Εικόνα 7
Εικόνα 7. Η κάρτα που έστειλε ο Λέων «από τα χιονισμένα βουνά της Μικράς Ασίας». Ίσως κάποιος από τους αναγνώστες να αναγνωρίσει το επίθετο στην υπογραφή του.
ΙστορίεςΑίθουσα Σύνταξης

1921: Ευχές στα Γιάννενα από τα χιονισμένα βουνά της Μικράς Ασίας – Μέρος Β: Ο χειμώνας μετά το Σαγγάριο

Στη συλλογή της αείμνηστης Γιέτης Λεβή-Μωυσή διατηρούνται κάρτες που αντάλλαξαν νέοι Γιαννιώτες το 1921. Τις ερμηνεύουμε σήμερα όπως θα κάναμε με ατελή θραύσματα σε αρχαίες επιγραφές. Βρίσκουμε μια νεανική ανεμελιά που συγκρούστηκε με την πραγματικότητα.

Οι μεγάλες εκστρατείες το καλοκαίρι του 1921

Ας περιγράψουμε τα μέρη που αναφέρονται στις κάρτες των Γιαννιωτών και τη σχέση τους με τη Μικρασιατική εκστρατεία (Εικόνες 1, 2).

ΕΙΚΟΝΕΣ 1 2 Custom scaled
Εικόνες 1, 2. Οι στρατηγικοί κόμβοι και άξονες της Μικρασιατικής Eκστρατείας με τις αναγκαίες για τον εφοδιασμό σιδηροδρομικές διασυνδέσεις. Δεξιά σε απλουστευμένη μορφή.

Στο βόρειο μέτωπο έχουμε έναν άξονα που ξεκινάει δυτικά από την Προύσα και το πορθμείο της τα Μουδανιά στη θάλασσα του Μαρμαρά και φτάνει ως την Άγκυρα, περνώντας από το Καρακόι και το Εσκή Σεχίρ. Ανάμεσα στο Εσκή Σεχίρ και την Άγκυρα περνάει ο ποταμός Σαγγάριος. Το Καρακόϊ διέσχιζε η σιδηροδρομική γραμμή από την Κωνσταντινούπολη προς την ανατολή. Στα νότια βλέπουμε έναν άξονα, που ξεκινάει στα δυτικά από τη Σμύρνη και φτάνει ως το Ικόνιο και τη Μερσίνη, περνώντας από το Ουσάκ και το Αφιόν Καραχισάρ.

Ο ελληνικός στρατός είχε κέντρα ανεφοδιασμού στην Προύσα και τη Σμύρνη. Ο στρατός του Κεμάλ στην Άγκυρα και το Ικόνιο. Οι επίγειες μεταφορές ανάμεσα στην Προύσα και τη Σμύρνη ήταν επισφαλείς, οπότε γινόντουσαν κυρίως από τη θάλασσα. Αντίστοιχα, οι μεταφορές ανάμεσα στην Άγκυρα και το Ικόνιο ήταν δυσχερέστατες, αφού ενδιάμεσα υπάρχει η Αλμυρή Έρημος. Επί πλέον, ο στρατός του Κεμάλ δεν είχε αρκετά μεταφορικά αυτοκίνητα.

Οι σιδηροδρομικές γραμμές έκριναν τις στρατηγικές επιλογές των αντιπάλων. Πιο συγκεκριμένα, όποιος έλεγχε την σιδηροδρομική γραμμή μεταξύ Εσκή Σεχίρ και Αφιόν Καραχισάρ μπορούσε να συνδέσει τα βόρεια με τα νότια στρατεύματα του αποκτώντας έτσι σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα. Κατέχοντας τη γραμμή αυτή, ο Κεμάλ θα μπορούσε να εφοδιάσει την Άγκυρα από το Ικόνιο και από το λιμάνι της Μερσίνης, ιδιαίτερα μετά την αποχώρηση των Γάλλων από την Κιλικία τον Οκτώβριο του 1921. Χωρίς αυτό το σύνδεσμο η Άγκυρα μπορούσε να εφοδιαστεί μόνο από τον Πόντο, όταν δεν υπήρχε συμμαχικός ναυτικός αποκλεισμός, ή από τα Ρωσοτουρκικά σύνορα.

