Καθημερινά

Στον δάσκαλό μας, με αγάπη

Ο Ηλίας Δημητρίου, ένας σπουδαίος δάσκαλος και ένας από τους πιο γνωστούς φροντιστές θεωρητικής κατεύθυνσης τις δεκαετίες '80 -'90, έφυγε σήμερα από τη ζωή. Μία παλιά μαθήτριά του τον αποχαιρετά.

Η πρώτη επαφή με πρωτότυπο αρχαίο ελληνικό κείμενο ήταν στην Α’ Λυκείου. Μέχρι το τέλος της, ήταν πέρα από προφανές πως χρειαζόμουν βοήθεια, γιατί όλα φάνταζαν δύσκολα και βουνό. Ήμουν στο Κλασικό Λύκειο, είχαμε καλούς καθηγητές –κυρίως φιλολόγους- αλλά δεν έφτανε αυτό. Πήγα φροντιστήριο τον Σεπτέμβριο και τότε τον γνώρισα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή είχα ακούσει για τον Ηλία Δημητρίου ιστορίες από τη μεγαλύτερη αδερφή μου και τις φίλες της, ιστορίες που μέχρι σήμερα έχουν πάρει τη μορφή του αστικού μύθου, με κύριους πρωταγωνιστές την αφηρημάδα του και τον παρορμητισμό του. Ότι είχε ξεχάσει πως πάρκαρε το αυτοκίνητό του στην Πουλίτσα και έκανε μήνυση κατά αγνώστων. Ότι άνοιξε το παράθυρο από την αίθουσα του τελευταίου ορόφου του κτιρίου, όπου στεγαζόταν το φροντιστήριό του στην αρχή της Αβέρωφ, και αντί να πετάξει το τσιγάρο του, πέταξε το φλιτζάνι με τον τελειωμένο καφέ του.  Ότι το δεξί του χέρι είχε μερικώς παραλύσει από τα απανωτά χτυπήματα πάνω στην έδρα, για να σωπάσουν οι άτακτοι και θορυβώδεις μαθητές του. Χίλια δυο.

Ο Ηλίας Δημητρίου ήταν ένα ολόκληρο –ξεχωριστό- κεφάλαιο της ιστορίας των φροντιστών της θεωρητικής κατεύθυνσης στην πόλη. Κι ένα μεγάλο και σπουδαίο σχολείο η φοίτηση στο φροντιστήριό του. Χάρη σ’ εκείνον, τον ιδιόρρυθμο και βαθιά συναισθηματικό άνθρωπο, μάθαμε αρχαία και λατινικά. Μας βοήθησε να τα πάρουμε από την αρχή και να αποκαταστήσουμε όσα τραύματα η πρώτη επαφή μαζί τους είχε προλάβει να δημιουργήσει. Μας έμαθε να αγαπάμε την αρχαία ελληνική γλώσσα, να ακολουθούμε τη συχνά ελικοειδή διαδρομή της, να αναγνωρίζουμε τις γενικές αντικειμενικές, να ξεχωρίζουμε την επεξήγηση από την παράθεση, να ξετρυπώνουμε χαμένα κατηγορούμενα.

