Το Ελαφάκι που κυνηγούσε τον Ήλιο της Joanna Mc Inerney
Με την πρώτη αχτίδα του ήλιου που τρύπωσε στο δωμάτιό μου σήμερα το πρωί, θυμήθηκα το βιβλίο «Το Ελαφάκι που κυνηγούσε τον Ήλιο» που διάβασα χθες βράδυ. Πώς κάτι τόσο απλό όσο η ανατολή του ήλιου μπορεί να γίνει αφορμή για μια τόσο βαθιά ιστορία; Αναζητώντας το φως, όπως ακριβώς και το ελαφάκι του παραμυθιού, συνειδητοποίησα πόση σοφία κρύβεται σε αυτές τις σελίδες με τα μαγικά χρώματα και τις εκφραστικές εικόνες. Είναι σπάνιο να βρίσκεις βιβλία που μιλούν στην ψυχή σου, είτε είσαι πέντε είτε πενήντα πέντε ετών.
Η Joanna Mc Inerney υπογράφει αυτή την υπέροχη ιστορία που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 2024 από τις εκδόσεις Δεσύλλας, σε μετάφραση της Αργυρώς Πιπίνη και επιμέλεια της Μαρίας Σεβαστιάδου. Το βιβλίο αποτελεί έναν πραγματικό θησαυρό, τόσο για τα παιδιά όσο και για τους ενήλικες που θα το διαβάσουν μαζί τους. Απευθύνεται σε παιδιά από 4 ετών, αλλά πιστεύω πως μπορεί να μαγέψει παιδιά κάθε ηλικίας -και τους ενήλικες που θα έχουν τη χαρά να το μοιραστούν μαζί τους.
«Το Ελαφάκι που κυνηγούσε τον Ήλιο» μας συστήνει έναν μικρό ήρωα που αγαπά τον ήλιο αλλά φοβάται το σκοτάδι. «Πού πάει ο ήλιος;» αναρωτιέται κάθε φορά που δύει και αποφασίζει να ξεκινήσει ένα ταξίδι αναζήτησής του. Αυτή η απλή υπόθεση εξελίσσεται σε μια μαγευτική περιπέτεια αυτογνωσίας και ωρίμανσης.
Οι εναλλαγές των εποχών αποτυπώνονται με εκπληκτική ευαισθησία: από τις ανθισμένες κερασιές της άνοιξης και τα πλούσια τριαντάφυλλα του καλοκαιριού, στα κόκκινα φύλλα του φθινοπώρου και τα χιονισμένα τοπία του χειμώνα.
Το ταξίδι του ελαφιού λειτουργεί σε πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης. Τα μικρότερα παιδιά θα ταυτιστούν με το φόβο για το άγνωστο και το σκοτάδι. Τα μεγαλύτερα παιδιά θα δουν στην ιστορία μια πορεία προς την ωρίμανση και την αυτογνωσία. Θα κατανοήσουν πως η ζωή δεν είναι μόνο φως και ευκολίες, αλλά περιλαμβάνει και δυσκολίες που πρέπει να ξεπεράσουμε με επιμονή και θάρρος.
Καθώς το ελαφάκι συναντά διάφορα ζώα στο ταξίδι του -την πονηρή αλεπού, το μεγαλόσωμο ελάφι, τη σοφή κουκουβάγια- μαθαίνει σημαντικά μαθήματα για τη ζωή. «Αν έβλεπα τον ήλιο τη νύχτα, τότε δε θα ήταν νύχτα», του λέει η αλεπού, ενώ η κουκουβάγια τού υπενθυμίζει πως «το φεγγάρι είναι ο φίλος μας στο σκοτάδι».
Αυτό που εκτίμησα ιδιαίτερα είναι ο τρόπος που το βιβλίο παροτρύνει τα παιδιά να παρατηρούν και να εκτιμούν τα πάντα γύρω τους -τόσο τα όμορφα όσο και τα δύσκολα. Το ελαφάκι, αν και στην αρχή φοβόταν το σκοτάδι, τελικά μαγεύεται από το τραγούδι της νύχτας και την ομορφιά του φεγγαριού.
«Το Ελαφάκι που κυνηγούσε τον Ήλιο» είναι ένα βιβλίο που μας υπενθυμίζει πως η ζωή είναι ένας κύκλος από εποχές και συναισθήματα και πως όλα έχουν τη θέση και την αξία τους. Μετά από πολλά χρόνια ενασχόλησης με τα βιβλία, μπορώ να πω με βεβαιότητα πως είναι από τα ομορφότερα που έχω δει τελευταία.
Πρόκειται για ένα από εκείνα τα βιβλία που μας βοηθούν να βρούμε το φως, ακόμα κι όταν γύρω μας απλώνεται σκοτάδι. Όπως ακριβώς έκανε το μικρό ελαφάκι.
Η Σονάτα των Αθέατων Πουλιών του Σπύρου Πετρουλάκη
Με φόντο τη λησμονημένη Κίμωλο του 1833 και ένα σημερινό αθηναϊκό διαμέρισμα, ο Σπύρος Πετρουλάκης πλέκει στο νέο του μυθιστόρημα «Η Σονάτα των Αθέατων Πουλιών» (εκδ. Μίνωας) μια διπλή αφήγηση για την αιχμαλωσία του σώματος και την απώλεια της μνήμης, αποδεικνύοντας ότι τα νήματα ανάμεσα σε παρελθόν και παρόν είναι συχνά πιο σφιχτά απ’ όσο φανταζόμαστε.