Λίγο αφού οι Γιαννιώτες Λέων και Δημητράκης έστειλαν τις κάρτες τους από τη Μικρά Ασία στα τέλη Ιουνίου 1921, όπως είδαμε στο προηγούμενο, ο Ελληνικός στρατός του αντιστράτηγου Παπούλα κατέλαβε θριαμβευτικά αλλά και με σημαντικές απώλειες το Αφιόν Καραχισάρ στα νότια και το Εσκή Σεχίρ στα βόρεια. Έθεσε έτσι τον κρίσιμο σιδηροδρομικό άξονα που αναφέραμε και την ενδιάμεση Κιουτάχεια κάτω από τον έλεγχο του (Εικόνες 3, 4).

ΕΙΚΟΝΑ 3 4 Custom scaled
Εικόνες 3, 4. Ο βράχος του Αφιόν Καραχισάρ το 1917 και το 2019 με το φωτογράφο να κοιτάει προς τα βορειοδυτικά (οι εικόνες είναι από το διαδίκτυο και τις εφαρμογές Pinterest και Google Streetview).

Για άλλη μια φορά, ξέροντας πως έληξε αυτή η ιστορία, μας είναι δύσκολο να κρίνουμε τους πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής. Με δεδομένη την σταδιακή άνοδο σε δύναμη του στρατού του Κεμάλ με την ανοχή πλέον των (πρώην) «συμμάχων» της Ελλάδας, τι θα ήταν προτιμότερο; Να συμπτυχθεί ο Ελληνικός στρατός στους καλά ανεφοδιαζόμενους θύλακες του στην Προύσα και τη Σμύρνη και να υπερασπίσει αυτά τα εδάφη και τον χριστιανικό πληθυσμό τους από την αναπόφευκτη εχθρική επίθεση; Ή να καταλάβει τη γραμμή Εσκή Σεχίρ-Αφιόν έτσι ώστε να περιορίσει τον ανεφοδιασμό του Κεμάλ και να διαιρέσει το βόρειο από το νότιο τομέα του εχθρού;

Άξιζε τελικά να επιδιωχθεί η καθυστέρηση της ενδυνάμωσης του στρατού του Κεμάλ για να δοθεί χρόνος στους πολιτικούς να βρουν κάποια διπλωματική λύση; Ή με αδιάλλακτο τον αντίπαλο δεν υπήρχε προοπτική διαπραγμάτευσης; Και πως συνυπολογίζει κανείς και το γεγονός ότι το Ελληνικό κράτος δεν είχε τους οικονομικούς πόρους για να διατηρήσει τους άνδρες στα άρματα για πολύ περισσότερο; Και το γεγονός ότι πολλοί φαντάροι, ιδίως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία είχαν κουραστεί και ήθελαν να γυρίσουν στις οικογένειες τους;

Όπως ανέφεραν στις κάρτες τους που έστειλαν στα τέλη Ιουνίου 1921 οι δύο Γιαννιώτες οικογενειακοί φίλοι της γιαγιάς μου, ο Λέων και ο Δημητράκης βρισκόντουσαν στο νότιο άξονα του μετώπου, στη γραμμή ανεφοδιασμού, κάπου μεταξύ από τη Σμύρνη και το Ουσάκ. Ίσως να βρισκόντουσαν κοντά στο Νυμφαίο (σήμερα Κεμάλπασα), 25 χιλιόμετρα δυτικά από τη Σμύρνη. Υπηρετούσαν στην επιμελητεία και το ταμείο τις μέρες που ετοιμαζόταν με πυρετώδη ρυθμό η εκστρατεία προς το Αφιόν Καραχισάρ. Υπηρετούσαν σε ένα νεοσύστατο Σύνταγμα όπου, εκ των υστέρων μάθαμε, υπήρχε αρκετή σύγχυση επειδή πολλοί από τους στρατευμένους ήταν νεοσύλλεκτοι.

