filoktitis Custom
Αίθουσα ΣύνταξηςΑπόψειςΠολιτισμός

Στην καρδιά του τραύματος: ο Φιλοκτήτης της Δωδώνης

Η καλοκαιρινή θεατρική περίοδος ξεκίνησε πολύ καλά. Με μια παράσταση λιτή, αλλά ουσιαστική κι έναν Φιλοκτήτη που δεν έπαιζε τον πόνο, τον κουβαλούσε.

Στο αρχαίο Θέατρο της Δωδώνης, όπου οι πέτρες κρατούν ακόμη την ηχώ των τραγωδιών, παρακολουθήσαμε την Κυριακή το βράδυ μια παράσταση που θα μείνει στη μνήμη για καιρό: τον Φιλοκτήτη του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία του Γιώργου Κιμούλη και ερμηνεία του ίδιου στον ομώνυμο ρόλο.

Μια σπάνια θεατρική εμπειρία, όπου η δύναμη του λόγου και της υποκριτικής τέχνης συντονίστηκαν απόλυτα με τον ιερό χώρο. Μ’ έναν ήρωα αρχαίο και ταυτόχρονα ανθρώπινο και μ’ έναν ηθοποιό που τον παραδίδει στο κοινό, όχι ως ανάγνωσμα, αλλά ως εμπειρία. Γιατί ο Φιλοκτήτης του Γιώργου Κιμούλη δεν είναι μόνο μια τραγική φιγούρα. Είναι ένας άνθρωπος με πληγή ανοιχτή, σωματική και ηθική. Ένας εξόριστος της ζωής, που προδόθηκε από τους δικούς του, αλλά αρνείται να προδώσει ο ίδιος την αλήθεια του. Ο Κιμούλης δεν υποδύεται τον ρόλο. Τον κουβαλά. Και τον κουβαλά αβίαστα, με λιτότητα και βάθος, χωρίς πομπώδη και επιτηδευμένη επίδειξη, με μέτρο και εσωτερικότητα. Μόνο με το σώμα, τη φωνή και το βλέμμα, που ποτέ δεν χάθηκαν στη διεκπεραίωση. Καθώς ήμασταν σε θέση να παρατηρήσουμε μία μία τις εκφράσεις του, την παλέτα των διαφορετικών συσπάσεων του προσώπου του -ως σιωπηλή απόκριση σε κάθε φράση του συνομιλητή του- διαπιστώναμε ότι η ερμηνεία του δεν στηριζόταν στον στόμφο ή την ένταση, αλλά στην προσοχή· στη βαθιά κατανόηση του εαυτού και του άλλου, εκεί που η τέχνη παύει να παριστάνει και να επαίρεται και αρχίζει να αφουγκράζεται και να ψηλαφεί το άρρητο.

Αξίζει να αναφερθεί και η παρουσία του Οδυσσέα του Θοδωρή Κατσαφάδου, έτσι όπως αποδόθηκε στη σκηνή: μεθοδικός, πειστικός, εργαλείο της σκοπιμότητας – ένας αντίποδας του Φιλοκτήτη, που κάνει τη σύγκρουση ακόμη πιο σφοδρή. Κι εκεί, στο πεδίο αυτής της σύγκρουσης, ο θεατής δεν μπορεί να μείνει αμέτοχος. Αναγκάζεται να πάρει θέση.

Με φτιασιά σχεδόν «γεννημένου» ήρωα τραγωδίας, ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος υποδύθηκε με ένταση και ευαισθησία τον Νεοπτόλεμο και στάθηκε ισάξια απέναντι στον Φιλοκτήτη του Κιμούλη. Ο εσωτερικός του διχασμός –ανάμεσα στην υπακοή στον Οδυσσέα και τη συμπόνια για τον πληγωμένο ήρωα– αποδόθηκε με καθαρότητα και συγκίνηση. Δεν υπολειπόταν σε δυναμική ή σκηνική παρουσία. Αντίθετα, η μεταξύ τους σχέση οικοδομήθηκε με σιωπές και βλέμματα, με λέξεις και ανείπωτες ενοχές, ενισχύοντας το ηθικό βάρος του έργου.

