ΕπικαιρότηταΑίθουσα Σύνταξης

Αντέκρουσαν τις κατηγορίες με επιχειρήματα

Τη μελέτη και διάσωση του βλάχικου πολιτισμού και της βλάχικης γλώσσας έχει ως σκοπό η προσφάτως συσταθείσα «Επιστημονική Εταιρεία Μελέτης του Πολιτισμού των Βλάχων», η πρωτοβουλία της οποίας να οργανώσει πριν λίγες εβδομάδες ημερίδα με τίτλο «Η γραπτή απόδοση των γλωσσών προφορικής παράδοσης: Η περίπτωση της βλάχικης γλώσσας» προκάλεσε αντιδράσεις.

Τρία από τα μέλη της Εταιρείας, ανάμεσά τους και ο πρόεδρος της, καθηγητής Κοινωνικής Λαογραφίας του πανεπιστημίου Ιωαννίνων Βασίλης Νιτσιάκος, πήραν την πρωτοβουλία να παρουσιάσουν τους σκοπούς της Εταιρείας, δίνοντας παράλληλα και απαντήσεις σε όσους είδαν πίσω από τη σύστασή της και τις πρωτοβουλίες για εγγραματισμό της βλάχικης γλώσσας προσπάθεια δημιουργίας μειονότητας εντός των ελληνικών συνόρων.
Όπως ξεκαθάρισε ο κ. Νιτσιάκος, η «Επιστημονική Εταιρεία Μελέτης του Πολιτισμού των Βλάχων» είναι ένα διακριτό επιστημονικό όργανο, με διεπιστημονική σύνθεση και βασικό στόχο τη μελέτη του πολιτισμού των Βλάχων, ο οποίος δεν είναι ομοιογενής, αλλά υπάρχουν πολλά τοπικά πολιτιστικά συστήματα, όπως και πολλά τοπικά ιδιώματα. Ο πρόεδρος της Εταιρείας παραδέχθηκε πως δίνεται έμφαση στη γλώσσα, ωστόσο σημείωσε πως το γλωσσικό δεν μπορεί να το μελετήσει κανείς ανεξάρτητα από την ιστορικότητά του, το κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο.
«Ο ρόλος μας δεν είναι ρυθμιστικός ως προς το γλωσσικό, είμαστε εδώ για να μελετήσουμε, να περιγράψουμε και να καταγράψουμε. Υπάρχουν διακριτοί ρόλοι, η επιστήμη είναι επιστήμη και η πολιτική είναι πολιτική. Δεν υπάρχει πολιτική διάσταση», κατέστησε σαφές, αναφερόμενος και στους στόχους της εταιρείας, όπως η διοργάνωση ημερίδων, συνεδρίων και θερινών σχολείων σε Βλαχοχώρια, καθώς και η διεκδίκηση ενός μεγάλου επιστημονικού προγράμματος προκειμένου να γίνει με συστηματικό τρόπο η καταγραφή της γλώσσας στο πολιτισμικό και κοινωνικό της πλαίσιο.
Για δαιμονοποίηση εκ του πονηρού έκανε λόγο ο καθηγητής Γλωσσολογίας Κωνσταντίνος Ντίνας σε σχέση με τις αντιδράσεις για τον τρόπο γραφής της βλάχικης γλώσσας, υπερασπιζόμενος τα όσα ακούστηκαν στο πρόσφατο συνέδριο. Όπως εξήγησε, κανένα από τα τρέχοντα αλφάβητα σε όλες τις γλώσσες της Βαλκανικής δεν αρκεί για να γραφτούν τα βλάχικα, εστιάζοντας ειδικά στο ελληνικό αλφάβητο, που διαθέτει πέντε φωνήεντα ενώ η βλάχικη γλώσσα επτά.
«Εμείς επιλέγουμε να χρησιμοποιήσουμε το λατινικό αλφάβητο για λόγους ιστορικότητας αλλά και πάλι χρειάζονται επιπλέον σύμβολα και η μείξη τριών πηγών για να αποδώσουμε τα βλάχικα», τόνισε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε: «Δε δαιμονοποιούμε το αλφάβητο, ακόμα και με νούμερα αν μπορούσαμε να το αποδώσουμε, θα το κάναμε. Όλη αυτή η δαιμονοποίηση είναι εκ του πονηρού και σίγουρα εμάς τους επιστήμονες μας αφήνει παγερά αδιάφορους». Ξεκαθάρισε, τέλος, πως δεν είναι η «Επιστημονική Εταιρεία Μελέτης του Πολιτισμού των Βλάχων», αυτή που θα αναλάβει να τυποποιήσει τη γλώσσα και να πει ότι έτσι πρέπει να γραφεί και όχι αλλιώς.
Από την πλευρά της, η πρώην Περιφερειακή Διευθύντρια Εκπαίδευσης Θεσσαλίας Άννα Αναστασοπούλου τόνισε πως η μόνη πολιτική διάσταση απορρέει από την άποψη του χρέους διάσωσης ενός κομματιού του πολιτισμού της χώρας, ενώ απάντησε και στις αναφορές για κίνδυνο δημιουργίας προϋποθέσεων μειονότητας, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Οι μειονότητες δε δημιουργούνται έτσι και δε μας αφορά αυτή η άποψη. Όσοι τα λένε αυτά, θα μπορούσαν να είναι στην ημερίδα και στις επόμενες που θα κάνουμε, να ακούσουμε τις αντιθέσεις και να κουβεντιάσουμε μαζί τους».

Σχετικά άρθρα

Ένα βιβλίο για τον Αώο και την πολιτιστική του ταυτότητα

Αίτημα επιστροφής στα αμφιθέατρα με έναν διαφορετικό τρόπο

Δηλώνει δικαιωμένος και για τα «βλάχικα»