Μεθούσαν και γλεντούσαν κάθε βράδυ έλεγαν στις κάρτες τους στα τέλη Ιουνίου… Τον Ιούλιο ακολούθησε η επιτυχής εκστρατεία και κατάληψη του του Αφιόν Καραχισάρ στα νότια, του Εσκή Σεχίρ στα βόρεια και της σιδηροδρομικής γραμμής που συνδέει τις δύο πόλεις μαζί με την Κιουτάχεια. Όμως, αν και έχασε έδαφος, ο χρόνος ήταν με το μέρος του Κεμάλ: Η αριθμητική δύναμη του στρατεύματος του συνέχιζε να αυξάνεται και στα βάθη της Ανατολίας οι Τούρκοι μαχόντουσαν σε εδάφη κατοικημένα κυρίως από ομοθρήσκους τους.

Απέναντι τους, η Ελλάδα είχε απομονωθεί από τους συμμάχους.  Αυτοί, αν και είχαν στείλει αρχικά τον Ελληνικό στρατό για να τους αντιπροσωπεύσει διακήρυξαν τώρα την «ουδετερότητα τους». Με μελανές τις προσδοκίες για το τελικό αποτέλεσμα εγκατέλειψαν την Ελλάδα και οι ξένοι πιστωτές, οπότε η δυνατότητα της κυβέρνησης να χρηματοδοτήσει την παραμονή του στρατού σε μέτωπο 400 χιλιομέτρων είχε αναγκαστική ημερομηνία λήξης λίγους μήνες αργότερα.

Με αυτά τα δεδομένα, η τότε κυβέρνηση και ο βασιλιάς αποφάσισαν να δοκιμάσουν μια κίνηση απελπισίας ή υπέρμετρης αισιοδοξίας: Επιχείρησαν να καταδιώξουν το στρατό του Κεμάλ στα βάθη της Μικράς Ασίας με την ελπίδα πως θα μπορέσουν να φτάσουν ως την Άγκυρα και να καταστρέψουν έτσι όχι μόνο ολόκληρη τη σιδηροδρομική γραμμή ανεφοδιασμού του μεταξύ Αγκύρας και Εσκή Σεχίρ, αλλά και όλο το υλικό που είχαν εκεί οι Τούρκοι για τις σιδηροδρομικές μεταφορές του στρατού.

Υποχωρώντας μετά στο Εσκή Σεχίρ, ο Ελληνικός στρατός θα είχε «την ησυχία του» από τους Τούρκους για ολόκληρο πλέον το χειμώνα, δίνοντας έτσι στους διπλωμάτες τη δυνατότητα να βρουν λύση στο πολιτικό αδιέξοδο. Λίγοι στο στράτευμα πίστευαν πλέον πως με την εκστρατεία αυτή θα διαλυόταν ο στρατός του Κεμάλ. Το κόστος των επιχειρήσεων σε ανθρώπινες απώλειες αποδείχτηκε ιδιαίτερα βαρύ.

Μετά την εκστρατεία αυτή προς το Σαγγάριο και την υποχώρηση που ακολούθησε, μπήκε ο χειμώνας, πάγωσαν οι επιχειρήσεις και επικράτησε μια ανησυχητική για την Ελληνική πλευρά εκεχειρία. Ο Ελληνικός στρατός ήταν εκτεθειμένος σε ένα εκτενέστατο μέτωπο και μακριά από τα κέντρα του ανεφοδιασμού του με περιορισμένους οικονομικούς πόρους και με μειωμένο το ηθικό.

Αντίθετα, ο στρατός του Κεμάλ βελτιωνόταν μέρα με την ημέρα με ανεφοδιασμό από τους Σοβιετικούς και τους Γάλλους. Αυτή η απειλή αιωρείτο όλον εκείνο το χειμώνα σαν μια Δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Το ασθενέστερο σημείο στο μέτωπο του Ελληνικού στρατού βρισκόταν στη «σφήνα» του Αφιόν Καραχισάρ όπου οι Ελληνικές γραμμές ήταν παραταγμένες σε ορθή γωνία γύρω από την πόλη και συνεπώς ήταν ιδιαίτερα εκτεθειμένες.

