Το κρυφό σχολειό, ένας από τους πολλούς μύθους της Επανάστασης του 1821
Ιστορίες

Εθνικοί μύθοι γύρω από την Επανάσταση του 1821

Ο συνεργάτης του Ηπειρωτικού Αγώνα Αλέκος Ράπτης γράφει σήμερα, ανήμερα του εορτασμού της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, για τους μύθους που την αφορούν και συντηρούνται μέχρι σήμερα. Στις αναφορές ιστορικών, που τους καταρρίπτουν, συμπεριλαμβάνει και άρθρο του ιδρυτή του Η.Α. Ευθύμιου Τζάλλα, που τον Οκτώβριο του 1927 έγραφε για τις σημαντικότερες σχολές του Γένους στα Γιάννενα.

Η Επανάσταση του 1821 αποτελεί το σημαντικότερο κομβικό γεγονός στη σύγχρονη νεοελληνική ιστορία, καθώς οδήγησε στη συγκρότηση του ανεξάρτητου ελληνικού Κράτους, ενώ συντέλεσε καθοριστικά στη διαμόρφωση του ελληνικού έθνους, στην εθνική συνείδηση και ταυτότητα.

Οι μύθοι γύρω από την επανάσταση του 1821 είναι άρρηκτα δεμένοι με τη διαμόρφωση της μετεπαναστατικής εθνικής συνείδησης στην Ελλάδα, η οποία εκφράστηκε και «εμπεδώθηκε» μέσα από την καθεστηκυία οικονομική, πολιτική και θρησκευτική τάξη πραγμάτων.

Στις σημερινές συνθήκες της κρίσης, που όλα αλλάζουν και όλα μεταβάλλονται, αναθεωρείται η σχέση μας με το ιστορικό παρελθόν και ιδιαίτερα με τις κρίσιμες στιγμές όπως είναι η επανάσταση του 1821.

Ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων και η Επανάστασις του 1821

Tο 1820 ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων αποστασιοποιείται από τον Σουλτάνο επισείοντας την οργή της Υψηλής Πύλης, η οποία οργανώνει πολεμική εκστρατεία για να συντρίψει τον Αλή, στέλνοντας στρατεύματα εναντίον του στα Γιάννενα.

Ο Μαρκ Μαζάουερ Βρετανός ιστορικός και δημοσιογράφος, στο βιβλίο του «Τα Βαλκάνια» αναφέρει σχετικά:

«Ο πιο αξιόλογος ίσως και ανθεκτικότερος απείθαρχος επαρχιακός διοικητής του σουλτάνου στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν ο πανούργος Αλή πασάς, ένας σεβάσμιος στην όψη μα ανελέητος Αλβανός, του οποίου η εξουσία του εκτεινόταν από την βάση του στα Γιάννενα μέχρι τον ποταμό Βαρδάρη ανατολικά και μέχρι τον Κορινθιακό κόλπο νότια. Στην διάρκεια του μακροχρόνιου αγώνα του εναντίον της Πύλης, παράλληλα με τα περίπλοκα διαδοχικά παζάρια του με Βρετανούς και Γάλλους διπλωμάτες, ο Αλή (πασάς) σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει τους Έλληνες για τους σκοπούς του. Ήξερε πως εξυφαινόταν από καιρό ένα απελευθερωτικό κίνημα από κύκλους Ελλήνων επαναστατών στην Οδησσό, στην Βιέννη, και ότι η εν μέρει μυστική Φιλική Εταιρεία προετοίμαζε το έδαφος για εξέγερση…».

Η εξέγερση στις παραδουνάβιες χώρες και στην Πελοπόννησο

Στη διάρκεια της πολεμικής εκστρατείας του Σουλτάνου, για να συντρίψει τον Αλή πασά στα Γιάννενα, που τελικά σκοτώθηκε το 1822, ξέσπασαν οι δύο σημαντικές ελληνικές εξεγέρσεις σε απόσταση χιλίων χιλιομέτρων μεταξύ τους, στο έδαφος της τότε βαλκανικής επικράτειας, οι οποίες διαμόρφωσαν τη μελλοντική εξέλιξη του ελληνικού έθνους.

