Η Συντονιστική Επιτροπή των Ελευθέρων Επαγγελματιών – Επιστημόνων – Επαγγελματοβιοτεχνών και Εμπόρων προσφεύγει στο ΣτΕ στις 17 Ιουνίου για την ακύρωση της πρώτης απόφασης, που εκδόθηκε από την ΑΑΔΕ, και καθορίζει τη διαδικασία αμφισβήτησης του ελάχιστου ετήσιου εισοδήματος. Μάλιστα, προτείνει στα μέλη της πανελλαδική αποχή από τα καθήκοντά τους και συγκέντρωση – εκδήλωση την ίδια μέρα, κλιμακώνοντας τις κινητοποιήσεις.
Η θέσπιση του τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος για τους ελεύθερους επαγγελματίες και επιστήμονες, σύμφωνα με την Επιτροπή, είναι «ένα ιδιαίτερα επαχθές και άδικο μέτρο, που οδηγεί, κατά παράβαση του Συντάγματος, στον αφανισμό χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες και επιστήμονες».
Στην Συντονιστική Επιτροπή μετέχουν οι εκπρόσωποι της Ολομέλειας των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, της ΓΣΕΒΕΕ και επιμέρους συνδικαλιστικών φορέων επαγγελματικών κλάδων, που από την αρχή είχαν εκφράσει την αντίθεσή τους στον νόμο, κάνοντας λόγο για μια οριζόντια και άδικη φορολογική επιβάρυνση, αλλά και στον τρόπο εφαρμογής του ελέγχου, όπως προβλέπεται.
Σε συνέντευξη τύπου, παρουσία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Στ. Κασελάκη και των εκπροσώπων του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝ.ΑΛ. Δημήτρη Μάντζου και της Νέας Αριστεράς Δημήτρη Τζανακόπουλου, εκφράστηκε η αντίθεση όλων στον τεκμαρκτό υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος των ελευθέρων επαγγελματιών και επιστημόνων, ενώ ο εκπρόσωπος της ομάδας νομικής υποστήριξης Ανδρέας Τσουρουφλής, αναπληρωτής Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ, ανέπτυξε τις νομικές πρωτοβουλίες της Συντονιστικής Επιτροπής για τη δικαστική προσβολή του νέου φορολογικού νόμου.
Όπως έκανε γνωστό, θα προσβληθεί με αίτηση ακύρωσης η υπ’ αριθ. Α1055/2024 απόφαση της ΑΑΔΕ, που αφορά τον καθορισμό της διαδικασίας αμφισβήτησης του ελάχιστου ετήσιου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα, του χρόνου διενέργειας του ελέγχου καθώς και των ειδικότερων θεαμάτων για την εφαρμογή των παρ. 3 και 4 του άρθρ. 28Α του Ν. 4172/2013 και η οποία αποτελεί την πρώτη χρονικά μετά την ψήφιση του νόμου κανονιστική και διοικητικά προσβλητέα πράξη εφαρμογής του.
Μάλιστα, όπως γνωστοποιήθηκε, θα γίνει αποστολή σε όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες – μέλη των φορέων, που απαρτίζουν τη Συντονιστική Επιτροπή, σχεδίων/υποδειγμάτων ενδικοφανών προσφυγών προς τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, με τις οποίες θα προσβάλλονται τα ατομικά εκκαθαριστικά των φορολογικών δηλώσεων και ακολούθως θα διανεμηθούν υποδείγματα προσφυγών ενώπιον των αρμοδίων Διοικητικών Πρωτοδικείων.
Στην προσφυγή συμμετέχει και η Ένωση Φοροτεχνικών Ελευθέρων Επαγγελματιών Ιωαννίνων, εκπροσωπούμενη από τη ΓΣΕΕΒΕ, με τον πρόεδρο Σπύρο Μπέκα να σημειώνει πως ήδη από τις φορολογικές δηλώσεις φαίνεται πως ελεύθεροι επαγγελματίες καλούνται να καταβάλλουν πολύ υψηλότερο φόρο, ενώ διαπιστώνονται μεγάλες αποκλίσεις, κάνοντας λόγο για αδικίες.
Οι επικαλούμενοι λόγοι ακύρωσης είναι κυρίως:
- Η αντίθεση του τεκμηρίου, που θεσπίζουν οι διατάξεις των άρθρων 15 επ. του Ν. 5073/2023, στις συνταγματικές αρχές της ισότητας των πολιτών ενώπιον των δημόσιων βαρών, της αναλογικότητας και της παροχής πλήρους και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, καθότι αντιμετωπίζει τους ελεύθερους επαγγελματίες ως μισθωτούς, ενώ πρόκειται περί διαφορετικών κατηγοριών φορολογουμένων, όπως, άλλωστε, και το ίδιο το ΣτΕ έχει κρίνει. Ταυτόχρονα, η αμφισβήτηση του τεκμηρίου, μέσω της προβλεπόμενης διαδικασίας υποβολής σε φορολογικό έλεγχο, καθιστά το τεκμήριο επί της ουσίας αμάχητο και αλλοιώνεται η έννοια, η λογική και η φύση του φορολογικού ελέγχου.
- Η υπέρβαση των ορίων της νομοθετικής εξουσιοδότησης του άρθρου 28Α παρ. 5 του Ν. 4172/2013 από την υπ’ αριθ. A.1055/2024 απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, η οποία ουσιαστικά επεκτείνει τον έλεγχο και σε προηγούμενα φορολογικά έτη και σε άλλα φορολογικά αντικείμενα, πέραν της φορολογίας εισοδήματος.
- Το τεκμήριο του ελάχιστου ετήσιου εισοδήματος, κατ’ άρθρο 28Α του Ν. 4172/2013, δεν είναι συνταγματικά ανεκτό, καθόσον δεν αφορά εξωτερικές ενδείξεις ή στοιχεία άμεσα συναρτώμενα με το τεκμαιρόμενο συμπέρασμα, όπως απαιτεί η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά βασίζεται στη σύγκριση με τον κατώτατο μισθό των απασχολουμένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας, οι οποίοι τελούν υπό διαφορετικές επαγγελματικές και εισοδηματικές συνθήκες σε σχέση με τους ασκούντες ατομική επιχείρηση.