Οι κάρτες μετά την εκστρατεία στο Σαγγάριο

Τι απέγιναν όμως οι Γιαννιώτες φίλοι της γιαγιάς στο 49ο Σύνταγμα μετά το Σαγγάριο;

Διατηρούνται δύο κάρτες που στάλθηκαν στις 4 Νοεμβρίου 1921, λίγες μέρες μετά την ονομαστική γιορτή του Δημητράκη. Αναγνωρίζουμε το γραφικό χαρακτήρα του Λέων. Είχε στείλει φαίνεται μια σειρά από κάρτες μαζί στη Γιέτη, αλλά μόνο η πρώτη και η πέμπτη διατηρούνται:

Μέρος 1ο (κάρτα με φωτογραφία νεαρής πιανίστριας) – Ἀγαπητή Γέττη, χθές τό βράδυ ἔγραψα στήν ἀγ. μαμά σου. Σήμερα ὅπως κατέβαινα ἔφιππος ἀπό ἕνα τάγμα τοῦ Συν/τος μας, ὅπου πῆγα γιά νά παραδώσω τρόφιμα, συνάντησα στό δρόμο τήν Καντίνα τῆς Ι Μεραρχίας ὅπου καί ἀγόρασα μίαν μικρά serie ἀπό νόστιμες cartes-postales. Μόλις εἶδα τήν κάρτα μέ τήν πιανίστρια ἀμέσως θυμήθηκα πῶς στό λεξικόν … (οι επόμενες 3 κάρτες λείπουν)

Μέρος 5ο (συνέχεια)… νά ἔλθη αὔριον χωρίς ἄλλο γιά νά μή χάση τήν εὐκαιρίαν. Προχθές ἔλαβεν μία κάρτα ἐκ μέρους σου διά τήν γιορτή του [σημ: ο Δημητράκης υποθέτω]. Ὅταν τήν εἶδα ἄρχισα νά τόν πειράζω μέ τό νά τοῦ λέγω ὅτι τοῦ ἔστειλες μία κάρτα ποῦ παριστάνει ἕνα κίτρινο τριαντάφυλλο, ὅτι τόσον πολύ τόν λογαριάζεις ποῦ τοῦ ἔστειλες μίαν τυχαῖαν κάρταν ποῦ βρέθηκε μπροστά στά χέρια σου. Επί τέλους…  [η επόμενη κάρτα λείπει].

(4 Νοεμβρίου 1921 από Λέων ΤΤ.940 στη Γιέτη – Mlle Henriette Levy Janina).

Ακολουθεί μία κάρτα από τον ίδιο το Δημητράκη προς τη Γιέτη.  Από την αναφορά σε τζάκι συμπεραίνω πως η κάρτα στάλθηκε σε μήνα φθινοπωρινό ή χειμωνιάτικο – δεν θα είχε αναφερθεί το τζάκι το καλοκαίρι όταν όλοι κοιμόντουσαν έξω.

Ἀγαπητή Γιέτη

Σήμερα τό ἀπόγευμα ἦλθα νά ἰδῶ τόν Léon, στή νέα του κατοικία, ἔνα ὄμορφο δωματιάκι μέ τζάκι ὅπου εἶναι τά γραφεῖα τοῦ Ἐφοδιασμοῦ. Τό πρωί ἔχει φύγη ὁ ἀξιωματικός του γιά Οὐσάκ κι’ ἔτσι σήμερα εἶναι γενικός Δερβέναγας στό γραφεῖο καί ἐπί τῆ εὐκαιρία αὐτή μᾶς παρέθεσε τέϊον souper καί χορεσπερίδα.

Τό τέϊον παρετέθη ἐν πάση μεγαλοπρεπεία σέ κύπελλα ἀπό aluminium, μέ βούτηγμα κουραμάνα πυρωμένη, περί την 5½ ἀπογευματινήν. Ἐπηκολούθησε χορός ζεϊμπέκικος παρά τοῦ μικροῦ παιδιοῦ του σπιτονοικοκύρη ηλικίας 5 ετών (πού τή στιγμή αὐτή καπνίζει τσιγάρο σάν μεγάλος). Ὁ Λέων καί ἄλλοι δυό συνδαιτημόνες τραγουδοῦν καί κτυπᾶνε τές παλάμες γιά νά κρατήσουν τόν χρόνο… ὁ χορός ἐξακολουθεί… έγώ κυττάζω κάπου-κάπου την κωμική αὐτή σκηνή και γελῶ… ἐξακολουθῶ ἔπειτα νά γράφω καμμιά εἰκοσιπενταριά κάρτες.