Ο επαναστάτης Αλέξανδρος Υψηλάντης στη Μολδοβλαχία το 1821

Αναφέρει σχετικά  Μαρκ Μαζάουερ: «…Η πρώτη και λιγότερη πετυχημένη εκδηλώθηκε στις παραδουνάβιες κτήσεις, κοντά στον ανθηρό ελληνισμό της Μαύρης Θάλασσας. Ηγέτης της ήταν ένας Φαναριώτης και πρώην αξιωματικός του ρωσικού στρατού, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης… Οι στασιαστές (του Υψηλάντη), συντρίφτηκαν εύκολα από ένα τουρκικό στράτευμα, αφού πρώτα και οι Ρουμάνοι αγρότες αρνήθηκαν και αυτοί να τους υποστηρίξουν… Ένα μήνα αργότερα, καθώς η άνοιξη εγκαινίαζε μια νέα πολεμική περίοδο, μια δεύτερη πολεμική εξέγερση σημειώθηκε πολύ νοτιότερα, στην Πελοπόννησο όπου η αγροτιά ήταν κατά το μεγαλύτερο μέρος της ελληνόφωνη και όπου είχε ήδη συμβεί ο αιματηρός ξεσηκωμός του 1770 με ρωσική υποκίνηση… Στην αρχή όλα τα μάτια ήταν στραμμένα προς το βορρά στον αγώνα ανάμεσα στην Πύλη και στον πανούργο στασιαστή Αλή πασά… Μάλιστα οι οθωμανικές αρχές της Πελοποννήσου φοβόνταν το ίδιο πράγμα. Χωρίς να το θέλουν, πυροδότησαν την ελληνική εξέγερση φυλακίζοντας όσους προύχοντες μπορούσαν να βρουν ως προληπτικό μέτρο εναντίον των χριστιανών υποστηρικτών του Αλή… Τους πρώτους μήνες (της επανάστασης) ομάδες εξεγερμένων πρέπει να σκότωσαν δεκαπέντε από τους σαράντα χιλιάδες μουσουλμάνους κατοίκους της Πελοποννήσου… Ελληνικές δυνάμεις πολιόρκησαν και τελικά λεηλάτησαν την πρωτεύουσα της περιφέρειας, την Τριπολιτσά. Το ασκέρι που ήταν μέσα, θυμόταν ένας από τους Έλληνες, έκοβε και εσκότωνε, από την Παρασκευή έως Κυριακή, γυναίκες παιδιά και άνδρες, τριάντα δύο χιλιάδες… Έλληνες εσκοτώθηκαν εκατόν. Έτσι πήρε τέλος. Τελάλη, να παύση ο σφαγμός…»             

Το μεγάλο ψέμα για την ημέρα της  25ης Μαρτίου του 1821

Η ημερομηνία της 25ης Μαρτίου, ως ημέρα έναρξης της επανάστασης, δεν συνδέεται με κανένα ιστορικό γεγονός, παρά μόνο με τον θρύλο ότι αυτή την ημέρα ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ύψωσε στην Αγία Λαύρα το λάβαρο της Μονής, η οποία  είχε χρυσοκεντημένη την εικόνα της που στη συνέχεια επιτέθηκαν εναντίον των Τούρκων στα Καλάβρυτα.

Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν έγιναν.

Η επίθεση στα Καλάβρυτα ξεκίνησε στις 21 Μαρτίου του 1821 και στην Αγία Λαύρα στις 25 Μαρτίου δεν βρισκόταν κανείς εκείνη την ημέρα, όπως αναφέρει και ίδιος ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στα απομνημονεύματά του.

Η παραχάραξη της ιστορικής αλήθειας οφείλεται στον γάλλο ιστορικό Πουκεβίλ που έγραψε, το 1824, την ιστορία της ελληνικής επανάστασης, διαστρεβλώνοντας τα ιστορικά επαναστατικά γεγονότα.

Η συντήρηση του μύθου με «κρατική σφραγίδα» πλέον, καθιερώθηκε με βασιλικό διάταγμα του Όθωνα, στο οποίο η 25η Μαρτίου καθιερώθηκε ως εθνική εορτή της επανάστασης, ταυτίζοντας σκοπίμως, την θρησκευτική με την εθνική συνείδηση των Ελλήνων.

Ο μύθος του «κρυφού σχολειού» στα χρόνια της Οθωμανικής Κυριαρχίας

«Φεγγαράκι μου λαμπρό/ φέγγε μου να περπατώ/ να πηγαίνω στο σκολειό/ να μαθαίνω γράμματα/ γράμματα σπουδάγματα/ του Θεού τα πράματα».

