Και συγκεκριμένα ενός σπηλαίου σταλακτιτών και σταλαγμιτών κάτω από τα παραλίμνια βράχια, στο υπέδαφος του Δημοτικού Μουσείου του τζαμιού του Ασλάν Πασά.
Η παρουσίαση εξέπληξε ευχάριστα πάρα πολλούς συμπολίτες μας, που δεν γνώριζαν στην συντριπτική τους τουλάχιστο πλειονότητα, την ύπαρξη αυτού του μοναδικού αστικού σπηλαίου. Το ενδιαφέρον υπήρξε μεγάλο. Μέχρι σήμερα το άρθρο, που αναρτήθηκε και στο agon.gr («Σπήλαιο κατακομβών Ιωαννίνων»), συγκεντρώνει χίλιες πεντακόσιες (1.500) περίπου επισκέψεις και αυτές, εκτός του εντόνου ενδιαφέροντος που εκδηλώθηκε, δια ζώσης, τόσο στον αρθρογράφο όσο και στην εφημερίδα μας. Φανταστείτε τι μπορεί να σημαίνει για την πόλη μας η αξιοποίηση αυτού του -επαναλαμβάνουμε- στην κυριολεξία γεωλογικού θησαυρού, το οποίο εξερεύνησε το 1976, μετά από ενέργειες της τότε δημοτικής αρχής (δήμαρχος ο αείμνηστος Κώστας Μπέγκας) η γνωστή σπηλαιολόγος Άννα Πετροχείλου και συνέταξε τη σχετική μελέτη της η οποία, συνοδεία πολλών φωτογραφιών, περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τον πολύτιμο διάκοσμο του σπηλαίου και τονίζει ιδιαίτερα τη μεγάλη τουριστική σημασία, που θα είχε η αξιοποίησή του για την πόλη μας.
Σημειώνουμε ότι η Άννα Πετροχείλου, που εξερεύνησε, όσο ζούσε, το σύνολο των σπηλαίων της χώρας μας -και αυτά ανέρχονται σε χιλιάδες- χαρακτήρισε το «σπήλαιο κατακομβών Ιωαννίνων», όπως το ονόμασε, το μοναδικό αστικό σπήλαιο που γνώριζε! Για αυτό, το «μοναδικό» λοιπόν σπήλαιο, το άγνωστο, το κρυφό μέχρι πρότινος, όμως, καλούνται οι αρμόδιοι φορείς της πόλης (περιφέρεια, δήμος) να δείξουν το σχετικό ενδιαφέρον. Η αξιοποίηση του -και είναι αυτό θέμα απλής λογικής- θα πρόσφερε τόσα πολλά στον τουρισμό της πόλης μας. Είναι γεγονός βέβαια ότι η απόδοση του σπηλαίου στο κοινό συνεπάγεται και κόπο και χρόνο και χρήματα. Δεν αξίζει όμως; Τουλάχιστον σε πρώτη φάση, μια κίνηση ενδιαφέροντος, η οποία μέχρι τώρα, από κανένα απολύτως όχι μόνο δημόσιο αλλά και ιδιωτικό φορέα (π.χ. επιμελητήρια, Ένωση Ξενοδόχων κ.λπ.) ούτε ακροθιγώς δείχτηκε.