(Δημητράκης προς Γιέτη – Άγνωστη ημερομηνία, μάλλον φθινόπωρο 1921).

Τι να απέγινε άραγε ο πεντάχρονος επίδοξος ζεϊμπέκης; Ποιος ξέρει τι πέρασε αυτό το μικρό παιδί λίγους μήνες αργότερα και αν επέζησε σαν προσφυγόπουλο (Εικόνα 5).

ΕΙΚΟΝΕΣ 5 6 Custom scaled
Εικόνες 5, 6. Αριστερά, δύο στρατιώτες χορεύουν ζεϊμπέκικο, σε πίνακα του Γιάννη Τσαρούχη. Δεξιά, διανομή αλληλογραφίας στο Μικρασιατικό μέτωπο (από το αρχείο της ΕΡΤ).

Στις 8 Δεκεμβρίου, βρίσκουμε μια κάρτα η οποία είχε σταλεί στα Γιάννενα από το θωρηκτό Αβέρωφ, το οποίο βρισκόταν τότε με τον συμμαχικό στόλο στην Κωνσταντινούπολη. Προς τιμήν του θρυλικού πλοίου, το ξενοδοχείο «Ιχσανιέ» στην κεντρική πλατεία των Ιωαννίνων είχε μετονομαστεί σε «Μέγα Ξενοδοχείον Ο Αβέρωφ». Παρατηρούμε πως ο Ροδόλφος είχε και αυτός επιστρατευτεί.

Ἀγαπητέ Ροδόλφε. Κατόπιν τῆς ἐκφρασθήσης ἐπιθυμίας σου σπεύδω νά σέ ευχαριστήσω. Ἐχεις πολλούς χαιρετισμούς ἀπό τήν μητέρα μου ἐπίσης καί εἰς τούς ἀγαπητούς σου γονεῖς και κ. Σάμην.

Σε φιλώ <το όνομα στην υπογραφή δεν είναι ευδιάκριτο>

(Η κάρτα στάλθηκε στον Ροδόλφον Δέντεν Δεκανέα Πεζικού ΤΤ 933 στις 8 Δεκεμβρίου στην Κωνσταντινούπολή επί του Θωρηκτού Γ. Αβέρωφ).

Χωρίς αμφιβολία, οι κάρτες από φιλικά πρόσωπα στην πατρίδα τους τόνωναν το ηθικό των στρατευμένων Γιαννιωτών. Το βλέπουμε άλλωστε και στο τέλος μιας κάρτας από τον Λέων στη Γιέτη με άγνωστη ημερομηνία, γραμμένη μάλιστα στα Γαλλικά (Εικόνα 6):

Να μου γράφεις συχνά, αφού τα νέα σας μου είναι πολύτιμα. Δώσε τους χαιρετισμούς μου σε όσους ρωτούν για μένα. Στην αγαπητή σου μητέρα θα γράψω το απόγευμα. Φίλησε μου την μικρή Νέλλη. Στείλε μου νέα του Μωὐζ [σημ. θείος της Γιέτης].

(από το Λέων στη Μικρά Ασία στη Γιέτη στα Ιωάννινα, άγνωστη ημερομηνία).

Προς το τέλος του έτους (μάλλον του χριστιανικού έτους το Δεκέμβριο και όχι του Εβραϊκού το Σεπτέμβριο αφού υπήρχαν χιόνια), ο Λέων έστειλε μια κάρτα με τις ευχές του σε ολόκληρη την οικογένεια της γιαγιάς μου, απευθυνόμενος στον πατέρα της (Εικόνα 7):

Ἀπό τά χιονισμένα βουνά τῆς Μικρᾶς Ἀσίας σᾶς ἀποστέλλω τάς μᾶλλον εἰλικρινεῖς καί ἐγκαρδίους εὐχάς διά τό νέον ἔτος, ὅπερ εὔχομαι νά ἀποβεῖ εὐτυχέστερον τοῦ φθίνοντος.

(Λέων από την Μικρά Ασία προς κ. Αβραάμ Δ. Λεβή και οικογένεια, άγνωστη ημερομηνία).

Εικόνα 7
Εικόνα 7. Η κάρτα που έστειλε ο Λέων «από τα χιονισμένα βουνά της Μικράς Ασίας». Ίσως κάποιος από τους αναγνώστες να αναγνωρίσει το επίθετο στην υπογραφή του.