Ο περισσότερο διαδεδομένος εθνικός μύθος, που φτάνει έως τις μέρες μας, είναι ο μύθος του «κρυφού σχολειού» στον οποίο η Εκκλησία διαδραματίζει κεντρικό ρόλο.

Ο μύθος αυτός θέλει την ελληνική παιδεία να είναι κατατρεγμένη στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας (τουρκοκρατία) και την Εκκλησία να πρωταγωνιστεί υπέρ της μόρφωσης του λαού.

Έτσι, λοιπόν στη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας (τουρκοκρατία), δημιουργήθηκαν τα «κρυφά σχολειά» τα οποία λειτούργησαν σε μοναστήρια και στις εκκλησίες, όπου οι κληρικοί και οι μοναχοί μάθαιναν τα παιδιά του ελληνικού λαού γράμματα.

Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν έγιναν.

«Κρυφά σχολειά» δεν υπήρξαν, τουναντίον η ίδρυση και η λειτουργία  ελληνικών σχολείων και Σχολών, στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας (τουρκοκρατία), ήταν νόμιμη και εγκεκριμένη από την Υψηλή Πύλη και τον εκάστοτε Σουλτάνο της Κωνσταντινούπολης.

Επιπλέον δε, καμία ιστορική πηγή δεν αναφέρεται στην ύπαρξη τέτοιων «κρυφών σχολείων» και η ιστορική επιστήμη δεν τα αποδέχεται ως πραγματικότητα.

Ο Γιάννης Κορδάτος (1891-1961), ιστορικός, νομικός και κοινωνιολόγος. στο βιβλίο του «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821» αναφέρεται  σχετικά στην ίδρυση και τη λειτουργία  ελληνικών σχολείων και Σχολών, στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας (τουρκοκρατία):

«Από των αρχών του 17ου αιώνος –μαζί με την οικονομικήν ανάπτυξιν της χώρας– χρονολογείται η σύστασης ελληνικών σχολείων… Κατά το έτος 1642 συνίσταται εις το Καρπενήσι ελληνική σχολή… Το 1647 ιδρύονται δύο ανώτεραι σχολαί, η μία εις Ιωάννινα και η άλλην εις Αθήνας εις τας οποίας εδιδάσκοντο ελληνικά, λατινικά και επιστήμαι. Τα Ιωάννινα απέκτησαν κατόπιν και άλλα κατώτερα και ανώτερα σχολεία δι΄ό και θεωρούνται, κατά την εποχήν εκείνην, ως η εστία των γραμμάτων και των επιστημών. Κατά το 1702 ιδρύεται και εις τον Τύρναβον ανωτέρα σχολή. Κατά την αυτήν περίπου εποχήν και μεταγενεστέρως ακμάζοντα ελληνικά σχολεία θεωρούνται το της Τσαριτσάνης, Ραψάνης, Ζαγοράς, Μηλεών, Αμπελακίων, Λαρίσης, Τρικκάλων, Κυδωνιών, Σμύρνης, Χίου, Δημητσάνης, Πάτμου,  Θεσσαλονίκης, και Μοσχοπόλεως (Ηπείρου)…»      

Το πρωτοσέλιδο του Ηπειρωτικού Αγώνα στις 6 Οκτωβρίου 1927 µε το άρθρο του ιδρυτή και εκδότη του τότε, Ευθύµιου Τζάλλα, για τις σηµαντικότερες σχολές του Γένους στα Γιάννενα

Ο «Ηπειρωτικός Αγών» στις 6 Οκτωβρίου 1927 για τις Μεγάλες Σχολές του Γένους

Εξίσου διαφωτιστική είναι και η ιστορική έρευνα της εφημερίδας «Ηπειρωτικός Αγών» διά του εκδότη της εφημερίδας Ευθύμιου Τζάλλα  στις 6 Οκτωβρίου 1927, με τίτλο «Ιστορήματα των Ιωαννίνων –  Σχολαί αυτών», η οποία παρουσιάζει τις σημαντικότερες Σχολές του Γένους στα Γιάννενα,  καθώς και το στελεχιακό δυναμικό των καθηγητών, που εκπαίδευσε και δίδαξε τους Γιαννιώτες μαθητές σε αυτές τις σημαντικές Σχολές   που άνθησαν στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας (τουρκοκρατία),  στην πόλη των Ιωαννίνων.

