ἐξαιρετικά μέτρα θα ληφθοῦν διὰ τὴν ἀπαγόρευσιν τῆς σουφραζεττικῆς φιλολογίας».
Ειρωνεία της τύχης το ότι αυτοί που τελικά έπαιξαν καίριο λόγο στο μέλλον της πατρίδας μας βρίσκονταν εκεί σε κρουαζιέρα αναψυχής τότε, ενώ τα βόρεια σύνορα της χώρας στην Ήπειρο ήταν ακόμα αμφίβολα και προσδιορίστηκαν ένα δεκαήμερο αργότερα στη συνθήκη του Λονδίνου.