Οι ευχές του για το 1922 δυστυχώς δεν εισακούστηκαν και η χρονιά που μπήκε αποδείχτηκε καταστροφική. Πέρασαν πολλοί μήνες αβεβαιότητας, χωρίς ουσιαστική πρωτοβουλία από την Ελληνική πλευρά, με το πολιτικό αδιέξοδο να διαιωνίζεται και με τους οικονομικούς πόρους της Ελλάδας να περιορίζονται παρά τα απελπιστικά οικονομικά μέτρα όπως αναγκαστικά εσωτερικά δάνεια και φόρους.

Ο Κεμάλ τελικά επιτέθηκε τον Αύγουστο του 1922. Επέλεξε να επικεντρώσει την επίθεση του στο αδύναμο σημείο της Ελληνικής παράταξης, τη «σφήνα των 90 μοιρών» που αναφέραμε γύρω από το Αφιόν Καραχισάρ στο νότιο μέτωπο. Παρά την ηρωική αντίσταση των Ελληνικών μονάδων η επικοινωνία ανάμεσα στα Ελληνικά στρατεύματα διαταράχτηκε και με την έλλειψη συντονισμού ανάμεσα τους επήλθε τελικά η διάλυση του μετώπου και η άτακτη σε ορισμένα σημεία υποχώρηση του Ελληνικού στρατού προς τη Σμύρνη.

Την ραγδαία υποχώρηση ακολούθησε και ο χριστιανικός πληθυσμός με δικαιολογημένο το φόβο για αντίποινα από τους Τούρκους. Ακολούθησαν η επιβίβαση του Ελληνικού στρατού σε πλοία από τον Τσεσμέ δυτικά της Σμύρνης στη χερσόνησο της Ερυθραίας, ο συνωστισμός των χριστιανών αμάχων στην προκυμαία της Σμύρνης και τέλος οι σφαγές, η πυρπόληση και η καταστροφή της πόλης (Εικόνα 8).

Εικόνα 8
Εικόνα 8: Πάνω η προκυμαία της Σμύρνης στις φλόγες το Σεπτέμβριο του 1922 σε πανοραμική σύνθεση από κινηματογράφηση. Κάτω, τα ίδια κτίρια πριν την καταστροφή.

Για άλλη μια φορά, καθώς σκάλιζα ένα κομμάτι της ιστορίας μας αντίκρυσα δυσάρεστες λεπτομέρειες που δεν μας έμαθαν στο σχολείο: Η επιβίβαση του Ελληνικού στρατού από τη Σμύρνη έγινε με τρόπο οργανωμένο και με σχετική τάξη, εγκαταλείποντας όμως τους περισσότερους άμοιρους Μικρασιάτες στο έλεος των Τούρκων.

Ακόμα χειρότερα, λίγους μήνες πριν (τον Ιούνιο) το Ελληνικό κοινοβούλιο είχε ψηφίσει το νόμο 2870/1922 σύμφωνα με τον οποίο «Ἀπαγορεύεται ἡ ἐν Ἑλλάδι ἀποβίβασις προσώπων ὁμαδόν ἀφικνουμένων ἐξ ἀλλοδαπῆς, ἐφ΄ὅσον οὗτοι δὲν εἶναι ἐφωδιασμένοι διὰ τακτικῶν διαβατηρίων νομίμως τεθεωρημένων».

Παράλληλα, μερίδα του τύπου στην Αθήνα έγραφε εκείνη τη χρονιά ότι ο Ελληνικός στρατός έπρεπε να εγκαταλείψει τη Σμύρνη και να επιστρέψει στο σπίτι του. «Οίκαδε» έγραψε ο Γεώργιος Βλάχος. Παρότρυναν τους Μικρασιάτες να ιδρύσουν μόνοι τους αυτόνομο κράτος μαζί με όποιον εθελοντή ήθελε να μείνει για να τους υποστηρίξει.

Δεν μας έμαθαν επίσης στο σχολείο πως αμέσως μετά την καταστροφή της Σμύρνης, το επαναστατικό κίνημα των Πλαστήρα και Γονατά είχε σαν κύριο υποτίθεται στόχο του να προστατεύσει την Ανατολική Θράκη από μια αντίστοιχη υποχώρηση και έξοδο. Τελικά την εγκατέλειψαν άρον-άρον.

