skamnakis
ΚαθημερινάΑίθουσα Σύνταξης

Όταν πέταξε ψηλά

Η οικογένεια του Ηπειρωτικού Αγώνα αποχαιρετά έναν δικό της άνθρωπο, τον Μίμη Σκαμνάκη, που έφυγε από τη ζωή την περασμένη Παρασκευή.

Ούτε που το φανταζόμασταν ότι ο καινούριος περιφερειάρχης Ηπείρου το 2003, θα γινόταν σχεδόν μετά από μια δεκαετία, στενός συγγενής. Ο Δημήτρης Σκαμνάκης, ο ανιδιοτελής, ο πανθομολογούμενα ως έντιμος και ηθικός άρχοντας της αυτοδιοίκησης, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, νομάρχης Ζακύνθου, αποδεκτός ακόμη και σήμερα από ομοϊδεάτες και μη, δεν είναι πια ανάμεσά μας. Για μας θα μένει ως τελευταία ανάμνηση η κουβέντα μας για όλα όσα πίστευε ως άνθρωπος και ως ακέραιος πολιτικός, χωρίς να εκφράζει ποτέ την παραμικρή διαμαρτυρία, ότι η πολιτεία δεν του φέρθηκε ντόμπρα, ίσια και καθάρια, όπως της φέρθηκε εκείνος. Αυτό το μαθαίναμε από τους φίλους και συναδέλφους του. Ο Μίμης που ακόμη και το σπίτι του το χρωστάει ως τα τώρα, έλεγε πρώην δήμαρχος από τα μέρη μας.

Για μας προσωπικά θα μένει από εκείνον μια όμορφη ιστορία συναισθημάτων, που θα τη διηγούμαστε με συγκίνηση κι έχει να κάνει με το σπιτάκι του σκύλου, που μας έφερε ως δώρο στο τυπογραφείο στην Ελεούσα. Ίσως ήταν και για μας το μοναδικό δώρο, που δεχθήκαμε από πολιτικό. Καλοτάξιδο το καράβι σου, Μίμη μας.

Λουκία Τζάλλα

Ο κύριος Μίμης

Τον Μίμη τον γνώρισα πριν γίνει ο παππούς της μικρής μου ανιψιάς, σε μια εποχή που ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν περνούσε από το μυαλό κανενός. Ήταν –εκτός από περιφερειάρχης Ηπείρου, που για μένα λίγη σημασία είχε αυτό- ο μπαμπάς του Χριστόφορου, του φίλου του αδερφού μου από τον στρατό. Η πρώτη μας επικοινωνία δεν ήταν καλή. Ήταν τηλεφωνική, μάλλον βιαστική και σίγουρα απότομη. Από την πλευρά μου ασφαλώς, καθώς εκείνος, παρά την τραχιά και βραχνή φωνή του, ήταν πάντα μειλίχιος, κατευναστικός και ήπιος –εκτός από τις στιγμές που έκανε πλάκα και γινόταν σαρωτικός και πολύ αστείος. (Αυτό το τηλεφώνημα ο Μίμης θα το μνημονεύει σε κάθε μας συνάντηση από τότε. Ποτέ θυμωμένος, πάντα αστειευόμενος και γλυκός).

Λίγες μέρες μετά την ατυχή πρώτη γνωριμία μας, στο τυπογραφείο μας στην Ελεούσα έφτασε ένα δώρο. Από το πουθενά. Ένα πελώριο σπίτι σκύλου, σε σχήμα ιγκλού, με το σημείωμα: «Για τους φίλους της Τιτίκας. Μίμης Σκαμνάκης». Ξέρετε τι συμβαίνει στους ανθρώπους που καμώνονται πως είναι σκληροί και δεν έχουν ανάγκη κανέναν, όταν κάποιος –χωρίς καλά καλά να τους ξέρει- ακουμπά, με μια μικρή, συμβολική χειρονομία, την παλάμη του πάνω στην καρδιά τους; Το αποτύπωμά της μένει εκεί για πάντα και τη ζεσταίνει κάθε φορά που αυτή πάει να κρυώσει και να αγριέψει.

Αλλά αυτός ήταν ο Μίμης σ’ όλη του τη ζωή, και σ’ εκείνη που έζησε στους αγώνες και τα μετερίζια για να κάνει τον κόσμο μια σταλιά καλύτερο και στην άλλη, που ήταν σύζυγος, μπαμπάς, παππούς, θείος, φίλος καρδιακός και σπουδαία παρέα στο αγαπημένο του Ναύτ-οικο, το εστιατόριο του Ρίου στο οποίο σύχναζε. Ανοιχτόμυαλος, οραματιστής, έντιμος, αφοσιωμένος, πιστός σε αξίες και αρχές που πολλοί σήμερα τις λογαριάζουν για παλιοκαιρίσιες, με μια πρωτόγνωρη, ειλικρινή και έμπρακτη έγνοια για τον συνάνθρωπό του, ακόμη κι αν ελάχιστα τον γνώριζε. Ο Μίμης ήταν ένας γενναιόδωρος άνθρωπος που ό,τι περνούσε από το χέρι του θα το έκανε, ακόμη και για έναν άγνωστο. Είμαι σίγουρη πως το χέρι του αυτό ζεσταίνει νοερά χρόνια τώρα τις καρδιές των ανθρώπων που τον γνώρισαν και θα παραμείνει εκεί, ακόμη και τώρα που εκείνος ταξιδεύει μακριά τους…

Την ώρα που τον αποχαιρετούσαμε προχθές, κοιτούσα τη Μαρία του, τα παιδιά του –τον Χριστόφορο και τη Μελίτα- να στέκονται όρθιοι, παρόλο τον πόνο της απώλειας που εύκολα λυγίζει και τους πιο δυνατούς. Και λίγο πιο πέρα, τα δυο του εγγόνια, στην εφηβεία τους πια, και εκεί κοντά σε μια αγκαλιά στοργική τη μικρή του εγγονή, την ανιψιά μου -όλοι οι αγαπημένοι του παρόντες για τον τελευταίο ασπασμό. Και κάπως η λύπη μετριάστηκε στη σκέψη ότι η καλοσύνη του δεν φεύγει μαζί του, τη δίδαξε απλόχερα στα παιδιά του, την αφήνει παρακαταθήκη στα εγγόνια του. Γιατί ξέρω –το έχω νιώσει- πως πίσω του αφήνει τουλάχιστον τρία ζευγάρια χέρια τρυφερά σαν τα δικά του, που ξέρουν ήδη να ακουμπούν πάνω στις καρδιές των ανθρώπων και να τις ζεσταίνουν.

Στη μνήμη του, που θα μείνει άσβεστη, όσα χρόνια κι αν περάσουν…

Οι φίλοι της Τιτίκας. Και η Τιτίκα.

Σχετικά άρθρα

Στη μνήμη του Αποστόλη Οικονόμου

Ευχαριστήριο οικογένειας της Πόπης Παρλαπά

Ηπειρωτικός Αγών

Ο ίσκιος του πολεμιστή