«Πρώτη των εν Ιωαννίνοις σχολών αναφέρεται η εν τη νήσω ακμάζουσα Επιφάνειος Σχολή, ην αντικατέστησεν η Καπλάνειος, ιδρυθείσα τω 1805 και αναγνωρισθείσα διά σιλλιγγιώδους πατριαρχικού γράμματος, αύτη άκμασε μέχρι τού 1820 σχούσα σχολάρχην επιφανή τον Αθανάσιον Ψαλίδαν τυχόντα και ευρωπαϊκής παιδεύσεως. Εν τω μεταξύ τούτω ανεφάνη και το επί της μονής του Σπανού φοιτητήριον, όπερ συνετήρει η έκλαμπρος οικογένεια των Φιλανθρωπινών προνομιακώς ηγουμενεύουσα εν τη μονή. Η σχολή Γκούμα, ήτις εκλήθη και πρώτη των Ιωαννίνων σχολή. Εν 1828 συνεστήθη η Ζωσιμαία Σχολή, τυχούσα καλού σχολάρχου του αοιδήμου Γ. Αισώπου ή Κρανά μαθητού του Ψαλίδα και αυστηρών ηθών ανθρώπου…  τω έτει 1833 διεδέχθη ο εκ Βραδέτου Αναστάσιος Σακελλάριος, μαθητής και ούτος του αειμνήστου Ψαλίδα… Επί του αειμνήστου Ψαλίδα τω έτει 1852 ανεγνωρίσθη η Ζωσιμαία υπο του Εθνικού Πανεπιστημίου, ισοβάθμιος τη Μεγάλη του Γένους Σχολή Κωνστ/πόλεως… Άνδρες διαπρέψαντες εν τοις γράμμασι και τροφοί τυχόντες των σχολών Ιωαννίνων εκ μεν των παλαιών αναφέρονται Μελέτιος, Ευγένιος ο Βούλγαρης, Ψαλίδας, Μπαλάνος, Στάνος Ιωάννης…»

Κοτζαμπάσηδες και Φαναρώτες, οι στυλοβάτες της Υψηλής Πύλης και υποστηρικτές του πολυχρονεμένου Σουλτάνου

Ο Γιάννης Σκαρίμπας, (1893–1984) λογοτέχνης, κριτικός, θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και πεζογράφος, στο βιβλίο του «Το 1821 και η Αλήθεια» έγραφε:

«Και δώστου νάχουν τα αποδέλοιπα: Tι ήταν το Ιερατείο, οι Φαναριώτες, γύρω και πριν από το ΄21; Ήσαν ή όχι Τουρκογλείφτες κι ενάντιοι σε κάθε ιδέα εθνεγερσίας; Μην κι αυτοί τραγούδαγαν τα κλέφτικα; Ή μη σπάσανε κι αυτοί στην Αλαμάνα τα σπαθιά τους; Οι οσποδάροι; Οι δραγουμάνοι; Οι νοτιώτερα, κοτσαμπάσηδες και οι «γερόντοι»; Ίσον όλη η πανούκλικη κατάρα του καιρού;

Μα ούτε για την κοινωνιολογία της επανάστασης δεν λέτε… Ή δεν την ξέρετε, ή μας την κρύβετε την αλήθεια. Δεν λέτε, λόγου χάρη, ότι η επανάσταση δεν έγινε μόνο για τους Τούρκους. (Δεν ήσαν χειρότεροι…) Έγινε ενάντια και στο γδάρσιμο και τον κατατρεγμό από τους προκρίτους –δηλαδή για το ξερρίζωμα του σύξυλου του Τριαδικού Τουρκο-παπαδο-κοτζαμπασέικου καθεστώτος…»

Ο τίτλος που έφερε ο Οσποδάρος ήταν διοικητικός τίτλος, που απενέμετο από τον Σουλτάνο σε διοικητές, ηγεμόνες, πρίγκηπες της  Μολδαβίας και τη Βλαχίας, με σχετική διοικητική αυτονομία,

Ο τίτλος που έφερε ο Δραγουμάνος ήταν οθωμανικός διοικητικός τίτλος, που απενέμετο από τον Σουλτάνο στους  Φαναριώτες, οι οποίοι ήταν δικά του έμπιστα άτομα και είχαν άποψη στα  ζητήματα της διπλωματίας και της εξωτερικής πολιτικής, χωρίς πάντως να αποτελούν υπουργούς εξωτερικών.

Οι δραγουμάνοι έπρεπε να γνωρίζουν αραβικά, τουρκικά καθώς και δύο ευρωπαϊκές γλώσσες.