Όσο για το δεκαπενθήμερο βιαστικό στρατοδικείο μερικών από τους συντελεστές των πολιτικών και στρατιωτικών αποφάσεων της διετίας 1920-1922 και την εκτέλεση των έξη την ίδια τη μέρα που εκδόθηκε η απόφαση, αυτή από διαδικαστική άποψη λίγο διέφερε από την «δίκη» και εκτέλεση του κομμουνιστή Ρουμάνου δικτάτορα Τσαουσέσκου και της συζύγου του τα Χριστούγεννα του 1989… Έναν αιώνα αργότερα δεν βλέπω με ποιο δικαίωμα αυτοί που οργάνωσαν την πρώτη απόβαση στη Σμύρνη το 1919 ήταν σε θέση να κρίνουν εκείνους που κληρονόμησαν το αδιέξοδο. Θεωρώ πως ο καθένας είχε το μερίδιο των ευθυνών του σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία.

Στις δυσάρεστες λεπτομέρειες σχετικά με τις σκοτεινές εκείνες σελίδες της ιστορίας μας βρήκα και την εξής αναφορά κάπου: Φαίνεται πως στην Αχίλλειο πτέρνα της παράταξης του Ελληνικού στρατού, στη σφήνα των ενενήντα μοιρών του Αφιόν Καραχισάρ, είχε βρεθεί και το 49 Σύνταγμα, το οποίο είχε αναφερθεί νωρίτερα στις κάρτες που είχαν στείλει ο Δημητράκης και ο Λέων. Σύμφωνα με ορισμένες αναφορές ένα τμήμα του Συντάγματος αυτού, το Ι/49 Τάγμα, εγκατέλειψε τη θέση του στις 13 Αυγούστου κάτω από τα εχθρικά πυρά προκαλώντας έτσι ρήγμα στην Ελληνική παράταξη. Δεν ξέρουμε βέβαια που ακριβώς υπηρετούσαν οι Γιαννιώτες φίλοι μας τη μέρα εκείνη.

Οι ανέμελες παιδικές κάρτες στα τέλη του 1921

Ενώ λοιπόν ο μικρασιάτικος κόσμος χανόταν κυριολεκτικά, ή επρόκειτο να χαθεί λίγους μήνες αργότερα, στη συλλογή της γιαγιάς μου βρίσκουμε μερικές κάρτες που στάλθηκαν στα τέλη Δεκεμβρίου του 1921 ανάμεσα στα μικρότερα μέλη της οικογένειας Λεβή, ξαδέλφια στα Γιάννενα και την Αθήνα:

Έγραφε στις 20 Δεκεμβρίου ο δεκαπεντάχρονος «Μίμης» (Σαμ Ν. Λεβής) από την Αθήνα στην δεκάχρονη μικρή του ξαδέλφη Νέλλη Α. Λεβή (την μικρή αδελφή της Γιέτης) στα Γιάννενα (Εικόνα 9):

Ἀγαπητή μου Νέλλη, δέν σοῦ ἔγραψα μέχρι τώρα γιατί εἶχα διαγωνισμούς. Σήμερα ὅμως τό ἀπόγευμα δέν εἴχαμε σχολεῖο καί κάθησα νά σοῦ γράψω. Τής Γέτης και τῆς Julie πές ὅτι ἄρχησα πολές κάρτες ἀλλά δέν εἶχα καιρό νά τίς τελειώσω. Τῆς Γέτης τῆς ἀγοράσαμε τά κομμάτια καί θά τής τά ἔστειλε ἡ μαμά. Σέ φιλῶ πολύ πολύ. Ο Μίμης σου.

(Σαμ Ν. Λεβής προς Νέλλη Α. Λεβή από οδό  Χέϋδεν στην Αθήνα στα Ιωάννινα, 20 Δεκεμβρίου 1921).