Το καλοκαίρι πηγαίναμε φροντιστήριο από τα αξημέρωτα, πριν καν προλάβουν να έρθουν οι χτίστες στο απέναντι κτίριο της Αβέρωφ, που τότε ανεγειρόταν. Για να έχουμε καθαρό το μυαλό μας και να είμαστε ξεκούραστοι (ήταν χαρακτηριστική –και πολύ αστεία- η αντίδρασή του, κάθε φορά που κάποιος έκανε ένα λάθος στη συντακτική αναγνώριση στο γνωστό ή άγνωστο κείμενο: «είσαι πολύ κουρασμένος/η», του/της έλεγε με γνήσιο ενδιαφέρον). Το χέρι του είχε πράγματι μερικώς παραλύσει, έβαζε την κιμωλία ανάμεσα στον δείκτη και το μεσαίο δάχτυλο χαμηλά και έγραφε στον πίνακα όπως μπορούσε. Τον θυμάμαι να το σηκώνει ψηλά και να το προσγειώνει δυνατά με την αναστροφή της παλάμης του πάνω στην έδρα, προκαλώντας εκκωφαντικό θόρυβο. Όταν είχαμε κανένα κενό ή διαπίστωνε ότι η κούραση είχε καταβάλει ολόκληρη την τάξη, μας έστελνε στα Λιθαρίτσια για προφιτερόλ –όλα πληρωμένα από εκείνον. Ο Σωτήρης, μια χαρακτηριστική, γνωστή φιγούρα της πόλης τότε, είχε βρει καταφύγιο στο φροντιστήριό του. Έδινε συναυλίες με το νοερό μπουζούκι του στο πάρκο. Μετά τα προφιτερόλ –με προτροπή του φροντιστή μας- πηγαίναμε να τον δούμε να «παίζει».

Στα διαγωνίσματα, μας έβαζε να καθόμαστε χιαστί στα θρανία, για να μην αντιγράφουμε. Εμένα με έβαζε να κάθομαι και ένα θρανίο πίσω από όλους τους άλλους. Όχι γιατί θα αντέγραφα, αλλά γιατί ήμουν –όπως με αποκαλούσε- «ο Τσε Γκεβάρα του φροντιστηρίου». Στο σχολείο δεν είχα πάρει ούτε μία ωριαία αποβολή. Στο φροντιστήριό του πήρα διήμερη. Το όνομά μου, μαζί με της κολλητής μου της Νανάς, φιγούραραν πρώτα πρώτα στην κατάσταση με τους αποβληθέντες, που είχε αναρτήσει φαρδιά πλατιά στην είσοδο του φροντιστηρίου για να τη δουν όλοι. Δεν του θύμωσα ποτέ. Δεν μου θύμωσε πραγματικά ούτε μία φορά. Ήταν προστατευτικός, είχε έγνοια μεγάλη για τους μαθητές του, τους άκουγε και καμιά φορά τους έπαιρνε περισσότερο σοβαρά απ’ όσο θα έπρεπε.

Πολλά χρόνια μετά ήρθε στην εφημερίδα να βάλει μια μικρή αγγελία. Τον αναγνώρισα αμέσως. Κι εκείνος το ίδιο. «Ήσουν πολύ ατίθαση, Αρετή», μου είπε χωρίς την παραμικρή διάθεση επίπληξης, αλλά με την ίδια έγνοια, που είχε και τότε, μόνο που τώρα ήταν γερασμένος και έδειχνε κουρασμένος πολύ και απογοητευμένος. Ήρθε ξανά αρκετές φορές.

Είχα δυο χρόνια να τον δω. Έμαθα τυχαία στο facebook από τον γιο του ότι πέθανε σήμερα, στην αρχή της νέας σχολικής χρονιάς, σε μέρες που άλλα χρόνια θα ετοιμαζόταν πυρετωδώς, θα χώριζε τμήματα, θα έβρισκε καθηγητές για τις μαθήτριες και τους μαθητές του. Του χρωστάμε πολλά. Περισσότερο απ’ όλα ξεχωρίζω την κατανόηση και την αποδοχή, τα πολλά γέλια σε μια περίοδο ανυπόφορη, τη στήριξη στα δύσκολα, την επιμονή του και τη δύναμή του να αντέχει. Ήταν ένας σπουδαίος δάσκαλος. Ξεχωριστός και αξέχαστος. Ας αναπαυθεί η ψυχή του.

Σχετικά άρθρα

Έφυγε από τη ζωή ο ζωγράφος και αγιογράφος Αντώνης Φαρίδης

Ηπειρωτικός Αγών

Μείνετε αχόρταγοι, μείνετε τρελαμένοι!

Τιτίκα Τζάλλα

Αποχαιρετισμός σε έναν ιδεολόγο

Ηπειρωτικός Αγών