Ο τίτλος που έφερε ο Κοτζαμπάσης προέρχεται  (από το τούρκικο kocabaṣı, koca = μέγας, μεγάλος, γέροντας + baṣ = κεφάλι, πρώτος).

Κοτζαμπάσηδες ήταν οι Προεστοί – Πρόκριτοι – Δημογέροντες, Κοινοτικοί άρχοντες.

Ήταν οι επικεφαλής σε επίπεδο επαρχίας των ελληνικών χριστιανικών κοινοτήτων επί Οθωμανικής κυριαρχίας (τουρκοκρατία) και εκπροσωπούσαν τις χριστιανικές κοινότητες σε διοικητικό και οικονομικό επίπεδο απέναντι στην οθωμανική εξουσία.

Ο Γιάννης Κορδάτος (1891-1961), ιστορικός, νομικός και κοινωνιολόγος, στο βιβλίο του «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821», αναφέρει σχετικά για τους Φαναριώτες:

«Ακόμη πρέπει να τονίσωμεν και το γεγονός ότι πάρα πολλοί ευγενείς του Γαλατά, Φαναριώται, (από την συνοικία της Κωνσταντινούπολης) όχι μόνο, υπηρέτησαν και εβοήθησαν τους Σουλτάνους εις τα κατακτητικά των σχέδια, αλλά ειργάσθησαν ως Τούρκοι πραγματικοί δια την εξυπηρέτησιν των σχεδίων του τουρκικού φεουδαρχισμού και απολυταρχισμού εις βάρος των άλλων λαών της Βαλκανικής και Ευρώπης. Τέτοιους τουρκόφρονας έλληνας φαναριώτας γνωρίζει η ιστορία της τουρκίας πολλούς.     

Και συνεχίζει ο Γιάννης Κορδάτος σχετικά για τους Κοτζαμπάσηδες:

 «…Ένα από τα δημόσια καθήκοντα των Δημογερόντων (Κοτζαμπάσηδων), εφόσον, ως γνωστόν, διετηρήθη ακόμη και το Βυζαντινόν φορολογικόν σύστημα επι Τουρκοκρατίας, ήτο να εφαρμόζουν τους φορολογικούς νόμους του κράτους… Όπως και εις την Ευρώπην, οι φεουδάρχαι έγδυναν και καταπίεζον πολιτικώς και οικονομικώς τους δουλοπαροίκους και πτωχούς χωρικούς έτσι και επί τουρκοκρατίας οι έλληνες προύχοντες (φεουδάρχαι) κατέχοντες κατ΄ουσίαν αυτοί την πολιτικήν εξουσίαν εις τας περισσοτέρας επαρχίας του Κράτους (οθωμανική αυτοκρατορία) εφέροντο σκληρότατα προς τους ομοεθνείς των. Πολλάκις δε αυτοί ήσαν οι αίτιοι να υφίσταται αγρίας καταπιέσεις ο ελληνικός αγροτικός πληθυσμός, γεγονός το οποίον επιμελώς αποφεύγουν να σημειώσουν οι έλληνες ιστορικοί, χαρακτηρίζοντες και περιγράφοντες τους χρόνους εκείνους ως «μαύρους χρόνους σκλαβιάς», χωρίς να καταλογίζουν ευθύνας εις τους έλληνες Δημογέροντες (Κοτζαμπάσηδες), προσπαθούντες την ελληνικήν φεουδαρχίαν να την παρουσιάσουν ασπροπρόσωπην και απηλλαγμένην του βάρους των εγκλημάτων και των αγριοτήτων που χαρακτηρίζουν την ιστορίαν του Δυτικού φεουδαρχισμού… Τα μαρτύρια δε και τας αγριότητας, που αναφέρουν οι συγγραφείς της Ελληνικής Επαναστάσεως κατά του υπόδουλου ελληνισμού, πρέπει να γνωρίζομεν ότι ήσαν αυθαιρεσίαι και τρομοκρατικαί πράξεις κατά των δουλοπαροίκων ή πτωχών χωρικών, προκαλούμεναι κατά το πλείστον από τους έλληνας φεουδάρχας (κοτζαμπάσηδες), οι οποίοι διατηρήσαντες τα προνόμιά των (πολιτικά και οικονομικά) είχαν τόσην δύναμιν, ώστε πολλάκις κατόρθωναν να προκαλούν μεταθέσεις και τιμωρίας Πασάδων Τούρκων και Μπέηδων υπό του Σουλτάνου…»             

Στα βήματα των επαναστατών και των κατατρεγμένων της Ευρώπης

Πέραν όλων τούτων των ιστορικών στοιχείων, η ελληνική επανάσταση του 1821 δε διέφερε από τις αντίστοιχες επαναστάσεις και κινήματα, τα οποία σημειώθηκαν σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες,  κατά το ίδιο χρονικό διάστημα.