Η σκηνογραφία υπηρέτησε τη λιτότητα του λόγου και της έντασης. Αυστηρή, σχεδόν γυμνή, εστίαζε στα ουσιώδη. Ο φωτισμός λειτουργούσε ως εσωτερικό σχόλιο – άλλοτε απότομος, άλλοτε βυθισμένος στη σκιά, ακολουθούσε τη συναισθηματική διακύμανση των ηρώων. Η μουσική, διακριτική και στοχευμένη, αγκάλιαζε τον λόγο χωρίς να τον ανταγωνίζεται.

Εν ολίγοις, σε ένα κείμενο που μιλά για την πίστη, την ακεραιότητα, την πολιτική σκοπιμότητα, την ηθική και τη μοναξιά, ο Κιμούλης και οι συνεργάτες του μας χάρισαν κάτι σπάνιο: μια πρόσκληση σε στοχασμό, όχι απλώς σε θέαμα.

Δεν έλειψαν, ωστόσο, οι αδυναμίες. Η χρήση χειλόφωνου –εκτιμάμε αχρείαστη στον ιερό χώρο του αρχαίου θεάτρου της Δωδώνης– είχε ως αποτέλεσμα να αναδεικνύονται ακόμη και οι πιο ανεπαίσθητες ηχητικές λεπτομέρειες: ανάσες, παύσεις, δισταγμοί, επιτονισμοί. Και την ίδια στιγμή να ηχούν παράταιρες μικρές αστοχίες ορθοφωνίας, που θα περνούσαν απαρατήρητες αν οι συντελεστές εμπιστεύονταν την ακουστική του χώρου. Επιπλέον, ο χορός ήταν παραμελημένος. Έλαβε μεν σκηνοθετικές οδηγίες, μάλλον όμως βιαστικές με ελάχιστη εμβάθυνση στον πάντα καθοριστικό ρόλο του, γι’ αυτό και τον υπηρέτησε άνευρα και ξέπνοα. Ατυχής και η επιλογή των ηχογραφημένων χορικών, που επέτειναν τη διεκπεραιωτική παρουσία του. Έλειψαν η καθοδήγηση, η σωματικότητα, η παλμική σχέση με τη δράση –όλα εκείνα που τον κάνουν οργανικό φορέα του νοήματος. Δυστυχώς, επίσης ηχογραφημένη ήταν και η παρέμβαση του από μηχανής θεού Ηρακλή στο τέλος, που της αφαίρεσε τον λυτρωτικό της χαρακτήρα.

Κι όμως, παρά τις όποιες ατέλειες, η ουσία της παράστασης έφτασε καθαρά και έντονα. Σ’ αυτό το αρχαίο θέατρο, εκεί όπου οι πέτρες θυμούνται, ο Φιλοκτήτης του Κιμούλη δεν ήταν απλώς έργο. Ήταν βίωμα και μια συνάντηση με την τραγωδία – αλλά και με τη δύναμη που έχει η πίστη στον εαυτό και την αλήθεια. Και όλα αυτά στη Δωδώνη – έναν τόπο που από μόνος του σε μετακινεί. Εκεί που το θέατρο δεν είναι απλώς χώρος, αλλά ιστορία και μνήμη. Εκεί που κάθε λέξη αντηχεί αλλιώς και κάθε σιωπή βαραίνει περισσότερο…

Σχετικά άρθρα

Ένας υπηρέτης, δύο αφεντάδες και αμέτρητες αρετές

Σταύρος Ξαρχάκος – Τα σκοτάδια μας λουσμένα στο φως της μουσικής του

Τιτίκα Τζάλλα

Με τέσσερα εκατομμύρια περνά στην επόμενη φάση

Γεωργία Χαλάτση