Ο αριθμός των λιμναζόντων φοιτητών, που είναι εγγεγραμμένοι στα φοιτητολόγια των ΑΕΙ της χώρας είναι σχεδόν ο μισός του συνόλου των εγγεγραμμένων φοιτητών, γεγονός που -εδώ και χρόνια- αποτελεί ένα ακανθώδες ζήτημα για την ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά και για τον εκάστοτε υπουργό Παιδείας. Σχεδόν στο 50% των εγγεγραμμένων είναι και στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
Για μια ακόμη φορά, η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας φαίνεται αποφασισμένη να κόψει τον «γόρδιο δεσμό» και να οδηγήσει τα Πανεπιστήμια σε «εκκαθάριση» των καταλόγων τους, λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη και τις αντικειμενικές δυσκολίες ως προς την ολοκλήρωση των σπουδών, που ισχύουν για κάποιες κατηγορίες φοιτητών.
Η αλήθεια είναι πως από τις 300.000 φοιτητών, ένα μεγάλο μέρος εισήχθη πριν πολλά χρόνια και ούτως ή άλλως δε σκοπεύει να συνεχίσει τις σπουδές του, αλλά δε λείπουν και εκείνοι που έχουν ξεπεράσει κατά λιγότερα ή περισσότερα χρόνια το προβλεπόμενο όριο των «ν+2» ή «ν+3» για διάφορους λόγους, χρωστούν λίγα μαθήματα και με μια μικρή ώθηση θα ήθελαν και θα μπορούσαν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους.
«Όπως λέμε πάντα, πρέπει να εξατομικεύουμε. Δηλαδή να δούμε εκείνους τους φοιτητές και φοιτήτριες, που ανυπέρβλητες δυσκολίες τους έκαναν να εγκαταλείψουν για λίγο το πανεπιστήμιο, στο οποίο θέλουν όμως να γυρίσουν και να τελειώσουν, και εκείνους που δε θα ήθελαν ποτέ να γυρίσουν στο πανεπιστήμιο», σημείωσε η πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Άννα Μπατιστάτου, ερωτηθείσα σχετικά.
Το θέμα πρόκειται, όπως ανέφερε η κ. Μπατιστάτου, να τεθεί στην επόμενη Σύνοδο των Πρυτάνεων, όπου και θα συζητηθεί και θα υπάρξει μια ενιαία θέση. Ο υπουργός Κυριάκος Πιερρακάκης, σε πρόσφατες δηλώσεις του σε τηλεοπτική εκπομπή, ανέφερε πως ο ακριβής αριθμός θα είναι γνωστός στο τέλος της ακαδημαϊκής χρονιάς και σημείωσε πως «ήλθε η ώρα το θέμα να λυθεί», με δεδομένο πως βρίσκεται σε ισχύ ο σχετικός νόμος του 2022. Σε αυτό προβλέπονται διευκολύνσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες φοιτητών, όπως για εργαζόμενους, επαγγελματίες αθλητές, άτομα που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας κ.ά.
Πάντως, πολλοί αποδίδουν στους «αιώνιους φοιτητές» κόστος για τα Ιδρύματα, κάτι βέβαια που δεν ισχύει ως προς τα προνόμια που οι ίδιοι απολαμβάνουν. Οι φοιτητές, που έχουν ξεπεράσει το προβλεπόμενο όριο σπουδών, δε δικαιούνται για παράδειγμα μειωμένα εισιτήρια ή σίτιση. Ωστόσο, και εκεί ακριβώς βρίσκεται το πρόβλημα, ο αριθμός των φοιτητών –ενεργών και «αιώνιων», αποτελεί μια από τις παραμέτρους της εξίσωσης για την κατανομή των μελών ΔΕΠ των Πανεπιστημίων. Η διαγραφή φοιτητών, ακόμη και εκείνων που έχουν εγκαταλείψει οριστικά και αμετάκλητα το Πανεπιστήμιο, είναι ζήτημα των ίδιων των Πανεπιστημίων, που οφείλουν να επικαιροποιήσουν τα στοιχεία, και στη συνέχεια της πολιτείας, που οφείλει να επανεξετάσει την ενίσχυσή τους με προσωπικό και πόρους, με τρόπο ώστε οι «αιώνιοι» φοιτητές να μην αποτελέσουν άλλοθι για περικοπές, που θα οδηγήσουν τα δημόσια ιδρύματα, ιδιαίτερα τα περιφερειακά, σε περαιτέρω συρρίκνωση.
«Διόρθωση» της ΕΒΕ σε έξι Τμήματα
Η έλλειψη διδασκόντων αλλά και διοικητικού προσωπικού είναι, εξάλλου, από τα μεγαλύτερα προβλήματα των ΑΕΙ, με τις διοικήσεις να ζητούν προσλήψεις από το Υπουργείο.
Μάλιστα, οι ελλείψεις αυτές σε μεγάλο βαθμό οδήγησαν πολλά τμήματα και στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων τα προηγούμενα χρόνια, να υιοθετήσουν υψηλή Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, για να μπορούν να διατηρήσουν υψηλά το επίπεδο εκπαίδευσης.
Ωστόσο, αυτό οδήγησε στη μείωση των εισακτέων, τροφοδοτώντας έναν ακόμη «φαύλο κύκλο», αφού αυτή η συρρίκνωση μπορεί να αποτελέσει αιτία (ή άλλοθι) για λιγότερες προσλήψεις, πόρους κ.ο.κ.
Ήδη, έξι Τμήματα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, με προτάσεις που υιοθετήθηκαν από την Σύγκλητο και απεστάλησαν στο Υπουργείο, αιτούνται ουσιαστικά τη μείωση της ΕΒΕ από την επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά. Πρόκειται για τα Τμήματα Μαθηματικών, Φιλολογίας, Φυσικής, Μουσικών Σπουδών, Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής και το Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών στην Άρτα.
Στόχος είναι να καταστούν πιο ελκυστικά τα Τμήματα, που είδαν τον αριθμό των εισακτέων να μειώνονται τα τελευταία χρόνια, όπως ανέφερε η κ. Μπατιστάτου, σημειώνοντας πως ο αριθμός των εγγεγραμμένων δεν έχει πτωτική τάση, αν και είναι σαφώς μικρότερος από τον αριθμό των εισακτέων, των θέσεων δηλαδή που «δίνει» το Υπουργείο στο Πανεπιστήμιο.
«Προσπαθούμε να βρούμε την ιδανική αναλογία, ώστε να παίρνουμε αρκετούς φοιτητές και φοιτήτριες, αλλά και το επίπεδο σπουδών μας να είναι τέτοιο, ώστε να έχουμε αποφοίτους, που θα μας κάνουν όλους, και την κοινωνία, υπερήφανους. Αποφοίτους, οι οποίοι θα είναι καλοί οι πρεσβευτές της φήμης του πανεπιστημίου μας σε όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό και αυτό μακροχρόνια είναι η πολιτική, η οποία θα αποδώσει ένα πανεπιστήμιο, που στηρίζει και στηρίζεται στην ακαδημαϊκότητα του. Είναι η διακριτή μας ταυτότητα, που θα κάνει φοιτητές και φοιτήτριες από όλη την Ελλάδα να έρθουν να σπουδάσουν στο δικό μας πανεπιστήμιο», τόνισε η κ. Μπατιστάτου, επαναλαμβάνοντας πως τόσο το Πανεπιστήμιο, όσο και συνολικά τα ΑΕΙ ζητούν σθεναρά ενίσχυση των θέσεων διοικητικού και διδακτικού προσωπικού.