Η Επανάσταση του 1821 εκδηλώθηκε όταν στη Γαλλία είχε ήδη ηττηθεί ο Ναπολέων (1815) και στην Ευρώπη είχε συγκροτηθεί η Ιερά Συμμαχία, η οποία αντιμετώπιζε με καχυποψία έως και ανοιχτή καταστολή όλα τα ανάλογα πολιτικά – επαναστατικά κινήματα της εποχής (στη Νεάπολη, στη Σικελία, στο Πεδεμόντιο, στη Μαδρίτη, στη Λισαβόνα, κ.α.).

Η διαφορετικότητα της ελληνικής επανάστασης ήταν ότι πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες οθωμανικής κατάκτησης, με ηγετική δύναμη την ελληνόφωνη χριστιανική αστική τάξη.

Ήταν επομένως εθνικοαπελευθερωτική στη μορφή της και αστικοδημοκρατική στο περιεχόμενο.

Ο μαζικός λαϊκός ηρωισμός, ακόμα και μεταξύ των αμάχων, η συλλογική δράση που έλαβε όλες τις μορφές πάλης -και κυρίως την ένοπλη- η αυτοθυσία σφράγισαν τον πολυετή αγώνα, μεταφέροντας σε όλους εμάς τα διαχρονικά της διδάγματα.

Η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων δεν υπήρξε ενιαία.

Οι αντιθέσεις και η διαπάλη, που αναπτύχθηκαν ανάμεσα στα κυρίαρχα ευρωπαϊκά κράτη της εποχής, Αγγλία – Γαλλία – Ρωσία, καθόρισαν και τη διαφορετική στρατηγική τους στο λεγόμενο «Ανατολικό Ζήτημα» και επέδρασαν σημαντικά -κάποια στιγμή και αποφασιστικά- στην τελική έκβαση του ελληνικού ζητήματος.

Η ελληνική επανάσταση του 1821 δεν ήταν απλώς η γενέθλια πράξη του σύγχρονου ελληνικού κράτους.

Ήταν το εργαλείο, το οποίο στη μακροχρόνια επαναστατική του πορεία συνδύασε τα εθνικά ιδεώδη με τις ιδέες της ελευθερίας, της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, όπως αυτές εκφράστηκαν μέσα από τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό.

Ας κρατήσουν οι χοροί για ένα επαναστατικό 1821

Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα διηνεκές και υπερκείμενο φαινόμενο, της επίκλησης των εθνικών αξιών, επίκληση η οποία συνοδεύεται από πράξεις ή υποταγές, καταναγκασμούς που οδηγούν στην κατάλυση της εθνικής ανεξαρτησίας.

Σχεδόν δύο αιώνες μετά την Επανάσταση του 1821, βρισκόμαστε στην κρισιμότερη φάση της σύγχρονης ιστορίας μας.

Ιστορία χωρίς θρύλους είναι αδύνατο να υπάρξει.

Μοιραίο, και όχι οπωσδήποτε κακό.

Το κακό κερδίζει όταν οι θρύλοι, με μορφή κρατικοποιημένης αλήθειας, εκτοπίζουν εντελώς την Ιστορία.

Και τα πράγματα χειροτερεύουν, όταν όσοι αμφισβητούν τους θρύλους, με σωρεία τεκμηρίων, καταγγέλλονται από τους αληθοκράτορες σαν αρνησιπάτριδες και εθνομηδενιστές.

Σε αυτόν τον συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο, το ελληνικό έθνος, και κατ’ επέκταση το ελληνικό κράτος επιβάλλεται να θέσουν τις προϋποθέσεις ανάδειξης των συγκριτικών του πλεονεκτημάτων και να αποτελέσουν πόλο έλξης για τις νεότερες και τις μελλοντικές γενεές, όπως το οραματίστηκαν οι ένδοξοι πρόγονοί μας το 1821.

Σχετικά άρθρα

Εκδηλώσεις για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου

Εορτασμός στην σκιά του πολέμου

Γεωργία Χαλάτση

Παρέλαση μετά από δύο χρόνια