Από τα πρώτα κεφάλαια ένιωσα τη θάλασσα να τραβά το σκαρί της Φραγκιώς έξω από την ήρεμη Κίμωλο: ένας γάμος, μια πειρατική ενέδρα, κι ένα καράβι που τη μεταφέρει σκλάβα στην Αλεξάνδρεια. Ο Πετρουλάκης δεν εξωραΐζει· κάθε σελίδα μοιάζει με άλμα στο σκοτάδι όπου ο αναγνώστης αναρωτιέται αν η αντοχή γράφεται τελικά στο δέρμα ή στο πνεύμα. Η νεαρή γυναίκα χρησιμοποιεί την ίδια της την ταυτότητα σαν μάσκα, επιβιώνοντας σ’ έναν κόσμο που της ζητά να ξεχάσει ποια ήταν.
Στον αντίποδα, ο σημερινός μαέστρος Φραγκίσκος βλέπει τον νου του να ξεγλιστρά κομμάτι-κομμάτι από τη νόσο Αλτσχάιμερ, ενώ η κόρη του Γωγώ παλεύει να συγκρατήσει τις αναμνήσεις που εκείνος χάνει. Η μουσική ‒μια σονάτα που ακόμη θυμάται να διευθύνει‒ γίνεται λεπτή γέφυρα ανάμεσα στο τότε και στο τώρα: τίποτα δεν σώζει τον χρόνο, αλλά ο ρυθμός μπορεί να συντηρήσει την αγάπη όταν οι λέξεις σβήνουν.
Καθώς οι δύο διηγήσεις συγκλίνουν, ο συγγραφέας δείχνει πόσο αόρατα είναι τα πουλιά που κουβαλάει κάθε γενιά: μυστικά οικογενειακά, νησιώτικες ρίζες, τραύματα και μικρές πράξεις θάρρους που επιμένουν να περνούν από γονείς σε παιδιά. Δεν πρόκειται για εύκολη ιστορία· είναι όμως μια υπενθύμιση ότι, ακόμη κι όταν η πυξίδα μοιάζει χαμένη, η μνήμη ‒προσωπική ή συλλογική‒ μπορεί να παίξει μια τελευταία, σωτήρια νότα.
Butcher & Blackbird της Brynne Weaver
Με φόντο μια λυσσασμένη Λουιζιάνα και ήρωες που κινούνται στα σύνορα μεταξύ ερώτων και εγκλημάτων, το «Butcher & Blackbird» της Brynne Weaver (τριλογία «Ολέθριος Έρωτας», εκδ. Anubis, μτφρ. Κωνσταντίνα Βαφειάδου) πηγαίνει το dark romance ένα βήμα πέρα από τη συμβατική πρόκληση: μετατρέπει δύο κατά συρροή δολοφόνους σε πρωταγωνιστές μιας ιστορίας που κόβει την ανάσα με ίσες δόσεις αίματος και μαύρου χιούμορ.
Από τη στιγμή που συνάντησα τη Σλόαν κλειδωμένη σ’ εκείνο το σκουριασμένο κλουβί, ο ρυθμός του βιβλίου με άρπαξε• δεν έχεις χρόνο να αμφισβητήσεις αν συμπαθείς τους «ήρωες» ‒ χώνεσαι στις σελίδες και νιώθεις τη ζέστη της Νέας Ορλεάνης να κολλάει πάνω σου μαζί με τη μυρωδιά της αποσύνθεσης. Η Σλόαν δολοφονεί δολοφόνους∙ ο Ρόουαν -ο Μπούτσερ της Βοστώνης- τη γλιτώνει όχι από οίκτο, αλλά από γνήσιο θαυμασμό. Έτσι ξεκινά μια συμμαχία που μοιάζει με κυνήγι: ποτέ δεν είσαι βέβαιος ποιος κρατά το όπλο και ποιος το αντικλείδι.
Το ωραίο με τη Weaver είναι ότι γράφει σαν να αφηγείται stand-up σε μακάβριο κλαμπ: φράσεις κοφτές, σαρκασμός την ίδια στιγμή που περιγράφει ωμές σκηνές βίας. Γέλασα σε σημεία που «δεν θα έπρεπε», αγχώθηκα, έπιασα τον εαυτό μου να κοιτάζει πίσω από την πλάτη του επειδή η ατμόσφαιρα στήνεται τόσο ζωντανή. Η χημεία ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές θυμίζει δύο λεπίδες που ακονίζονται μεταξύ τους ‒ σπινθήρες παντού, ηθικοί φραγμοί που καίγονται μαζί με το λογικό.
Και κάπου κάτω απ’ το θόρυβο, το βιβλίο θέτει ένα ενοχλητικό ερώτημα: ποια γραμμή μάς κάνει «τέρατα»; Όταν οι ήρωες παραδέχονται πως το σκοτάδι τους χωρά ακριβώς στον άλλον, η ιστορία αποκτά αναπάντεχη τρυφερότητα μια διεστραμμένη εκδοχή συντροφικότητας που, αν μη τι άλλο, μένει αξέχαστη. Για αναγνώστες που αντέχουν το αίμα, λατρεύουν το black humor και αποζητούν ρομάντζα έξω από κάθε ασφαλή ζώνη, το «Butcher & Blackbird» σίγουρα αξίζει το στοίχημα.