Εικόνα 9
Εικόνα 9. Σε πρόσφατα επιχρωματισμένη οικογενειακή φωτογραφία από το 1920 τραβηγμένη στην πόρτα που διατηρείται στη γωνία Κουντουριώτου και Ζάππα, βλέπουμε μερικά από τα ξαδερφάκια της οικογένειας Λεβή που αναφέρονται στην αλληλογραφία της Γιέτης: Πίσω από αριστερά, η Ζανέτ (αργότερα Κωνσταντίνη), ίσως η Αλίκη (αργότερα Μπατίς), και η Νέλλη (αργότερα Δασκαλάκη, που δολοφονήθηκε στο Άουσβιτς). Κάτω η Έλντα (μετέπειτα Αντονί) και ο Ερρίκος (ή «Ρίκος» στην παιδική αλληλογραφία), οι οποίοι επέζησαν το μαρτύριο και επέστρεψαν από τα στρατόπεδα το 1945.

Τρεις μέρες αργότερα έφτασε και δεύτερη κάρτα από την οδό Χέϋδεν στην Αθήνα προς την οδό Κουντουριώτου στα Γιάννενα, αυτή τη φορά από την αδελφή του Μίμη, την δωδεκάχρονη Ζανέτ στην δεκαεξάχρονη Γιέτη (Ερριέτη) με ένα μικρό παράπονο:

Ἀγαπητή μου Ἐρριέτη μόνον μίαν κάρταν μοῦ ἔγραψες τοῦ Μίμη τοῦ γράφης κάθε στιγμή. Τά κομάτια σού τά ἀγόρασε καί πιστεύω αὔριον νἀ σοῦ τα στῆλλουν ἐχαρήκαμε πού σᾶς ἔχουν τόσα ὠραῖα ἄρθα εἰς τήν ἐφημερίδαν καί διά τά πολλά τσάγια πού κάνετε δέν ἔχω τίποτε ἄλλον νά σου γράψω ἔχεις πολλά φιλιά από τήν Παρτσάλο καί ἀπό ὅλους σοῦ στέλνω ἕνα ἐκατομύριον 1000000 φιλιά ἡ ἐξαδέλφη σου Jannete.

(Ζανέτ Ν. Λεβή προς Κύριον Αβραμάκη Λεβῆν δια την Δήδα Ερριέτην, Πέμπτη 23 Δεκ. 1921).

Είχαν μετακομίσει μόλις ένα χρόνο πριν στην Αθήνα οι γονείς του Μίμη, της Ζανέτ, και του Ρίκου, οπότε τα ξαδελφάκια που είχαν μεγαλώσει παρέα στα Γιάννενα διατηρούσαν τακτική επικοινωνία.

Τα παιδάκια ζούσαν στον δικό τους κόσμο: Μαθήματα και εξετάσεις, δώρα για τις γιορτές και ζηλοτυπίες.

Κληρονόμησε πολλά κακά η γενιά τους, η γενιά των παππούδων μας. Καταστροφές, σφαγές, προσφυγιές και το Ολοκαύτωμα. Όμως κατάφεραν στο τέλος να επιβάλλουν τις δικές τους αξίες και μας άφησαν έναν καλύτερο κόσμο. Όσοι επέζησαν.

Αυτό σκέφτομαι τώρα για τη νεολαία στην Ελλάδα. Έναν αιώνα μετά, σε έναν πολύ διαφορετικό κόσμο με πολλά άλλα καλά, κληρονομούν καμένη και πλημμυρισμένη γη, αυθαίρετη ανάπτυξη που καταστρέφει το περιβάλλον (με κτίρια και ξαπλώστρες), ανοργανωσιά και ανευθυνότητα. Όμως, με την αισιοδοξία της νιότης τους, θα βρουν και αυτοί το δρόμο τους και με τα υλικά που έχουν στη διάθεση τους, με πολιτισμό, με αρχές και με τεχνολογία θα αφήσουν έναν καλύτερο κόσμο στους επόμενους.

Σχετικά άρθρα

1928: Η αντίδραση για τα μετονομασμένα τοπωνύμια της Ηπείρου

Αλέξανδρος Μωυσής

Σεπτέμβριος 1914 : Θρήνος στα Γιάννενα και την Κεφαλλονιά

Αλέξανδρος Μωυσής

1943: Ο θείος Εμίλ στο τελευταίο τρένο από το Παρίσι στην Κωνσταντινούπολη

Αλέξανδρος Μωυσής